Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015
Δημοτικό τραγούδι - χαρακτηριστικά
ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
Όπως στην αρχαιότητα έτσι και στη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου, παράλληλα προς τη λόγια, συνεχίζεται η λαϊκή παραγωγή, δηλαδή το δημοτικό τραγούδι, συνδεδεμένο πάντα με τη μουσική και συχνά με το χορό.
Από την αρχαιότητα και από τα βυζαντινά χρόνια τα δείγματα δημοτικών τραγουδιών που μας διασώθηκαν είναι πολύ λίγα, συνήθως αποσπασματικά, και έφθασαν στα χέρια μας ως παραθέματα σε κείμενα συγγραφέων. Και τούτο, επειδή το ενδιαφέρον για τα δημοτικά τραγούδια και η συστηματική καταγραφή τους αρχίζει στα νεότερα χρόνια και κυρίως με την ανάπτυξη της επιστήμης της Λαογραφίας. Πολλά από τα δημοτικά τραγούδια που δημιουργήθηκαν στη βυζαντινή περίοδο έφτασαν ως τις μέρες μας με την προφορική παράδοση και φυσικά με αναπροσαρμογές, ανάλογα με την εποχή και με τον τόπο. Αλλα πάλι πλάστηκαν σε νεότερα χρόνια πάνω στον τύπο των παλαιότερων.
Συγκρίνοντας τα παλιότερα δείγματα δημοτικών τραγουδιών με τα νεότερα, διαπιστώνουμε ότι όλα ακολουθούν μερικούς βασικούς κανόνες στην τεχνοτροπία τους και παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά. Οι κυριότεροι από αυτούς τους κανόνες είναι οι εξής:
1. - Ο λιτός και πυκνός λόγος. Αποφεύγονται δηλαδή οι μακρηγορίες, τα επίθετα είναι ελάχιστα (συνήθως «χαρακτηριστικά») και ο λόγος συγκροτείται κυρίως με ουσιαστικά και ρήματα:
Σαρανταπέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
γεφύρι -ν- εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.
2. - Η αρχή της ισομετρίας. Κάθε μετρική ενότητα (ημιστίχιο, στίχος ή δίστιχο) περιέχει ένα ολοκληρωμένο νόημα. Στους στίχους δηλαδή των δημοτικών τραγουδιών αποκλείονται οι διασκελισμοί. Δε θα συναντήσουμε λ.χ. ποτέ στίχους, όπου το νόημα να πηδάει στην επόμενη μετρική ενότητα, σαν κι αυτούς:
Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει...
(Λ. Μαβίλης, Λήθη)
3. - Η επανάληψη ή ολοκλήρωση του νοήματος του πρώτου ημιστίχιου στο δεύτερο:
Το Μάη επαντρεύτηκε, το Μάη γυναίκα πήρε...
Να κατακάτσει ο κουρνιαχτός, να σηκωθεί η αντάρα.
4. - Το θέμα των άσκοπων ερωτημάτων:
Μην ο Καλύβας έρχεται, μην ο Λεβεντογιάννης;
Ούδ' ο Καλύβας έρχεται ούδ' ο Λεβεντογιάννης.
5. - Το θέμα του αδυνάτου:
Αν τρέμουν τ' άγρια βουνά, να τρέμει το γεφύρι
Κι αν πέφτουν τα άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες...
6. - Οι προσωποποιήσεις: Τα βουνά, τα πουλιά, τα δέντρα, τα άλογα κλπ., δηλαδή κάθε έμψυχο ή άψυχο μπορεί να μιλάει και να παίρνει μέρος στη δράση.
Όπως είπαμε παραπάνω, τα δημοτικά τραγούδια είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη μουσική, είναι αυτό που λέει το όνομά τους, τραγούδια. Παράγονται από λαϊκούς δημιουργούς συγχρόνως με τη μελωδία ή προσαρμόζονται νέοι στίχοι σε μελωδία γνωστή. Καθώς μεταδίδονται με την προφορική παράδοση από τόπο σε τόπο και από γενιά σε γενιά υφίστανται μεταβολές και έτσι δημιουργούνται διαφορετικές μορφές του ίδιου τραγουδιού (παραλλαγές). Είναι επίσης συνδεδεμένα με διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις: εργασίες (εργατικά), πορείες (του δρόμου), χορούς (χορευτικά), συμπόσια (της τάβλας), γάμους (του γάμου, του γαμπρού, της νύφης), αγερμούς παιδιών (κάλαντα), θανάτους (μοιρολόγια) κτλ.
Φυσικά εμείς εδώ τα μελετούμε μόνο ως «κείμενα» που έχουν καταγραφεί πιστά από διάφορους μελετητές. Μολονότι δημοτικά τραγούδια τραγουδιούνται ακόμη σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, εντούτοις η παραγωγή τουςέχει πια σταματήσει, επειδή οι εκφραστικές ανάγκες των ανθρώπων θεραπεύονται από την προσωπική παραγωγή. Τα πιο πρόσφατα θεωρούνται αυτά που έδωσε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος.
Ως προς το περιεχόμενό τους, διαιρούνται στις εξής κατηγορίες:
Α'. - Παραλογές. Είναι πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια που εξιστορούν δραματικές κυρίως περιπέτειες της ζωής, πραγματικές ή φανταστικές (κάποιο περιστατικό, μια παράδοση, ένα μύθο). Η μεγάλη ποικιλία των θεμάτων τους δυσκολεύει τη σαφή κατάταξή τους σε κατηγορίες: Μυθικά θέματα διάφορα, στοιχειά, δράκοι, λάμιες, δοκιμασίες της αγάπης, ανόσιοι έρωτες, αποπλανήσεις, ραδιουργίες, απιστίες, πιστές και άπιστες γνναίκες, δράματα τιμής, αναγνωρίσεις συζύγων και αδελφών, θρύλοι κτλ. είναι από τα πιο συνηθισμένα. Πάντως το ιδιαίτερογνώρισμα που χαρακτηρίζει αυτές τις διηγήσεις είναι το παραμυθικό στοιχείο. Και αυτός είναι ο λόγος που τα ονόμασαν «πλαστά».
Για την ιστορική και γεωγραφική τοποθέτηση των παραλογών δεν έχουμε ακριβείς μαρτυρίες. Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι οι παλαιότερες από αυτές έχουνμεγάλη ομοιότητα με τα ακριτικά τραγούδια (βλ. πιο κάτω). Θεωρούνται πάντως το παλαιότερο στρώμα των δημοτικών μας τραγουδιών. Είχαν μεγάλη διάδοση σε όλους τουςβαλκανικούς λαούς και παρουσιάζουν αναλογίες με παραδόσεις, μύθους, παραμύθια και τραγούδια των λαών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Το γεγονός αυτό έδωσε αφορμή για πολλές συζητήσεις και έρευνες, όπως θα δούμε και στα επιμέρους σημειώματα που προτάσσονται στα τραγούδια που παραθέτουμε.
Β'. - Ακριτικά τραγούδια. Όπως και οι παραλογές, είναι από τα παλαιότερα δημοτικά μας τραγούδια. Η αρχή τουςμας οδηγεί στο Βυζάντιο. Συγκεκριμένα, η δημιουργία τουςοφείλεται στις ειδικές συνθήκες που επικρατούσαν στα ανατολικά σύνορα του κράτουςαπό τον 8ο αιώνα, κυρίως όμως από τον 9ο ως τον 11ο, εξαιτίας των σκληρών αγώνων των Βυζαντινών στην περιοχή αυτή εναντίον των Αράβων (Σαρακηνών).
Η αυτοκρατορία, για να αναχαιτίσει τις ληστρικές επιδρομές των Σαρακηνών ή Απελατών (ληστών), εμπιστεύτηκε τη φρούρηση των συνόρων στουςακρίτες (από τη λέξη «άκρα», τα σύνορα). Παραχωρούσε δηλαδή σε στρατιωτικούς, στις παραμεθόριες περιοχές κοντά στον Ευφράτη, στον Ταύρο και στον Αντίταυρο, μεγάλα αγροκτήματα να τα καλλιεργούν χωρίς να πληρώνουν φόρους, με την υποχρέωση όμως να αποκρούουν τις εχθρικές επιθέσεις. Έτσι δημιουργήθηκε στις περιοχές αυτές μια ισχυρή τοπική φεουδαρχία.
Οι ακρίτες ήταν υποχρεωμένοι από τις συνθήκες να ζουν σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα. Οι επαρχίες τους είχαν τη μορφή στρατοπέδου. Όταν δεν ήταν απασχολημένοι με πολεμικές επιχειρήσεις, ασκούνταν στα όπλα, γυμνάζονταν ή συμμετείχαν σε επικίνδυνα κυνήγια άγριων ζώων, όπου επιδείκνυαν, εκτός από τη δεξιοτεχνία, τόλμη και ανδρεία. Τα κατορθώματά τους υμνήθηκαν σε τραγούδια που ανήκουν σε έναν ειδικό κύκλο τραγουδιών, τα Ακριτικά, που είχαν χαρακτήρα ηρωικό και μορφή επική.
Στην προσωπική ανδρεία των ακριτών η γόνιμη λαϊκή φαντασία έδωσε διαστάσεις υπερφυσικές. Ανάμεσα στους ήρωες των τραγουδιών αυτών αναφέρονται ο Κωσταντής ή Κωνσταντίνος, ο Ανδρόνικος, ο Σκληρόπουλος, ο Φωκάς, ο Πορφύρης κ. ά. Όλους όμως τους ξεπερνούσε ο Διγενής Ακρίτας, που έγινε το σύμβολο της υπεράνθρωπης ανδρείας.
Τα ακριτικά τραγούδια, που η αρχή τους τοποθετείται από τους περισσότερους μελετητές στο 10ο αι., έφτασαν ως εμάς με την προφορική παράδοση και έχουν υποστεί, όπως είναι φυσικό, αλλοιώσεις. Είναι τα πιο διαδεδομένα σε όλον τον ελληνισμό. Απλώθηκαν από τον Πόντο και την Καππαδοκία, όπου εμφανίστηκαν, ως την Ήπειρο, τα Ιόνια Νησιά, την Κρήτη και την Κύπρο. Είναι από ταωραιότερα δημοτικά τραγούδια με κύρια γαρακτηριστικά την ηρωική πνοή και την τολμηρήέκφραση. Τα ακριτικά τραγούδια με το πέρασμα του χρόνου ήταν φυσικό να αναπροσαρμόζονται, για να εκφράσουν ανάλογες περιστάσεις της εθνικής ζωής.
Γ΄. - Του Χάροντα - Του Κάτω Κόσμου. Τα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στο Χάροντα ή στον Κάτω Κόσμο συνδέονται στενά με τα μοιρολόγια, συχνά μάλιστα ταυτίζονται στη χρήση. Πηγάζουν από την οδύνη που προξενεί στον άνθρωπο η εμπειρία του θανάτου.
Είναι όμως χαρακτηριστικό ότι μέσα από τα τραγούδια αυτά αναδύεται η βαθύτατη αγάπη για τη ζωή.
Δ΄. - Ιστορικά Τραγούδια. Ιστορικά θεωρούνται τα δημοτικά τραγούδια που έχουν ως θέμα τους ένα συγκεκριμένο γεγονός, εθνικό ή κοινωνικό, συνήθως επικαιρικό και θλιβερό (πολεμικές συγκρούσεις, πολιορκίες και αλώσεις πόλεων, επιδρομές ληστών και πειρατών, αιχμαλωσίες, επαναστάσεις και χαμένες μάχες, επιδημίες, πείνες και γενικά συμφορές όλων των ειδών). Σπάνια βρίσκει κανείς και τραγούδια που μιλούν για ευχάριστα περιστατικά και άλλα που κάνουν πολιτική σάτιρα, κυρίως σε εποχές έντονων πολιτικών αναβρασμών. Τέτοια είναι μερικά τραγούδια που μας παραδόθηκαν από τη βυζαντινή ακόμα εποχή, αλλά και τη νεότερη. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά, καθώς και η προσκόλληση στο θέμα, δίνουν στα ιστορικά τραγούδια πληροφοριακό χαρακτήρα και εμποδίζουν την έμπνευση να λειτουργήσει ποιητικά. Γι' αυτό και πολλά από αυτά δεν καταξιώνονται αισθητικά. Όταν όμως κατορθώνουν να εκφράσουν το θεμελιακό χαρακτήρα του συγκεκριμένου γεγονότος που εξιστορούν, πέρα από την απλή μαρτυρία του, φορτίζονται συγκινησιακά και φτάνουν σε υψηλές ποιητικές κορυφώσεις, όπως Το κρούσος της Αντριανούπολης, Σκλάβοι των Μπαρμπαρέσων, Της Δέσπως, Του Κιαμήλ Μπέη κ.ά.
Τα ιστορικά τραγούδια, σχεδόν στο σύνολό τους, δημιουργήθηκαν στα χρόνια μετά την Άλωση και κυρίως κατά τους αγώνες των Σουλιωτών ή της επανάστασης του 1821. Ελάχιστα αναφέρονται σε γεγονότα της εποχής μας (Μακεδονικός αγώνας, Μικρασιατική καταστροφή κτλ.).
Ε'. - Κλέφτικα τραγούδια. Τα κλέφτικα τραγούδια αποτελούν τη νεότερη και πιο πλούσια κατηγορία δημοτικών τραγουδιών. Είναι γέννημα της ζωής των κλεφτών και αρματολών την εποχή της τουρκοκρατίας. Γι' αυτό και προέρχονται από περιοχές της Ελλάδας, όπου δρούσαν οι κλεφταρματολοί: Πελοπόννησο, Στερεά, Ήπειρο, Θεσσαλία, Νότια Μακεδονία και Χαλκιδική.Τα τραγούδια αυτά εγκωμιάζουν τη ζωή και τα κατορθώματα των κλεφτών και αρματολών ή θρηνούν το θάνατό τους. Μολονότι ομως αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα, δεν είναι αφηγηματικά, δεν είναι έπη, αλλά «κυρίως άσματα»1. Από το γεγονός που έχουν ως υπόθεση παίρνουν μονάχα τον πυρήνα ή, το πολύ, τις κύριες γραμμές του εισάγοντας άφθονα λυρικά στοιχεία. Η έκφρασή τους είναι λιτή, αλλά γεμάτη πάθος, τόλμη και δραματικότητα. Διακρίνονται επίσης για την ακρίβεια στη διήγηση και την προσήλωση στα συγκεκριμένα πρόσωπα και πράγματα. Δεν χρησιμοποιούν αφηρημένες έννοιες. Συχνή είναι η χρήση διαλόγου. Ήταν τραγούδια καθιστά (δε χορεύονταν), με πλούσια μελωδία.
Το πνεύμα που εκφράζουν είναι ο θαυμασμός για την ανδρεία, τη «λεβεντιά» και την ανεξάρτητη ζωή μέσα στα σκοτεινά χρόνια της δουλείας.
Από την αρχαιότητα και από τα βυζαντινά χρόνια τα δείγματα δημοτικών τραγουδιών που μας διασώθηκαν είναι πολύ λίγα, συνήθως αποσπασματικά, και έφθασαν στα χέρια μας ως παραθέματα σε κείμενα συγγραφέων. Και τούτο, επειδή το ενδιαφέρον για τα δημοτικά τραγούδια και η συστηματική καταγραφή τους αρχίζει στα νεότερα χρόνια και κυρίως με την ανάπτυξη της επιστήμης της Λαογραφίας. Πολλά από τα δημοτικά τραγούδια που δημιουργήθηκαν στη βυζαντινή περίοδο έφτασαν ως τις μέρες μας με την προφορική παράδοση και φυσικά με αναπροσαρμογές, ανάλογα με την εποχή και με τον τόπο. Αλλα πάλι πλάστηκαν σε νεότερα χρόνια πάνω στον τύπο των παλαιότερων.
Συγκρίνοντας τα παλιότερα δείγματα δημοτικών τραγουδιών με τα νεότερα, διαπιστώνουμε ότι όλα ακολουθούν μερικούς βασικούς κανόνες στην τεχνοτροπία τους και παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά. Οι κυριότεροι από αυτούς τους κανόνες είναι οι εξής:
1. - Ο λιτός και πυκνός λόγος. Αποφεύγονται δηλαδή οι μακρηγορίες, τα επίθετα είναι ελάχιστα (συνήθως «χαρακτηριστικά») και ο λόγος συγκροτείται κυρίως με ουσιαστικά και ρήματα:
Σαρανταπέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
γεφύρι -ν- εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι.
2. - Η αρχή της ισομετρίας. Κάθε μετρική ενότητα (ημιστίχιο, στίχος ή δίστιχο) περιέχει ένα ολοκληρωμένο νόημα. Στους στίχους δηλαδή των δημοτικών τραγουδιών αποκλείονται οι διασκελισμοί. Δε θα συναντήσουμε λ.χ. ποτέ στίχους, όπου το νόημα να πηδάει στην επόμενη μετρική ενότητα, σαν κι αυτούς:
Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε
την πίκρια της ζωής. Όντας βυθίσει
ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει...
(Λ. Μαβίλης, Λήθη)
3. - Η επανάληψη ή ολοκλήρωση του νοήματος του πρώτου ημιστίχιου στο δεύτερο:
Το Μάη επαντρεύτηκε, το Μάη γυναίκα πήρε...
Να κατακάτσει ο κουρνιαχτός, να σηκωθεί η αντάρα.
4. - Το θέμα των άσκοπων ερωτημάτων:
Μην ο Καλύβας έρχεται, μην ο Λεβεντογιάννης;
Ούδ' ο Καλύβας έρχεται ούδ' ο Λεβεντογιάννης.
5. - Το θέμα του αδυνάτου:
Αν τρέμουν τ' άγρια βουνά, να τρέμει το γεφύρι
Κι αν πέφτουν τα άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες...
6. - Οι προσωποποιήσεις: Τα βουνά, τα πουλιά, τα δέντρα, τα άλογα κλπ., δηλαδή κάθε έμψυχο ή άψυχο μπορεί να μιλάει και να παίρνει μέρος στη δράση.
Όπως είπαμε παραπάνω, τα δημοτικά τραγούδια είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τη μουσική, είναι αυτό που λέει το όνομά τους, τραγούδια. Παράγονται από λαϊκούς δημιουργούς συγχρόνως με τη μελωδία ή προσαρμόζονται νέοι στίχοι σε μελωδία γνωστή. Καθώς μεταδίδονται με την προφορική παράδοση από τόπο σε τόπο και από γενιά σε γενιά υφίστανται μεταβολές και έτσι δημιουργούνται διαφορετικές μορφές του ίδιου τραγουδιού (παραλλαγές). Είναι επίσης συνδεδεμένα με διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις: εργασίες (εργατικά), πορείες (του δρόμου), χορούς (χορευτικά), συμπόσια (της τάβλας), γάμους (του γάμου, του γαμπρού, της νύφης), αγερμούς παιδιών (κάλαντα), θανάτους (μοιρολόγια) κτλ.
Φυσικά εμείς εδώ τα μελετούμε μόνο ως «κείμενα» που έχουν καταγραφεί πιστά από διάφορους μελετητές. Μολονότι δημοτικά τραγούδια τραγουδιούνται ακόμη σε πολλά μέρη της πατρίδας μας, εντούτοις η παραγωγή τουςέχει πια σταματήσει, επειδή οι εκφραστικές ανάγκες των ανθρώπων θεραπεύονται από την προσωπική παραγωγή. Τα πιο πρόσφατα θεωρούνται αυτά που έδωσε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος.
Ως προς το περιεχόμενό τους, διαιρούνται στις εξής κατηγορίες:
Α'. - Παραλογές. Είναι πολύστιχα αφηγηματικά τραγούδια που εξιστορούν δραματικές κυρίως περιπέτειες της ζωής, πραγματικές ή φανταστικές (κάποιο περιστατικό, μια παράδοση, ένα μύθο). Η μεγάλη ποικιλία των θεμάτων τους δυσκολεύει τη σαφή κατάταξή τους σε κατηγορίες: Μυθικά θέματα διάφορα, στοιχειά, δράκοι, λάμιες, δοκιμασίες της αγάπης, ανόσιοι έρωτες, αποπλανήσεις, ραδιουργίες, απιστίες, πιστές και άπιστες γνναίκες, δράματα τιμής, αναγνωρίσεις συζύγων και αδελφών, θρύλοι κτλ. είναι από τα πιο συνηθισμένα. Πάντως το ιδιαίτερογνώρισμα που χαρακτηρίζει αυτές τις διηγήσεις είναι το παραμυθικό στοιχείο. Και αυτός είναι ο λόγος που τα ονόμασαν «πλαστά».
Για την ιστορική και γεωγραφική τοποθέτηση των παραλογών δεν έχουμε ακριβείς μαρτυρίες. Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι οι παλαιότερες από αυτές έχουνμεγάλη ομοιότητα με τα ακριτικά τραγούδια (βλ. πιο κάτω). Θεωρούνται πάντως το παλαιότερο στρώμα των δημοτικών μας τραγουδιών. Είχαν μεγάλη διάδοση σε όλους τουςβαλκανικούς λαούς και παρουσιάζουν αναλογίες με παραδόσεις, μύθους, παραμύθια και τραγούδια των λαών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Το γεγονός αυτό έδωσε αφορμή για πολλές συζητήσεις και έρευνες, όπως θα δούμε και στα επιμέρους σημειώματα που προτάσσονται στα τραγούδια που παραθέτουμε.
Β'. - Ακριτικά τραγούδια. Όπως και οι παραλογές, είναι από τα παλαιότερα δημοτικά μας τραγούδια. Η αρχή τουςμας οδηγεί στο Βυζάντιο. Συγκεκριμένα, η δημιουργία τουςοφείλεται στις ειδικές συνθήκες που επικρατούσαν στα ανατολικά σύνορα του κράτουςαπό τον 8ο αιώνα, κυρίως όμως από τον 9ο ως τον 11ο, εξαιτίας των σκληρών αγώνων των Βυζαντινών στην περιοχή αυτή εναντίον των Αράβων (Σαρακηνών).
Η αυτοκρατορία, για να αναχαιτίσει τις ληστρικές επιδρομές των Σαρακηνών ή Απελατών (ληστών), εμπιστεύτηκε τη φρούρηση των συνόρων στουςακρίτες (από τη λέξη «άκρα», τα σύνορα). Παραχωρούσε δηλαδή σε στρατιωτικούς, στις παραμεθόριες περιοχές κοντά στον Ευφράτη, στον Ταύρο και στον Αντίταυρο, μεγάλα αγροκτήματα να τα καλλιεργούν χωρίς να πληρώνουν φόρους, με την υποχρέωση όμως να αποκρούουν τις εχθρικές επιθέσεις. Έτσι δημιουργήθηκε στις περιοχές αυτές μια ισχυρή τοπική φεουδαρχία.
Οι ακρίτες ήταν υποχρεωμένοι από τις συνθήκες να ζουν σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα. Οι επαρχίες τους είχαν τη μορφή στρατοπέδου. Όταν δεν ήταν απασχολημένοι με πολεμικές επιχειρήσεις, ασκούνταν στα όπλα, γυμνάζονταν ή συμμετείχαν σε επικίνδυνα κυνήγια άγριων ζώων, όπου επιδείκνυαν, εκτός από τη δεξιοτεχνία, τόλμη και ανδρεία. Τα κατορθώματά τους υμνήθηκαν σε τραγούδια που ανήκουν σε έναν ειδικό κύκλο τραγουδιών, τα Ακριτικά, που είχαν χαρακτήρα ηρωικό και μορφή επική.
Στην προσωπική ανδρεία των ακριτών η γόνιμη λαϊκή φαντασία έδωσε διαστάσεις υπερφυσικές. Ανάμεσα στους ήρωες των τραγουδιών αυτών αναφέρονται ο Κωσταντής ή Κωνσταντίνος, ο Ανδρόνικος, ο Σκληρόπουλος, ο Φωκάς, ο Πορφύρης κ. ά. Όλους όμως τους ξεπερνούσε ο Διγενής Ακρίτας, που έγινε το σύμβολο της υπεράνθρωπης ανδρείας.
Τα ακριτικά τραγούδια, που η αρχή τους τοποθετείται από τους περισσότερους μελετητές στο 10ο αι., έφτασαν ως εμάς με την προφορική παράδοση και έχουν υποστεί, όπως είναι φυσικό, αλλοιώσεις. Είναι τα πιο διαδεδομένα σε όλον τον ελληνισμό. Απλώθηκαν από τον Πόντο και την Καππαδοκία, όπου εμφανίστηκαν, ως την Ήπειρο, τα Ιόνια Νησιά, την Κρήτη και την Κύπρο. Είναι από ταωραιότερα δημοτικά τραγούδια με κύρια γαρακτηριστικά την ηρωική πνοή και την τολμηρήέκφραση. Τα ακριτικά τραγούδια με το πέρασμα του χρόνου ήταν φυσικό να αναπροσαρμόζονται, για να εκφράσουν ανάλογες περιστάσεις της εθνικής ζωής.
Γ΄. - Του Χάροντα - Του Κάτω Κόσμου. Τα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στο Χάροντα ή στον Κάτω Κόσμο συνδέονται στενά με τα μοιρολόγια, συχνά μάλιστα ταυτίζονται στη χρήση. Πηγάζουν από την οδύνη που προξενεί στον άνθρωπο η εμπειρία του θανάτου.
Είναι όμως χαρακτηριστικό ότι μέσα από τα τραγούδια αυτά αναδύεται η βαθύτατη αγάπη για τη ζωή.
Δ΄. - Ιστορικά Τραγούδια. Ιστορικά θεωρούνται τα δημοτικά τραγούδια που έχουν ως θέμα τους ένα συγκεκριμένο γεγονός, εθνικό ή κοινωνικό, συνήθως επικαιρικό και θλιβερό (πολεμικές συγκρούσεις, πολιορκίες και αλώσεις πόλεων, επιδρομές ληστών και πειρατών, αιχμαλωσίες, επαναστάσεις και χαμένες μάχες, επιδημίες, πείνες και γενικά συμφορές όλων των ειδών). Σπάνια βρίσκει κανείς και τραγούδια που μιλούν για ευχάριστα περιστατικά και άλλα που κάνουν πολιτική σάτιρα, κυρίως σε εποχές έντονων πολιτικών αναβρασμών. Τέτοια είναι μερικά τραγούδια που μας παραδόθηκαν από τη βυζαντινή ακόμα εποχή, αλλά και τη νεότερη. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά, καθώς και η προσκόλληση στο θέμα, δίνουν στα ιστορικά τραγούδια πληροφοριακό χαρακτήρα και εμποδίζουν την έμπνευση να λειτουργήσει ποιητικά. Γι' αυτό και πολλά από αυτά δεν καταξιώνονται αισθητικά. Όταν όμως κατορθώνουν να εκφράσουν το θεμελιακό χαρακτήρα του συγκεκριμένου γεγονότος που εξιστορούν, πέρα από την απλή μαρτυρία του, φορτίζονται συγκινησιακά και φτάνουν σε υψηλές ποιητικές κορυφώσεις, όπως Το κρούσος της Αντριανούπολης, Σκλάβοι των Μπαρμπαρέσων, Της Δέσπως, Του Κιαμήλ Μπέη κ.ά.
Τα ιστορικά τραγούδια, σχεδόν στο σύνολό τους, δημιουργήθηκαν στα χρόνια μετά την Άλωση και κυρίως κατά τους αγώνες των Σουλιωτών ή της επανάστασης του 1821. Ελάχιστα αναφέρονται σε γεγονότα της εποχής μας (Μακεδονικός αγώνας, Μικρασιατική καταστροφή κτλ.).
Ε'. - Κλέφτικα τραγούδια. Τα κλέφτικα τραγούδια αποτελούν τη νεότερη και πιο πλούσια κατηγορία δημοτικών τραγουδιών. Είναι γέννημα της ζωής των κλεφτών και αρματολών την εποχή της τουρκοκρατίας. Γι' αυτό και προέρχονται από περιοχές της Ελλάδας, όπου δρούσαν οι κλεφταρματολοί: Πελοπόννησο, Στερεά, Ήπειρο, Θεσσαλία, Νότια Μακεδονία και Χαλκιδική.Τα τραγούδια αυτά εγκωμιάζουν τη ζωή και τα κατορθώματα των κλεφτών και αρματολών ή θρηνούν το θάνατό τους. Μολονότι ομως αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα, δεν είναι αφηγηματικά, δεν είναι έπη, αλλά «κυρίως άσματα»1. Από το γεγονός που έχουν ως υπόθεση παίρνουν μονάχα τον πυρήνα ή, το πολύ, τις κύριες γραμμές του εισάγοντας άφθονα λυρικά στοιχεία. Η έκφρασή τους είναι λιτή, αλλά γεμάτη πάθος, τόλμη και δραματικότητα. Διακρίνονται επίσης για την ακρίβεια στη διήγηση και την προσήλωση στα συγκεκριμένα πρόσωπα και πράγματα. Δεν χρησιμοποιούν αφηρημένες έννοιες. Συχνή είναι η χρήση διαλόγου. Ήταν τραγούδια καθιστά (δε χορεύονταν), με πλούσια μελωδία.
Το πνεύμα που εκφράζουν είναι ο θαυμασμός για την ανδρεία, τη «λεβεντιά» και την ανεξάρτητη ζωή μέσα στα σκοτεινά χρόνια της δουλείας.
Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2015
Λογοτεχνικά Ρεύματα
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ
ΚΛΑΣΙΚΙΣΜΟΣ
Επικρατεί
στην Ιταλία από τα τέλη του 18ου αιώνα και επηρέασε την Επτανησιακή
Σχολή, η οποία όμως διαφοροποιείται από αυτόν, επειδή οι Επτανήσιοι
έχουν δεχθεί και προρομαντικά στοιχεία.
α) Αυστηροί μορφολογικοί κανόνες: η ισορροπία λόγου και αισθήματος, η αρμονία, η τελειὀτητα
β) Σύνθεση επικών, λυρικών και δραματικών ποιημάτων υψηλής καλλιτεχνικής στάθμης
γ)
Τα θέματα αντλούνται από το ένδοξο ελληνικό παρελθόν, το οποίο
συνδέεται με τους εθνικούς αγώνες του παρόντος, ενώ η ανάμνηση της
κλασικής παιδείας και των αξιών της τροφοδοτεί το πάθος της εθνικής
αποκατάστασης.)
ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ
Ο
ρομαντισμός ως κίνημα στη λογοτεχνία και την τέχνη ευρύτερα γεννήθηκε
στα τέλη του 18ου αιώνα στην Ευρώπη ως αντίδραση προς τον κλασικισμό και
κυριάρχησε το 19ο αιώνα. Κύρια γνωρίσματά του είναι :
• Η στροφή προς τη φαντασία και το συναίσθημα και η αμφισβήτηση των κανόνων (της τυποποίησης) του κλασικισμού.
•
Αναζητά το παράδοξο, το μυστηριώδες, το όνειρο, το υπερφυσικό σε
συνδυασμό με μια διάχυτη μελαγχολία και μια νοσταλγική διάθεση για τα
περασμένα (όχι όμως για το κλασικό παρελθόν)
•
Η εξιδανίκευση της φύσης, του έρωτα, της πατρίδας: Τα θέματά του
αντλούνται από τη φύση, τον έρωτα (συνήθως μελαγχολικός ή
καταδικασμένος), το θάνατο, τον ηρωισμό, τους αγώνες για την ελευθερία
και δίνεται μια ιδιαίτερη εμμονή στο «εγώ» του δημιουργού ή του ήρωα.
•
Η ελευθερία στη μορφή, σε αντίθεση προς τον κλασικισμό: Καταργούνται
πολλοί παραδοσιακοί κανόνες, δίνεται ποιητικός ρυθμός στον πεζό λόγο, η
εικόνα μετατρέπεται σε βασικό στοιχείο του έργου και, τέλος, οι
ρομαντικοί αρέσκονται στη χρησιμοποίηση υποβλητικών σκηνικών (νύχτα,
φεγγάρι, φύση…).
Στην
Ελλάδα ο ρομαντισμός μεταφυτεύτηκε κακότεχνα από τους Φαναριώτες, που
είναι οι δημιουργοί της Αθηναϊκής Σχολής. Ο ρομαντισμός της Αθηναϊκής
Σχολής έχει τα εξής χαρακτηριστικά:
α)
Η στροφή προς το ένδοξο παρελθόν (το αρχαίο και το πρόσφατο),ωστόσο οι
πατριωτικές τους εξάρσεις συνοδεύονται από μεγαλοστομία.
β)
Η χρήση της καθαρεύουσας,που θα τους φέρει πολύ πιο κοντά στην παράδοση
παρά στην ανανέωση και θα τους οδηγήσει σε πολυλογία και υπερβολή.
γ)
Η επιτηδευμένη μελαγχολική διάθεση και η προσποιητή ερωτική θλίψη, που
φτάνει ως την απαισιοδοξία και την έμμονη ιδέα του θανάτου.
δ) Η χαλαρή έκφραση που μερικές φορές φτάνει ως την προχειρολογία,
ε) Το πομπώδες ύφος
ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΣ
Είναι
το ποιητικό ρεύμα που γεννήθηκε στη Γαλλία στα μέσα του 19ου αιώνα ως
αντίδραση προς το ρομαντισμό και το οποίο επανέφερε την κλασική
ισορροπία. Τα βασικά χαρακτηριστικά του παρνασσισμού είναι τα εξής:
α)
Αναζητά την έμπνευση του στην κλασική αρχαιότητα. Θέματά του
αντλούνται από τη μυθολογία και την ιστορία, τους χαμένους πολιτισμούς
της αρχαιότητας ( ιδίως ελληνικό και ινδικό).
β)
Επιδιώκει την απουσία κάθε συναισθήματος, πάθους ή έντασης. Θέλει να
εκφράσει τη γαλήνη, την ηρεμία, την αρμονία της κλασικής τέχνης. Το
ποίημα πρέπει να έχει την ομορφιά ενός αρχαίου αγάλματος
γ)
Δίνει σημασία στην ακριβόλογη έκφραση και στη λεπτομέρεια, καθώς
προσπαθεί να καλλιεργήσει μιαν απρόσωπη και αντικειμενική ποίηση,
εκφράζοντας με τον τρόπο αυτό το επιστημονικό πνεύμα της εποχής του.
ε)
Ενδιαφέρεται υπερβολικά για τη μορφή του ποιήματος και την επεξεργασία
του στίχου: σέβεται τους ρυθμικούς, μετρικούς και στιχουργικούς κανόνες
και την ομοιοκαταληξία.
Οι
παρνασσιστές στην προσπάθειά τους να καλλιεργήσουν την απρόσωπη και
αντικειμενική έκφραση δημιούργησαν μια ποίηση χωρίς αληθινή ζωή ή
ανθρώπινη παρουσία, μακριά από κάθε συναίσθημα
Στην
Ελλάδα ο παρνασσισμός εμφανίζεται με την ποιητική γενιά του 1880, τη
Νέα Αθηναϊκή Σχολή. Εμφανίζεται και εδώ ως αντίδραση στο ρομαντισμό, με
όλα τα χαρακτηριστικά του γαλλικού παρνασσισμού. Ιδιαίτερη σημασία έχει
ότι η ελληνική ποίηση στρέφεται προς τη δημοτική, επανέρχεται σε μία
ισορροπία, μετά τις συναισθηματικές υπερβολές του ρομαντισμού, και η
επεξεργασία του στίχου, στοιχεία που απέρριπταν ή δε φρόντιζαν οι
ρομαντικοί. (Κ. Παλαμάς, Ι. Γρυπάρης, Α. Προβελέγγιος. Α. Σικελιανός. Κ.
Βάρναλης….)
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Λογοτεχνική
και καλλιτεχνική κίνηση που ξεκίνησε από τη Γαλλία στα τέλη του 19ου
αιώνα ως αντίδραση στη ρομαντική ποίηση και στη νατουραλιστική
πεζογραφία. Ο συμβολισμός εκδηλώθηκε κυρίως στην ποίηση και οι αρχές
του μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
•
H χρήση συμβόλων για να εκφραστούν ιδέες, συναισθήματα και ψυχικές
καταστάσεις: Τα αντικείμενα συσχετίζονται με τις ψυχικές καταστάσεις,
δηλαδή γίνονται τα σύμβολα των ψυχικών καταστάσεων.
•
Το εννοιολογικό περιεχόμενο του ποιήματος περιορίζεται. Το ποίημα
απαλλάσσεται από κάθε φιλοσοφικό ή ηθικό-διδακτικό στοιχείο και
εξωτερικεύει, κυρίως, την ψυχική διάθεση του ποιητή.
• Η μελαγχολική διάθεσηατμόσφαιρα του ποιήματος.
•
Βασικό στοιχείο του ποιήματος είναι η μουσικότητα και η υποβλητικότητα
του στίχου. Αυτό σημαίνει πως ο ποιητής προσπαθεί να υποβάλλει τις
ψυχικές του διαθέσεις, δίνοντας στο ποίημα ένα τόνο μουσικό, που
εξαρτάται από την ακουστική ποιότητα των λέξεων και την κατάλληλη
τοποθέτησή τους ποίημα, το μέτρο, την ομοιοκαταληξία, την προσεκτική
επεξεργασία του στίχου (απουσία χασμωδιών). Η μουσικότητα και η
υποβλητικότητα του στίχου δημιουργούν ένα κλίμα ασάφειας και
μελαγχολίας, όπου αφθονούν οι μεταφορές και οι εικόνες.
•
Η μορφή «χαλαρώνει» από τους αυστηρούς κανόνες της παραδοσιακής
ποίησης: Χαλαρή ομοιοκαταληξία, ελεύθερος στίχος, νέο λεξιλόγιο.
Ο
ελληνικός συμβολισμός κάνει την εμφάνισή του στα πρώτα χρόνια του 20ου
αιώνα. Οι Έλληνες συμβολιστές οικειοποιήθηκαν κυρίως δύο από τις αρχές
του γαλλικού κινήματος: α) τον υπαινικτικό και υποβλητικό χαρακτήρα που
στρέφει νου και αισθήματα προς την υψηλότερη σφαίρα των ιδεών, β) την
αίσθηση του ποιητή ότι όταν κάποιος φτάσει σ' αυτή τη σφαίρα, θεωρεί
πλέον την ταπεινή πραγματικότητα ως τόπο μελαγχολίας.
ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ
Λογοτεχνικό
και καλλιτεχνικό κίνημα που γεννήθηκε στη Γαλλία το 1924 με το
μανιφέστο του Αντρέ Μπρετόν. Οι υπερρεαλιστές, επηρεασμένοι από την
ψυχανάλυση:
α)
Επιδίωξαν την υπέρβαση του πραγματικού κόσμου με την καταγραφή των
υποσυνείδητων ενεργειών της ψυχής και των ονείρων χωρίς την επέμβαση της
λογικής => Αναζήτησαν μια άλλη πραγματικότητα, πέρα από τα δεσμά της
λογικής, την υπερ-πραγματικότητα.
β) Διακήρυξαν την παντοδυναμία του ονείρου, του ενστίκτου και της επανάστασης.
γ) Στράφηκαν ενάντια σε κάθε μορφή λογικής, ηθικής και κοινωνικής τάξης.
δ) Στην ποίηση χρησιμοποίησαν ως μέσα τους την αυτόματη γραφή και την καταγραφή των ονείρων.
ε)
Στη μορφή της ποίησης οι λέξεις αυτονομούνται και συνδυάζονται μεταξύ
τους, χωρίς να υπακούουν σε ορθολογικούς νόμους και έτσι δημιουργούν
ζωηρές λεκτικές εντυπώσεις, απουσιάζει η στίξη, η ομοιοκαταληξία και οι
στίχοι κατακερματίζονται.
ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ
1. Εξωτερικά – μορφικά χαρακτηριστικά
α) Ελεύθερος στίχος: Απουσιάζουν το μέτρο και η ομοιοκαταληξία.
β)
Οι στίχοι δεν έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών (ανισοσύλλαβοι) ούτε
ομοιόμορφες στροφές. Ο στίχος δεν κόβεται εκεί που υπαγορεύει η σύνταξη ή
εκεί που συμπληρώνονται οι συλλαβές του στίχου, αλλά όπου θέλει ο
ποιητής είτε για να δώσει έμφαση σε κάτι είτε γιατί επιθυμεί να
αντικρίσει τα πράγματα από μια νέα οπτική γωνία.
γ)
Πεζόμορφα ποιήματα: Δεν κατανέμονται σε στίχους, αλλά γράφονται με ένα
τρόπο που να θυμίζει πεζό λόγο (ανομοιοκατάληκτα, ανισοσύλλαβα με
καθημερινό λεξιλόγιο).
δ)
Η γλώσσα πλησιάζει το χαρακτήρα και το ύφος της καθημερινής ομιλίας.
Ωστόσο η μοντέρνα ποίηση δε διστάζει να χρησιμοποιήσει λέξεις από
οποιαδήποτε περιοχή του γραπτού ή προφορικού λόγου.
ε)
Η εκφραστική τόλμη: Λέξεις και έννοιες, εκφραστικά μέσα ( μεταφορές,
παρομοιώσεις, εικόνες) που στην τρέχουσα λογική της γλώσσας φαίνονται
αταίριαστες, στη νεοτερική ποίηση συσχετίζονται μεταξύ τους.
στ) Η έλλειψη στίξης.
2. Εσωτερικά χαρακτηριστικά
α)
Το ποίημα δεν διέπεται από λογική αλληλουχία αλλά λειτουργεί με τους
μηχανισμούς των προεκτάσεων και των συνειρμών. Τις προεκτάσεις οφείλει
να τις κάνει ο αναγνώστης για να συλλάβει το βαθύτερο νόημα του
ποιήματος.
β)
Σκοτεινότητα και ασάφεια: Η νεοτερική ποίηση συνήθως κρύβει το θέμα της
ή το μισοφωτίζει. Είναι ποίηση υπαινιγμών, πυκνή και όχι αναλυτική.
Χρησιμοποιεί εικόνες, σύμβολα από την προσωπική ζωή που ποιητή. Γι’
αυτό χαρακτηρίζεται δυσνόητη και ερμητική, εφόσον δεν έχει πάντα ένα
νοηματικό ειρμό.
γ) Αμφισημία και πολυσημία: Μερικές από τις λέξεις ή εκφράσεις που χρησιμοποιούνται, επιδέχονται πολλές ερμηνείες
ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ
Με
τον όρο μοντερνισμός δηλώνουμε συνήθως μια σειρά από τάσεις. Η αρχή
τους τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και η πλήρης ανάπτυξή
του στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Ένα πνευματικό
κίνημα, που εξεγέρθηκε ενάντια στον παραδοσιακό πολιτισμό, αμφισβήτησε
τις παραδοσιακές αξίες και επιχείρησε να καταργήσει όλους τους
καθιερωμένους κανόνες. Ο βασικός αντίπαλος με τον οποίο αναμετρήθηκε η
μοντερνιστική πεζογραφία ήταν ο ρεαλισμός. Προδρομικές μορφές του
νεοτερικού ποιητικού λόγου μπορούν να θεωρηθούν ποιητές όπως ο Κ. Π.
Καβάφης και ο Κ. Καρυωτάκης. Η οριστική επικράτηση και καθιέρωση της
μοντέρνας ποιητικής γραφής στη χώρα μας έρχεται με τη γενιά του τριάντα.
Η επονομαζόμενη σχολή της Θεσσαλονίκης γίνεται το λίκνο του ελληνικού
μοντερνιστικού μυθιστορήματος.
Γενικά χαρακτηριστικά:
Παραδοσιακή ποίηση
Ø Έμμετρος στίχος,
Ø Ποιητικό λεξιλόγιο,
Ø Κανονική στίξη,
Ø Κυριολεξία,
Ø Λογική νοηματική αλληλουχία,
Ø Λογική ανάπτυξη θέματος,
Ø Αντιστοιχία τίτλου και περιεχομένου,
Ø Λυρισμός,
Ø Απουσία διασκελισμού.
Μοντέρνα ποίηση
Ø Ελεύθερος στίχος,
Ø Καθημερινό λεξιλόγιο
Ø Ακανόνιστη στίξη,
Ø Πολυσημία λέξεων,
Ø Υποδήλωση θεματικού κέντρου
Ø Δυσνόητη ποίηση,
Ø Προβληματικός τίτλος,
Ø Δραματικότητα,
Ø Διασκελισμός.
Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014
Αφηγηματικοί Τρόποι-Αφηγηματικές Τεχνικές
OI ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚOI ΤΡΟΠΟI ΚΑΙ OI ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΤΗ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Καλό είναι να γνωρίζουμε ότι στη θεωρία της
λογοτεχνίας οι αφηγηματικοί τρόποι είναι διαφορετικοί από τις αφηγηματικές
τεχνικές. Η διάκρισή
τους όμως θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με τη σκοπιμότητα της αναζήτησής τους.
Αφηγηματικοί τρόποι ονομάζονται τα συστατικά στοιχεία που συναποτελούν μιαν αφήγηση. Π.χ. έκθεση (καθαρή αφήγηση), διάλογος, περιγραφή, σχόλιο εσωτερικός μονόλογος, ελεύθερο πλάγιο ύφος.
Οι αφηγηματικές τεχνικές σχετίζονται: α) με τον αφηγητή, την υπόστασή του μέσα στο κείμενο, τις σχέσεις αφηγητή-προσώπων, την οπτική γωνία του, β) τη δομή της αφήγησης, το χρόνο, το χώρο, γ) τη ρηματική άρθρωση της αφήγησης, τις συμβάσεις της. Θυμίζουμε τις αφηγηματικές τεχνικές:
Αναδρομή: Είναι αφηγηματική τεχνική κατά την οποία ο αφηγητής μετατοπίζει την αφήγησή του από το τώρα στο τότε της ιστορίας και ανάγεται σε γεγονότα προγενέστερα και παλιότερα.
Αναδρομική αφήγηση: Είναι αφηγηματική τεχνική κατά την οποία ο αφηγητής μετατοπίζει την αφήγησή του από το 2 τώρα στο τότε της ιστορίας και ανάγεται σε γεγονότα προγενέστερα και παλιότερα.
Ανάληψη: Είναι αφηγηματική τεχνική κατά την οποία ο αφηγητής μετατοπίζει την αφήγησή του από το τώρα στο τότε της ιστορίας και ανάγεται σε γεγονότα προγενέστερα και παλιότερα.
Αυτοαναφορικότητα: είναι μια αφηγηματική τεχνική σύμφωνα με την οποία ο συγγραφέας αναφέρεται σε πρώτο πρόσωπο σε πράγματα που αφορούν τον ίδιο.
Αυτόματη γραφή: είναι μια αφηγηματική τεχνική που πρώτοι χρησιμοποίησαν οι υπερρεαλιστές ποιητές, κατά την οποία ο δημιουργός καταγράφει χωρίς καμιά παρέμβαση της λογικής ό,τι του υπαγορεύει το υποσυνείδητό του.
Εγκιβωτισμός: Πολύ συχνά σ' ένα αφηγηματικό κείμενο η ιστορία που έχουμε ξεκινήσει διακόπτεται για να αρχίσει μια άλλη ιστορία, ενδεχομένως μικρότερης έκτασης από την αρχική και με την ολοκλήρωσή της επανερχόμαστε στην αρχική αφήγηση της ιστορίας. Το φαινόμενο αυτό, της ενσωμάτωσης μιας άλλης αφήγησης μέσα στην κύρια αφήγηση, ονομάζεται εγκιβωτισμός.
Ιn medias res: Η λατινική αυτή φράση κατά λέξη σημαίνει: στο μέσο των πραγμάτων, στο μέσο της υπόθεσης, της πλοκής. Η ακριβής σημασία του όρου ωστόσο είναι η εξής: Η αφήγηση δεν παρουσιάζει τα γεγονότα στη χρονική του διαδοχή και αλληλουχία. Η αφήγηση ξεκινά από το κέντρο του μύθου, δηλαδή από το σημαντικότερο για τον συγγραφέα περιστατικό το οποίο αποτελεί και την "καρδιά" της πλοκής.
Πρόδρομη αφήγηση: Αφηγηματική τεχνική κατά την οποία ο συγγραφέας αναφέρεται σε γεγονότα που θα συμβούν μελλοντικά.
Προϊδεασμός: είναι ένας αφηγηματικός τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας μας δίνει μια γενική ιδέα (κάπως αόριστη) ή έναν υπαινιγμό για κάτι που πρόκειται να συμβεί.
Πρόληψη: Αφηγηματική τεχνική κατά την οποία ο συγγραφέας αναφέρεται σε γεγονότα που θα συμβούν μελλοντικά.
Προοικονομία: αφηγηματικός τρόπος ο οποίος σχετίζεται με την πλοκή του μύθου και των γεγονότων. Ο συγγραφέας προετοιμάζει τον αναγνώστη ή τον θεατή για γεγονότα που πρόκειται να ακολουθήσουν.
Ροή συνείδησης: είναι μια τεχνική, που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά ο Γουίλιαμ Τζέιμς, με την οποία ο συγγραφέας επιδιώκει να δώσει στον αναγνώστη την εντύπωση της συνεχούς ροής σκέψεων, αισθημάτων, διαθέσεων και αναμνήσεων, όπως έρχονται αναμεμειγμένα στη συνείδηση, χωρίς κάποια λογική αλληλουχία.
Χρόνος αφήγησης: Ο χρόνος που ξετυλίχθηκαν τα γεγονότα της ιστορίας ονομάζεται χρόνος της ιστορίας. Με το χρόνο αυτό εννοούμε την φυσική διαδοχή των γεγονότων. Ο χρόνος αυτός παρουσιάζεται στην αφήγηση με διάφορους τρόπους και έτσι προκύπτει ο χρόνος της αφήγησης (ή αφηγηματικός χρόνος). Ο χρόνος της αφήγησης γενικά δεν συμπίπτει με τον χρόνο της ιστορίας, αφού τα γεγονότα παρουσιάζονται συνήθως με διαφορετική χρονική σειρά, διάρκεια και συχνότητα απ' ότι διαδραματίζονται στην ιστορία. Έτσι, συχνά ο συγγραφέας παραβιάζει τη χρονική σειρά, γι' αυτό έχουμε αναχρονίες (αναδρομική - πρόδρομη), άλλοτε επιταχύνει ή επιβραδύνει την αφήγηση (επιτάχυνση ή επιβράδυνση της αφήγησης) και άλλοτε παρουσιάζει ένα γεγονός περισσότερές από μια φορές.
Χρόνος ιστορίας: Ο χρόνος που ξετυλίχθηκαν τα γεγονότα της ιστορίας ονομάζεται χρόνος της ιστορίας. Με το χρόνο αυτό εννοούμε την φυσική διαδοχή των γεγονότων. Ο χρόνος αυτός παρουσιάζεται στην αφήγηση με διάφορους τρόπους και έτσι προκύπτει ο χρόνος της αφήγησης (ή αφηγηματικός χρόνος). Ο χρόνος της αφήγησης γενικά δεν συμπίπτει με τον χρόνο της ιστορίας, αφού τα γεγονότα παρουσιάζονται συνήθως με διαφορετική χρονική σειρά, διάρκεια και συχνότητα απ' ότι διαδραματίζονται στην ιστορία. Έτσι, συχνά ο συγγραφέας παραβιάζει τη χρονική σειρά, γι' αυτό έχουμε αναχρονίες (αναδρομική - πρόδρομη), άλλοτε επιταχύνει ή επιβραδύνει την αφήγηση (επιτάχυνση ή επιβράδυνση της αφήγησης) και άλλοτε παρουσιάζει ένα γεγονός περισσότερές από μια φορές.
Οι
Αφηγηματικοί τρόποι:
α) Διήγηση: Τριτοπρόσωπη αφήγηση (απρόσωπα, χωρίς να
μετέχει ο πεζογράφος στα γεγονότα)
β) Μίμηση: Πρωτοπρόσωπη αφήγηση (αφηγείται ένα από
τα πρόσωπα του έργου (σπανιότερα μίμηση = Διάλογος ή και Εσωτερικός μονόλογος)
γ) Μεικτός τρόπος: Συνδυασμός διήγησης και μίμησης ή
αφήγησης και διαλόγου (ο πιο συχνός
τρόπος)
Η Εστίαση:
Η Εστίαση:
[Αναφέρεται
στη σχέση του αφηγητή με τα υπόλοιπα πρόσωπα της ιστορίας, τη γνώση τους
για την υπόθεση.]
• Μηδενική: Ο
αφηγητής ξέρει περισσότερα από ό,τι τα πρόσωπα, είναι έξω από τη δράση (παντογνώστης). Αφηγητής > Πρόσωπα
(Παπαδιαμάντης, Βιζυηνος)
• Εσωτερική:
Ο αφηγητής ξέρει όσα και τα πρόσωπα. Αφηγητής = Πρόσωπα
• Εξωτερική:
Ο αφηγητής ξέρει λιγότερα από τα πρόσωπα. Αφηγητής < Πρόσωπα
Οπτική γωνία:
Οπτική γωνία:
[Αναφέρεται
στην προοπτική του αφηγητή απέναντι στην ιστορία, τη σχέση του με την υπόθεση.]
• Εσωτερική:
Την ιστορία αφηγείται ο βασικός ήρωας ή ένα δευτερεύον πρόσωπο (αφηγείται
μόνο όσα υποπίπτουν στην αντίληψη του).
• Εξωτερική:
Ο αφηγητής βρίσκεται έξω από την υπόθεση, οπτική γωνία αφηγείται σε τρίτο πρόσωπο.
Ο τύπος του αφηγητή:
Ο τύπος του αφηγητή:
1.
Με βάση τη συμμετοχή του στην ιστορία:
• Ομοδιηγητικός:
Συμμετέχει στην ιστορία την οποία αφηγείται είτε ως πρωταγωνιστής (αυτοδιηγητικός
αφηγητής) είτε ως
παρατηρητής ή αυτόπτης μάρτυρας.
• Ετεροδιηγητικός:
Δεν έχει καμιά συμμετοχή στην ιστορία που αφηγείται.
2.
Με βάση το αφηγηματικό επίπεδο:
• Ενδοδιηγητικός:
Αφηγείται γεγονότα που ανήκουν στην κύρια αφήγηση.
• Εξωδιηγητικός:
Αφηγείται γεγονότα και πράξεις ξένα προς το κύριο κείμενο της αφήγησης (εισαγωγικές
αφηγήσεις, πρόλογοι…)
• Μεταδιηγητικός:
Αφηγείται γεγονότα που συνιστούν δευτερεύουσα αφήγηση (που ενσωματώνεται
στην κύρια αφήγηση, είναι αφήγηση μέσα στην αφήγηση), εγκιβωτισμένη
αφήγηση. Ο αφηγητής
δεν ταυτίζεται με το συγγραφέα. Σε όσες περιπτώσεις ταυτίζονται τα δύο πρόσωπα
μιλάμε για αυτοβιογραφία (αυτοδιηγητική αφήγηση).
Ο παντογνώστης αφηγητής: Είναι ο αφηγητής που γνωρίζει τα πάντα, εποπτεύει τα πάντα, αλλά δεν μετέχει στη δράση, δεν είναι δηλαδή ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας. Στον παντογνώστη αφηγητή αντιστοιχεί η αφήγηση χωρίς εστίαση, η μηδενική εστίαση δεδομένου ότι αυτός είναι πανταχού παρών σαν ένας «μικρός θεός».
Ο χρόνος στην αφήγηση:
• Ιστορικός: Δηλώνει το πόνε χρονολογικά συνέβησαν τα
γεγονότα που παρουσιάζονται (το πότε).
• Πραγματικός/Αφηγημένος:
Δηλώνει το διάστημα που καλύπτουν τα γεγονότα που παρουσιάζει η αφήγηση (το πόσο).
• Αφηγηματικός:
Δηλώνει το πώς αξιοποιείται, πώς παρουσιάζεται ο χρόνος στη διαδικασία της
αφήγησης (το πώς):
α) ως προς τη σειρά παρουσίασης των γεγονότων:
- Ευθύγραμμος
(όταν
ακολουθεί τη φυσική σειρά των γεγονότων).
- Με
αναχρονίες (όταν γίνονται ανακατατάξεις στη φυσική σειρά των
γεγονότων):
• Αναδρομές ή
αναδρομικές αφηγήσεις ή αναλήψεις ή FLASH BACK (επιστροφή στο παρελθόν).
• πρόδρομες
αφηγήσεις ή προλήψεις (αναφορές γεγονότων που θα συμβούν αργότερα).
β) ως προς το ρυθμό παρουσίασης των γεγονότων:
- Επιτάχυνση.
- Επιβράδυνση.
- Παράλειψη ή
έλλειψη.
γ) ως προς το σημείο έναρξης της υπόθεσης: από την αρχή της υπόθεσης- από τη μέση
της υπόθεσης
Ο αφηγηματικός χρόνος:
Ο αφηγηματικός χρόνος:
Ο αφηγηματικός χρόνος είναι βασικό στοιχείο της αφήγησης
και διακρίνεται:
- στο χρόνο
του πομπού, δηλαδή την
εποχή στην οποία ζει ο συγγραφέας,
- στο χρόνο
του αφηγητή, που συνήθως ταυτίζεται με το χρόνο των γεγονότων της
αφήγησης, και
- στο χρόνο
του δέκτη, δηλαδή την
εποχή στην οποία ζει ο αναγνώστης.
Ο χρόνος αυτός είναι εξωκειμενικός και δεν έχει
σχέση με την αφήγηση.
Ο εσωτερικός/εσωκειμενικός χρόνος μπορεί να
διακριθεί στο χρόνο της ιστορίας και στο χρόνο της αφήγησης: ο χρόνος της ιστορίας είναι ο φυσικός χρόνος στον
οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία, η φυσική σειρά των γεγονότων.
• Ο χρόνος
της αφήγησης δε συμπίπτει με το χρόνο της ιστορίας, γιατί τα γεγονότα
της αφήγησης δεν ακολουθούν πάντοτε τη φυσική χρονική σειρά. Ο αφηγητής συχνά παραβιάζει την ομαλή χρονική
πορεία για να γυρίσει προσωρινά στο παρελθόν, ή αφηγείται ένα γεγονός που πρόκειται
να διαδραματιστεί αργότερα. Έτσι, προκύπτουν παραβιάσεις στη φυσική σειρά των
γεγονότων, που τις
ονομάζουμε αναχρονίες και τις διακρίνουμε σε:
- Αναδρομικές
αφηγήσεις/αναδρομές ή αναλήψεις Είναι η τεχνική κατά την οποία διακόπτεται η
κανονική χρονική σειρά των συμβάντων για να εξιστορηθούν γεγονότα του
παρελθόντος. Η μετατόπιση αυτή του χρόνου της αφήγησης και η
επιστροφή στο αρχικό χρονικό σημείο μπορεί να είναι σύντομη ή εκτεταμένη.
- Πρόδρομες αφηγήσεις/προλήψεις:
Ο αφηγητής κάνει λόγο εκ των προτέρων για γεγονότα που θα γίνουν αργότερα, αναφέρεται
δηλαδή σε ένα μελλοντικό σημείο της αφήγησης.
Άλλες τεχνικές με τις οποίες παραβιάζεται η ομαλή,
φυσική χρονική σειρά:
In medias res(βλέπε παραπάνω).
• Εγκιβωτισμός:
Σε κάθε αφηγηματικό κείμενο υπάρχει μια κύρια αφήγηση, που
αποτελεί την αρχική ιστορία, και μικρότερες, δευτερεύουσες αφηγήσεις μέσα στην
κύρια αφήγηση, που διακόπτουν την ομαλή ροή του χρόνου. Αυτή η «αφήγηση
μέσα στην αφήγηση» ονομάζεται εγκιβωτισμένη αφήγηση ή εγκιβωτισμός.
• Παρέκβαση/
παρέμβλητη (εμβόλιμη) αφήγηση: Είναι η προσωρινή διακοπή της φυσικής ροής των
γεγονότων και η αναφορά σε άλλο θέμα που δε σχετίζεται άμεσα με την υπόθεση του
έργου.
• Προϊδεασμός/προσήμανση:
Είναι η ψυχολογική προετοιμασία του αναγνώστη από τον αφηγητή για το τι
πρόκειται να ακολουθήσει.
• Προοικονομία:
Είναι ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας διευθετεί τα γεγονότα και δημιουργεί
τις κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε η εξέλιξη της πλοκής να είναι για τον αναγνώστη
φυσική και λογική. Ο χρόνος της αφήγησης, με κριτήριο τη διάρκεια των
γεγονότων, έχει τις
ακόλουθες σχέσεις με το χρόνο της ιστορίας:
• Ο χρόνος
της αφήγησης μπορεί να είναι μικρότερος από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο
αφηγητής συμπυκνώνει το χρόνο (συστολή του χρόνου) και παρουσιάζει συνοπτικά (σε μερικές
σειρές) γεγονότα
που έχουν μεγάλη διάρκεια. Με τον τρόπο αυτό επιταχύνεται ο ρυθμός της αφήγησης.
• Ο χρόνος
της αφήγησης μπορεί να είναι μεγαλύτερος από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο
αφηγητής επιμηκύνει το χρόνο (διαστολή του χρόνου) και παρουσιάζει αναλυτικά γεγονότα
που διαρκούν ελάχιστα. Με τον τρόπο αυτό επιβραδύνεται ο ρυθμός της
αφήγησης.
• Ο χρόνος
της αφήγησης είναι ίσος με το χρόνο της ιστορίας, συνήθως σε διαλογικές σκηνές.
Ανακεφαλαιώνοντας, οι τεχνικές με τις οποίες ο
συγγραφέας συντομεύει το χρόνο της αφήγησης είναι:
• Η
επιτάχυνση: γεγονότα που έχουν μεγάλη διάρκεια παρουσιάζονται σύντομα.
• Η
παράλειψη: κάποια γεγονότα δεν αναφέρονται καθόλου, επειδή δε σχετίζονται
με την ιστορία.
• Η περίληψη:
όταν τα ενδιάμεσα γεγονότα παρουσιάζονται συνοπτικά.
• Η έλλειψη ή
το αφηγηματικό κενό: όταν ο αφηγητής παραλείπει ένα τμήμα της ιστορίας ή κάποια
γεγονότα που εννοούνται εύκολα ή δε συμβάλλουν ουσιαστικά στην πλοκή.
Η τεχνική με την οποία ο συγγραφέας διευρύνει το
χρόνο της αφήγησης είναι:
• Η
επιβράδυνση: γεγονότα που έχουν μικρή διάρκεια παρουσιάζονται εκτεταμένα.
Άλλες φορές παρατηρούμε μια φράση ή ένα βασικό θέμα
να επαναλαμβάνεται στερεότυπα, κατά διαστήματα, στο έργο. Τότε μιλάμε για ένα μοτίβο το οποίο έχει κάποια
συγκεκριμένη λειτουργία μέσα στην αφήγηση. Μπορεί δηλαδή να κλιμακώνει τη δράση ή να περιγράφει
μια ψυχική κατάσταση κ.ά.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)