}

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

Μικρού μήκους ταινία για τον αυτισμό

Δεν θα μπορούσα να προσπεράσω την μικρού μήκους ταινία που θα δείτε παρακάτω με θέμα τον αυτισμό. Περίληψη: Η ταινία αποτελεί ένα στιγμιότυπο από την καθημερινότητα του Βασίλη, ενός φοιτητή που ανήκει στο φάσμα του αυτισμού και παλεύει με τις φοβίες και τις εμμονές του. Παλεύει,να σταθεί σε μια κοινωνία που δεν χαρίζεται στην διαφορετικότητα. Δίπλα του, άλλος περισσότερο άλλος λιγότερο, οι φίλοι του. Τα υπόλοιπα κομμάτια του πάζλ. 

Η ταινία, αποτελεί πτυχιακή εργασία της Μαίρης Καριωτάκη (ΣΤΕΦ ΤΕΙ Κρήτης, Τμήμα Μηχανικών Υπολογιστών)

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Το λέμε σωστά, το γράφουμε σωστά;


Ένα πολύ χρήσιμο βιβλίο για την ορθογραφία των λέξεων από τις Ίνα Αναγνωστοπούλου και Λία Μπουσούνη-Γκέσουρα και τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Μετοχές

ΜΕΤΟΧΕΣ

Επιθετική μετοχή
Η επιθετική ή αναφορική μετοχή, έναρθρη και σπανιότερα άναρθρη, λειτουργεί ως επίθετο και προσδιορίζει ουσιαστικά. Δέχεται άρνηση οὐ, όταν εκφράζει κάτι το πραγματικό και σπανιότερα άρνηση μή, όταν εκφράζει κάτι το υποθετικό ή το υποκειμενικό. Η επιθετική μετοχή λειτουργεί στο λόγο ως: Υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο, παράθεση, επεξήγηση. Ισοδυναμεί και αναλύεται σε δευτερεύουσα αναφορική ονοματική πρόταση.

Κατηγορηματική μετοχή
Η κατηγορηματική μετοχή είναι πάντα άναρθρη, απαντά σε όλους τους χρόνους που έχουν μετοχή και αναφέρεται στο υποκείμενο ή στο αντικείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτάται. Δέχεται άρνηση οὐ και μεταφράζεται συνήθως με τα «ότι», «που» + οριστική  ή με το «να» + υποτακτική
-Με κατηγορηματική μετοχή συντάσσονται τα ρήματα:
α) εἰμί, γίγνομαι, ὑπάρχω· η μετοχή έχει θέση κατηγορούμενου, μεταφράζεται ως ρήμα, ενώ η μετάφραση του ρήματος παραλείπεται
β) δῆλός εἰμι(= είμαι φανερός), διαβιῶ / διαμένω (= ζω κάπου μόνιμα), διάγω / διαγίγνομαι (= περνώ τον καιρό μου), οὐ διαλείπω (= δε σταματώ), διατελῶ (= είμαι συνεχώς), λανθάνω (= μένω απαρατήρητος), οἴχομαι (= έχω φύγει), τυγχάνω (= συμβαίνει να είμαι, είμαι), φαίνομαι / φανερός ἐιμι (= είμαι φανερός), φθάνω (= προφταίνω).
γ) Ρήματα που σημαίνουν έναρξη, λήξη, καρτερία, ανοχή, κάματο, όπως ἄρχω, ἄρχομαι, ἀπαλλάττομαι, ἀπολείπω, ἐπιλείπω (= αφήνω), λήγω, παύω, παύομαι, ὑπάρχω (= αρχίζω πρώτος), ἀνέχομαι, ἀπαγορεύω, κάμνω (= κουράζομαι), καρτερῶ, ὑπομένω κ.τ.ό.
δ) Ρήματα που σημαίνουν αίσθηση, γνώση, μάθηση, μνήμη και τα αντίθετά τους, όπως ἀγνοῶ, αἰσθάνομαι, ἀκούω, γιγνώσκω, ἐπίσταμαι, εὑρίσκω, ὁρῶ, περιορῶ (= αδιαφορώ, επιτρέπω), μανθάνω, ἐνθυμοῦμαι, μέμνημαι, ἐπιλανθάνομαι (= ξεχνώ) κ.τ.ό.
ε) Ρήματα που σημαίνουν αγγελία, δείξη, έλεγχο, όπως (ἀν)αγγέλω, ἐπιδείκνυμι, ἀποδείκνυμι, δηλῶ, ἀποφαίνω, ἐλέγχω (= αποδεικνύω), παρέχω (= παρουσιάζω), φαίνω, φαίνομαι κ.τ.ό.
στ) Ρήματα που σημαίνουν ψυχικό πάθος, όπως ἀγανακτῶ, αἰσχύνομαι, ἄχθομαι, ἥδομαι (= ευχαριστιέμαι), χαίρω, λυποῦμαι, ὀργίζομαι, τέρπομαι, βαρέως φέρω κ.τ.ό.
-Η κατηγορηματική μετοχή λειτουργεί στο λόγο ως:
α) Κατηγορούμενο στο υποκείμενο του συνδετικού ρήματος
β) Κατηγορηματικός προσδιορισμός στο υποκείμενο ή στο αντικείμενο του ρήματος

Επιρρηματική μετοχή
Η επιρρηματική μετοχή είναι άναρθρη, λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός και εκφράζει τις επιρρηματικές σχέσεις του χρόνου, της αιτίας, του σκοπού, της υπόθεσης, της εναντίωσης, της παραχώρησης ή του τρόπου. Έτσι, μια επιρρηματική μετοχή μπορεί να είναι, αντίστοιχα, χρονική, αιτιολογική, τελική, υποθετική, εναντιωματική, παραχωρητική, τροπική.

Χρονική:
  • απαντά σε όλους τους χρόνους (εκτός του μέλλοντα) και συνηθέστερα σε αόριστο.
  • δέχεται άρνηση οὐ και μὴ
  • μεταφράζεται με χρονικούς συνδέσμους (όταν, αφού, μόλις, ενώ, ώσπου)
  • συχνά συνοδεύεται από χρονικά επιρρήματα όπως: ἅμα (= συγχρόνως), ἐνταῦθα (= τότε), εὐθύς, ἤδη, μεταξὺ κ.α.
  • δηλώνει το προτερόχρονο ή το σύγχρονο (σπάνια το υστερόχρονο) σε σχέση με την πράξη του ρήματος της πρότασης στην οποία ανήκει
  • ισοδυναμεί και αναλύεται σε δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση.
Αιτιολογική:
  • απαντά σε όλους τους χρόνους (σπάνια σε μέλλοντα)
  • δέχεται άρνηση οὐ
  • μεταφράζεται με αιτιολογικούς συνδέσμους (γιατί, διότι, επειδή)
  • συχνά συνοδεύεται με τους προσδιορισμούς διὰ ταῦτα, διὰ τοῦτο, ἐκ τούτου, οὕτως
  • δηλώνει: α) αντικειμενική αιτιολογία. Συχνά συνοδεύεται με τα μόρια ἅτε (δή), οἷον (δή), οἷα (δὴ). Μεταφράζεται επειδή πράγματι. β) υποκειμενική αιτιολογία. Συχνά συνοδεύεται από το μόριο ὡς. Μεταφράζεται με την ιδέα ότι, επειδή κατά τη γνώμη μου.
Τελική:
  • απαντά σε χρόνο μέλλοντα
  • δέχεται άρνηση μὴ
  • δηλώνει σκοπό
  • ακολουθεί συνήθως ρήματα κίνησης
  • μεταφράζεται με τελικό σύνδεσμο (για να, με σκοπό να)
  • συχνά συνοδεύεται με το μόριο ὡς και δηλώνει σκοπό υποκειμενικό
  • αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική τελική πρόταση.
Υποθετική:
  • απαντά σε κάθε χρόνο εκτός του μέλλοντα
  • δέχεται άρνηση μὴ
  • μεταφράζεται με τον υποθετικό σύνδεσμο (αν, εάν, σε περίπτωση που)
  • δηλώνει την προϋπόθεση κάτω από την οποία μπορεί ή θα μπορούσε να συμβεί αυτό που δηλώνει το ρήμα της πρότασης (το δυνατό στο παρόν και στο μέλλον και το δυνατό στο παρελθόν)
  • συχνά το ρήμα της πρότασης εκφέρεται με δυνητική ευκτική, δυνητική οριστική ή δυνητικό απαρέμφατο, με οριστική μέλλοντα ή με ρήμα που σημαίνει δυνατότητα.
  • αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση.
Εναντιωματική:
  • απαντά σε κάθε χρόνο εκτός του μέλλοντα
  • δέχεται άρνηση οὐ
  • μεταφράζεται με εναντιωματικό σύνδεσμο (αν και, ενώ, παρόλο που)
  • συχνά συνοδεύεται για έμφαση από τα: καί, καίπερ, καίτοι, πάνυ, καὶ ταῦτα
  • στην κύρια συχνά υπάρχουν τα: εἶτα, ἔπειτα
  • δηλώνει αντίθεση - εναντίωση προς τη σημασία του ρήματος
  • αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική εναντιωματική πρόταση.
Παραχωρητική:
  • απαντά σε κάθε χρόνο εκτός του μέλλοντα
  • δέχεται άρνηση οὐ
  • μεταφράζεται με παραχωρητικό σύνδεσμο (και αν, ακόμη και αν, και αν ακόμη)
  • συχνά συνοδεύεται από τα: καί, μηδέ, οὐδὲ
  • δηλώνει παραχώρηση προς τη σημασία του ρήματος
  • αναλύεται με δευτερεύουσα επιρρηματική παραχωρητική πρόταση.
Τροπική:
  • απαντά σε χρόνο συνήθως ενεστώτα
  • δέχεται άρνηση οὐ
  • μεταφράζεται: α) αν δεν έχει άρνηση με τροπικό επίρρημα ή με τροπική μετοχή της νέας ελληνικής (με κατάληξη δηλαδή –οντας ή -ώντας) ή με το καθώς + ρήμα. β)αν έχει άρνηση με τη φράση: χωρίς να + ρήμα
  • δεν αναλύεται σε δευτερεύουσα πρόταση.

Απόλυτη μετοχή
Απόλυτη είναι η μετοχή της οποίας το υποκείμενο είναι λέξη που δεν έχει άλλη συντακτική θέση στην πρόταση, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως υποκείμενο της μετοχής. Η απόλυτη μετοχή τίθεται σε πτώση γενική (γενική απόλυτη) ή αιτιατική (αιτιατική απόλυτη).


ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Να εντοπίσετε και να αναγνωρίσετε τις μετοχές στις παρακάτω προτάσεις:
1. Ἀπέλαβε δὲ τὴν τυραννίδα τρόπῳ τῷ εἰρημένῳ.
2. Τὴν μὲν οὖν γενομένην ναυμαχίαν αὐτοὶ κατὰ μόνας ἀπεωσάμεθα Κορινθίους.
3. Ἐπολέμει τοῖς Θρᾳξὶ τοῖς ὑπὲρ Ἑλλήσποντον οἰκοῦσι.
4. Ὁ δὲ Θηραμένης ὥσπερ εἰκὸς καὶ θεοὺς ἐπεκαλεῖτο καὶ ἀνθρώπους καθορᾶν τὰ γιγνόμενα.
5. Χρῇ γυναικὶ τῶν οὐσῶν, οἶμαι δὲ καὶ τῶν γεγενημένων καὶ τῶν ἐσομένων, χαλεπωτάτῃ.
6. Ὁρῶ καὶ τοὺς ἱππικοὺς βουλομένους γενέσθαι οὐ τοὺς εὐπειθεστάτους ἀλλὰ τοὺς θυμοειδεῖς ἵππους κτωμένους.
7. Ὁ μὴ δαρεὶς οὐ παιδεύεται.
8. Καὶ πειράσομαι τῷ λόγῳ τοῦτον μὲν ἐπιδεῖξαι ψευδόμενον, ἐμαυτὸν δὲ βεβιωκότα μέχρι τῆσδε τῆς ἡμέρας ἐπαίνου μᾶλλον ἄξιον ἢ φθόνου.
9. Ὁ δὲ [Κῦρος] ἐλπίδας λέγων διῆγε καὶ δῆλος ἦν ἀνιώμενος.
10. Φοβούμενοι τὴν ὁδὸν ὅμως συνηκολούθησαν.
11. Δηλοῖ αὐτὸν Ἀθηναῖον τὸν δῆμον ποιήσαντα, ψευδόμενος.
12. Ἐλυποῦντο οἱ δυνατοὶ καλὰ κτήματα ἀπολωλεκότες.
13. Ἀκροασάμενοι τῆς ἀπολογίας τότε ἤδη ψηφίζεσθε.
14. Συλλαμβάνει Κῦρον ὡς ἀποκτενῶν.
15. Δίκαια δράσας συμμάχους τοὺς θεοὺς ἕξεις.
16. Οἱ δ’ ἀπήγαγον τὸν ἄνδρα διὰ τῆς ἀγορᾶς μάλα μεγάλῃ τῇ φωνῇ δηλοῦντα οἷα ἔπασχε.
17. Ὁ μέντοι Ἀγησίλαος ἐκείνους καίπερ ὁρῶν οὐκ ἐδίωκεν.
18. Εὖ δ’ ἴσθι μηδὲν ἂν με τούτων ἐπιχειρήσαντά σε πείθειν.
19. Ἀλλὰ γὰρ οὐ πρὸς τὰς τούτων κτήσεις ἀποβλέψας ποιοῦμαι.
20. Τὴν μνήμην τὴν τῷ χρόνῳ συμπαρακολουθοῦσαν ἀθανασίας μεταλαμβάνομεν.

Να εντοπίσετε και να αναγνωρίσετε τις επιρρηματικές μετοχές στις παρακάτω προτάσεις:
1. Ἕλλην ὢν Ἕλληνας ἀδικεῖ.
2. Ἀρταξέρξου βασιλεύοντος Κῦρος ἐπὶ Σοῦσα ἐστράτευσεν.
3. Ἀλλὰ τί δὴ ὑμᾶς ἐξὸν ἀπολέσαι οὐκ ἐπὶ τοῦτο ἤλθομεν.
4. Ταῦτα ἐποίουν γενομένου σκότους.
5. Ἐπαιάνιζον ἅμα πλέοντες.
6. Ἔστησαν τρόπαιον ὡς νενικηκότες.
7. Καὶ διὰ τοῦτο ὀργισθεὶς Ἀπόλλων κτείνει Κύκλωπας.
8. Οἱ Θηβαῖοι συνεκάλεσαν ἀπὸ τῶν πόλεων ἁπασῶν ἀκουσομένους τῆς παρὰ βασιλέως ἐπιστολῆς.
9. Οἱ Ἕλληνες παρεσκευάζοντο ὡς δεξόμενοι αὐτόν.
10. Ἐλθόντος τοῦ θανάτου οὐδεὶς βούλεται ἀποθανεῖν.
11. Νικήσαντες ἁπάντων τούτων ὑμεῖς κύριοι ἔσεσθε.
12. Οἱ βάρβαροι ἀπῆλθον οὐδὲν ἀποκρινόμενοι.
13. Ἐπορεύοντο κατοψόμενοι τοὺς πολεμίους.
14. Καὶ γὰρ ὡς ἐγὼ οἶμαι, ὀνήσεσθε ἀκούοντες.
15. Τοιαῦτα αὐτοῖς τὸ μέγεθος καὶ τοσαῦτα τὸ πλῆθος εἴργασται, ὥστε μήτ’ ἂν ψευδόμενον δεινότερα τῶν ὑπαρχόντων κατηγορῆσαι.
16. Οὕτω περὶ µικρῶν ἐκινδυνεύοµεν ἐξὸν ἀδεῶς πολλὰ κεκτῆσθαι.

17. Καὶ αἰσχρὸν τοὺς μὲν περὶ τὰ Τρωϊκὰ γενομένους μιᾶς γυναικὸς ἁρπασθείσης οὕτως ἅπαντας συνοργισθῆναι τοῖς ἀδικηθεῖσιν.

Υποθετικοί Λόγοι

ΥΠΟΘΕΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
1ο είδος: To πραγματικό
ΥΠΟΘΕΣΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ
«εἰ» + οριστική κάθε χρόνου
(μτφρ. αν + οριστική)
κάθε έγκλιση, εκτός από δυνητική οριστική
(μτφρ. η αντίστοιχη έγκλιση)

 2ο είδος: To μη πραγματικό ή αντίθετο του πραγματικού
ΥΠΟΘΕΣΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ
«εἰ» + οριστική ιστορικού χρόνου
(μτφρ. αν + οριστική παρατατικού ή υπερσυντελίκου)
δυνητική οριστική (οριστική ιστορικού χρόνου + δυνητικό «ἂν»)
(μτφρ. θα + παρατατικός ή υπερσυντέλικος)

3ο είδος: Το προσδοκώμενο
ΥΠΟΘΕΣΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ
«ἐάν», «ἄν», «ἢν» + υποτακτική
(μτφρ. αν + υποτακτική)
οριστική μέλλοντα ή μελλοντική έκφραση
(μτφρ. οριστική μέλλοντα)

δ) 4ο είδος: Aόριστη επανάληψη στο παρόν - μέλλον
ΥΠΟΘΕΣΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ
«ἐάν», «ἄν», «ἢν» + υποτακτική
(μτφρ. αν + υποτακτική ή κάθε φορά που + οριστική)
οριστική ενεστώτα ή γνωμικός μέλλοντας, γνωμικός αόριστος, παρακείμενος με σημασία ενεστώτα
(μτφρ. οριστική ενεστώτα)

5ο είδος: Aπλή σκέψη του λέγοντος
ΥΠΟΘΕΣΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ
«εἰ» + ευκτική
(μτφρ. αν + οριστική)
δυνητική ευκτική (ευκτική όλων των χρόνων εκτός από μέλλοντα + δυνητικό «ἂν»)
(μτφρ. οριστική μέλλοντα ή είναι δυνατόν να, μπορώ να, θα μπορέσω να + υποτακτική)

 6ο είδος: Αόριστη επανάληψη στο παρελθόν.
ΥΠΟΘΕΣΗ
ΑΠΟΔΟΣΗ
«εἰ» + ευκτική (επαναληπτική)
(μτφρ. κάθε φορά που + οριστική παρατατικού)
παρατατικός (σπανίως με το ἄν), οριστική αορίστου, (σπανίως χωρίς το ἄν), υπερσυντέλικος με σημασία παρατατικού
(μτφρ. οριστική παρατατικού)


Άσκηση

Να βρείτε και να αναγνωρίσετε το είδος του υποθετικού λόγου στα παρακάτω παραδείγματα.

  1. Εἰ μὲν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ἐκρίνοντο, ῥᾳδίως ἂν ἐσῴζοντο.
  2. Ἐὰν δὲ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν ἐξαμαρτανόντων τιμωρῆσθε, πάντες πεύσονται.
  3. Ἔσται δ’ αὐτὸς ἑαυτῷ ἕκαστος αἴτιος, ἐὰν δεῦρο ἀναβῇ καὶ ἀναισχυντῇ.
  4. Εἰ μὲν ἤρεσκέ τί μοι τῶν ῥηθέντων, ἡσυχίαν ἂν ἦγον.
  5. Ἂν δὲ σιωπῶ, ἔφη, οὐκ ἄρ’ οἰμώξομαι;
  6. Εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα, ἔσονται ἔκσπονδοι.
  7. Εἰ νῦν γε ἐξαπατηθείητε ὑπὸ τούτων καὶ δημεύσαιτε τὴν οὐσίαν ἡμῶν, οὐδὲ δύο τάλαντα λάβοιτ’ ἄν.
  8. Εἰ δὲ μὴ ἦν τοιοῦτος ὁ πατὴρ, οὐκ ἂν ἐκ πολλῶν ὀλίγα κατέλιπεν.
  9. Ἐάν τις τὸν ἥλιον ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται.
  10. Ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ, δικαίως τιμωρηθήσεται.
  11. Ἐξῆν ὑμῖν ἐπικουρεῖν αὐτοῖς, εἰ ἐβούλεσθε
  12. Ἂν μὴ πιστεύητε, πέμψατε πρέσβεις Ἀθήναζε.
  13. Ἄν τι συμβῇ τοιοῦτον, μέμνημαι τοῦ πατρός.
  14. Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.
  15. Ἡ μὲν φύσις, ἂν ᾖ πονηρὰ, πολλάκις φαῦλα βούλεται.
  16. Εἰ τοῦτο πάντες ἐποιοῦμεν, ἅπαντες ἂν ἀπωλόμεθα.
  17. Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.
  18. Σωκράτης οὐκ ἔπινε, εἰ μὴ διψῴη.
  19. Ἂν μή τι κατὰ γνώμην ἐκβῇ, ἐν ὀργῇ ποιεῖσθε.
  20. Εἰ Ἀγησίλαος τοὺς νέους σπουδαίους γυμναζόμενους ἴδοι, ἐπῄνεσεν ἄν.

Πλάγιος Λόγος

ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ

Γενικά πλάγιος λόγος μπορεί να είναι:
  • Ειδικό απαρέμφατο:
π.χ. Πάντας ὑμᾶς οἴομαι γιγνώσκειν.
  • Ειδική πρόταση με εξάρτηση από ρήματα δοξαστικά, λεκτικά, γνωστικά, αισθητικά:
π.χ. Ἀλλὰ γὰρ ὅτι μὲν ἐν Σπάρτῃ μάλιστα πείθονται ταῖς ἀρχαῖς τε καὶ τοῖς νόμοις, ἴσμεν ἅπαντες.
  • Τελικό απαρέμφατο με εξάρτηση από ρήματα βουλητικά, κελευστικά, προτρεπτικά, συμβουλευτικά, αιτητικά, απαγορευτικά.
π.χ. Μένων ἐβούλετο πλουτεῖν.
  • Κατηγορηματική μετοχή με εξάρτηση από ρήματα γνωστικά, αισθητικά, δεικτικά, δηλωτικά, αγγελτικά:
π.χ. Ἴσθι ἀνόητος ὤν.
  • Πλάγια ερωτηματική πρόταση:
π.χ. Ἐπιμηθεὺς ἠπόρει ὅ,τι χρήσαιτο

Α. Οι κύριες προτάσεις στον πλάγιο λόγο
  • Οι κύριες προτάσεις κρίσεως μετατρέπονται στον πλάγιο λόγο σε ειδική πρόταση, ειδικό απαρέμφατο, κατηγορηματική μετοχή, ανάλογα με το είδος του ρήματος εξάρτησης.
  • Οι κύριες προτάσεις επιθυμίας στον πλάγιο λόγο μετατρέπονται σε τελικό απαρέμφατο.
  • Οι ευθείες ερωτηματικές προτάσεις στον πλάγιο λόγο μετατρέπονται σε πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις.
  • Ο ρηματικός τύπος στον πλάγιο λόγο διατηρεί τον χρόνο που είχε στον ευθύ λόγο.

Οι εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως στον πλάγιο λόγο:
  • Διατηρείται η οριστική και στον πλάγιο λόγο όταν το ρήμα εξάρτησης είναι αρκτικού χρόνου
  • Τρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου η οριστική όταν το ρήμα εξάρτησης είναι ιστορικού χρόνου
  • Οι δυνητικές εγκλίσεις (οριστική και ευκτική) διατηρούνται ανεξάρτητα από τον χρόνο του ρήματος εξάρτησης

Β. Οι δευτερεύουσες προτάσεις στον πλάγιο λόγο
Οι λοιπές δευτερεύουσες προτάσεις του ευθέος λόγου παραμένουν δευτερεύουσες προτάσεις και στον πλάγιο λόγο.
Παρατηρήσεις:
  • Διατηρούν το είδος τους.
  • Διατηρούν την έγκλιση του ευθέος λόγου όταν το ρήμα εξάρτησης είναι αρκτικού χρόνου
  • Διατηρούν τη δυνητική έγκλιση (δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική) στον πλάγιο λόγο ανεξάρτητα από τον χρόνο εξάρτησης
  • Μετατρέπουν σε ευκτική του πλαγίου λόγου την οριστική ή την υποτακτική (με ή χωρίς «ἂν» αοριστολογικό) όταν το ρήμα εξάρτησης είναι ιστορικού χρόνου. Στην τελευταία περίπτωση χάνεται το αοριστολογικό «ἂν»
  • Μετατρέπεται το πρόσωπο του ρήματος αν χρειάζεται
  • Διατηρούν την ευκτική του πλαγίου λόγου, αν το ρήμα εξάρτησης στον πλάγιο λόγο είναι ιστορικού χρόνου
  • Μετατρέπουν την ευκτική του πλαγίου λόγου σε οριστική, αν το ρήμα εξάρτησης στον πλάγιο λόγο είναι αρκτικού χρόνου

Παραδείγματα:

Οὗτος οὐ ποιεῖ ταῦτα
Λέγει ὅτι οὐ ποιεῖ ταῦτα

Γιγνώσκω τήν φωνήν τῶν ἀνθρώπων. (Οὗτος ἔλεγε)
Οὗτος ἔλεγε γιγνώσκειν τήν φωνήν τῶν ἀνθρώπων.

Θεμιστοκλῆς ἀνήρ ἀγαθός γέγονε. (Ἀκούω)
Ἀκούω Θεμιστοκλέα ἄνδρα ἀγαθόν γεγονένα

Οὐκ ἐπιτρέψομεν ταῦτα γενέσθαι. (Οἱ ἄνδρες ἔφασαν)
Οἱ ἄνδρες ἔφασαν οὐκ ἐπιτρέψειν ταῦτα γενέσθα

Μηδεὶς βαλλέτω.
Ἀπηγόρευε μηδένα βάλλειν.

Τίς ποιεῖ ταῦτα;
Ἐρωτᾷ τίς ποιεῖ ταῦτα.

Ταῦτα ποιεῖτε, ἵνα συγγνώμης τύχητε
Κλέων κελεύει ταῦτα ποιεῖν,ἵνα συγγνώμης τύχωσιν



ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Να μετατρέψετε σε πλάγιο λόγο τις επόμενες προτάσεις χρησιμοποιώντας ως ρήμα εξάρτησης αυτό που δίνεται σε παρένθεση
1. Τίς ἔστιν ἡ χώρα; (Ξενοφῶν ἀνηρώτα)
2. Βούλει τι, ὦ Κῦρε, παραγγεῖλαι; (Ξενοφῶν ἤρετο Κῦρον).
3. Ἀναπλευσῇ (< ἀναπλέομαι = ἔρχομαι) ἔχων ἀργύριον; (Ἠρώτων αὐτὸν)
4. Πέρσης εἰμί, πορεύομαι δὲ ἀπὸ τοῦ Τιριβάζου στρατοπέδου, ὅπως τὰ ἐπιτήδεια λάβω. (Ἔφη)
5. Ὁ Ἀγησίλαος ὅπως βοηθήσῃ τοῖς τυράννοις, πράγματα τῇ πόλει παρέχει. (Ἔλεγον οἱ πολῖται)
6. Ἴστε τι χωρίον ἔξω τῆς Ἀττικῆς, ἔνθα οὐ προσβατὸν θανάτῳ; (Σωκράτης ἐπισκώπτων ἠρώτα)
7. Εἰ μὴ βοηθήσετε, στρατεύσουσιν ἐφ’ ἡμᾶς. (Οἱ Ὀλύνθιοι εἶπον αὐτοῖς)
8. Κῦρος μὲν τέθνηκεν, Ἀριαῖος δὲ πέφευγεν ἐν τῷ σταθμῷ. (Ἔλεγε)
9. Κλέαρχε, ἧκε. (Κῦρος παραγγέλλει (+ δοτική)
10. Ποίαν ὁδὸν ἐπὶ τὸν βίον τράπωμαι; (Ὁρῶ σε ἀποροῦντα)
11. Τί ἂν ποιῶν τὸν βίον εὐδαιμονέστατα διατελέσαιμι; (Ἐπερωτᾷ τὸν θεὸν)

Να τρέψετε τον ευθύ λόγο σε πλάγιο με εξάρτηση από το ρήμα στην παρένθεση
1. Βουλεύησθε περὶ τῶν αἰχμαλώτων (Λύσανδρος τοὺς συμμάχους ἐκέλευσε).
2. Ἡμῖν οὐδὲν ἔστιν ἀγαθὸν ἄλλο εἰ μὴ ὅπλα καὶ ἀρετὴ (Θεόπομπος εἶπεν).
3. Ἀφίκοντό ποτε εἰς Παναθήναια Ζήνων τε καὶ Παρμενίδης (ἔλεγεν Πυθόδωρος).

4. Πότερον βούλει μένειν ἢ ἀπιέναι; (Ἡ μήτηρ διηρώτα τὸν Κῦρον).

Ενεργητική - Παθητική Σύνταξη

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ-ΠΑΘΗΤΙΚΗ

Μετατροπή της ενεργητικής σύνταξης σε παθητική


Κατά τη μετατροπή της ενεργητικής σύνταξης με μονόπτωτο ρήμα έχουμε τις εξής μεταβολές:
α) το ενεργητικό ρήμα μετατρέπεται σε παθητικό
β) το υποκείμενο του ενεργητικού ρήματος γίνεται ποιητικό αίτιο
γ) το αντικείμενο του ενεργητικού ρήματος γίνεται υποκείμενο του παθητικού

Οἱ Λακεδαιμόνιοι
ἐνίκησαν
 τοὺς Ἀθηναίους
 Οἱ Άθηναῖοι   ἐνικήθησαν   ὑπὸ τῶν Λακεδαιμονίων


Κατά τη μετατροπή της ενεργητικής σύνταξης με δίπτωτο ρήμα έχουμε τις εξής μεταβολές:
α) το ενεργητικό ρήμα μετατρέπεται σε παθητικό
β) το υποκείμενο του ενεργητικού ρήματος γίνεται ποιητικό αίτιο
γ) το άμεσο αντικείμενο του ενεργητικού ρήματος γίνεται υποκείμενο του παθητικού
δ) το έμμεσο αντικείμενο του ενεργητικού ρήματος παραμένει αμετάβλητο ως αντικείμενο του παθητικού

Ὁ βασιλεὺς
ἔδωκε
 τὰς πόλεις
Τισσαφέρνει
 Αἱ πόλεις  ἐδόθησαν   ὑπὸ βασιλέως   Τισσαφέρνει


Μετατροπή της παθητικής σύνταξης σε ενεργητική


α) απλή παθητική σύνταξη, χωρίς αντικείμενο

Κατά τη μετατροπή της παθητικής σύνταξης με μονόπτωτο ρήμα έχουμε τις εξής μεταβολές:
α) το παθητικό ρήμα μετατρέπεται σε ενεργητικό
β) το υποκείμενο του παθητικού ρήματος γίνεται αντικείμενο
γ) το ποιητικό αίτιο γίνεται υποκείμενο του ενεργητικού

β) παθητική σύνταξη με αντικείμενο

Κατά τη μετατροπή της παθητικής σύνταξης με αντικείμενο έχουμε τις εξής μεταβολές:
α) το παθητικό ρήμα μετατρέπεται σε ενεργητικό
β) το υποκείμενο του παθητικού ρήματος γίνεται άμεσο αντικείμενο
γ) το ποιητικό αίτιο γίνεται υποκείμενο του ενεργητικού
δ) το αντικείμενο του παθητικού ρήματος γίνεται έμμεσο αντικείμενο του ενεργητικού





    

Απαρέμφατο

ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ

α) Ειδικό απαρέμφατο
  • Απαντά σε κάθε χρόνο και δέχεται άρνηση «οὐ».
  • Ισοδυναμεί με δευτερεύουσα ειδική πρόταση και μεταφράζεται με «ότι» + οριστική του χρόνου που βρίσκεται.
  • Μπορεί να συνοδεύεται από το δυνητικό «ἄν».
Το ειδικό απαρέμφατο συντάσσεται με τις εξής κατηγορίες ρημάτων:
  1. Λεκτικά: λέγω, φημί, ὁμολογῶ, ἐπαγγέλλομαι (= υπόσχομαι), ἐγγυῶμαι κ.ά.
  2. Δοξαστικά: δοκῶ, ἐλπίζω, ἡγοῦμαι, κρίνω, νομίζω, οἴομαι, πιστεύω, εἰκάζω, λογίζομαι, ὑπολαμβάνω κ.ά.
  3. Γνωστικά και αισθητικά: γιγνώσκω, εὑρίσκω (= διαπιστώνω), πυνθάνομαι (= πληροφορούμαι)
  4. Απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις παρόμοιας σημασίας: δοκεῖ, λέγεται, νομίζεται, ἀγγέλλεται, λόγος ἐστί, φανερόν ἐστι κ.ά.

β) Τελικό απαρέμφατο
  • Απαντά σε κάθε χρόνο εκτός από μέλλοντα και δέχεται άρνηση «μή».
  • Ισοδυναμεί με δευτερεύουσα τελική πρόταση και μεταφράζεται με «να» + υποτακτική του χρόνου που βρίσκεται.
Το τελικό απαρέμφατο συντάσσεται με τις εξής κατηγορίες ρημάτων:
  1. Βουλητικά: βούλομαι, ἐπιθυμῶ, εὔχομαι, ζητῶ, δέομαι, ἀξιῶ, δέχομαι κ.ά.
  2. Προτρεπτικά και παραχωρητικά: κελεύω, κηρύττω, παραινῶ, προτρέπω, ἐῶ (= αφήνω) κ.ά.
  3. Απαγορευτικά: ἀπαγορεύω, ἀποτρέπω, κωλύω, εἴργω κ.ά.
  4. Αποπειρατικά και δυνητικά: δύναμαι, ἐπιχειρῶ, πειρῶμαι, τολμῶ κ.ά.
  5. Ρήματα που σημαίνουν συνήθεια, σκέψη, απόφαση, απαίτηση, παράκληση ή δισταγμό: ἐθίζω, βουλεύομαι, διανοοῦμαι, μέλλω, ἀξιῶ, ὀκνῶ, φοβοῦμαι , σκοπῶ κ.ά.
  6. Απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις παρόμοιας σημασίας: ἀνάγκη ἐστί, δεινόν ἐστι, καλῶς ἔχει, οἷόν τ’ ἐστι, δεῖ, προσήκει, χρὴ κ.ά.
Το άναρθρο απαρέμφατο μπορεί να χρησιμοποιηθεί στον λόγο ως

  Yποκείμενο σε απρόσωπα ρήματα και απρόσωπες εκφράσεις:
π.χ. Χρὴ τοῦ βάρους μεταδιδόναι τοῖς φίλοις.

  Aντικείμενο σε προσωπικά ρήματα:
π.χ. Ἐκήρυξεν τοῖς Ἕλλησι συσκευάζεσθαι.

  Kατηγορούμενο σε συνδετικά ρήματα, ιδιαίτερα σε άλλο έναρθρο απαρέμφατο:
π.χ. Τὸ λακωνίζειν ἐστὶ φιλοσοφεῖν.

  Επεξήγηση σε προηγούμενη λέξη, συνηθέστερα επίρρημα, ή ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας:
π.χ. Ὑμᾶς οὕτως ἐπαίδευον, προτιμᾶν τοὺς γεραιτέρους.

  Προσδιορισμός της αναφοράς (απαρέμφατο της αναφοράς): όταν εξαρτάται από επίθετα που δηλώνουν ικανότητα, δυνατότητα, αναγκαιότητα, προθυμία, καταλληλότητα, όπως ἀγαθός, ἄξιος, δεινός, ἕτοιμος, ἱκανός, καλός, ὀξύς, πρόθυμος, φοβερός, χρήσιμος, ἡδύς, στυγνός, ῥᾴδιος, λιτὸς κ.ά.
π.χ. Δειναὶ αἱ γυναῖκες εὑρίσκειν τέχνας.

  Προσδιορισμός του σκοπού ή του αποτελέσματος: όταν εξαρτάται από ρήματα που δηλώνουν σκόπιμη ενέργεια (ποιῶ, πράττω), κίνηση (φέρω, ἔρχομαι), παροχή, εκλογή, καθώς και τα ρήματα φύομαι και εἰμί. Αναλύεται σε τελική ή συμπερασματική πρόταση και μεταφράζεται με το «για να» ή «ώστε να» .
π.χ. Ὁμοίως καὶ πλουσίῳ καὶ πένητι παρέχω ἐμαυτὸν ἐρωτᾶν.

Το υποκείμενο του απαρεμφάτου

Το υποκείμενο του απαρεμφάτου απαντά ή σε αιτιατική ή σε ονομαστική πτώση.

Έτσι έχουμε δύο διαφορετικούς τρόπους σύνταξης:
α) Ταυτοπροσωπία. Το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι το ίδιο με το υποκείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο.
π.χ. Οὗτος μαθήσεται μὴ ἐπιβουλεύειν τοῖς ἀσθενεστέροις. (ενν. «οὗτος» υποκείμενο του απαρεμφάτου «ἐπιβουλεύειν»).

β) Ετεροπροσωπία. Το υποκείμενο του απαρεμφάτου είναι διαφορετικό από το υποκείμενο του ρήματος από το οποίο εξαρτάται το απαρέμφατο.
π.χ. Οἱ Αἰγύπτιοι ἐνόμιζον ἑαυτοὺς πρώτους γενέσθαι πάντων ἀνθρώπων. («ἑαυτοὺς» υποκείμενο του απαρεμφάτου «γενέσθαι»).

Παρατήρηση:
Στην απρόσωπη σύνταξη το υποκείμενο του (τελικού) απαρεμφάτου τίθεται πάντα σε πτώση αιτιατική. Όταν δεν δηλώνεται, εννοείται σε πτώση αιτιατική και προκύπτει από τη δοτική προσωπική που συνήθως συνοδεύει τα απρόσωπα ρήματα

ΑΣΚΗΣΕΙΣ

Να χαρακτηρίσετε τη συντακτική θέση του άναρθρου απαρεμφάτου στα παρακάτω παραδείγματα.
1.     Κροῖσος ἐνόμιζε ἑαυτὸν εἶναι ἀνθρώπων ἁπάντων ὀλβιώτατον.
2.     Εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης.
3.     Τὸ κακῶς ποιεῖν ἐστι ἀδικεῖν.
4.     Ἐπεθύμει γενέσθαι ἀνὴρ τὰ μεγάλα πράττειν ἱκανός.
5.     Δημοσθένης μὲν ἦν δεινότατος λέγειν καὶ πολλάκις παρεῖχεν ἑαυτὸν συμβουλεύειν τοῖς Ἀθηναίοις.
6.     Ξενοφῶν καὶ Χειρίσοφος διεπράξαντο, ὥστε λαβεῖν τοὺς νεκρούς.

Στις επόμενες προτάσεις να βρείτε το είδος (ειδικό ή τελικό) και το υποκείμενο (ταυτοπροσωπία ή ετεροπροσωπία) των απαρεμφάτων.
α. Οἱ Πέρσαι ἠνάγκαζον τοὺς νέους μανθάνειν τοὺς νόμους.
β. Ἄξιον ἦν τοῖς ζῶσιν πενθεῖν τοὺς τεθνεῶτας.
γ. Οἱ ἄριστοι ἄνδρες παρακελεύονται τοῖς πολίταις ὁμονοεῖν.
δ. Ἐπιθυμεῖ γενέσθαι ἀνὴρ τὰ μεγάλα πράττειν.

ε. Ἀρχίδαμος ἔμελλε δῃώσειν τὴν γῆν.