}

Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

Γραμματική Οικονόμου -Σχολικό βιβλίο

Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Λατινικά Γ Λυκείου - Ανάλυση Κειμένων

LECTIO ΧΧΙ: ΠΩΣ ΠΗΡΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΤΟ PISAURUM

Brenno duce Galli, apud Alliam flumen deletis legionibus Rοmanorum, everterunt urbem Romam praeter Capitolium, pro quo immensam pecuniam acceperunt. Tum Camillus, qui diu apud Ardeam in exilio fuerat propter Veientanam praedam non aequo iure divisam, absens dictator est factus; is Gallos iam abeuntes secutus est: quibus interemptis aurum omne recepit. Quod illic appensum civitati nomen dedit: nam Pisaurum dicitur, quod illic aurum pensatum est. Post hoc factum rediit in exilium, unde tamen rogatus reversus est.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Όταν ήταν αρχηγός ο Βρέννος, οι Γαλάτες (ή: οι Γαλάτες με αρχηγό το Βρέννο), αφού κατατρόπωσαν τις λεγεώνες των Ρωμαίων (κοντά) στον ποταμό Αλλία, κατέστρεψαν εντελώς την πόλη Ρώμη εκτός από το Καπιτώλιο, για το οποίο πήραν ως αντάλλαγμα ένα τεράστιο χρηματικό ποσό. Τότε ο Κάμιλλος, ο οποίος είχε παραμείνει εξόριστος για πολύ καιρό στην Αρδέα, εξαιτίας της λείας από τους Βηίους, η οποία δεν είχε μοιραστεί ακριβοδίκαια, εκλέχτηκε δικτάτορας, αν και απουσίαζε˙ αυτός ακολούθησε τους Γαλάτες, ενώ (που) ήδη αποχωρούσαν: αφού τους εξολόθρευσε, πήρε πίσω όλο το χρυσάφι. Επειδή αυτό ζυγίστηκε εκεί, έδωσε το όνομά του στην πόλη: ονομάζεται δηλαδή Πίσαυρο, επειδή εκεί ζυγίστηκε το χρυσάφι. Ύστερα από αυτή την πράξη (ο Κάμιλλος) επέστρεψε στην εξορία, από όπου όμως γύρισε, αφού τον παρακάλεσαν.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Brenno: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, β' κλίση, του ουσιαστικού Brennus -i = Βρέννος → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
duce: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, γ' κλίση, του ουσιαστικού dux -cis = αρχηγός, στρατηγός
Galli: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, β' κλίση, του ουσιαστικού Gallus -i = ο Γαλάτης
apud: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = κοντά, σε
Αlliam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α' κλίση, του ουσιαστικού Allia -ae = Αλλίας → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
flumen: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, γ' κλίση, του ουσιαστικού flumen -inis = ποταμός
deletis: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος deleo, delevi, deletum, delēre 2 = καταστρέφω
legionibus: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, γ' κλίση, του ουσιαστικού legio -onis = λεγεώνα
Romanorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, β' κλίση, του ουσιαστικού Romanus -i = Ρωμαίος
everterunt: γ' πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος everto, everti, eversum, evertĕre 3 = καταστρέφω ολοκληρωτικά
urbem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ' κλίση, του ουσιαστικού urbs -is = πόλη
Romam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α' κλίση, του ουσιαστικού Roma -ae = Ρώμη → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό praeter: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = εκτός από
Capitolium: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, β' κλίση, του ουσιαστικού Capitolium -ii/i = Καπιτώλιο → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
pro: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = αντί
quo: αφαιρετική ενικού, ουδετέρου γένους, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο
immensam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, β' κλίση, του επιθέτου immensus, -a, -um = τεράστιος. → Το επίθετο δεν διαθέτει παραθετικά ως απόλυτη έννοια. Απαντάται σπανιότατα ο τύπος immensissimae, σύμφωνα με το λεξικό της Οξφόρδης.
pecuniam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α' κλίση, του ουσιαστικού pecunia -ae = χρήματα, αμοιβή → δε διαθέτει πληθυντικό (singulare tantum)
acceperunt: γ' πληθυντικό ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος accipio, accepi, acceptum, accipĕre 3* = δέχομαι
tum: χρονικό επίρρημα = τότε
Camillus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, β' κλίση, του ουσιαστικού Camillus -i = Κάμιλλος → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
qui: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο
diu: χρονικό επίρρημα = για πολύ καιρό, για πολύ χρόνο, ήδη → Παραθετικά: diutius, diutissime
Ardeam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α' κλίση, του ουσιαστικού Αrdea -ae = Αρδέα → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
in: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = σε
exilio: αφαιρετική ενικού, oυδέτερο, β' κλίση, του ουσιαστικού exilium -ii/i = εξορία
fuerat: γ' ενικό οριστικής υπερσυντελίκου του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω
propter: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = εξαιτίας
praedam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α' κλίση, του ουσιαστικού praeda -ae = λεία
Veientanam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, β' κλίση, του επιθέτου Veientanus, -a, -um = από τους Βηίους, ο σχετικός με τους Βηίους → δεν σχηματίζει παραθετικά
non: αρνητικό μόριο = δεν
aequo: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, β' κλίση, του επιθέτου aequus, -a, -um, = ίσος, δίκαιος → Παραθετικά: aequior, -ior, -ius, aequissimus/-a/-um)
iure: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, γ' κλίση, του ουσιαστικού ius -iuris = δίκαιο
divisam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος divido, divisi, divisum, dividĕre 3 = μοιράζω
absens: ονομαστική ενικού, αρσενικό της μετοχής ενεστώτα του ρήματος absum, afui, -, abesse = είμαι απών, απουσιάζω
dictator: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ' κλίση, του ουσιαστικού dictator -oris = δικτάτορας
est factus: γ' ενικό, οριστικής παρακειμένου του ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι. Αποτελεί το παθητικό του facio, feci, factum, facĕre 3*
is: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
Gallos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, β' κλίση, του ουσιαστικού Gallus -i = ο Γαλάτης
iam: χρονικό επίρρημα = ήδη, πια
abeuntes: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, της μετοχής ενεστώτα του ρήματος abeo, abi(v)i, abitum, abire = φεύγω
secutus est: γ' ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος sequor, secutus sum, sequi αποθετικό 3 = ακολουθώ
quibus: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
interemptis: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος interimo, interemi, interemptum, interimĕre 3 = σκοτώνω, εξολοθρεύω
aurum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, β' κλίση, του ουσιαστικού aurum -i = χρυσάφι → δε διαθέτει πληθυντικό (singulare tantum)
omne: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, γ' κλίση, του επιθέτου οmnis, -is, -e, = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά
recepit: γ' ενικό, οριστικής ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος recipio, recepi, receptum, recipĕre 3* = παίρνω πίσω, επανακτώ
quod: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
illic: τοπικό επίρρημα = εκεί
appensum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος appendo, appendi, appensum, appendĕre 3 = ζυγίζω
civitati: δοτική ενικού, θηλυκό, γ' κλίση, του ουσιαστικού civitas -atis = πολιτεία → γενική πληθυντικού: civitatum/ civitatium
nomen: αιτιατική ενικού, oυδέτερο, γ' κλίση, του ουσιαστικού nomen -inis = όνομα
dedit: γ' ενικό, οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος do, dedi, datum, dare 1 = δίνω (τα σύνθετα του do με μονοσύλλαβη πρόθεση είναι 3ης συζυγίας, πχ. perdo, perdidi, perditum, perdĕre 3)
nam: αιτιολογικός σύνδεσμος = γιατί, δηλαδή
Pisaurum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, β' κλίση, του ουσιαστικού Pisaurum -i = Πίσαυρο → ως κύριο όνομα δεν έχει πληθυντικό
dicitur: γ' ενικό, οριστικής παθητικού ενεστώτα του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέγω → β' ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic
quod: αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή
pensatum est: γ' ενικό οριστικής παθητικού παρακειμένου του ρήματος penso, pensavi, pensatum, pensāre 1 = ζυγίζω
post: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = μετά
factum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, β' κλίση, του ουσιαστικού factum -i = πράξη
hoc: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό
rediit: γ' ενικό, οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος redeo, redii, reditum, redire = επιστρέφω
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε
exilium: αιτιατική ενικού, oυδέτερο, β' κλίση, του ουσιαστικού exilium -ii/i = εξορία
unde : τοπικό αναφορικό επίρρημα = απ' όπου
tamen: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως
rogatus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος rogo, rogavi, rogatum, rogāre 1 = παρακαλώ, ζητώ
reversus est: γ' ενικό, οριστικής παρακειμένου του ρήματος revertor, reversus sum, reverti αποθετικό 3 ή revertor, reverti, reverti ημιαποθετικό 3 = επιστρέφω → στο κείμενό μας ο τύπος ανήκει στο αποθετικό


LECTIO ΧΧΙΙΙ: ΕΝΑΣ ΥΠΕΡΟΧΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ

Aegrotabat Caecina Paetus, maritus Arriae, aegrotabat et filius. Filius mortuus est. Huic Arria funus ita paravit, ut ignoraretur a marito; quin immo cum illa cubiculum mariti intraverat, vivere filium simulabat, ac marito persaepe interroganti, quid ageret puer, respondebat: «Bene quievit, libenter cibum sumpsit». Deinde, cum lacrimae suae, diu cohibitae, vincerent prorumperentque, egrediebatur; tum se dolori dabat et paulo post siccis oculis redibat. Scribonianus arma in Illyrico contra Claudium moverat; fuerat Paetus in partibus eius et, occiso Scriboniano, Romam trahebatur. Erat ascensurus navem; Arria milites orabat, ut simul imponeretur. Non impetravit: conduxit piscatoriam naviculam ingentemque navem secuta est.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ήταν άρρωστος ο Καικίνας Παίτος, ο σύζυγος της Αρρίας ήταν άρρωστος και ο γιος. Ο γιος πέθανε. Σ’ αυτόν η Αρρία ετοίμασε την κηδεία έτσι, ώστε να αγνοείται από τον σύζυγο˙ όχι μόνο αυτό αλλά κάθε φορά που εκείνη έμπαινε στην κρεβατοκάμαρα του συζύγου, προσποιείτο ότι ο γιος (τους) ζούσε και στον σύζυγο που ρωτούσε πολύ συχνά τι κάνει το παιδί, απαντούσε: ΄΄Καλά κοιμήθηκε, με όρεξη πήρε την τροφή του΄΄. Έπειτα, όταν τα δάκρυά της που για ώρα συγκρατούσε, νικούσαν και ξεσπούσαν, έβγαινε έξω˙ τότε παραδινόταν στη θλίψη και λίγο αργότερα γύριζε πίσω με τα μάτια στεγνά. Ο Σκριβωνιανός είχε στασιάσει στην Ιλλυρία εναντίον του Κλαυδίου˙ ο Παίτος είχε πάει με το μέρος του και, αφού σκοτώθηκε ο Σκριβωνιανός, τον οδηγούσαν σιδεροδέσμιο στην Ρώμη. Επρόκειτο να επιβιβασθεί σε ένα πλοίο˙ η Αρρία παρακαλούσε τους στρατιώτες να επιβιβαστεί μαζί. Δεν το κατόρθωσε: νοίκιασε ένα ψαράδικο καραβάκι και ακολούθησε το τεράστιο πλοίο.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Aegrotābat: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος aegroto, aegrotavi, aegrotatum, aegrotāre 1 = είμαι άρρωστος
Caecīna: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Caecīna -ae, α΄ κλίση, αρσενικό = o Καικίνας → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
Paetus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Paetus –i β΄ κλίση, αρσενικό = o Παίτος → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
marītus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού marītus –i β΄ κλίση, αρσενικό = o σύζυγος
Arriae: γενική ενικού του ουσιαστικού Arria -ae α΄ κλίση, θηλυκό = η Αρρία → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
filius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού filius -ii/i β΄ κλίση, αρσενικό = ο γιος (κλητ. ενικού: fili)
mortuus est: γ΄ ενικό, οριστικής παρακειμένου του ρήματος morior, mortuus sum, mori* 3 αποθετικό = πεθαίνω (μετοχή μέλλοντα: moriturus)
Huic: δοτική ενικού, αρσενικό της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό
Arria: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Arria -ae α΄ κλίση, θηλυκό = η Αρρία → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
funus: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού funus -eris γ΄ κλίση, ουδέτερο = η κηδεία
ita: τροπικό επίρρημα = έτσι, κατ’ αυτό τον τρόπο
parāvit: γ΄ ενικό, οριστικής παρακειμένου, ενεργητικής φωνής του ρήματος paro, paravi, paratum, parāre 1= ετοιμάζω
ut: συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε
ignorarētur: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού παθητικής φωνής του ρήματος ignoro, ignoravi, ignoratum, ignorāre1 = αγνοώ
a ή ab: πρόθεση + αφαιρετική = από
marīto: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού marītus –i β΄ κλίση, αρσενικό = ο σύζυγος
quin immo: αντιθετικός σύνδεσμος = όχι μόνο αλλά και, αλλά επιπλέον
cum: χρονικός σύνδεσμος (επαναληπτικός): κάθε φορά που
illa: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, -η, -ο
cubiculum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cubiculum -i β΄ κλίση, ουδέτερο = η κρεβατοκάμαρα
marīti: γενική ενικού του ουσιαστικού marītus -i β΄ κλίση, αρσενικό = ο σύζυγος
intraverat: γ΄ ενικό οριστικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής, του ρήματος intro, intravi, intratum, intrāre 1 = μπαίνω
vivere: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος νiνο, vixi, victum, vivĕre 3 = ζω
filium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού filius -ii/i β΄ κλίση, αρσενικό = ο γιος (κλητ. ενικού: fili)
simulābat: γ΄ ενικό, οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος simulo, simulavi, simulatum, simulāre 1 = προσποιούμαι
ac: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
marīto: δοτική ενικού του ουσιαστικού marītus –i β΄ κλίση, αρσενικό = ο σύζυγος
persaepe: χρονικό/ ποσοτικό επίρρημα = πολύ συχνά
interroganti: δοτική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος interrogo, interrogavi, interrogatum, interrogāre 1 = ρωτώ
quid: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, -α, -ο
ageret: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος ago, egi, actum, agĕre 3 = οδηγώ, κάνω
puer: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού puer, pueri β΄ κλίση, αρσενικό = το παιδί
respondēbat: γ΄ ενικό, οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος respondeo, respondi, responsum, respondēre 2 = απαντώ
bene: τροπικό επίρρημα = καλά (παραθετικά: melius, optime)
quiēvit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος quiesco, quievi, quietum, quiescĕre 3 = κοιμάμαι
libenter: τροπικό επίρρημα = πρόθυμα, με όρεξη (παραθετικά: libentius, libentissime)
cibum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cibus –i β΄ κλίση, αρσενικό = η τροφή
sumpsit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος sumo, sumpsi, sumptum, sumĕre3 = παίρνω
Deinde: χρονικό επίρρημα = έπειτα
cum: σύνδεσμος (ιστορικός - διηγηματικός) = όταν
lacrimae: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού lacrima -ae α΄ κλίση, θηλυκό = το δάκρυ
suae: ονομαστική πληθυντικού θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας suus, sua, suum δικός, -ή, -ό του
diu: χρονικό επίρρημα = για πολλή ώρα Συγκρ.: diutius Υπερθ.: diutissime
cohibitae: ονομαστική πληθυντικού θηλυκού γένους της μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος cohibeo, cohibui, cohibitum, cohibēre 2 = συγκρατώ
vincerent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος vinco, vici, victum, vincĕre 3 = νικώ
prorumperent (que): γ΄ πληθυντικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής, του ρήματος prorumpo, prorupi, proruptum, prorumpĕre 3 = ξεσπώ
-que: → εγκλιτική λέξη, συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
egrediebātur: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού του ρήματος egredior, egressus sum, egrĕdi αποθετικό 3* = βγαίνω
tum: χρονικό επίρρημα = τότε
se: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους της προσωπικής αντωνυμίας γ΄ πρόσωπο = τον εαυτό της.
dolōri: δοτική ενικού του ουσιαστικού dolor - oris γ΄ κλίση, αρσενικό = ο πόνος, η θλίψη
dabat: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος do, dedi, datum dāre1 = δίνω
paulo: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους του επιθέτου paulus, -a, -um β΄ κλίση = λίγος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
post: χρονικό επίρρημα = αργότερα
siccis: αφαιρετική πληθυντικού αρσενικού γένους του επιθέτου siccus, -a, -um β΄ κλίση = στεγνός, -ή, -ό
oculis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού oculus, -i β΄ κλίση, αρσενικό = το μάτι
redībat: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος redeo, -ii, -itum, -īre ανωμ. = ξαναγυρίζω
Scribōnianus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Scribōnianus -i β΄ κλίση, αρσενικό = ο Σκριβωνιανός
arma: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού arma -orum β΄ κλίση, ουδέτερο = τα όπλα (plurale tantum = έχει μόνο πληθυντικό)
in: πρόθεση + αφαιρετική = σε
Illyrico: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Illyricum -i β΄ κλίση, ουδέτερο = Ιλλυρία
contra: πρόθεση+ αιτιατική = εναντίον
Claudium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Claudius -ii/i β΄ κλίση, αρσενικό = ο Κλαύδιος → ως κύριο όνομα δε διαθέτει πληθυντικό
moverat: γ΄ ενικό οριστικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος moveo, movi, motum, movēre 2 = κινώ
fuerat: γ΄ ενικό οριστικής υπερσυντελίκου του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
partibus: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού partes, -ium γ΄ κλίση, θηλυκό = πολιτική παράταξη (pars, partis στον ενικό σημαίνει το μέρος)
eius: γενική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
occīso: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος occido, occidi, occisum, occidĕre 3 = σκοτώνω
Scribōniano: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Scribōnianus -i β΄ κλίση, αρσενικό = ο Σκριβωνιανός → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
Romam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Roma -ae α΄ κλίσης θηλυκό = η Ρώμη → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
trahebātur: γ΄ ενικό οριστικής παθητικού παρατατικού του ρήματος traho, traxi, tractum, trahĕre 3 = τραβώ, σύρω
Erat ascensurus: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού της ενεργητικής περιφραστικής συζυγίας του ρήματος: ascendo, ascendi, ascensum, ascendĕre 3 = ανεβαίνω
navem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού navis, navis, γ΄ κλίση, θηλυκό = το πλοίο (αφαιρ. ενικού: navi/ nave)
milites: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού miles, militis: γ΄ κλίση, αρσενικό = ο στρατιώτης
orābat: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος oro, oravi, oratum, οrāre 1 = παρακαλώ
ut: βουλητικός σύνδεσμος = να
simul: τροπικό επίρρημα = συγχρόνως, μαζί
imponerētur: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού παθητικής φωνής του ρήματος impono, imposui, impositum, imponĕre 3 = επιβιβάζω
Νοn: αρνητικό μόριο = δεν, όχι
impetrāvit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος impetro, impetravi, impetratum, impetrāre 1 = κατορθώνω
conduxit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος conduco, conduxi, conductum, conducĕre 3 = νοικιάζω ( → β' ενικό προστακτικής ενεστώτα: conduc)
piscatoriam: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους του επιθέτου piscatorius, -a, -um β΄ κλίση = ψαράδικος -η -ο ( → δεν σχηματίζει παραθετικά)
naviculam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού navicula -ae α΄ κλιση, θηλυκό = το πλοιάριο
ingentemque: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους του επιθέτου ingens, ingens, ingens, (γεν: ingentis) γ΄ κλίση = πελώριος, -α, -ο
secūta est: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος sequor, secutus sum, sequi αποθετικό 3 = ακολουθώ


LECTIO ΧΧΙV: ΤΟ ΠΑΘΗΜΑ ΕΝΟΣ ΨΕΥΤΗ

Cum P. Cornēlius Nasῑca ad Ennium poētam venisset eique ab ostio quaerenti Ennium ancilla dixisset eum domi non esse, Nasica sensit illam domini iussu id dixisse et illum intus esse. Accipe nunc quid postea Nasῑca fecerit. Paucis post diēbus cum Ennius ad Nasῑcam venisset et eum a ianuā quaereret, exclamāvit Nasica se domi non esse, etsi domi erat. Tum Ennius indignātus quod Nasῑca tam aperte mentiebātur: “Quid?” inquit “Ego non cognosco vocem tuam?” Visne scire quid Nasῑca responderit? “Homo es impudens. Ego cum te quaererem, ancillae tuae credidi te domi non esse; tu mihi ipsi non credis?”

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 
Όταν ο Πόπλιος Κορνήλιος Νασικάς είχε πάει στον Έννιο τον ποιητή και (όταν) σ’ αυτόν που (ο οποίος) από την πόρτα ζητούσε τον Έννιο, η υπηρέτρια είχε πει ότι αυτός δεν ήταν στο σπίτι, ο Νασικάς κατάλαβε ότι εκείνη είχε πει αυτό με διαταγή του αφεντικού (της) και ότι εκείνος ήταν μέσα. Μάθε τώρα τι έκανε αργότερα ο Νασικάς. Μετά από λίγες μέρες, όταν ο Έννιος είχε έρθει στον Νασικά και τον ζητούσε από την πόρτα, ο Νασικάς φώναξε δυνατά ότι δεν ήταν στο σπίτι, αν και ήταν στο σπίτι. Τότε ο Έννιος αγανακτισμένος επειδή ο Νασικάς τόσο φανερά ψευδόταν είπε: «Τι λοιπόν; Εγώ δεν αναγνωρίζω τη φωνή σου;» Μήπως θέλεις να μάθεις τι (του) απάντησε ο Νασικάς; «Είσαι αναιδής άνθρωπος. Εγώ όταν σε ζητούσα, πίστεψα την υπηρέτριά σου ότι εσύ δεν ήσουν στο σπίτι. Εσύ δεν πιστεύεις εμένα τον ίδιο;»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
cum: (= όταν) χρονικός σύνδεσμος. Εδώ πρόκειται για τον ιστορικό ή διηγηματικό cum (cum historicum ή narrativum), ο οποίος συντάσσεται με υποτακτική παρατατικού (για πράξη σύγχρονη) ή με υποτακτική υπερσυντελίκου (για πράξη προτερόχρονη).
P.: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης, αρσενικού γένους (Publius -ii και i) = Πόπλιος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
Cornelius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Cornelius -ii/i, = Κορνήλιος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. Σχηματίζει τη γενική του ενικού σε –ii, αλλά και με συναίρεση σε –i, όπως όλα τα υπερδισύλλαβα1 ουσιαστικά β΄ κλίσης που λήγουν σε –ius και -ium. Επιπλέον, σχηματίζει την κλητική ενικού σε –i, με συναίρεση του –ie σε –i, ως υπερδισύλλαβο κύριο όνομα που λήγει σε –ius. (Βλ. και Τζάρτζανος Αχ., Λατινική γραμματική, ΟΕΔΒ, σελ. 15)
Νasica: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, αρσενικού γένους Nasica -ae = Νασικάς. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική για να δηλώσει την κίνηση/κατεύθυνση σε τόπο = σε, προς.
Ennium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Ennius -ii/-i = Έννιος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. Σχηματίζει τη γενική και κλητική του ενικού αριθμού όπως το ουσιαστικό Cornelius.
poetam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, αρσενικού γένους, poeta -ae = ποιητής.
venisset: γ΄ ενικό πρόσωπο υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 4ης συζυγίας venio, veni, ventum, venῑre 4 = έρχομαι, φθάνω.
ei: δοτική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής ως επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
-que: είναι εγκλιτική λέξη και χρησιμεύει ως συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
ab (ή a ή abs): πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική. Η πρόθεση ab χρησιμοποιείται αν η επόμενη λέξη αρχίζει από φωνήεν ή h, η πρόθεση a τίθεται πριν από σύμφωνο (πλην του h) και h και η abs πριν από την αντωνυμία te = από
ostio: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης, oυδετέρου γένους ostium -ii/-i = πόρτα. Το ουσιαστικό ως υπερδισύλλαβο της β΄ κλίσης που λήγει σε –ium σχηματίζει τη γενική του ενικού σε -ii και μετά από συναίρεση σε-i.
quaerenti: δοτική ενικού, αρσενικού γένους της μετοχής Ενεστώτα quaerens -ntis, του ρήματος quaero, quaesivi, quaesitum, quaerĕre 3ης συζυγίας = ζητώ.
Εnnium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Ennius -ii/-i = Έννιος. (βλ. και προηγουμένως).
ancilla: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, θηλυκού γένους, ancilla -ae = υπηρέτρια.
dixisset: γ΄ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω. (β΄ πρόσωπο προστακτικής ενεστώτα: dic)
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής ως επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό. (βλ. και προηγουμένως)
domi: εδώ χρησιμοποιείται ως επίρρημα = στο σπίτι. Πρόκειται για υπόλειμμα της παλιάς τοπικής πτώσης που ταυτίζεται με τη γενική του ενικού του ουσιαστικού domus -us, θηλυκού γένους, της 4ης κλίσης = σπίτι και λειτουργεί ως επίρρημα για να δηλώσει τη στάση σε τόπο. Το ουσιαστικό domus σχηματίζει ορισμένους τύπους και με τις καταλήξεις της β΄ κλίσης: τη γενική του ενικού domi που, όμως, λειτουργεί ως επίρρημα, την αφαιρετική του ενικού domo, τη γενική του πληθυντικού domorum, την αιτιατική του πληθυντικού domos.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανώμαλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
Nasica: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, αρσενικού γένους Nasica -ae = Νασικάς. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
sensit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 4ης συζυγίας sentio, sensi, sensum, sentῑre 4 = αισθάνομαι, αντιλαμβάνομαι.
illam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, εκείνη, εκείνο.
domini: γενική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης, αρσενικού γένους dominus -i = κύριος, αφεντικό.
iussu: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού δ΄ κλίσης, αρσενικού γένους iussus -us = διαταγή, εντολή.
id: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της οριστικής ως επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
dixisse: απαρέμφατο παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω. Στο β ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
illum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, εκείνη, εκείνο.
intus: τοπικό επίρρημα = μέσα, εντός.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανώμαλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω. (βλ. προηγουμένως)
accipe: β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας accipio, accepi, acceptum, accipĕre* 3 = δέχομαι, λαμβάνω, μαθαίνω. Πρόκειται για ένα από τα 15 ρήματα που λήγουν σε –io, αλλά ανήκουν στην 3η συζυγία.
nunc: χρονικό επίρρημα = τώρα.
quid: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της ουσιαστικής ερωτηματικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο.
postea: χρονικό επίρρημα = μετά, αργότερα, έπειτα.
Nasica: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, αρσενικού γένους Nasica -ae = Νασικάς. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. (βλ. προηγουμένως)
fecerit: γ΄ ενικό υποτακτικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας facio, feci, factum, facĕre 3 = κάνω. To β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ενεστώτα είναι fac. Επίσης, είναι ένα από τα 15 ρήματα που λήγουν σε –io, αλλά ανήκουν στην 3η συζυγία.
paucis: αφαιρετική πληθυντικού αρσενικού γένους, θετικού βαθμού του δευτερόκλιτου επιθέτου paucus, -a, -um = λίγος, -η, -ο. Θετικός: (στον ενικό αριθμό) paucus, -a, -um, συγκριτικός: paucior, -ior, -ius, υπερθετικός: paucissimus, -a, -um. Θετικός (στον πληθυντικό αριθμό): pauci, -ae, -a, συγκριτικός: pauciores, -iores, -iora, υπερθετικός: paucissimi, -ae, -a. Οι πληθυντικοί τύποι του συγκριτικού και υπερθετικού είναι πιο εύχρηστοι.
post: χρονικό επίρρημα = μετά, αργότερα.
diebus: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, αρσενικού γένους dies, diei = ημέρα.
Για το γένος του ουσιαστικού dies ισχύουν τα εξής:
To συγκεκριμένο ουσιαστικό στον πληθυντικό είναι πάντα αρσενικού γένους. Στον ενικό είναι άλλοτε αρσενικό, άλλοτε θηλυκό. Θηλυκό είναι στις εξής περιπτώσεις:
i. όταν σημαίνει «χρονολογία επιστολής»,
ii. όταν σημαίνει χρονική διάρκεια,
iii. στη νομική έννοια «dies certa» = «τακτή μέρα» (με σπάνιες εξαιρέσεις),
iv. στους ποιητές για λόγους μετρικούς.
Βλ. και Σκάσσης Ερρ., Ιστορική Γραμματική της Λατινικής Γλώσσας, σελ. 106, 107, παρ. 55.
cum: χρονικός σύνδεσμος. Πρόκειται για την ιστορικό ή διηγηματικό cum. (Βλ. προηγούμενη σημείωση)
Εnnius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού β΄ κλίσης Ennius -ii/-i (βλ. προηγουμένως).
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική για να δηλώσει την κίνηση κατεύθυνση σε τόπο = σε, προς.
Nasicam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης Nasica -ae (βλ. προηγουμένως)
venisset: γ΄ ενικό πρόσωπο υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 4ης συζυγίας venio, veni, ventum, venire = έρχομαι, φθάνω. (βλ. και προηγουμένως)
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
eum: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής ως επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός -ή -ό.
a: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
ianua: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, θηλυκού γένους ianua -ae = πόρτα.
quaereret: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας quaero, quaesivi, quaesitum, quaerĕre 3 = ζητώ.
exclamavit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 1ης συζυγίας exclamo, exclamavi, exclamatum, exclamāre 1 = φωνάζω δυνατά, αναφωνώ.
Nasica: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης Nasica -ae. (βλ. προηγουμένως)
se: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου = τον εαυτό του. (τα άλλα δύο πρόσωπα = α΄ πρόσωπο: ego, β΄ πρόσωπο: tu)
Στα λατινικά η προσωπική αντωνυμία γ΄προσώπου «se» χρησιμοποιείται για να δηλωθεί η αυτοπάθεια, γι’αυτό ονομάζεται και αυτοπαθής ή αντανακλώμενη αντωνυμία (pronomen reflexivum ή reciprocum). H συγκεκριμένη αντωνυμία δεν έχει ονομαστική παρά μόνο απαντά στις πλάγιες πτώσεις. Για να μη δηλωθεί η αυτοπάθεια, αντί της προσωπικής αντωνυμίας γ’ προσώπου «se» χρησιμοποιούνται οι τύποι της αντωνυμίας is,ea,id.
domi: εδώ χρησιμοποιείται ως επίρρημα = στο σπίτι. Πρόκειται για υπόλειμμα της παλιάς τοπικής πτώσης που ταυτίζεται με τη γενική του ενικού του ουσιαστικού domus -us, θηλυκού γένους, της 4ης κλίσης = σπίτι και λειτουργεί ως επίρρημα για να δηλώσει τη στάση σε τόπο. (βλ. προηγουμένως)
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
etsi: εναντιωματικός σύνδεσμος = αν και, παρόλο που.
domi: βλ προηγουμένως.
erat: γ΄ ενικό πρόσωπο οριστικής παρατατικού του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
tum: χρονικό επίρρημα = τότε.
Ennius: ονομαστική ενικού, του ουσιαστικού β΄ κλίσης αρσενικού γένους Ennius -ii/i (βλ. προηγουμένως)
indignatus: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της μετοχής παρακειμένου indignatus, -a, -um του αποθετικού ρήματος της α΄ συζυγίας indignor, indignatus sum, indignāri 1 = αγανακτώ.
quod: εδώ αιτιολογικός σύνδεσμος = γιατί, διότι.
Nasica: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού α΄ κλίσης, αρσενικού γένους, Nasica -ae = Νασικάς (ως κύριο όνομα κατά βάση δεν έχει πληθυντικό)
tam: ποσοτικό επίρρημα = τόσο
aperte: τροπικό επίρρημα = ανοικτά, φανερά. Τα παραθετικά του επιρρήματος είναι τα εξής: Θετικός βαθμός: aperte, συγκριτικός βαθμός: apertius, υπερθετικός βαθμός: apertissime.
mentiebatur: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού του αποθετικού ρήματος της 4ης συζυγίας mentior, mentitus sum, mentῑri = ψεύδομαι.
quid: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της ουσιαστικής ερωτηματικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο.
inquit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ελλειπτικού ρήματος inquam = λέω. Το συγκεκριμένο ρήμα αντιστοιχεί εν μέρει με το ρήμα ἒφη (φημί) της αρχαίας ελληνικής.
ego: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους εδώ, της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
cognosco: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας cognosco, cognovi, cognitum, cognoscĕre 3 = γνωρίζω, αναγνωρίζω, μαθαίνω.
vocem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους vox, vocis = φωνή.
tuam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας β΄ προσώπου (για έναν κτήτορα) tuus, tua, tuum = δικός σου, δική σου, δικό σου.
vis: β΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ανώμαλου ρήματος volo, volui, -, velle = θέλω.
-ne: ερωτηματικό μόριο, εγκλιτική λέξη = μήπως. Βρίσκεται πάντοτε προσαρτημένο στη λέξη που βρίσκεται στην αρχή της ερωτηματικής πρότασης και στην οποία αναφέρεται η ερώτηση.
scire: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος της 4ης συζυγίας scio, scivi (scii), scitum, scire 4 = γνωρίζω, ξέρω. (προστακτική ενεστώτα: scito, scitote).
quid: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της ουσιαστικής ερωτηματικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο.
Nasica: ονομαστική ενικού, του ουσιαστικού α΄ κλίσης αρσενικού γένους Nasica -ae = ο Νασικάς.
responderit: γ΄ ενικό υποτακτικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 2ης συζυγίας respondeo, respondi, responsum, respondēre 2 = απαντώ, αποκρίνομαι.
homo: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης homo -inis = άνθρωπος. Είναι αρσενικού και θηλυκού γένους, που, όμως, εδώ λειτουργεί ως αρσενικό.
es: β΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
impudens: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους του επιθέτου της γ΄ κλίσης impudens [γενική πτώση impudentis] (αρσενικό), impudens (θηλυκό) impudens (ουδέτερο) = αναιδής. Πρόκειται για επίθετο τριγενές και μονοκατάληκτο. Οι τρεις βαθμοί του επιθέτου είναι: θετικός: impudens, συγκριτικός: impudentior -ior -ius, υπερθετικός: impudentissimus -a -um.
ego: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους εδώ, της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ. (βλ. και προηγουμένως)
cum: (= όταν) χρονικός σύνδεσμος. Εδώ πρόκειται για τον ιστορικό ή διηγηματικό cum (βλ. και προηγουμένως)
te: αιτιατική ενικού, αρσενικού εδώ γένους της προσωπικής αντωνυμίας β΄ προσώπου tu = εσύ.
quaererem: α΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας quaero, quaesivi, quaesitum, quaerĕre 3 = ζητώ.
ancillae: δοτική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους, ancilla -ae = υπηρέτρια.
tuae: δοτική ενικού, θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας (για έναν κτήτορα) tuus, tua, tuum = δικός σου, δική σου, δικό σου.
credidi: α΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας credo, credidi, creditum, credĕre 3 = πιστεύω.
te: αιτιατική ενικού, αρσενικού εδώ γένους της προσωπικής αντωνυμίας β΄ προσώπου tu = εσύ. (βλ. και προηγουμένως)
domi: εδώ χρησιμοποιείται ως επίρρημα = στο σπίτι. (βλ. και προηγουμένως)
non esse: απρφ ενεστώτα (εδώ με την άρνηση non) του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
tu: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους εδώ, της προσωπικής αντωνυμίας β΄ προσώπου tu = εσύ.
mihi: δοτική ενικού, αρσενικού γένους εδώ, της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
ipsi: δοτική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = αυτός ο ίδιος, αυτή η ίδια, αυτό το ίδιο
non credis: β΄ ενικό οριστικής ενεστώτα (εδώ με την άρνηση non) ενεργητικής φωνής του ρήματος της 3ης συζυγίας credo, credidi, creditum, credĕre 3 = πιστεύω.


LECTIO ΧΧV: ΠΩΣ ΕΝΑ ΣΥΚΟ ΣΤΑΘΗΚΕ ΑΦΟΡΜΗ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΕΙ Η ΚΑΡΧΗΔΟΝΑ

Cato attulit quodam die in curiam ficum praecocem ex Carthagine ostendensque patribus «Interrogo vos» inquit «quando hanc ficum decerptam esse putetis ex arbore». Cum omnes recentem esse dixissent, «Atqui ante tertium diem» inquit «scitote decerptam esse Carthagine. Tam prope a muris habemus hostem! Itaque cavete periculum, tutamini patriam. Opibus urbis nolite confidere. Fiduciam, quae nimia vobis est, deponite. Neminem credideritis patriae consulturum esse, nisi vos ipsi patriae consulueritis. Mementote rem publicam in extremo discrimine quondam fuisse!» Statimque sumptum est Punicum bellum tertium, quo Carthago deleta est.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Κάποια μέρα ο Κάτωνας έφερε στο βουλευτήριο (ή: στη Σύγκλητο) ένα πρώιμο σύκο από την Καρχηδόνα και ενώ το έδειχνε (ή: δείχνοντάς το) στους Συγκλητικούς «Σας ρωτώ», είπε «πότε νομίζετε πως αυτό το σύκο κόπηκε από το δέντρο». Όταν όλοι απάντησαν πως ήταν φρέσκο, «Κι όμως πριν από τρεις μέρες» είπε «μάθετε πως κόπηκε στην Καρχηδόνα. Τόσο κοντά στα τείχη έχουμε τον εχθρό! Φυλαχτείτε λοιπόν από τον κίνδυνο, προστατέψτε την πατρίδα. Μην έχετε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της πόλης. Να αποβάλετε την αυτοπεποίθηση που είναι υπερβολική σε σας. Μην πιστέψετε πως θα ενδιαφερθεί κανείς για την πατρίδα, αν εσείς οι ίδιοι δεν φροντίσετε για την πατρίδα. Θυμηθείτε ότι κάποτε η πολιτεία βρέθηκε στον έσχατο κίνδυνο!». Κι αμέσως άρχισε ο τρίτος Καρχηδονιακός πόλεμος, στη διάρκεια του οποίου καταστράφηκε η Καρχηδόνα.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Cato: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Cato -onis = Κάτωνας → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
attulit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ανώμαλου ρήματος affero, attuli, allatum, afferre = φέρνω (κάπου) → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: affer
quodam: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο
die: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, ε’ κλίση, του ουσιαστικού dies -ei = μέρα
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε
curiam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού curia -ae = βουλευτήριο, κτήριο της Συγκλήτου
ficum: αιτιατική ενικού, θηλυκό, β’ ή δ’ κλίση, του ουσιαστικού ficus -i ή ficus -us = σύκο → κλίνεται σύμφωνα με τη β’ κλίση και επιπλέον δανείζεται από την δ’ κλίση όσους τύπους λήγουν σε -us και -u
praecocem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του μονοκατάληκτου επιθέτου praecox, praecox, praecox (-ocis)
ex: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από
Carthagine: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Carthago -inis = Καρχηδόνα → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
ostendens: ονομαστική ενικού, αρσενικό, μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ostendo, ostendi, ostentum ή ostensum, ostendĕre 3 = δείχνω
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη
patribus: δοτική πληθυντικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού pater –tris = πατέρας (στον ενικό), Συγκλητικοί (στον πληθυντικό) (ετερόσημο) → γενική πληθυντικού: patrum
interrogo: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος interrogo, interrogavi, interrogatum, interrogāre 1= ρωτώ
vos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας = εσάς
inquit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ελλειπτικού ρήματος inquam = λέω
quando: ερωτηματικό χρονικό επίρρημα = πότε
hanc: αιτιατική ενικού, θηλυκό, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό
ficum: αιτιατική ενικού, θηλυκό, β’ ή δ’ κλίση, του ουσιαστικού ficus –i ή ficus -us = σύκο → κλίνεται σύμφωνα με τη β’ κλίση και επιπλέον δανείζεται από την δ’ κλίση όσους τύπους λήγουν σε -us και –u
decerptam esse: απαρέμφατο παθητικού παρακειμένου, του ρήματος decerpo, decerpsi, decerptum, decerpĕre 3 = κόβω
putetis: β’ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος puto, putavi, putatum, putāre 1 = νομίζω
ex: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από
arbore: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού arbor –oris = δέντρο
cum: χρονικός σύνδεσμος (ο cum ο ιστορικός-διηγηματικός) = όταν
omnes: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του επιθέτου omnis, -is, -e = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά
recentem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του μονοκατάληκτου επιθέτου recens (-ntis), recens, recens = φρέσκος, -ια, -ο → Παραθετικά: recentior, -ior, -ius, recentissimus, -a, -um
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, –, esse = είμαι
dixissent: γ’ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic
Atqui: αντιθετικός σύνδεσμος = και όμως
ante: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = πριν
tertium: αιτιατική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του τακτικού αριθμητικού tertius, -a, -um = τρίτος, -η, -ο → δεν σχηματίζει κλητική
diem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, ε’ κλίση, του ουσιαστικού dies –ei = μέρα
inquit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ελλειπτικού ρήματος inquam = λέω
scitote: β’ πληθυντικό, προστακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος scio, sci(v)i, scitum, scire 4 = μαθαίνω → σχηματίζει προστακτική ενεστώτα από τους αντίστοιχους τύπους της προστακτικής μέλλοντα: scito, scitote.
decerptam esse: απαρέμφατο παθητικού παρακειμένου, του ρήματος decerpo ,decerpsi, decerptum, decerpĕre 3 = κόβω
Carthagine: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Carthago –inis = Καρχηδόνα → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
Tam: ποσοτικό επίρρημα = τόσο
prope: τοπικό επίρρημα = κοντά → Παραθετικά: propius, proxime
a (ή ab): πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από
muris: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού murus –i = (ο) τοίχος, το τείχος (συνηθέστερα συναντάται στον πληθυντικό)
habemus: α’ πληθυντικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος habeo, habui, habitum, habēre 2 = έχω
hostem: αιτιατική ενικού, αρσενικό και θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού hostis –is = εχθρός
itaque: συμπερασματικός σύνδεσμος = επομένως, λοιπόν
cavete: β’ πληθυντικό, προστακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος caveo, cavi, cautum, cavēre 2 = προσέχω, φυλάγομαι
periculum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού periculum –i = κίνδυνος
tutamini: β’ πληθυντικό, προστακτική ενεστώτα, του ρήματος tutor, tutatus sum, tutāri αποθετικό 1 = προστατεύω
patriam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού patria –ae = πατρίδα
opibus: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού opes -um = δυνάμεις → στον ενικό απαντούν οι τύποι: (ops), opis, –, opem, -, ope = βοήθεια (ετερόσημο)
urbis: γενική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού urbs -is = πόλη
nolite: β’ πληθυντικό, προστακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ανώμαλου ρήματος nolo, nolui, - , nolle = δεν θέλω
confidĕre: απαρέμφατο ενεστώτα, του ρήματος confido, confisus sum, confidĕre 3 (ημιαποθετικό) = εμπιστεύομαι
Fiduciam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού fiducia –ae = εμπιστοσύνη → ως αφηρημένη έννοια δεν διαθέτει πληθυντικό
quae: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
nimia: ονομαστική ενικού, θηλυκό, β’ κλίση, του επιθέτου nimius, –a, –um = υπερβολικός, -ή, -ό → σχηματίζει περιφραστικά παραθετικά: magis nimius, -am, -um, maxime nimius, -a, -um
vobis: δοτική πληθυντικού, αρσενικό, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας = σ’ εσάς
est: γ’ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω
deponite: β’ πληθυντικό, προστακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος depono, deposui, depositum ,deponĕre 3 = αποβάλλω
Neminem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (nil)
credideritis: β’ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος credo, credidi, creditum, credĕre 3 = πιστεύω
patriae: δοτική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού patria –ae = πατρίδα
consulturum esse: απαρέμφατο ενεργητικού μέλλοντα, του ρήματος consulo, consului, consultum, consulĕre 3 = φροντίζω
nisi: υποθετικός αποφατικός σύνδεσμος = αν δεν
vos: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας = εσείς
ipsi: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = ίδιος, -α, -ο
patriae: δοτική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού patria –ae = πατρίδα
consulueritis: β’ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος consulo, consului, consultum, consulĕre 3 = φροντίζω
mementote: β’ πληθυντικό, προστακτική ενεργητικού μέλλοντα με σημασία ενεστώτα, του ελλειπτικού ρήματος memini – meminisse = θυμάμαι
rem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, ε’ κλίση, του ουσιαστικού res, rei = πράγμα
publicam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, β’ κλίση, του επιθέτου publicus, –a, –um = δημόσιος → δεν σχηματίζει παραθετικά
rem publicam: όλο μαζί αποτελεί σύνθετο ουσιαστικό = πολιτεία → δεν σχηματίζει πληθυντικό
in: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = σε
extremο: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του επιθέτου extremus, -a, -um = έσχατος, -η, -ο. Αποτελεί υπερθετικό βαθμό του επιθέτου exterus, -a, -um → Παραθετικά: exterior, -ior, -ius, extremus, -a, -um/ extimus, -a, -um.
discrimine: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, γ’ κλίση, του ουσιαστικού discrimen –inis = κίνδυνος
quondam: χρονικό επίρρημα = κάποτε
fuisse: απαρέμφατο παρακειμένου, του ρήματος sum, – fui, -, esse = είμαι, υπάρχω, βρίσκομαι
Statim: χρονικό επίρρημα = αμέσως
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη
sumptum est: γ’ ενικό, οριστική παθητικού παρακειμένου, του ρήματος sumo, sumpsi, sumptum, sumĕre 3 = αρχίζω
Punicum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του επιθέτου Punicus, –a, –um = Καρχηδονιακός → δεν σχηματίζει παραθετικά
bellum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού bellum –i = πόλεμος
tertium: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του τακτικού αριθμητικού tertius, –a, –um = τρίτος, -η, -ο → δεν σχηματίζει κλητική
quo: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
Carthago: ονομαστική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Carthago –inis = Καρχηδόνα → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
deleta est: γ’ ενικό, οριστική παθητικού παρακειμένου, του ρήματος deleo, delevi, deletum, delēre 2 = καταστρέφω


LECTIO ΧΧVII: ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΩΡΙΜΑΖΕΙ ΟΠΩΣ ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ

Cum Accius ex urbe Roma Tarentum venisset, ubi Pacuvius grandi iam aetate recesserat, devertit ad eum. Accius, qui multo minor natu erat, tragoediam suam, cui «Atreus» nomen est, ei desideranti legit. Tum Pacuvius dixit sonora quidem esse et grandia quae scripsisset, sed videri tamen ea sibi duriora et acerbiora. «Ita est» inquit Accius «ut dicis; neque id me sane paenitet; meliora enim fore spero, quae deinceps scribam. Nam quod in pomis est, idem esse aiunt in ingeniis: quae dura et acerba nascuntur, post fiunt mitia et iucunda; sed quae gignuntur statim vieta et mollia, non matura mox fiunt sed putria».

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Όταν ο Άκκιος είχε έλθει από την πόλη Ρώμη στον Τάραντα, όπου ο Πακούβιος σε μεγάλη πια ηλικία είχε αποσυρθεί, κατέλυσε σε αυτόν. Ο Άκκιος, ο οποίος ήταν πολύ μικρότερος στην ηλικία, διάβασε σε αυτόν, επειδή το επιθυμούσε, την τραγωδία του, της οποίας το όνομα είναι «Ατρέας». Τότε ο Πακούβιος είπε ότι ήταν βέβαια ηχηρά και μεγάλα όσα είχε γράψει, αλλά όμως ότι του φαίνονταν κάπως τραχιά και πικρά. «Έτσι είναι» είπε ο Άκκιος «όπως λες˙ και δεν μετανιώνω βέβαια καθόλου γι’ αυτό˙ διότι ελπίζω, ότι θα είναι καλύτερα αυτά που θα γράψω στη συνέχεια. Γιατί αυτό που συμβαίνει στους καρπούς, το ίδιο λένε ότι συμβαίνει και στα πνεύματα: αυτοί που γεννιούνται σκληροί και πικροί ύστερα γίνονται γλυκείς και ευχάριστοι˙ αλλά αυτοί που γεννιούνται από την αρχή μαραμένοι και μαλακοί, δεν ωριμάζουν αργότερα αλλά σαπίζουν».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
cum: χρονικός σύνδεσμος (ιστορικός-διηγηματικός) = όταν
Accius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού, Accius-ii/ -i, β’ κλίση αρσενικό = ο Άκκιος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
ex: πρόθεση + αφαιρετική = από
urbe: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού urbs, -is, γ’ κλίση, θηλυκό = η πόλη
Roma: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Roma -ae, α’ κλίση, θηλυκό = η Ρώμη → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
Tarentum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Tarentum -i, β΄κλίση, ουδέτερο = ο Τάραντας → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
venisset: γ’ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος venio, veni, ventum, venīre 4 = έρχομαι
ubi: αναφορικό τοπικό επίρρημα = όπου
Pacuvius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Pacuvius-ii/ -i, β΄κλίση, αρσενικό = o Πακούβιος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
grandi: αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους, του επιθέτου grandis, -is, -e, γ΄ κλίση = μεγάλος, -η, -ο
(Σ.Β.: grandior, -ior, -ius, Υ.Β.: grandissimus, -a, -um)
iam: χρονικό επίρρημα = πια, ήδη
aetate: αφαιρετική ενικού, του ουσιαστικού aetas -atis, γ’ κλίση, θηλυκό = ηλικία (γενική πληθυντικού = aetatum και aetatium)
recesserat: γ’ ενικό οριστικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος recedo, recessi, recessum, recedĕre 3 = αποσύρομαι
devertit: γ’ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος deverto, deverti, deversum, devertĕre 3 και devertor, deverti, deverti 3 ημιαποθετικό = καταλύω, μένω
ad: πρόθεση + αιτιατική = σε
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους, της οριστικής επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id= αυτός, -ή, -ό
Accius: ονομαστική ενικού, του ουσιαστικού, Accius-ii/ -i, β’ κλίση, αρσενικό = ο Άκκιος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
qui: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
multo: αφαιρετική ενικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου multus, -a, -um, β΄κλίση = πολύς, πολλή, πολύ)
[Σ.Β.: plus (χρησιμοποιείται μόνο η ονομαστική και αιτιατική του ουδετέρου plus και η γενική pluris) Υ.Β.: plurimus, -a, -um]. Το επίθετο σχηματίζει παραθετικά συνήθως στον πληθυντικό
minor: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους, συγκριτικού βαθμού του επιθέτου parvus, -a, -um, β΄κλίση = μικρός, -ή, -ό, (Σ.Β.: minor, minus Y.B.:minimus, -a, -um)
natu: αφαιρετική ενικού, του ουσιαστικού natus -us, δ’ κλίση, αρσενικό = η ηλικία (εύχρηστο μόνο στην αφαιρετική ενικού)
erat: γ’ ενικό, οριστικής παρατατικού του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
tragoediam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού tragoedia -ae, α’ κλίση, θηλυκό = η τραγωδία
suam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους, της κτητικής αντωνυμίας για έναν κτήτορα suus, -a, -um = δικός, -ή, -ό του
cui: δοτική ενικού, θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
Αtreus: ονομαστική ενικού, του ουσιαστικού Atreus-i, β’ κλίση, αρσενικό = ο Ατρέας (κλητική ενικού: Atreu) → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
nomen: ονομαστική ενικού, του ουσιαστικού nomen -inis, γ’ κλίση, ουδέτερο = το όνομα
est: γ’ ενικό, οριστικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
ei: δοτική ενικού, αρσενικού γένους, της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
desideranti: δοτική ενικού, αρσενικού γένους, της μετοχής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος desidero, desideravi, desideratum, desiderāre 1 = επιθυμώ
legit: γ΄ενικό, οριστικής παρακειμένου, ενεργητικής φωνής του ρήματος lego, legi, lectum, legĕre 3 = διαβάζω
tum: χρονικό επίρρημα = τότε
Pacuvius: ονομαστική. ενικού του ουσιαστικού Pacuvius-ii/ i β΄κλίση, αρσενικό = o Πακούβιος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
dixit: γ΄ενικό, οριστικής παρακειμένου, ενεργητικής φωνής του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → (β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic)
sonora: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους, του επιθέτου sonorus, -a, -um, β΄κλίση = o ηχηρός, -ή, -ό (δεν σχηματίζει παραθετικά)
quidem: τροπικό επίρρημα = βέβαια
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
grandia: αιτιατική πληθυντικού ουδετέρου γένους του επιθέτου grandis, -is, -e, γ΄ κλίση = μεγάλος, -η, -ο
(Σ.Β.: grandior, -ior, -ius, Υ.Β.: grandissimus, -a, -um)
quae: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
scripsisset: γ΄ενικό, υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος scribo, scripsi, scriptum, scribĕre 3 = γράφω
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά
videri: απαρέμφατο ενεστώτα παθητικής φωνής του ρήματος video, vidi, visum, vidēre 2 = βλέπω
tamen: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως
ea: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της οριστικής επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
sibi: δοτική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, γ΄ πρόσωπο
duriora: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους, συγκριτικού βαθμού του επιθέτου durus, -a, -um β΄ κλίση = σκληρός,-ή, -ό, τραχύς, -ιά, -ύ
(Σ.Β.: durior, -ior, -ius, Υ.Β.: durissimus, -a, -um. O θετικός του επιρρήματος σχηματίζει δύο τύπους: dure και duriter)
et : συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
acerbiora: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους, συγκριτικού βαθμού του επιθέτου acerbus, -a, -um, β΄κλίση = πικρός, -ή, -ό
(Σ.Β.: acerbior, -ior, -ius, Υ.Β.: acerbissimus, -a, -um)
ita: τροπικό επίρρημα = έτσι
est: γ΄ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
inquit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου του ελλειπτικού ρήματος inquam = λέω
Accius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού, Accius-ii/ i, β’ κλίση αρσενικό = ο Άκκιος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
υt: παραβολικός σύνδεσμος = όπως
dicis: β΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω
neque: αντιθετικός σύνδεσμος = ούτε
id: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους της οριστικής επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
me: αιτιατική ενικού, της προσωπικής αντωνυμίας, α΄ πρόσωπο ego = εγώ
sane: τροπικό επίρρημα = βέβαια (Σ: sanius, Υ: sanissime)
paenitet: γ΄ ενικό, οριστικής ενεστώτα του ρήματος paenitet, paenituit, paenitēre 2 = μετανιώνω
meliora: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους συγκριτικού βαθμού του επιθέτου bonus, -a, -um, β΄κλίση = καλός, -ή, - ό, (Σ.Β.: melior, -ior, -ius , Υ.Β.: optimus, -a, -um)
enim: αιτιολογικός σύνδεσμος = γιατί
fore: απαρέμφατο μέλλοντα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι (Σχηματίζει και δεύτερο τύπο: futura esse)
spero: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος spero, speravi, speratum, sperāre 1 = ελπίζω
quae: αιτιατική πληθυντικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας, qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
deinceps: χρονικό επίρρημα = στη συνέχεια
scribam: α’ ενικό, οριστικής μέλλοντα ενεργητικής φωνής του ρήματος scribo, scripsi, scriptum, scribĕre 3 = γράφω
nam: αιτιολογικός σύνδεσμος = γιατί
quod: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
in: πρόθεση + αφαιρετική = σε
pomis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού pomum-i, β΄κλίση, ουδέτερο = ο καρπός
est: γ΄ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
idem: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας idem, eadem, idem = ίδιος, -α, -ο
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
aiunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ελλειπτικού ρήματος aio = λέω
in: πρόθεση + αφαιρετική = σε
ingeniis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού ingenium-ii (i) , β΄ κλίση , ουδέτερο = το πνεύμα
quae: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
dura: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους του επιθέτου durus, -a, -um, β΄ κλίση = σκληρός, -ή, -ό, τραχύς, -ιά, -ύ
(Σ.Β.: durior, -ior, -ius, Υ.Β.: durissimus, -a, -um. O θετικός του επιρρήματος σχηματίζει δύο τύπους: dure και duriter)
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
acerba: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους του επιθέτου acerbus, -a, -um, β΄ κλίση = πικρός, -ή, -ό
(Σ.Β.: acerbior, -ior, -ius, Υ.Β.: acerbissimus, -a, -um)
nascuntur: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος nascor, natus sum, nasci 3 αποθετικό = γεννιέμαι (μετοχή μέλλοντα : nasciturus, -a, -um).
post: χρονικό επίρρημα = αργότερα
fiunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι
mitia: ονομαστική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου mitis, -is, -e γ΄ κλίση = γινωμένος, -η, -ο (Σ.Β.: mitior, -ior, -ius , Υ.Β.: mitissimus, -a, -um) - (Eπίρρημα: mite, mitius, mitissime)
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
iucunda: ονομαστική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου iucundus, -a, -um β΄ κλίση = γλυκός, -ιά, -ό, ευχάριστος, -η, -ο
(Σ.Β.: iucundior, -ior, -ius, Υ.Β.: iucundissimus, -a, -um)
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά
quae: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
gignuntur: γ΄ πληθυντικό, οριστικής ενεστώτα παθητικής φωνής του ρήματος gigno, genui, genitum, gignĕre3 = γεννώ
statim: χρονικό επίρρημα = εξ αρχής
vieta: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους του επιθέτου vietus, -a, -um, β΄κλίση = μαραμένος, -η, -ο (δεν σχηματίζει παραθετικά)
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
mollia: ονομαστική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου mollis, -is, -e, γ΄κλίση = μαλακός, -ή, -ό
(Σ.Β.: mollior, -ior, -ius , Υ.Β.: mollissimus, -a, -um)
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν
matura: ονομαστική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου maturus, -a, -um β΄κλίση = ώριμος, -η, -ο
(Σ.Β.: maturior, -ior, -ius , Υ.Β.: maturissimus, -a, -um & maturrimus, -a, -um)
mox: χρονικό επίρρημα = έπειτα
fiunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά
putria: ονομαστική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου puter (putris), –is, -e, γ΄κλίση = σάπιος, -α, -ο, (δεν σχηματίζει παραθετικά)


LECTIO ΧΧVIII: ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΕΝΟΣ ΔΡΑΠΕΤΗ ΔΟΥΛΟΥ

Aesopi nostri Licinus servus tibi notus Roma Athenas fugit. Is Athenis apud Patronem Epicureum paucos menses pro libero fuit, inde in Asiam abiit. Postea Plato quidam Sardianus, cum eum fugitivum esse ex Aesopi litteris cognovisset, hominem comprehendit et in custodiam Ephesi tradidit. Tu hominem investiga, quaeso, summaque diligentia vel Romam mitte vel Epheso rediens tecum deduc. Noli spectare quanti homo sit. Parvi enim preti est, qui tam nihili est. Sed, propter servi scelus et audaciam, tanto dolore Aesopus est adfectus, ut nihil ei gratius possit esse quam recuperatio fugitivi.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ο Λίκινος, ο δούλος του Αισώπου μας, γνωστός σε εσένα, δραπέτευσε/ έφυγε από τη Ρώμη στην Αθήνα. Αυτός έζησε στην Αθήνα, κοντά στον Πάτρωνα τον Επικούρειο, λίγους μήνες ως ελεύθερος, από εκεί έφυγε στην Ασία. Αργότερα κάποιος Πλάτωνας από τις Σάρδεις, όταν κατάλαβε από την επιστολή του Αισώπου ότι αυτός ήταν δραπέτης, συνέλαβε τον άνθρωπο και τον παρέδωσε στη φυλακή στην Έφεσο. Εσύ, παρακαλώ, αναζήτησε τα ίχνη του ανθρώπου και με την πιο μεγάλη φροντίδα είτε στείλε αυτόν στη Ρώμη είτε φερ’ τον μαζί σου καθώς επιστρέφεις από την Έφεσο. Να μην σε απασχολήσει πόσο κοστίζει ο άνθρωπος. Γιατί είναι μικρής αξίας, όποιος είναι τόσο τιποτένιος (τέτοιος μασκαράς). Αλλά, εξαιτίας της ελεεινής πράξης και του θράσους του δούλου, ο Αίσωπος τόσο πολύ οργίστηκε, ώστε τίποτε δεν θα μπορούσε να είναι πιο ευχάριστο σε αυτόν από την επανάκτηση του δραπέτη.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Aesopi: γενική ενικού του ουσιαστικού Aesopus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο Αίσωπος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
nostri: γενική ενικού αρσενικού γένους της κτητικής αντωνυμίας α΄ προσώπου, για πολλούς κτήτορες noster, nostra, nostrum = o δικός, -ή, - ό μας.
Licinus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Licinus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο Λίκινος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
servus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού servus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο δούλος.
tibi: δοτική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας β΄ προσώπου tu = εσύ.
notus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος nosco, novi, notum, noscĕre 3 = γνωρίζω.
Roma: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Roma -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Ρώμη → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
Athenas: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού. Athenae -arum, α΄ κλίση, θηλυκό = η Αθήνα (συναντάται μόνο στον πληθυντικό εκ μεταγραφής από την αρχαία ελληνική αἱ Ἀθῆναι).
fugit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος fugio, fugi, fugitum, fugĕre 3* = φεύγω → ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio.
Is: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
Athenis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού Athenae -arum, α΄ κλίση θηλυκό = η Αθήνα (συναντάται μόνο στον πληθυντικό εκ μεταγραφής από την αρχαία ελληνική, αἱ Ἀθῆναι)
apud: πρόθεση + αιτιατική = σε
Patronem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Patro -onis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο Πάτρωνας → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό). → δανείζεται κάποιες πτώσεις από την αρχαία ελληνική:
Patro(n)
Patronis
Patroni
Patronem - Patrona
Patro(n)
Patrone
Epicureum: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους του επιθέτου Epicureus, -a, -um, β΄ κλίση = ο επικούρειος → δεν σχηματίζει παραθετικά
paucos: αιτιατική πληθυντικού αρσενικού γένους του επιθέτου paucus, -a, -um, β΄ κλίση = λίγος, -η, -ο → (Παραθετικά: paucior, -ior, -ius, paucissimus, -a, -um)
menses: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού mensis -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο μήνας
pro: πρόθεση + αφαιρετική = σαν, ως
libero: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους του επιθέτου liber, libera, liberum, β΄ κλίση = ελεύθερος, -η, -ο → (Παραθετικά: liberior, -ior, -ius, liberrimus, -a, -um)
fuit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
inde: τοπικό επίρρημα = από εκεί
in: πρόθεση + αιτιατική = σε
Asiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Asia -ae, α΄ κλίση, θηλυκό → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
abiit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος abeo, abi(v)i, abitum, abīre = φεύγω
postea: επίρρημα χρονικό = αργότερα
Plato: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Plato-onis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο Πλάτωνας → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό). → δανείζεται κάποιες πτώσεις από την αρχαία ελληνική:
Plato(n)
Platonis
Platoni
Platonem - Platona
Plato(n)
Platone
quidam: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης - επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο
Sardianus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους του επιθέτου Sardianus,-a,-um, β΄ κλίση = ο Σαρδιανός → (δεν σχηματίζει παραθετικά)
cum: σύνδεσμος χρονικός (εδώ ιστορικός-διηγηματικός) = όταν
eum: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
fugitivum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού fugitivus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο δραπέτης
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
ex: πρόθεση + αφαιρετική = από
litteris: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού litterae -arum, α΄ κλίση, θηλυκό = τα γράμματα, οι επιστολές (στον ενικό = το γράμμα της αλφαβήτου)
Aesopi: γενική ενικού του ουσιαστικού Aesopus -i, β΄ κλίση, αρσενικό= ο Αίσωπος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
cognovisset: γ΄ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος cognosco, cognovi, cognitum, cognoscĕre 3 = μαθαίνω
hominem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού homo -inis, γ΄ κλίση, αρσενικό και θηλυκό = ο άνθρωπος
comprehendit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος comprehendo, comprehendi, comprehensum, comprehendĕre 3 = συλλαμβάνω
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
in: πρόθεση + αιτιατική = σε
custodiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού custodia -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = φυλακή
Ephesi: γενική ενικού του ουσιαστικού Ephesus -i, β΄ κλίση, θηλυκό = η Έφεσος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
tradidit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος trado, tradidi, traditum, tradĕre 3 = παραδίδω
tu: ονομαστική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, β΄ προσώπου tu = εσύ
hominem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού homo -inis, γ΄ κλίση, αρσενικό και θηλυκό = ο άνθρωπος
investiga: β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος investigo, investigavi, investigatum, investigāre 1 = αναζητώ τα ίχνη
quaeso: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ελλειπτικού ρήματος quaeso, -, -, quaesĕre 3 = παρακαλώ
summa: αφαιρετική ενικού θηλυκού γένους υπερθετικού βαθμού του επιθέτου superus, -a, -um, β΄ κλίση = ανώτερος, -η,-ο → (Παραθετικά: superior, -ior, -ius, supremmus, -a, -um/ summus, -a, -um)
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → (χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη)
diligentia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού diligentia -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = φροντίδα
vel: διαζευκτικός σύνδεσμος = είτε
Romam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Roma -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Ρώμη → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
mitte: β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος mitto, misi, missum, mittĕre 3 = στέλνω
vel: διαζευκτικός σύνδεσμος = είτε
Epheso: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Ephesus -i, β΄ κλίση, θηλυκό = η Έφεσος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
rediens: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής ενεστώτα του ρήματος : redeo, redii, reditum, redīre = γυρίζω, επιστρέφω
te: αφαιρετική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, β΄ προσώπου tu = εσύ
cum: πρόθεση + αφαιρετική = μαζί με
deduc: β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής (εξαίρεση) του ρήματος deduco, deduxi, deductum, deducĕre 3 = οδηγώ, φέρνω
Noli: β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα του ρήματος nolo, nolui, -, nolle = δεν θέλω, αρνούμαι
spectare: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος specto, spectavi, spectatum, spectāre 1 = κοιτάζω
Noli spectare: είναι έκφραση απαγόρευσης = μη σε απασχολήσει
quanti: γενική ενικού ουδετέρου γένους της ερωτηματικής αντωνυμίας quantus, -a, -um = πόσος, -η, -ο
homo: ονομαστική ενικού, αρσενικό (ή θηλυκό, εδώ είναι αρσενικό), γ’ κλίση, του ουσιαστικού homo -inis = άνθρωπος
sit: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
parvi: γενική ενικού ουδετέρου γένους του επιθέτου parvus, -a, -um, β΄ κλίση = μικρός, -ή, -ό → (Παραθετικά: minor, -or, -us, minimus, -a, -um)
enim: αιτιολογικός σύνδεσμος = γιατί
preti: γενική ενικού του ουσιαστικού pretium -ii (i), β΄ κλίση, ουδέτερο = αξία
est: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
qui: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο
tam: επίρρημα = τόσο
nihili: γενική ενικού του ουσιαστικού nihilum –i, β΄ κλίση, ουδέτερο = τίποτε
est: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά
propter: πρόθεση + αιτιατική = εξαιτίας
servi: γενική ενικού του ουσιαστικού servus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο δούλος
scelus: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού scelus -eris, γ΄ κλίση, ουδέτερο = έγκλημα, ελεεινή πράξη
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
audaciam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού audacia -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = το θράσος → ετερόσημο. Στον πληθυντικό audaciae -arum = τολμηρές πράξεις
tanto: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας tantus, -a, -um = τόσος, -η, -ο
dolore: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού dolor -oris, γ΄ κλίση, αρσενικό = πόνος, [εδώ] οργή
Aesopus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Aesopus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο Αίσωπος → (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
est adfectus: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος adficio (και afficio), adfeci, adfectum, adficĕre 3* = περιβάλλω → (ανήκει στα 15 ρήματα σε -io που κλίνονται σαν το capio).
ut: συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε
nihil: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (ή nil) = κανείς, τίποτε
ei: δοτική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
gratius: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους συγκριτικού βαθμού του επιθέτου gratus, -a, -um , β΄ κλίση = ευχάριστος, -η, -ο → (Παραθετικά: gratior, -ior, -ius, gratissimus, -a, -um)
possit: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα του ρήματος possum, potui, - ,posse
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι
quam: επίρρημα που εισάγει β΄ όρο σύγκρισης = παρά
recuperatio: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού recuperatio -onis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η επανάκτηση
fugitivi: γενική ενικού του ουσιαστικού fugitivus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο δραπέτης


LECTIO ΧΧIX: Ο ΟΚΤΑΒΙΑΝΟΣ, Ο ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ

Cum Octavianus post victoriam Actiacam Romam rediret, homo quidam ei occurrit corvum tenens; eum instituerat haec dicere: «Ave, Caesar, victor imperator». Caesaris multum interfuit corvum emere; itaque viginti milibus sestertium eum emit. Id exemplum sutorem quendam incitavit, ut corvum doceret parem salutationem. Diu operam frustra impendebat; quotiescumque avis non respondebat, sutor dicere solebat «Oleum et operam perdidi». Tandem corvus salutationem didicit et sutor, cupidus pecuniae, eum Caesari attulit. Audita salutatione Caesar dixit: «Domi satis salutationum talium audio». Tum venit corvo in mentem verborum domini sui: «Oleum et operam perdidi». Ad haec verba Augustus risit emitque avem tanti, quanti nullam adhuc emerat.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Καθώς (ή: όταν) ο Οκταβιανός επέστρεφε στη Ρώμη μετά τη νίκη του στο Άκτιο, πήγε να τον συναντήσει κάποιος άνθρωπος που κρατούσε ένα κοράκι Το είχε διδάξει να λέει τα εξής: «Χαίρε, Καίσαρα, νικητή στρατηγέ». Ο Καίσαρας ενδιαφέρθηκε πολύ να αγοράσει το κοράκι˙ το αγόρασε λοιπόν για είκοσι χιλιάδες σηστερτίους. Το παράδειγμα αυτό παρακίνησε κάποιον παπουτσή να μάθει τον ίδιο χαιρετισμό σ’ ένα κοράκι. Για πολύ καιρό κόπιαζε μάταια˙ κάθε φορά που το πουλί δεν απαντούσε, ο παπουτσής συνήθιζε να λέει: «Κρίμα στον κόπο μου (ή: έχασα το λάδι και τον κόπο μου)». Επιτέλους το κοράκι έμαθε τον χαιρετισμό και ο παπουτσής θέλοντας να κερδίσει χρήματα, το έφερε στον Καίσαρα. Όταν άκουσε τον χαιρετισμό, ο Καίσαρας είπε: «Στο σπίτι ακούω αρκετούς τέτοιους χαιρετισμούς». Τότε το κοράκι θυμήθηκε (ή: τότε ήρθαν στο νου του κορακιού) τα λόγια του αφεντικού του: «Κρίμα στον κόπο μου (ή: έχασα το λάδι και τον κόπο μου)». Ακούγοντας τα λόγια αυτά, ο Αύγουστος γέλασε και αγόρασε το πουλί για τόσο (μεγάλο ποσό), για όσο δεν είχε αγοράσει κανένα (πουλί) μέχρι τότε.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Cum: χρονικός σύνδεσμος (ο cum ο ιστορικός-διηγηματικός) = όταν
Octavianus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού Octavianus -i = Οκταβιανός → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
post: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = μετά
victoriam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού victoria -ae = νίκη
Actiacam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, β’ κλίση, του επιθέτου Actiacus, -a, -um = Ακτιακός, του Ακτίου → δεν σχηματίζει παραθετικά
Romam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού Roma -ae = Ρώμη → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
rediret: γ’ ενικό, υποτακτική παρατατικού ενεργητικής φωνής, του ρήματος redeo, redii, reditum, redīre = επιστρέφω
μετοχή ενεστώτα: rediens (γενική: redeuntis)
homo: ονομαστική ενικού, αρσενικό (ή θηλυκό, εδώ είναι αρσενικό), γ’ κλίση, του ουσιαστικού homo -inis = άνθρωπος
quidam: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο
ei: δοτική ενικού, αρσενικό, της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
occurrit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος occurro, occurri/occucurri, occursum, occurrĕre 3 = πηγαίνω να συναντήσω
corvum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού corvus -i = κοράκι
tenens: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της μετοχής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος teneo, tenui, tentum, tenēre 2 = κρατώ
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
instituerat: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος instituo, institui, institutum, instituĕre 3 = διδάσκω
haec: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό
dicere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic
Ave: β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα του ελλειπτικού ρήματος aveo, avēre = χαίρω
(εύχρηστο μόνο στην προστακτική και στο απαρέμφατο)
Caesar: κλητική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Caesar -aris = Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
victor: κλητική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού victor -oris = νικητής
imperator: κλητική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού imperator -oris = στρατηγός
Caesaris: γενική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Caesar -aris = Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
multum: ποσοτικό επίρρημα = πολύ → Παραθετικά: plus, plurimum
interfuit: γ’ ενικό, οριστική παρακειμένου, του απρόσωπου ρήματος interest, interfuit, -, interesse = ενδιαφέρει → δεν σχηματίζει προστακτική, σουπίνο και μετοχή
corvum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού corvus -i = κοράκι
emere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος emo, emi, emptum, emĕre 3 = αγοράζω
itaque: συμπερασματικός σύνδεσμος = επομένως, λοιπόν
viginti: απόλυτο αριθμητικό, άκλιτο = είκοσι
milibus: αφαιρετική πληθυντικού, ουδέτερο, γ’ κλίση, του απόλυτου αριθμητικού επιθέτου miles, miles, milia = χίλιοι → στον ενικό είναι άκλιτο: mille. Στον πληθυντικό κλίνεται: milia, milium, milibus, milia, -, milibus. Δεν σχηματίζει παραθετικά.
sestertium: γενική πληθυντικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού sestertius –ii = σηστέρτιος (νόμισμα) → γενική πληθυντικού: sestertiorum και sestertium
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
emit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος emo, emi, emptum, emĕre 3 = αγοράζω
id: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
exemplum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού exemplum -i = παράδειγμα
sutorem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού sutor -oris = παπουτσής
quendam: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο
incitavit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος incito, incitavi, incitatum, incitāre 1 = παρακινώ
ut: βουλητικός σύνδεσμος = να
corvum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού corvus –i = κοράκι
doceret: γ’ ενικό, υποτακτική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος doceo, docui, doctum, docēre 2 = μαθαίνω, διδάσκω
parem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του μονοκατάληκτου επιθέτου par, par, par (-is) = ίδιος, -α, -ο
→ δεν σχηματίζει παραθετικά
salutationem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού salutatio -onis = χαιρετισμός
Diu: χρονικό επίρρημα = για πολύ καιρό → Παραθετικά: diutius, diutissime
operam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού opera –ae = κόπος → στον πληθυντικό operae -arum = μισθωτοί εργάτες (ετερόσημο)
frustra: τροπικό επίρρημα = μάταια
impendebat: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος impendo, impendi, impensum, impendĕre 3 = ξοδεύω
quotiescumque: χρονικός σύνδεσμος = κάθε φορά που
avis: ονομαστική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού avis -is = πουλί → αφαιρετική ενικού: ave/ avi
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν
respondebat: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος respondeo, respondi, responsum, respondēre 2 = απαντώ
sutor: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού sutor -oris = παπουτσής
dicere: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic
solebat: γ’ενικό, οριστική παρατατικού, του ρήματος soleo, solitus sum, solēre ημιαποθετικό 2 = συνηθίζω
oleum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού oleum -i = λάδι
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
operam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού opera -ae = κόπος → στον πληθυντικό operae -arum = μισθωτοί εργάτες (ετερόσημο)
perdidi: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος perdo, perdidi, perditum, perdĕre 3 = χάνω
Tandem: χρονικό επίρρημα = επιτέλους, τέλος
corvus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού corvus -i = κοράκι
salutationem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού salutatio -onis = χαιρετισμός
didicit: γ’ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος disco, didici, -, discĕre 3 = μαθαίνω
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
sutor: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού sutor -oris = παπουτσής
cupidus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του επιθέτου cupidus, -a, -um = αυτός, -ή, -ό που επιθυμεί
→ Παραθετικά: cupidior, -ior, -ior, cupidissimus, -a, -um
pecuniae: γενική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού pecunia -ae = χρήματα → δεν διαθέτει πληθυντικό (singulare tantum)
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό
Caesari: δοτική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Caesar -aris = Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει πληθυντικό
attulit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος affero, attuli, allatum, afferre 3 = φέρνω (σε κάποιον)
β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: affer
Αudita: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου audio, audivi, auditum, audīre 4 = ακούω
salutatione: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού salutatio -onis = χαιρετισμός
Caesar: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού Caesar -aris= Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει πληθυντικό
dixit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω
β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic
domi: γενική ενικού ως επίρρημα, θηλυκό, δ’ κλίση (δανείζεται και κάποιους τύπους από τη β’ κλίση), του ουσιαστικού domus -us = σπίτι → η γενική, αιτιατική και αφαιρετική ενικού χρησιμοποιούνται μόνο επιρρηματικά για να δηλώσουν στάση, κίνηση και από τόπου κίνηση/απομάκρυνση αντίστοιχα.

domus
domus - domi
domui
domum
domus
domo
domus
domuum - domorum
domibus
domos
domus
domibus

satis: ποσοτικό επίρρημα = αρκετά → Παραθετικά: satius, --
salutationum: γενική πληθυντικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού salutatio -onis = χαιρετισμός
talium: γενική πληθυντικού, θηλυκό, της δεικτικής αντωνυμίας talis, talis, tale = τέτοιος, -α, -ο → κλίνεται σαν επίθετο γ’ κλίσης και δεν σχηματίζει κλητική ενικού
audio: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος audio, audivi, auditum, audīre 4 = ακούω
Tum: χρονικό επίρρημα = τότε
venit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος venio, veni, ventum, venīre 4 = έρχομαι
corvo: δοτική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού corvus -i = κοράκι
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε
mentem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού mens -ntis = νους, μυαλό
verborum: γενική πληθυντικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού verbum -i = λόγος
domini: γενική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού dominus -i = αφεντικό
sui: γενική ενικού, γ’ πρόσωπο (για έναν κτήτορα), αρσενικό, της κτητικής αντωνυμίας suus, sua, suum = δικός, -ή, -ό του
oleum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού oleum -i = λάδι
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
operam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού opera -ae = κόπος → στον πληθυντικό operae -arum = μισθωτοί εργάτες (ετερόσημο)
perdidi: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος perdo, perdidi, perditum, perdĕre 3 = χάνω
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε, προς
haec: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό
verba: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού verbum -i = λόγος
Augustus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού Augustus -i = Αύγουστος → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό
risit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος rideo, risi, risum, ridēre 2 = γελώ
emit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος emo, emi, emptum, emĕre 3 = αγοράζω
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη
avem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού avis -is = πουλί → αφαιρετική ενικού: ave/ avi
tanti: γενική ενικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας tantus, -a, -um = τόσος, -η, -ο
quanti: γενική ενικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας quantus, -a, -um = όσος, -η, -ο
nullam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του αντωνυμικού επιθέτου nullus, -a, -um = κανένας, καμία, κανένα
adhuc: χρονικό επίρρημα = μέχρι τότε
emerat: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος emo, emi, emptum, emĕre 3 = αγοράζω


LECTIO XXΧ: Ο ΛΙΚΙΝΙΟΣ ΜΟΥΡΗΝΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΗΘΗ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

Hic vero, iudices, et fuit in Asia et viro fortissimo patri suo, magno adiumento in periculis, solacio in laboribus, gratulationi in victoria fuit. Et si habet Asia suspicionem quandam luxuriae, Murenam laudare debemus, quod Asiam vidit sed in Asia continenter vixit. Quam ob rem accusatores non Asiae nomen Murenae obiecerunt, ex qua laus familiae, memoria generi, honos et gloria nomini constituta est, sed aliquod flagitium ac dedecus aut in Asia susceptum aut ex Asia deportatum. Meruisse vero stipendia in eo bello virtutis fuit; patre imperatore libentissime meruisse pietatis fuit; finem stipendiorum patris victoriam ac triumphum fuisse felicitatis fuit.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Αυτός όμως, (κύριοι) δικαστές, και βρέθηκε (έζησε) στην Ασία και έναν πολύ γενναίο άνδρα, τον πατέρα του, βοήθησε πολύ στους κινδύνους, παρηγόρησε στις ταλαιπωρίες, συγχάρηκε στη νίκη. Και αν η Ασία έχει κάποια υποψία τρυφής, οφείλουμε να επαινέσουμε τον Μουρήνα, επειδή είδε την Ασία, αλλά έζησε στην Ασία με εγκράτεια. Γι’ αυτόν τον λόγο οι κατήγοροι δεν απέδωσαν μομφή στον Μουρήνα για το όνομα “Ασία”, από την οποία δημιουργήθηκε έπαινος για την οικογένεια, υστεροφημία για τη γενιά, τιμή και δόξα για το όνομά (του), αλλά (τον κατηγόρησαν για) κάποιο όνειδος ή ντροπή, που είτε (του) φορτώθηκε στην Ασία είτε έφερε μαζί του από την Ασία. Το ότι όμως υπηρέτησε τη θητεία σε αυτόν τον πόλεμο υπήρξε δείγμα ανδρείας• το ότι υπηρέτησε με πολύ μεγάλη προθυμία (στον στρατό), ενώ ο πατέρας του ήταν στρατηγός, υπήρξε δείγμα σεβασμού• το ότι το τέλος της θητείας (του) συνέπεσε με τη νίκη και τον θρίαμβο του πατέρα (του), υπήρξε δείγμα καλής τύχης.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
hic: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, αυτή αυτό
vero: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως, αλλά.
iudices: κλητική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ’ κλίσης iudex, iudicis = δικαστής. Είναι αρσενικού και θηλυκού γένους, που, όμως, εδώ είναι αρσενικό. (Είναι και θηλυκού γένους και σημαίνει η κρίνουσα).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
fuit: γ’ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
Asia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α’ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
viro: δοτική ενικού του ουσιαστικού της β΄κλίσης, αρσενικού γένους vir, viri = άνδρας.
fortissimo: δοτική ενικού, αρσενικού γένους του επιθέτου, υπερθετικού βαθμού της γ΄ κλίσης fortis, -is, -e = δυνατός. (Οι βαθμοί του επιθέτου είναι: θετικός: fortis, fortis, forte, συγκριτικός: fortior, fortior, fortius, υπερθετικός fortissimus, fortissima, fortissimum).
patri: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους, pater, patris = πατέρας. Στον πληθυντικό αριθμό το ουσιαστικό επιπλέον σημαίνει και: οι πατρίκιοι (patres -um). Η γενική του πληθυντικού είναι patrum.
suo: δοτική ενικού, αρσενικού γένους της κτητικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου (για έναν κτήτορα ή για πολλούς κτήτορες) suus, sua, suum (= δικός του, δική του, δικό του/ τους). Εδώ για έναν κτήτορα.
magno: δοτική ενικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου, θετικού βαθμού, β΄ κλίσης magnus, -a, -um (= μεγάλος). (Το επίθετο σχηματίζει ανώμαλα παραθετικά: θετικός βαθμός: magnus, -a, -um, συγκριτικός: maior, maior, maius, υπερθετικός: maximus, -a, -um). Αντί των τύπων maximus-a-um του υπερθετικού βαθμού του επιθέτου magnus, -a, -um χρησιμοποιούνταν και οι αρχαιότεροι τύποι maxumus-a-um. Κουμανούδης Στεφ., Λεξικόν λατινοελληνικόν μετά συνωνύμων και αντιθέτων της λατινικής, σελ. 505, λήμμα magnus.
adiumento: δοτική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους adiumentum -i = βοήθεια
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
periculis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄κλίσης, ουδετέρου γένους periculum -i = κίνδυνος.
solacio: δοτική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους, solacium -ii/i = παρηγοριά, ανακούφιση
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
laboribus: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους labor -oris (& labos, -oris) = ταλαιπωρία, μόχθος
gratulationi: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους gratulatio -onis = έκφραση συγχαρητηρίων
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
victoria: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους victoria -ae = νίκη.
fuit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω. (βλ. και προηγουμένως)
et: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
si: υποθετικός σύνδεσμός = εάν, αν.
habet: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος της β΄ συζυγίας habeo, -ui, -itum, -ēre = έχω
Αsia: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
suspicionem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους suspicio -onis = υποψία, υπόνοια.
quandam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, κάποια, κάποιο.
luxuriae: γενική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους luxuria -ae = πολυτέλεια. Το ουσιαστικό απαντά και ως luxuries -ei, που είναι θηλυκό της ε΄ κλίσης. Ως αφηρημένο ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
Murenam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, αρσενικού γένους Murena -ae = Μουρήνας. Ως κύριο όνομα, κατά κανόνα δεν σχηματίζει πληθυντικό.
laudare: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της πρώτης συζυγίας laudo, -avi, -atum, -āre = επαινώ
debemus: α΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος της β΄ συζυγίας debeo, -ui, -itum, -ēre = οφείλω.
quod: αιτιολογικός σύνδεσμος = διότι, επειδή.
Αsiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
vidit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της β΄ συζυγίας video, vidi, visum, vidēre = βλέπω.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
Asia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
continenter: επίρρημα θετικού βαθμού (= με εγκράτεια) παραγόμενο από την επιθετικοποιημένη μετοχή continens -entis (= εγκρατής του ρήματος της β΄ συζυγίας contineo, continui, contentum, continēre = συγκρατώ). Θετικός βαθμός: continenter, συγκριτικός: continentius, υπερθετικός: continentissime.
vixit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της γ΄ συζυγίας vivo, vixi, victum, vivĕre = ζω.
quam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
ob: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = εξαιτίας.
rem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, θηλυκού γένους res, rei = πράγμα.
accusatores: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους accusator -oris = κατήγορος
non: αρνητικό μόριο = δεν, όχι.
Αsiae: γενική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
nomen: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους nomen, -inis = όνομα.
Μurenae: δοτική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, αρσενικού γένους Murena -ae = Μουρήνας. Ως κύριο όνομα, κατά κανόνα δεν σχηματίζει πληθυντικό.
obiecerunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος της γ΄ συζυγίας obicio, obieci, obiectum, obicĕre* = προσάπτω μομφή σε κάποιον, μέμφομαι για. Το ρήμα συντάσσεται με αιτιατική (ως άμεσο αντικείμενο) και δοτική (ως έμμεσο αντικείμενο). (Το ρήμα λήγει σε –io, αλλά ανήκει στη γ΄ συζυγία).
ex (ή e): πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από. Η πρόθεση e τίθεται πριν από σύμφωνο, ενώ η ex πριν από φωνήεν (κάποιες φορές και πριν από σύμφωνο, καθώς και πριν από τη λέξη quo).
qua: αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
laus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους, laus, laudis = έπαινος, εγκώμιο.
familiae: δοτική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους familia -ae = οικογένεια.
memoria: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους memoria -ae = μνήμη, υστεροφημία.
generi: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους genus -eris = γένος.
honos: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄κλίσης, αρσενικού γένους honos (honor) -oris = τιμή.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
gloria: oνομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους gloria, -ae = δόξα.
nomini: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους nomen -inis = όνομα.
constituta est: γ’ ενικό οριστικής παθητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας constituo, constitui, constitutum, constituĕre = δημιουργώ.
sed: αντιθετικός - παρατακτικός σύνδεσμος = αλλά.
aliquod: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας aliqui, aliqua, aliquod = κάποιος, κάποια, κάποιο.
flagitium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους, flagitium -ii/i = όνειδος.
ac: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
dedecus: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους, dedecus -oris = ντροπή.
aut … aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = είτε … είτε (ή … ή).
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική.
Asia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
susceptum: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου susceptus, -a, -um του ρήματος της γ΄ συζυγίας suscipio, suscepi, susceptum, suscipĕre* = παραλαμβάνω, «φορτώνομαι». (Το ρήμα λήγει σε –io, αλλά ανήκει στη γ΄ συζυγία).
ex (ή e): πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από. Η πρόθεση e τίθεται πριν από σύμφωνο, ενώ η ex πριν από φωνήεν (κάποιες φορές και πριν από σύμφωνο, καθώς και πριν από τη λέξη quo). (Βλ. και προηγουμένως).
Asia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Asia -ae = Ασία. Ως κύριο όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό. (Βλ. και προηγουμένως).
deportatum: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου deportatus, -a, -um του ρήματος της α΄ συζυγίας deporto, -avi, -atum, -āre = φέρνω από κάπου, μεταφέρω.
meruisse: απαρέμφατο ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της β΄ συζυγίας mereo, merui, meritum, merēre 24 = αξίζω.
vero: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως, αλλά.
stipendia: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους, stipendium -ii/-i = μισθός. Στον πληθυντικό αριθμό: stipendia -orum = στρατιωτική θητεία (ετερόσημο). (Η φράση stipendia mereo = υπηρετώ στον στρατό).
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
eo: αφαιρετική ενικού, ουδετέρου γένους της οριστικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
bello: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης bellum -i = πόλεμος.
virtutis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους virtus -utis = ανδρεία. Είναι αφηρημένο ουσιαστικό, αλλά απαντά και στον πληθυντικό ως virtutes = οι αρετές.
fuit: γ’ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω
patre: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ’ κλίσης, αρσενικού γένους, pater, patris = πατέρας. Στον πληθυντικό αριθμό το ουσιαστικό επιπλέον σημαίνει και: οι πατρίκιοι (patres -um) Η γενική του πληθυντικού είναι patrum. (Βλ. και προηγουμένως)
imperatore: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ’ κλίσης, αρσενικού γένους imperator -oris = αυτοκράτορας.
libentissime: επίρρημα υπερθετικού βαθμού = με πολύ μεγάλη προθυμία. Οι τρεις βαθμοί του επιθέτου είναι: θετικός: libenter, συγκριτικός: libentius, υπερθετικός: libentissime.
meruisse: απαρέμφατο ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της β΄ συζυγίας mereo, merui, meritum, merēre = αξίζω. (Βλ. και προηγουμένως).
pietatis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄κλίσης, θηλυκού γένους pietas -atis = ευσέβεια, σεβασμός. Το ουσιαστικό ως αφηρημένο δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό. 
fuit: γ’ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω. (Βλ. και προηγουμένως).
finem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ισοσύλλαβο, αρσενικού γένους, finis -is = όριο, τέλος.
stipendiorum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους stipendium -ii/ -i = μισθός. Στον πληθυντικό αριθμό: stipendia -orum = στρατιωτική θητεία (ετερόσημο). (Η φράση stipendia mereo = υπηρετώ στον στρατό).
patris: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους, pater, patris = πατέρας. Στον πληθυντικό αριθμό το ουσιαστικό επιπλέον σημαίνει και: οι πατρίκιοι (patres -um). Η γενική του πληθυντικού είναι patrum. (Βλ. και προηγουμένως).
victoriam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους victoria -ae = νίκη.
ac: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
triumphum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους triumphus -i = θρίαμβος.
fuisse: απαρέμφατο παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω. (Βλ. και προηγουμένως).
felicitatis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους felicitas -atis = ευτυχία, καλή τύχη.
fuit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω. (Βλ. και προηγουμένως).


LECTIO XXΧI: Η ΓΕΝΝΑΙΟΤΗΤΑ ΔΕ ΒΓΑΙΝΕΙ ΠΑΝΤΑ ΣΕ ΚΑΛΟ

Bello Latino T. Manlius consul nobili genere natus exercitui Romanorum praefuit. Is cum aliquando castris abiret, edixit ut omnes pugna abstinerent. Sed paulo post filius eius castra hostium praeterequitavit et a duce hostium his verbis proelio lacessitus est: «Congrediamur, ut singularis proelii eventu cernatur, quanto miles Latinus Romano virtute antecellat». Tum adulescens, viribus suis confisus et cupiditate pugnandi permotus, iniussu consulis in certamen ruit; et fortior hoste, hasta eum transfixit et armis spoliavit. Statim hostes fuga salutem petiverunt. Sed consul, cum in castra revertisset, adulescentem, cuius opera hostes fugati erant, morte multavit.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Στον Λατινικό πόλεμο, ο Τίτος Μάνλιος, ύπατος, που καταγόταν από αριστοκρατική γενιά, είχε την αρχηγία του στρατού των Ρωμαίων. Αυτός, όταν κάποτε έφευγε από το στρατόπεδο, διέταξε να απέχουν όλοι από τη μάχη. Αλλά λίγο αργότερα ο γιος του πέρασε έφιππος μπροστά από το στρατόπεδο των εχθρών και προκλήθηκε σε μάχη από τον αρχηγό των εχθρών με αυτά τα λόγια: «Ας μονομαχήσουμε, για να κριθεί από την έκβαση της μονομαχίας πόσο ο Λατίνος στρατιώτης ξεπερνά τον Ρωμαίο σε ανδρεία». Τότε ο νεαρός, έχοντας εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του και παρακινημένος από την επιθυμία του για μάχη, όρμησε στον αγώνα αντίθετα με την διαταγή του υπάτου• και όντας γενναιότερος από τον εχθρό, τον διαπέρασε με το δόρυ και τον γύμνωσε από τα όπλα. Αμέσως οι εχθροί ζήτησαν τη σωτηρία στη φυγή. Αλλά ο ύπατος, όταν επέστρεψε στο στρατόπεδο, τιμώρησε με θάνατο τον νεαρό, με τις ενέργειες του οποίου (χάρη στον οποίο) οι εχθροί είχαν τραπεί σε φυγή.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
bello: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού bellum -i, β΄ κλίση, ουδέτερο = ο πόλεμος.
Latino: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους του επιθέτου Latinus, -a, -um, β΄ κλίση = Λατινικός, -ή, -ό.
T. (Titus) Manlius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού T. Manlius -ii(i), β΄ κλίση αρσενικό = Τίτος Μάνλιος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
consul: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού consul -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο ύπατος.
nobili: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους του επιθέτου nobilis, -is, -e, γ΄ κλίση = αριστοκρατικός, -ή, -ό (Συγκριτικός: nobilior, -ior, -ius, Υπερθετικός: nobilissimus, -a, -um).
genere: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού genus -eris, γ΄ κλίση, ουδέτερο = η γενιά.
natus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής παρακειμένου του ρήματος nascor, natus sum, nasci αποθετικό 3 = γεννιέμαι (μετοχή μέλλοντα: nasciturus).
exercitui: δοτική ενικού του ουσιαστικού exercitus -us, δ΄ κλίση, αρσενικό = ο στρατός.
Romanorum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού Romanus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο Ρωμαίος.
praefuit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος praesum, praefui, -, praeesse = είμαι αρχηγός, προΐσταμαι.
is: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
cum: σύνδεσμος χρονικός (εδώ ιστορικός - διηγηματικός) = όταν.
aliquando: χρονικό επίρρημα = κάποτε.
castris: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού castra -orum, β΄ κλίση, ουδέτερο = το στρατόπεδο (στον ενικό: castrum -i = το φρούριο).
abiret: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού του ρήματος abeo, abi(v)i, abitum, abīre = φεύγω.
edixit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος edico, edixi, edictum, edicĕre 3 = διατάζω.
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
omnes: ονομαστική πληθυντικού αρσενικού γένους του επιθέτου omnis, -is, -e, γ΄ κλίση = όλος, -η, -ο.
pugna: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού pugna -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η μάχη.
abstinerent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος abstineo, abstinui, abstentum, abstinēre 2 = απέχω.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
paulo: αφαιρετική ενικού του επιθέτου paulus, -a, -um β΄ κλίση, ουδέτερο = λίγος, -η, -ο (δεν διαθέτει παραθετικά).
post: χρονικό επίρρημα = αργότερα.
filius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού filius -ii(i), β’ κλίση, αρσενικό = ο γιος (κλητική ενικού: fili).
eius: γενική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is,ea,id = αυτός -ή -ό.
castra: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού castra -orum, β΄ κλίση, ουδέτερο = το στρατόπεδο (στον ενικό: castrum -i = το φρούριο).
hostium: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού hostis -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
praeterequitavit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος praeterequito, - avi, -atum, -āre 1 = περνώ έφιππος μπροστά από.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
a ή ab: πρόθεση + αφαιρετική = από.
duce: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού dux -cis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο αρχηγός.
hostium: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού hostis -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
his: αφαιρετική πληθυντικού ουδετέρου γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
verbis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού verbum -i, β΄ κλίση, ουδέτερο = ο λόγος.
proelio: δοτική ενικού του ουσιαστικού proelium -ii(i), β΄ κλίση, ουδέτερο = η μάχη.
lacessitus est: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος lacesso, lacessivi, lacessitum lacessĕre 3 = προκαλώ.
congrediamur: α΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεστώτα του ρήματος congredior, congressus sum, congrĕdi αποθετικό 3 = συγκρούομαι (ανήκει στα 15 σε -io).
ut: εδώ τελικός σύνδεσμος = για να.
singularis: γενική ενικού ουδετέρου γένους του επιθέτου singularis, -is, -e, γ΄ κλίση = μοναδικός, -ή, -ό (δεν σχηματίζει παραθετικά διότι εκφράζεται με αυτό απόλυτη έννοια).
proelii: γενική ενικού του ουσιαστικού proelium -ii(i), β΄ κλίση, ουδέτερο = η μάχη.
eventu: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού eventus -us, δ΄ κλίση, αρσενικό = η έκβαση.
cernatur: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα παθητικής φωνής του ρήματος cerno, crevi, cretum, cernĕre 3 = κρίνω (στο κείμενο είναι απρόσωπο: cernitur, conspectum est, cerni).
quanto: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους της ερωτηματικής αντωνυμίας quantus, -a, -um = πόσος, -η, -ο.
miles: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού miles -itis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο στρατιώτης.
Latinus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους του επιθέτου Latinus, -a, -um, β΄ κλίση = Λατινικός, -ή, -ό.
Romano: δοτική ενικού του ουσιαστικού Romanus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο Ρωμαίος.
virtute: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού virtus -utis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η ανδρεία.
antecellat: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος antecello, -, -, antecellĕre 3 = ξεπερνώ.
tum: χρονικό επίρρημα = τότε.
adulescens: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού adulescens -ntis, γ΄ κλίση, αρσενικό και θηλυκό (εδώ αρσενικό) = ο νεαρός.
viribus: αφαιρετική πληθυντικού του ελλειπτικού ουσιαστικού vis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η δύναμη.
          Ενικός   Πληθυντικός
Ονομαστική vis vires
Γενική - virium
Δοτική - viribus
Αιτιατική vim vires/is
Κλητική - vires
Αφαιρετική vi viribus
suis: αφαιρετική πληθυντικού θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας suus, -a, um = δικός, -ή, -ό του/τους (εδώ για έναν κτήτορα).
confisus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους μετοχής παρακειμένου του ρήματος confidο, confisus sum, confidĕre ημιαποθετικό 3 = εμπιστεύομαι.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
cupiditate: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού cupiditas -atis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η επιθυμία.
pugnandi: γενική γερουνδίου του ρήματος pugno, -avi, -atum, -āre 1 = μάχομαι.
permotus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος permoveo, permovi, permotum, permovēre 2 = παρακινώ.
iniussu: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού iniussus -us, δ΄ κλίση, αρσενικό (εύχρηστο μόνο στην αφαιρετική ενικού) = αντίθετα με τη διαταγή/παρά τη διαταγή.
consulis: γενική ενικού του ουσιαστικού consul -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο ύπατος.
in: πρόθεση (+ αιτιατική ή + αφαιρετική) = σε (εδώ αιτιατική).
certamen: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού certamen -inis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο αγώνας.
ruit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος ruo, rui, rutum, ruĕre 3 = ορμώ (μετοχή μέλλοντα: ruiturus).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
fortior: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους συγκριτικού βαθμού του επιθέτου fortis, -is, -e, γ΄ κλίση = ο γενναίος, -α, -ο (Συγκριτικός: fortior, - ior, - ius, Υπερθετικός: fortissimus, - a, - um).
hoste: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού hostis -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
hasta: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού hasta -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = το δόρυ.
eum: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
transfixit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος transfigo, transfixi, transfixum, transfigĕre 3 = διαπερνώ.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
armis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού arma -orum, β΄ κλίση, ουδέτερο = τα όπλα (plurale tantum = έχει μόνο πληθυντικό).
spoliavit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος spolio, -avi, -atum, -āre 1 = απογυμνώνω.
statim: χρονικό επίρρημα = αμέσως.
hostes: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού hostis -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
fuga: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού fuga -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η φυγή.
salutem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού salus -utis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η σωτηρία.
petiverunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος peto, peti(v)i, petitum, petĕre 3 = ζητώ.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
consul: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού consul -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο ύπατος.
cum: χρονικός σύνδεσμος (εδώ: ιστορικός - διηγηματικός) = όταν.
in: πρόθεση (+ αιτιατική ή + αφαιρετική) = σε (εδώ αιτιατική).
castra: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού castra -orum, β΄ κλίση, ουδέτερο = στρατόπεδο (στον ενικό: castrum -i = το φρούριο).
revertisset: γ΄ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου του ρήματος revertor, reverti, (reversus sum) reverti ημιαποθετικό και αποθετικό 3 (εδώ ημιαποθετικό) = επιστρέφω.
adulescentem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού adulescens -ntis, γ΄ κλίση, αρσενικό και θηλυκό (εδώ αρσενικό) = ο νεαρός.
cuius: γενική ενικού αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = οποίος, -α, -ο.
opera: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού opera -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = έργο, ενέργεια, κόπος. Στον πληθυντικό συναντάται με διαφορετική σημασία:operae -arum = εργάτες,μισθωτοί.
opera: (+ γεν. του προσ.) = με τις ενέργειες κάποιου, χάρη σε κάποιον.
hostes: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού hostis -is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
fugati erant: γ΄ πληθυντικό οριστικής υπερσυντελίκου παθητικής φωνής του ρήματος fugo, -avi, -atum, -āre 1 = τρέπω σε φυγή.
morte: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού mors, mortis, γ΄ κλίση, θηλυκό = ο θάνατος.
multavit: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος multo, -avi, -atum, -āre 1 = τιμωρώ.


LECTIO XXΧIΙ: ΕΝΑΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Pleni omnes sunt libri, plenae sapientium voces, plena exemplorum vetustas; quae iacerent in tenebris omnia, nisi litterarum lumen accederet. Quam multas imagines fortissimorum virorum - non solum ad intuendum, verum etiam ad imitandum - scriptores et Graeci et Latini nobis reliquerunt! Quas ego, cupidus bene gerendi et administrandi rem publicam, semper mihi proponebam. Colendo et cogitando homines excellentes animum et mentem meam conformabam. Sic enim -laudem et honestatem solum expetendo, omnes cruciatus corporis et omnia pericula mortis parvi esse ducendo - me pro salute vestra in tot ac tantas dimicationes obicere potui.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Γεμάτα είναι όλα τα βιβλία, γεμάτοι οι λόγοι των σοφών, γεμάτη η αρχαιότητα από παραδείγματα/πρότυπα (υποδειγματικής συμπεριφοράς)˙ όλα αυτά θα βρίσκονταν στο σκοτάδι, αν δεν τα συνόδευε το φως των γραμμάτων. Πόσο πολλές εικόνες γενναιοτάτων ανδρών μας κληροδότησαν οι συγγραφείς και οι Έλληνες και οι Λατίνοι - όχι μόνο για να τις ατενίζουμε αλλά και για να τις μιμούμαστε! Αυτές εγώ, επιθυμώντας (ή: στην επιθυμία μου) να διοικήσω σωστά και να διαχειριστώ την πολιτεία, τις έβαζα πάντοτε μπροστά μου ως παραδείγματα. Με το να λατρεύω και να αναλογίζομαι τους έξοχους άνδρες διέπλαθα την ψυχή και τον νου μου. Γιατί έτσι - με το να επιδιώκω δηλαδή μόνο τον έπαινο και την τιμή, με το να θεωρώ ότι έχουν μικρή αξία όλα τα βάσανα του σώματος και όλοι οι θανάσιμοι κίνδυνοι - μπόρεσα να ριχτώ σε τόσους πολλούς και τόσο μεγάλους αγώνες για τη δική σας σωτηρία.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
pleni: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του δευτεροκλίτου επιθέτου plenus, -a, -um = γεμάτος, -η, -ο → Παραθετικά: plenior, -ior, -ius, plenissimus, -a, -um.
omnes: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του τριτόκλιτου, τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου omnis, -is, -e = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
sunt: γ΄ πληθυντικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
libri: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, β΄ κλίση, του ουσιαστικού liber -bri = βιβλίο.
plenae: ονομαστική πληθυντικού, θηλυκό, του δευτεροκλίτου επιθέτου plenus, -a, -um = γεμάτος, -η, -ο → Παραθετικά: plenior, -ior, -ius, plenissimus, -a, -um.
sapientium: γενική πληθυντικού, αρσενικό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού sapiens -ntis = σοφός → Κανονικά είναι μετοχή ενεστώτα Ε. Φ. του ρήματος sapio, sapivi(ii), -, sapĕre 3*. Κλίνεται όπως οι μετοχές που χρησιμοποιούνται ως ουσιαστικά, δηλαδή αφαιρετική ενικού: -e και γενική πληθυντικού: -ium.
voces: ονομαστική πληθυντικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού vox -cis = φωνή, λόγος.
plena: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του δευτεροκλίτου επιθέτου plenus, -a, -um = γεμάτος -η -ο → Παραθετικά: plenior, -ior, -ius, plenissimus, -a, -um.
exemplorum: γενική πληθυντικού, ουδέτερο, β΄ κλίση, του ουσιαστικού exemplum -i = παράδειγμα.
vetustas: ονομαστική ενικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού vetustas -atis = αρχαιότητα → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό.
quae: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
iacerent: γ΄ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού παρατατικού του ρήματος iaceo, iacui, iacitum, iacēre 2 = παραμένω.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
tenebris: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, α΄ κλίση, του ουσιαστικού tenebrae -arum = σκοτάδι → δεν σχηματίζει ενικό (plurale tantum).
omnia: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριτοκλίτου, τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου omnis, -is, -e = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
nisi: υποθετικός αποφατικός σύνδεσμος = αν δεν.
litterarum: γενική πληθυντικού, θηλυκό, α΄ κλίση, του ουσιαστικού litterae -arum = λογοτεχνία, επιστολή → στον ενικό littera -ae = το γράμμα της αλφαβήτου (ετερόσημο).
lumen: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού lumen -inis = φως.
accederet: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος accedo, accessi, accessum, accedĕre 3 = συνοδεύω.
quam: επιφωνηματικό επίρρημα = πόσο.
multas: αιτιατική πληθυντικού, θηλυκό, του δευτεροκλίτου επιθέτου multus, -a, -um = πολύς, πολλή, πολύ → Παραθετικά: plus (ο συγκριτικός βαθμός στον ενικό απαντά μόνο στο ουδέτερο), plurimus, -a, -um. Στον πληθυντικό οι τρεις βαθμοί σχηματίζονται ως εξής: multi, -ae, -a, plures, -es, -(i)a, plurimi, -ae, -a.
imagines: αιτιατική πληθυντικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού imago -inis = εικόνα.
fortissimorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του δευτεροκλίτου επιθέτου fortissimus, -a, -um. Αποτελεί υπερθετικό βαθμό του επιθέτου fortis, -is, -e = δυνατός, -ή, -ό → Παραθετικά: fortior, -ior, -ius, fortissimus, -a, -um.
virorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, β΄ κλίση, του ουσιαστικού vir, viri = άνδρας.
solum: ποσοτικό επίρρημα = μόνο.
non solum... verum etiam: παρατακτική αντιθετική σύνδεση = όχι μόνο … αλλά και.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = για να.
intuendum: αιτιατική του γερουνδίου του ρήματος intueor, intuitus sum, intuēri 2 αποθετικό = κοιτάζω, ατενίζω.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = για να.
imitandum: αιτιατική του γερουνδίου του ρήματος imitor, imitatus sum, imitāri 1 αποθετικό = μιμούμαι.
scriptores: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού scriptor -oris = συγγραφέας.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
Graeci: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, β΄ κλίση, του ουσιαστικού Graeci -orum = Έλληνες. Συναντάται και στον ενικό ως Graecus -i και σπανιότερα Graecius -i.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
Latini: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, β΄ κλίση, του ουσιαστικού Latini -orum = Λατίνοι (στον ενικό Latinus -i).
nobis: δοτική πληθυντικού, α΄ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego, tu, - = εγώ, εσύ, αυτός .
reliquerunt: γ΄ πληθυντικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος relinquo, reliqui, relictum, relinquĕre 3 = αφήνω, κληροδοτώ.
quas: αιτιατική πληθυντικού, θηλυκό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
ego: ονομαστική ενικού, α΄ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego, tu, - = εγώ, εσύ, αυτός.
cupidus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του δευτεροκλίτου επιθέτου cupidus, -a, -um = αυτός, -ή, -ό που επιθυμεί, ο γεμάτος, -η, -ο επιθυμία → Παραθετικά: cupidior, -ior, -ius, cupidissimus, -a, -um.
bene: τροπικό επίρρημα = καλά. Προέρχεται από το επίθετο της β΄ κλίσης bonus, -a, -um → Παραθετικά: melius, optime.
gerendi: γενική του γερουνδίου, του ρήματος gero, gessi, gestum, gerĕre 3 = διοικώ.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
administrandi: γενική του γερουνδίου, του ρήματος administro, administravi, administratum, administrāre 1 = διαχειρίζομαι.
rem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, ε΄ κλίση, του ουσιαστικού res, rei = πράγμα.
publicam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του δευτεροκλίτου επιθέτου publicus, -a, -um = δημόσιος, -α, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
res publica: όλο μαζί αποτελεί σύνθετο ουσιαστικό = πολιτεία → δεν σχηματίζει πληθυντικό.
semper: χρονικό επίρρημα = πάντοτε.
mihi: δοτική ενικού, α΄ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego, tu, - = εγώ, εσύ, αυτός.
proponebam: α΄ ενικό, οριστική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος propono, proposui, propositum, proponĕre 3 = βάζω μπροστά (μου) ως παράδειγμα/πρότυπο.
colendo: αφαιρετική του γερουνδίου, του ρήματος colo, colui, cultum, colĕre 3 = λατρεύω.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
cogitando: αφαιρετική του γερουνδίου, του ρήματος cogito, cogitavi, cogitatum, cogitāre 1 = σκέπτομαι, αναλογίζομαι.
homines: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό και θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού homo -inis = άνθρωπος.
excellentes: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του τριτοκλίτου τριγενούς και μονοκαταλήκτου επιθέτου excellens, -ns, -ns (γενική excellentis) = έξοχος, -η, -ο. Kανονικά είναι μετοχή ενεστώτα Ε. Φ. του ρήματος excello, excellui, excelsum, excellere 3 → Παραθετικά: excellentior, -ior, -ius, excellentissimus, -a, -um.
animum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, β΄ κλίση, του ουσιαστικού animus -i = ψυχή.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
mentem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού mens -ntis = νους, μυαλό.
meam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α΄ πρόσωπο (για έναν κτήτορα), της κτητικής αντωνυμίας meus, mea, meum = δικός -ή -ό μου.
conformabam: α΄ ενικό, οριστική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος conformo, conformavi, conformatum, conformāre 1 = διαπλάθω, διαμορφώνω.
sic: τροπικό επίρρημα = έτσι.
enim: διασαφητικός και αιτιολογικός σύνδεσμος. Έχει ανάλογη χρήση με τον σύνδεσμο γὰρ της αρχαίας ελληνικής = γιατί.
laudem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού laus, laudis = έπαινος.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
honestatem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού honestas -atis = τιμή.
solum: ποσοτικό επίρρημα = μόνον.
expetendo: αφαιρετική του γερουνδίου, του ρήματος expeto, expeti(v)i, expetitum, expetĕre 3 = επιδιώκω.
omnes: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του τριτοκλίτου τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου omnis, -is,
-e = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
cruciatus: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, δ΄ κλίση, του ουσιαστικού cruciatus -us = βάσανο.
corporis: γενική ενικού, ουδέτερο, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού corpus -oris = σώμα.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
omnia: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριτοκλίτου, τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου omnis, -is, -e = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
pericula: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, β΄ κλίση, του ουσιαστικού periculum -i = κίνδυνος.
mortis: γενική ενικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού mors, mortis = θάνατος.
parvi: γενική ενικού, ουδέτερο, του δευτεροκλίτου επιθέτου parvus, -a, -um = μικρός, -ή, -ό → Παραθετικά: minor, -or, -us, minimus, -a, -um.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
ducendo: αφαιρετική γερουνδίου, του ρήματος duco, duxi, ductum, ducĕre 3 = θεωρώ → β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα: duc.
me: αιτιατική ενικού, α΄ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego,tu, - = εγώ, εσύ, αυτός.
pro: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = υπέρ, για, για χάρη.
salute: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού salus -utis = σωτηρία → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό.
vestra: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, β΄ πρόσωπο (για πολλούς κτήτορες), της κτητικής αντωνυμίας vester, vestra, vestrum = δικός -ή -ό σας.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αιτιατική = σε.
tot: άκλιτη δεικτική αντωνυμία = τόσοι πολλοί, -ές, -ά.
ac: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
tantas: αιτιατική πληθυντικού, θηλυκό, της δεικτικής αντωνυμίας tantus, -a,
-um = τόσος, -η, -ο [είναι δεικτικό επίθετο που λειτουργεί ως δεικτική αντωνυμία].
dimicationes: αιτιατική πληθυντικού, θηλυκό, γ΄ κλίση, του ουσιαστικού dimicatio -onis = αγώνας.
obicere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος obicio, obieci, obiectum, obicĕre 3* (ανήκει στα 15 ρήματα σε -io που κλίνονται σαν το capio) = ρίχνω.
potui: α΄ ενικό, οριστική παρακειμένου, του ανώμαλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ.


LECTIO XXΧIV: Ο ΣΚΙΠΙΩΝΑΣ Ο ΑΦΡΙΚΑΝΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΛΗΣΤΑΡΧΟΙ

Cum Africanus in Literno esset, complures praedonum duces forte salutatum ad eum venerunt. Tum Scipio, cum se ipsum captum venisse eos existimasset, praesidium domesticorum in tecto conlocavit. Quod ut praedones animadverterunt, abiectis armis ianuae appropinquaverunt et clara voce Scipioni nuntiaverunt (incredibile auditu!) virtutem eius admiratum se venisse. Haec postquam domestici Scipioni rettulerunt, is fores reserari eosque intromitti iussit. Praedones postes ianuae tamquam sanctum templum venerati sunt et cupide Scipionis dextram osculati sunt. Cum ante vestibulum dona posuissent, quae homines deis immortalibus consecrare solent, domum reverterunt.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΧΧXIV
Όταν ο Αφρικανός βρισκόταν στο Λίτερνο, αρκετοί αρχηγοί ληστών τυχαία ήρθαν σ’ αυτόν για να τον χαιρετίσουν επίσημα. Τότε ο Σκιπίωνας επειδή νόμισε ότι αυτοί είχαν έρθει για να συλλάβουν αυτόν τον ίδιο, εγκατέστησε στο σπίτι φρουρά από δούλους του σπιτιού (οικιακούς). Μόλις παρατήρησαν αυτό οι ληστές, αφού πέταξαν μακριά τα όπλα, πλησίασαν την πόρτα και με δυνατή φωνή ανήγγειλαν στον Σκιπίωνα (απίστευτο στο άκουσμα!) ότι αυτοί είχαν έρθει για να θαυμάσουν την ανδρεία του. Όταν οι δούλοι μετέφεραν αυτά στον Σκιπίωνα, αυτός διέταξε να ανοιχθούν οι πόρτες και να μπουν αυτοί μέσα (να ανοίξουν τις πόρτες και να τους οδηγήσουν/βάλουν μέσα). Οι ληστές προσκύνησαν τις παραστάδες της πόρτας σαν ιερό ναό και φίλησαν με πάθος το δεξί χέρι του Σκιπίωνα. Αφού άφησαν μπροστά στην είσοδο δώρα, τα οποία οι άνθρωποι συνηθίζουν να προσφέρουν στους αθάνατους θεούς, επέστρεψαν στην πατρίδα (τους).

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν, αφού. Εδώ πρόκειται για τον ιστορικό ή διηγηματικό σύνδεσμο cum (cum historicum ή narrativum), ο οποίος συντάσσεται με υποτακτική παρατατικού (για πράξη σύγχρονη) ή με υποτακτική υπερσυντελίκου (για πράξη προτερόχρονη).
Africanus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Αfricanus -i = Αφρικανός. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το αρσενικό γένος του επιθέτου της β΄ κλίσης Africanus, -a, -um, που εδώ είναι ουσιαστικοποιημένο. Στο συγκεκριμένο κείμενο, όμως, η λέξη Africanus είναι προσωνύμιο του Σκιπίωνα (Publius Cornelius Scipio Africanus maior = Πόπλιος Κορνήλιος Σκιπίων ο Αφρικανός ο πρεσβύτερος) και επομένως ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
in: πρόθεση. Συντάσσεται με αφαιρετική και αιτιατική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
Literno: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους, Liternum -i = Λίτερνο. Είναι, πιο συγκεκριμένα, το ουδέτερο γένος του επιθέτου της β΄ κλίσης Liternus, -a, -um, που, όμως, εδώ είναι ουσιαστικοποιημένο. Ως όνομα περιοχής δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
esset: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού του ανώμαλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
complures: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του επιθέτου της γ΄ κλίσης complures, complures, complura/ -ia = πολλοί, -ές, -ά, αρκετοί, -ές, -ά. Το επίθετο, μολονότι είναι σύνθετο από την πρόθεση cum + τον συγκριτικό βαθμό του plures (= συγκριτικός του επιθέτου multi, -ae, -a), δεν σχηματίζει συγκριτικό βαθμό. Ο υπερθετικός βαθμός (complurimi) απαντά σπανίως. Υπερθετικός βαθμός του επιθέτου complures = complurima (που απαντά μία φορά σε λατινικό κείμενο) και complurimi. 
praedonum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους praedo -onis = ληστής.
duces: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού και θηλυκού γένους, dux, ducis = αρχηγός. Εδώ είναι αρσενικό.
forte: επίρρημα τροπικό = τυχαία. (Το επίρρημα προέρχεται από την αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους, fors -tis = τύχη). Δεν σχηματίζει παραθετικά.
salutatum: αιτιατική σουπίνου του ρήματος της α΄ συζυγίας saluto, salutavi, salutatum, salutāre = χαιρετίζω επίσημα.
ad: πρόθεση. Συντάσσεται με αιτιατική = προς, σε.
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή αυτό.
venerunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της δ΄ συζυγίας venio, veni, ventum, venire = έρχομαι, φθάνω.
tum: επίρρημα χρονικό = τότε.
Scipio: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Scipio -onis = Σκιπίωνας. Ως κύριο όνομα δεν έχει κατά κανόνα πληθυντικό.
cum: αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή. Συντάσσεται με υποτακτική.
se: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου = τον εαυτό του.
ipsum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = o ο ίδιος, η ίδια, το ίδιο.
captum: αιτιατική σουπίνου του ρήματος της γ΄ συζυγίας capio, cepi, captum, capĕre* = συλλαμβάνω. (Το capio είναι από τα 15 ρήματα σε -io της γ΄ συζυγίας).
venisse: απαρέμφατο ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της δ΄ συζυγίας venio, veni, ventum, venire = έρχομαι, φθάνω.
eos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή αυτό.
existimasset: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού υπερσυντελίκου του ρήματος της α΄ συζυγίας existimo, -avi, -atum, -āre = νομίζω, θεωρώ. Πρόκειται για συνηρημένο τύπο του existimavisset. Το ρήμα απαντά και ως existumo. 
praesidium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους praesidium -ii/ -i= φρουρά. Τα υπερδισύλλαβα ουσιαστικά της β΄ κλίσης που λήγουν σε -ius και -ium στη γενική του ενικού πολλές φορές συναιρούν το τελικό -ii σε -i και τονίζονται, ύστερα από τη συναίρεση, στην παραλήγουσα, έστω κι αν αυτή είναι βραχεία. 
domesticorum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους domestici -orum = οικιακοί δούλοι. Το ουσιαστικό απαντά μόνο στον πληθυντικό (plurale tantum). Προέρχεται από το αρσενικό γένος του επιθέτου της β΄ κλίσης domesticus, -a, -um = οικιακός, -ή, -ό, o του σπιτιού.
in: πρόθεση. Συντάσσεται με αφαιρετική και αιτιατική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
tecto: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους tectum -i = σπίτι.
conlocavit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας conloco (ή colloco), -avi, -atum, -āre = τοποθετώ, εγκαθιστώ.
quod: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
ut: εδώ χρονικός σύνδεσμος = όταν.
praedones: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους praedo -onis = ληστής.
animadverterunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας animadverto, animadverti, animadversum, animadvertĕre = παρατηρώ.
abiectis: αφαιρετική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου abiectus, -a, -um. Είναι μετοχή του ρήματος της γ΄ συζυγίας abicio, abieci, abiectum, abicěre* = ρίπτω, αποθέτω. (Το ρήμα ανήκει στα ρήματα σε -iο της γ΄ συζυγίας).
armis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους arma -orum = όπλα. Το ουσιαστικό διαθέτει μόνο πληθυντικό αριθμό. (plurale tantum).
ianuae: δοτική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους ianua -ae = πόρτα.
appropinquaverunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας appropinquo, -avi, -atum, -āre = πλησιάζω.
et: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
clara: αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους, του επιθέτου της β΄ κλίσης, θετικού βαθμού clarus, -a, -um = καθαρός, -ή, -ό, δυνατός, -ή, -ό. (συγκριτικός: clarior, -ior, -ius, υπερθετικός: clarissimus, -a, -um).
voce: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους vox, vocis = φωνή.
Scipioni: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Scipio -onis = Σκιπίωνας. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
nuntiaverunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας nuntio, -avi, -atum, -āre = αναγγέλλω.
incredibile: ονομαστική ενικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου της γ΄ κλίσης (το επίθετο είναι τριγενές και δικατάληκτο) incredibilis, -is, -e = απίστευτος, -η, -ο. Το επίθετο δεν σχηματίζει παραθετικά, διότι η λέξη δηλώνει άρνηση.
auditu: αφαιρετική σουπίνου του ρήματος της δ΄ συζυγίας audio, audivi, auditum, audire = ακούω.
virtutem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους virtus -utis = ανδρεία. Αν και είναι αφηρημένο ουσιαστικό, απαντά και στον πληθυντικό για να δηλωθούν οι «αρετές».
eius: γενική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
admiratum: αιτιατική σουπίνου του αποθετικού ρήματος της α΄ συζυγίας admirοr, admiratus sum, admirāri = θαυμάζω.
se: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου = τον εαυτό του.
venisse: απαρέμφατο ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της δ΄ συζυγίας venio, veni, ventum, venire = έρχομαι, φθάνω.
haec: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.
postquam: χρονικός σύνδεσμος = όταν, αφού.
domestici: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους domestici -orum = οικιακοί δούλοι. Το ουσιαστικό απαντά μόνο στον πληθυντικό (plurale tantum). Προέρχεται από το αρσενικό γένος του επιθέτου της β΄ κλίσης domesticus, -a, -um = o του σπιτιού. (βλ. και προηγουμένως)
Scipioni: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Scipio -onis = Σκιπίωνας. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. (βλ. προηγουμένως)
rettulerunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας refero, ret (t) uli, relatum, referre = επαναφέρω, αποκρίνομαι.
is: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή αυτό.
fores: αιτιατική πληθυντικού του ισοσύλλαβου ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους foris -is = πόρτα. Το ουσιαστικό απαντά πιο συχνά στον πληθυντικό. (fores, forium).
reserari: απαρέμφατο παθητικού ενεστώτα του ρήματος της α΄ συζυγίας resero, -avi, -atum, -āre = ανοίγω.
eos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή αυτό.
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος (εγκλιτική λέξη) = και.
intromitti: απαρέμφατο παθητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας intromitto, intomisi, intromissum, intromittĕre = βάζω μέσα, εισάγω.
iussit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της β΄ συζυγίας iubeo, iussi, iussum, iubēre = διατάζω.
praedones: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους praedo -onis = ληστής.
postes: αιτιατική πληθυντικού του ισοσύλλαβου ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους postis -is = παραστάδα.
ianuae: γενική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους ianua -ae = πόρτα.
tamquam: σύνδεσμος που εισάγει παραβολικές -υποθετικές προτάσεις. Κάποιες φορές συνοδεύεται από τον υποθετικό σύνδεσμο si. Συχνά βρίσκεται δίπλα σε ουσιαστικά (όπως εδώ) ή μετοχές και συνιστά βραχυλογική φράση που δηλώνει την παραβολή. Σε αυτήν την περίπτωση ο tamquam λειτουργεί επιρρηματικά.
sanctum: αιτιατική ενικού του επιθέτου της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους sanctus, -a, -um = ιερός, -ή, -ό. Στην πραγματικότητα πρόκειται για επιθετικοποιημένη μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος της δ΄ συζυγίας sancio, sanxi, sanctum, sancire = αγιάζω. Θετικός βαθμός: sanctus, -a, -um, συγκριτικός: sanctior, -ior, -ius, υπερθετικός: sanctissimus, -a, -um.
templum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους templum -i = ναός.
venerati sunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου του αποθετικού ρήματος της α΄ συζυγίας veneror, veneratus sum, venerāri = προσκυνώ, λατρεύω.
et: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
cupide: επίρρημα τροπικό = με πάθος. Θετικός βαθμός: cupide, συγκριτικός: cupidius, υπερθετικός: cupidissime. (Το επίθετο παράγεται από το επίθετο της β΄ κλίσης cupidus, -a, -um = αυτός που επιθυμεί).
Scipionis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Scipio -onis = Σκιπίωνας. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. (βλ. προηγουμένως)
dextram: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους του επιθέτου της β΄ κλίσης, θετικού βαθμού dexter, dextra ή dextera, dextrum ή dexterum = δεξιός, -ά, -ό. Συγκριτικός: dexterior, -ior, -ius, υπερθετικός: dextimus, -a,     -um. Στο συγκεκριμένο κείμενο η λέξη dextra = δεξί χέρι χρησιμοποιείται κατά παράλειψη του ουσιαστικού manus -us (θηλ. ) = χέρι, οπότε και λειτουργεί ως ουσιαστικοποιημένο επίθετο.
osculati sunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου του αποθετικού ρήματος της α΄ συζυγίας osculor, osculatus sum, osculāri = φιλώ, ασπάζομαι.
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν, αφού. Εδώ πρόκειται για τον ιστορικό ή διηγηματικό σύνδεσμο cum (cum historicum ή narrativum), ο οποίος συντάσσεται με υποτακτική παρατατικού (για πράξη σύγχρονη) ή με υποτακτική υπερσυντελίκου (για πράξη προτερόχρονη). (βλ. προηγουμένως).
ante: πρόθεση. Συντάσσεται με αιτιατική = μπροστά.
vestibulum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους vestibulum -i = πρόδομος, είσοδος.
dona: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους donum -i = δώρο.
posuissent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού υπερσυντελίκου του ρήματος της γ΄ συζυγίας pono, posui, positum, ponĕre = τοποθετώ.
quae: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
homines: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού και θηλυκού γένους homo -inis = άνθρωπος. Εδώ είναι αρσενικό
deis: δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους deus -i = θεός. 4

deus
dei
deo
deum
deus/ dive
deo
dei/ dii/ di
deorum/ deum
deis/ diis/ dis
deos
dei/ dii/ di
deis/ diis/ dis

Το ουσιαστικό δεν έχει εύχρηστη του κλητική του ενικού (dee) και αντί αυτής χρησιμοποιείται η κλητική του συνωνύμου ονόματος divus = dive, ενώ οι μεταγενέστεροι Λατίνοι χρησιμοποιούσαν την ονομαστική ενικού deus. Επίσης, στον πληθυντικό αριθμό σε όλες τις πτώσεις, εκτός από την αιτιατική, έχει διπλούς και τριπλούς τύπους. 
immortalibus: δοτική πληθυντικού, αρσενικού γένους του επιθέτου της γ΄ κλίσης (τριγενές και δικατάληκτο) immortalis, -is, -e = αθάνατος, -η, -ο. Το επίθετο δεν σχηματίζει παραθετικά, καθώς δηλώνει άρνηση.
consecrare: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της α΄ συζυγίας consecro, -avi, -atum, -āre = αφιερώνω, προσφέρω.
solent: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ημιαποθετικού ρήματος της β΄ συζυγίας soleo, solitus sum, solēre = συνηθίζω.
domum: εδώ επίρρημα = προς το σπίτι. Πρόκειται στην πραγματικότητα για την αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της δ΄ κλίσης, θηλυκού γένους domus -us = σπίτι.
reverterunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου του ημιαποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας revertor, reverti, reverti = επιστρέφω.


LECTIO ΧΧXVI: ΜΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΩΡΟΔΟΚΙΑΣ

Manius Curius Dentatus maxima frugalitate utebatur, quo facilius divitias contemnere posset. Die quodam Samnitium legati ad eum venerunt. Ille se in scamno assidentem apud focum et ex ligneo catillo cenantem eis spectandum praebuit. Samnitium divitias contempsit et Samnites paupertatem eius mirati sunt. Nam cum ad eum magnum pondus auri publice missum attulissent, ut eo uteretur, vultum risu solvit et protinus dixit: “Supervacaneae, ne dicam ineptae, legationis ministri, narrate Samnitibus Manium Curium malle locupletibus imperare quam ipsum fieri locupletem; et mementote me nec acie vinci nec pecunia corrumpi posse”.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΧΧXVI
Ο Μάνιος Κούριος Δεντάτος ήταν πάρα πολύ ολιγαρκής, για να μπορεί να περιφρονεί ευκολότερα τα πλούτη. Κάποια μέρα ήρθαν σ΄ αυτόν απεσταλμένοι των Σαμνιτών. Εκείνος παρουσιάστηκε σ΄ αυτούς για να τον δουν να κάθεται σε ένα σκαμνί δίπλα στη φωτιά και να τρώει από (ένα) ξύλινο πιάτο. Περιφρόνησε τα πλούτη των Σαμνιτών και οι Σαμνίτες θαύμασαν τη φτώχεια του. Όταν δηλαδή σ΄ αυτόν είχαν προσφέρει πολύ χρυσάφι, σταλμένο από το δημόσιο ταμείο, για να το χρησιμοποιήσει, χαλάρωσε το πρόσωπό (του) με γέλιο και αμέσως είπε: «Μέλη της περιττής, για να μην πω της ανόητης, πρεσβείας, πείτε στους Σαμνίτες ότι ο Μάνιος Κούριος προτιμά να εξουσιάζει τους πλούσιους παρά να γίνει ο ίδιος πλούσιος˙ και θυμηθείτε ότι εγώ δεν είναι δυνατόν ούτε στη μάχη να νικηθώ ούτε με χρήματα να διαφθαρώ».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Manius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Manius -ii/-i = Μάνιος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. (Επίσης, ως γνήσιο λατινικό όνομα, που λήγει σε -ius, σχηματίζει την κλητική του ενικού σε -i, με συναίρεση του -ie σε -i). Τα ουσιαστικά της β΄ κλίσης που είναι κύρια ονόματα, γνήσια λατινικά και λήγουν σε –ius σχηματίζουν την κλητική του ενικού σε –i (με συναίρεση του -ie σε –i). Επίσης, ως υπερδισύλλαβα σε –ius σχηματίζουν τη γενική ενικού σε –i, με συναίρεση του –ii σε –i. 
Curius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Curius –ii/-i = Κούριος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό. (Ως γνήσιο λατινικό όνομα που λήγει σε -ius σχηματίζει την κλητική του ενικού σε -i, με συναίρεση του -ie σε -i).
Dentatus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Dentatus -i = Δεντάτος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
maxima: αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου, υπερθετικού βαθμού maximus, -a, -um. Πρόκειται για τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου magnus, -a, -um = μεγάλος, -η, -ο, το οποίο σχηματίζει ανώμαλα παραθετικά: συγκριτικός: maior, -ior, -ius, υπερθετικός: maximus, -a, -um. Απαντά και ο αρχαιότερος τύπος maxumus, -a, -um.
frugalitate: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους frugalitas -atis = ολιγάρκεια. Ως αφηρημένο ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό.
utebatur: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού του αποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας utor, usus sum, uti = χρησιμοποιώ. (Το ρήμα συντάσσεται με αφαιρετική).
quo: εδώ λειτουργεί ως σύνδεσμος που εισάγει δευτερεύουσα επιρρηματική τελική πρόταση.
facilius: τροπικό επίρρημα συγκριτικού βαθμού = ευκολότερα. (θετικός βαθμός: facile, συγκριτικός: facilius, υπερθετικός: facillime). To επίρρημα παράγεται από το τριτόκλιτο τριγενές και δικατάληκτο επίθετο facilis, -is, -e = εύκολος, -η, -ο.
divitias: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους divitiae -arum (ή ditiae -arum). = πλούτη. To ουσιαστικό απαντά μόνο στον πληθυντικό αριθμό (plurale tantum).
contemnere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας contemno, contempsi, contemptum, contemnĕre = περιφρονώ.
posset: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού του ανωμάλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ, δύναμαι.
die: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, αρσενικού γένους dies, diei = ημέρα. Για το γένος του ουσιαστικού dies ισχύουν τα εξής: To συγκεκριμένο ουσιαστικό στον πληθυντικό είναι πάντα αρσενικού γένους. Στον ενικό είναι άλλοτε αρσενικό, άλλοτε θηλυκό. Θηλυκό είναι στις εξής περιπτώσεις: i. όταν σημαίνει «χρονολογία επιστολής», ii. όταν σημαίνει χρονική διάρκεια, iii. στη νομική έννοια «dies certa» = «τακτή μέρα» (με σπάνιες εξαιρέσεις), iv. στους ποιητές για λόγους μετρικούς
quodam: αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους της επιθετικής αόριστης αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, κάποια, κάποιο.
Samnitium: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Samnites -ium = Σαμνίτες. Ως εθνικό ουσιαστικό σχηματίζει μόνο πληθυντικούς τύπους, ενώ η γενική του πληθυντικού λήγει σε -ium. Πρόκειται στην πραγματικότητα για ουσιαστικό προερχόμενο από το τριτόκλιτο επίθετο Samnis (σπάνια Samnitis) -itis.
legati: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους legatus -i = απεσταλμένος. Πρόκειται για το αρσενικό της μετοχής του παθητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας lego, -avi, -atum, -āre = αποστέλλω πρεσβευτή.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε.
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
venerunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της δ΄ συζυγίας venio, veni, ventum, venīre = έρχομαι.
ille: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, εκείνη, εκείνο.
se: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου = τον εαυτό του.
in: πρόθεση + αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
scamno: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους scamnum -i = σκαμνί.
assidentem: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της μετοχής ενεστώτα assidens -ntis του ρήματος της β΄ συζυγίας assideo, assedi, assessum, assidēre = κάθομαι.
apud: πρόθεση + αιτιατική = κοντά σε.
focum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους focus -i = φωτιά.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
ex (ή e) : πρόθεση + αφαιρετική = από. Η πρόθεση ex τίθεται πριν από φωνήεν και πάντα πριν από το quo. Η πρόθεση e τίθεται πριν από σύμφωνο.
ligneo: αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου ligneus, -a, -um = ξύλινος, -η, -ο. Το επίθετο, καθώς δηλώνει ύλη και παράγεται από ουσιαστικό (lignum -i = ξύλο), δεν σχηματίζει παραθετικά.
catillo: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους catillus -i = πιάτο. To ουσιαστικό είναι ετερογενές και στον πληθυντικό αριθμό είναι ουδετέρου γένους: catilla -orum.
cenantem: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της μετοχής ενεστώτα cenans -ntis του ρήματος της α΄ συζυγίας ceno, -avi, -atum, -āre = γευματίζω.
eis: δοτική πληθυντικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
spectandum: αιτιατική γερουνδιακού, αρσενικού γένους του ρήματος της α΄ συζυγίας specto, -avi, -atum, -āre = βλέπω, παρατηρώ.
praebuit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της β΄ συζυγίας praebeo, -ui, -itum, -ēre = παρέχω. Εδώ me praebeo = παρουσιάζομαι.
Samnitium: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Samnites -ium = Σαμνίτες. Ως εθνικό όνομα σχηματίζει συνήθως μόνο πληθυντικούς τύπους. (βλ. προηγουμένως)
divitias: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους divitiae -arum (ή ditiae -arum) = πλούτη. To ουσιαστικό απαντά μόνο στον πληθυντικό αριθμό (plurale tantum). (βλ. και προηγουμένως)
contempsit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας contemno, contempsi, contemptum, contemnĕre = περιφρονώ.
et: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
Samnites: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Samnites -ium = Σαμνίτες (βλ και προηγουμένως)
paupertatem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους paupertas -atis = φτώχεια.
eius: γενική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
mirati sunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής παρακειμένου του αποθετικού ρήματος της α΄ συζυγίας miror, miratus sum, mirāri = θαυμάζω.
nam: αιτιολογικός σύνδεσμος που βρίσκεται στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου (αντιστοιχεί προς το αρχαιοελληνικό γάρ) = διότι, γιατί, δηλαδή.
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν. Πρόκειται συγκεκριμένα για τον ιστορικό, διηγηματικό σύνδεσμο cum (cum historicum ή narrativum που συντάσσεται με χρόνο παρατατικό για πράξη σύγχρονη ή υπερσυντέλικο για πράξη προτερόχρονη).
ad: πρόθεση = σε. Συντάσσεται με αιτιατική.
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
magnum: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου, θετικού βαθμού magnus, -a, -um = μεγάλος, -η, -ο, το οποίο σχηματίζει ανώμαλα παραθετικά: συγκριτικός: maior, -ior, -ius, υπερθετικός: maximus, -a, -um. Απαντά και ο αρχαιότερος τύπος maxumus, -a, -um.
pondus: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους pondus -eris = βάρος.
auri: γενική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους aurum -i = χρυσάφι. Το ουσιαστικό, επειδή δηλώνει ύλη, απαντά μόνο στον ενικό, είναι δηλαδή singulare tantum. Ωστόσο, δύναται να απαντά στον πληθυντικό, όταν δηλώνει αντικείμενα κατασκευασμένα από χρυσό.
publice: τροπικό επίρρημα = δημόσια. Παράγεται από το δευτερόκλιτο επίθετο publicus, -a, -um = δημόσιος, -α, -ο. Το επίρρημα, αλλά και το επίθετο publicus, -a, -um, απ΄ το οποίο παράγεται, δεν σχηματίζει παραθετικά.
missum: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου missus, -a, -um του ρήματος της γ΄ συζυγίας mitto, misi, missum, mittĕre = στέλνω.
attulissent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού υπερσυντελίκου του ρήματος της γ΄ συζυγίας affero (& adfero), attuli (& adtuli), allatum (& adlatum), afferre (& adferre) = αναγγέλλω. Το β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής του ενεργητικού ενεστώτα είναι affer (adfer).
ut: εδώ τελικός σύνδεσμος = για να.
eo: αφαιρετική ενικού, ουδετέρου γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
uteretur: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού του αποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας utor, usus sum, uti = χρησιμοποιώ. (To ρήμα συντάσσεται με αφαιρετική).
vultum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της δ΄ κλίσης, αρσενικού γένους vultus -us = πρόσωπο.
risu: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της δ΄ κλίσης, αρσενικού γένους risus -us = γέλιο.
solvit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας solvo, solvi, solutum, solvĕre = λύνω, χαλαρώνω.
et: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
protinus: επίρρημα χρονικό = αμέσως.
dixit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre = λέγω.
supervacaneae: γενική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου supervacaneus, -a, -um = περιττός, -ή, -ό, ανώφελος, -η, -ο. Το επίθετο εκφράζει απόλυτη έννοια και επομένως δεν σχηματίζει παραθετικά.
ne: εδώ τελικός σύνδεσμος = για να μην.
dicam: α΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre = λέγω.
ineptae: γενική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου, θετικού βαθμού ineptus, -a, -um = ανόητος, -η, -ο. (συγκριτικός: ineptior, -ior, -ius, υπερθετικός: ineptissimus, -a, -um).
legationis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους legatio -onis = πρεσβεία.
ministri: κλητική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης (συγκοπτόμενο), αρσενικού γένους minister -stri = ο απεσταλμένος. Πρόκειται στην πραγματικότητα για το αρσενικό γένος του δευτεροκλίτου επιθέτου minister, ministra, ministrum = απεσταλμένος, -η, -ο.
narrate: β΄ πληθυντικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της α΄ συζυγίας narro, -avi, -atum, -āre = διηγούμαι.
Samnitibus: δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους Samnites -ium = Σαμνίτες (βλ και προηγουμένως).
Manium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Manius -ii/ -i = Μάνιος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
Curium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Curius -ii/-i = Κούριος. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό.
malle: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος malo, malui, -, malle = προτιμώ.
locupletibus: δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού εδώ γένους locuples -pletis = πλούσιος. (Πρόκειται για ουσιαστικοποιημένο τύπο του τριγενούς μονοκατάληκτου τριτοκλίτου επιθέτου locuples, locuples, locuples = πλούσιος. (Συγκριτικός locupletior, -ior, -ius, υπερθετικός: locupletissimus, -a, -um).
imperare: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της α΄ συζυγίας imperο, -avi, -atum, -āre = εξουσιάζω.
quam: επίρρημα. Εδώ εισάγει τον β΄ όρο σύγκρισης ομοιότροπα με τον α΄ όρο = παρά.
ipsum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = αυτός ο ίδιος, αυτή η ίδια, αυτό το ίδιο.
fieri: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι. (Το ρήμα χρησιμοποιείται ως παθητικό του facio).
locupletem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, εδώ αρσενικού γένους locuples -pletis = πλούσιος.
et: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος = και.
mementote: β΄ πληθυντικό προστακτικής μέλλοντα με σημασία ενεστώτα του ελλειπτικού ρήματος memini, meminisse = θυμάμαι.
me: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego, tu, - = εγώ, εσύ, αυτός.
nec ... nec: συμπλεκτικός σύνδεσμος = ούτε...ούτε.
acie: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, θηλυκού γένους acies -ei = μάχη.
vinci: απαρέμφατο παθητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας vinco, vici, victum, vincĕre = νικώ.
pecunia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους pecunia -ae = περιουσία, χρήματα. Ως περιληπτικό ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
corrumpi: απαρέμφατο παθητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας corrumpo, corrupi, corruptum, corrumpĕre = διαφθείρω.
posse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος pοssum, potui, -, posse = μπορώ. Εδώ το posse είναι απρόσωπο (potest, potuit, -, posse).


LECTIO ΧΧXVII: Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΩΝ ΕΜΦΥΛΙΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ

In eum locum res deducta est, ut, nisi qui deus vel casus aliqui subvenerit, salvi esse nequeamus. Equidem, ut veni ad urbem, non destiti omnia et sentire et dicere et facere, quae ad concordiam pertinerent; sed tantus furor omnes invaserat, ut pugnare cuperent, etsi ego clamabam nihil esse bello civili miserius. Omnia sunt misera in bellis civilibus, sed nihil miserius quam ipsa victoria: ea victores ferociores impotentioresque reddit, ut, etiamsi natura tales non sint, necessitate esse cogantur. Bellorum enim civilium exitus tales sunt semper, ut non solum ea fiant, quae velit victor, sed etiam ut victor obsequatur iis, quorum auxilio victoria parta sit.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΧΧXVII
Σε τέτοιο σημείο έχουν οδηγηθεί τα πράγματα, ώστε, αν δεν βοηθήσει κάποιος θεός ή κάποιο τυχαίο περιστατικό, δεν θα μπορέσουμε να σωθούμε. Εγώ βέβαια, μόλις ήρθα στην πόλη, δεν σταμάτησα και να πιστεύω και να λέω και να κάνω όλα όσα στόχευαν στην ομόνοια˙ αλλά τόση μεγάλη μανία τους είχε πιάσει όλους, ώστε να επιθυμούν να μάχονται (ή: να πολεμούν), αν και εγώ φώναζα ότι τίποτα δεν είναι πιο άθλιο (ή: αξιοθρήνητο) από τον εμφύλιο πόλεμο. Στους εμφύλιους πολέμους όλα είναι αξιοθρήνητα, αλλά τίποτα (δεν είναι) πιο αξιοθρήνητο από την ίδια τη νίκη: αυτή κάνει τους νικητές αγριότερους και πιο αχαλίνωτους (απ’ ό, τι συνήθως), ώστε, ακόμη κι αν δεν είναι τέτοιοι από τη φύση τους, να πιέζονται από ανάγκη να γίνουν. Πράγματι, τα αποτελέσματα (η έκβαση) των εμφυλίων πολέμων είναι πάντοτε τέτοια, ώστε να γίνονται όχι μόνο αυτά που θέλει ο νικητής, αλλά ώστε ακόμη να κάνει ο νικητής το χατίρι αυτών, με τη βοήθεια των οποίων κερδήθηκε η νίκη.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αιτιατική = σε.
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
locum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού locus -i = τόπος, σημείο → Στον πληθυντικό loca -orum είναι ουδέτερο (ετερογενές). Ο τύπος. loci -orum = χωρία βιβλίων
res: ονομαστική ενικού, θηλυκό, ε’ κλίση, του ουσιαστικού res, rei = πράγμα.
deducta est: γ’ ενικό, οριστική παθητικού παρακειμένου του ρήματος deduco, deduxi, deductum, deducĕre 3 = οδηγώ → β’ ενικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα: deduc.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.
nisi: υποθετικός αποφατικός σύνδεσμος = αν δεν.
qui: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας qui, qua και quae, quod = κάποιος, -α, -ο.
deus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, β’ κλίση, του ουσιαστικού deus, dei = θεός → σχηματίζει διπλούς και τριπλούς τύπους.
vel: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή, είτε.
casus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, δ’ κλίση, του ουσιαστικού casus –us = τυχαίο περιστατικό.
aliqui: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας aliqui, aliqua, aliquod = κάποιος, -α, -ο.
subvenerit: γ’ ενικό, υποτακτική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος subvenio, subveni, subventum, subvenīre 4 = βοηθώ.
salvi: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β’ κλίσης salvus, -a, -um = σώος, -α, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
nequeamus: α’ πληθυντικό, υποτακτική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος nequeo, nequi(v)i, -, nequīre = δεν μπορώ → για την κλίση του ρήματος βλέπε στο β’ μέρος των σημειώσεων της γραμματικής.
equidem: επίρρημα = (εγώ) βέβαια.
ut: εδώ χρονικός σύνδεσμος = όταν, μόλις.
veni: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος venio, veni, ventum, venīre 4 = έρχομαι, φθάνω.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε, προς.
urbem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού urbs –is = πόλη.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
destiti: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος desisto, destiti, -, desistĕre 3 = σταματώ.
omnia: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης omnis, -is, -e (γεν.: omnis) = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
sentire: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος sentio, sensi, sensum, sentīre 4 = αισθάνομαι, καταλαβαίνω.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
dicere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
facere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος facio, feci, factum, facĕre 3* = κάνω (ανήκει στα 15 ρήματα σε -io που κλίνονται σαν το capio) → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: fac.
quae: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε, προς.
concordiam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού concordia –ae = ομόνοια → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό (singulare tantum).
pertinerent: γ’ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος pertineo, pertinui, pertentum, pertinēre 2 = στοχεύω, αφορώ.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
tantus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της δεικτικής αντωνυμίας tantus, -a, -um = τόσος, -η, -ο.
furor: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού furor -oris = μανία.
omnes: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης omnis, -is, -e (γεν.: omnis) = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
invaserat: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος invado, invasi, invasum, invadĕre 3 = καταλαμβάνω.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.
pugnare: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος pugno, pugnavi, pugnatum, pugnāre 1 = πολεμώ, μάχομαι.
cuperent: γ’ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος cupio, cupivi, cupitum, cupĕre 3* = επιθυμώ (ανήκει στα 15 ρήματα σε -io που κλίνονται σαν το capio) (μεταφορά)
etsi: εναντιωματικός σύνδεσμος = αν και.
ego: ονομαστική ενικού, α’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego, tu, -= εγώ, εσύ, αυτός.
clamabam: α’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος clamo, clamavi, clamatum, clamāre 1 = φωνάζω.
nihil: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (nil) = κανένας, καμία, κανένα.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
bello: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο γένος, β’ κλίση, του ουσιαστικού bellum -i = πόλεμος
civili: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης civilis, -is, -e (γεν.: civilis) = εμφύλιος, -α, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
miserius: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του επιθέτου γ’ κλίσης miserior, -ior, -ius. Πρόκειται για συγκριτικό βαθμό του τριγενούς και τρικαταλήκτου επιθέτου β’ κλίσης miser, -a, -um = άθλιος, -α, -ο αξιοθρήνητος, -η, -ο → Παραθετικά: miserior, -ior, -ius, miserrimus, -a, -um.
omnia: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης omnis, -is, -e (γεν.: omnis) = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
sunt: γ’ πληθυντικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
misera: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριγενούς και τρικαταλήκτου επιθέτου β’ κλίσης miser, -a, -um = άθλιος, -α, -ο, αξιοθρήνητος, -η, -ο → Παραθετικά: miserior, -ior, -ius, miserrimus, -a, -um.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
bellis: αφαιρετική πληθυντικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού bellum -i = πόλεμος.
civilibus: αφαιρετική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης civilis, -is, -e (γεν.: civilis) = εμφύλιος, -α, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
nihil: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (nil) = κανένας, καμία, κανένα.
miserius: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, του επιθέτου γ’ κλίσης miserior, -ior, -ius. Πρόκειται για συγκριτικό βαθμό του τριγενούς και τρικαταλήκτου επιθέτου β’ κλίσης miser, -a, -um = άθλιος, -α, -ο, αξιοθρήνητος, -η, -ο → Παραθετικά: miserior, -ior, -ius, miserrimus, -a, -um.
quam: επίρρημα που εισάγει β’ όρο σύγκρισης = παρά, από.
ipsa: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = ίδιος, -α, -ο.
victoria: ονομαστική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού victoria -ae = νίκη.
ea: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
victores: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού victor -oris = νικητής.
ferociores: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου γ’ κλίσης ferocior, -ior, -ius. Πρόκειται για συγκριτικό βαθμό του τριγενούς και μονοκαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης ferox (γεν.: ferocis) = άγριος, -α,   -ο → Παραθετικά: ferocior, -ior, -ius, ferocissimus, -a, -um.
impotentiores: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου γ’ κλίσης impotentior, -ior, -ius. Πρόκειται για συγκριτικό βαθμό του τριγενούς και μονοκαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης impotens (γεν.: impotentis) = αχαλίνωτος, -η, -ο → Παραθετικά: impotentior, -ior, -ius, impotentissimus, -a, -um.
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη.
reddit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος reddo, reddidi, redditum, reddĕre 3 = κάνω, καθιστώ.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.
etiamsi: παραχωρητικός σύνδεσμος = ακόμη κι αν.
natura: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού natura -ae = φύση → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό (singulare tantum).
tales: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, της δεικτικής αντωνυμίας talis, -is, -e = τέτοιος, -α, -ο → κλίνεται σαν γ΄ κλιτο επίθετο και δεν σχηματίζει κλητική.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
sint: γ’ πληθυντικό, υποτακτική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
necessitate: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού necessitas -atis = ανάγκη → στον πληθυντικό necessitates -um = αναγκαία πράγματα, αναγκαία έξοδα (ετερόσημο).
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
cogantur: γ’ πληθυντικό, υποτακτική παθητικού ενεστώτα, του ρήματος cogo, coegi, coactum, cogĕre 3 = αναγκάζω.
bellorum: γενική πληθυντικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού bellum -i = πόλεμος.
enim: διασαφητικός και αιτιολογικός σύνδεσμος. Έχει ανάλογη χρήση με τον σύνδεσμο γὰρ της αρχαίας ελληνικής = γιατί.
civilium: γενική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης civilis, -is, -e (γεν.: civilis) = εμφύλιος, -α, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
exitus: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, δ’ κλίση, του ουσιαστικού exitus -us = έκβαση.
tales: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, της δεικτικής αντωνυμίας talis, -is, -e = τέτοιος, -α, -ο → κλίνεται σαν γ΄ κλιτο επίθετο και δεν σχηματίζει κλητική.
sunt: γ’ πληθυντικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
semper: χρονικό επίρρημα = πάντοτε.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
solum: ποσοτικό επίρρημα = μόνον.
ea: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
fiant: γ’ πληθυντικό, υποτακτική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι → αποτελεί το παθητικό του facio, feci, factum, facĕre 3*
quae: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
velit: γ’ ενικό, υποτακτική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος volo, volui, -, velle = θέλω → για την κλίση του ρήματος βλέπε στο β’ μέρος των σημειώσεων της γραμματικής.
victor: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού victor -oris = νικητής.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
non solum... sed etiam: παρατακτική αντιθετική σύνδεση = όχι μόνο … αλλά και.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε
victor: ονομαστική ενικού, αρσενικό, γ’ κλίση, του ουσιαστικού victor -oris = νικητής.
obsequatur: γ’ ενικό, υποτακτική ενεστώτα, του ρήματος obsequor, obsecutus sum, obsequi 3 αποθετικό = κάνω το χατίρι κάποιου.
iis: δοτική πληθυντικού (2ος τύπος), αρσενικό, της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
quorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
auxilio: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, β’ κλίση, του ουσιαστικού auxilium -ii/-i = βοήθεια → στον πληθυντικό auxilia -orum = επικουρικό στράτευμα (ετερόσημο).
victoria: ονομαστική ενικού, θηλυκό, α’ κλίση, του ουσιαστικού victoria -ae = νίκη.
parta sit: γ’ ενικό, υποτακτική παθητικού παρακειμένου, του ρήματος pario, peperi, partum, parĕre 3* = κερδίζω (ανήκει στα 15 ρήματα σε -io που κλίνονται σαν το capio) → μετοχή μέλλοντα: pariturus, -a, -um.


LECTIO ΧΧXVIII: Η ΜΟΙΡΑ ΤΗΣ ΚΑΙΚΙΛΙΑΣ

Caecilia, uxor Metelli, dum more prisco omen nuptiale petit filiae sororis, ipsa fecit omen. Nam in sacello quodam nocte cum sororis filia persedebat expectabatque dum aliqua vox congruens proposito audiretur. Tandem puella, longa mora standi fessa, rogavit materteram, ut sibi paulisper loco cederet. Tum Caecilia puellae dixit: “ego libenter tibi mea sede cedo”. Hoc dictum paulo post res ipsa confirmavit. Nam mortua est Caecilia, quam Metellus, dum vixit, multum amavit; postea is puellam in matrimonium duxit.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Η Καικιλία, η σύζυγος του Μετέλλου, ενώ επιδίωκε την εμφάνιση κάποιου γαμήλιου οιωνού για την κόρη της αδελφής της, σύμφωνα με τις πατροπαράδοτες συνήθειες, δημιούργησε η ίδια οιωνό. Μια νύχτα δηλαδή καθόταν με την κόρη της αδελφής (της) σε κάποιο μικρό ιερό και περίμενε μέχρις ότου ακουστεί κάποια φωνή που να ανταποκρινόταν στον σκοπό τους. Τελικά η κοπέλα, κουρασμένη από την πολλή ορθοστασία, ζήτησε από τη θεία (της) να της παραχωρήσει για λίγο τη θέση της. Τότε η Καικιλία είπε στην κοπέλα: «εγώ ευχαρίστως σου παραχωρώ τη θέση μου». Αυτόν τον λόγο λίγο αργότερα επιβεβαίωσε η ίδια η πραγματικότητα. Πέθανε δηλαδή η Καικιλία, την οποία ο Μέτελλος, όσο ζούσε, την αγάπησε πολύ• αργότερα αυτός παντρεύτηκε την κοπέλα (οδήγησε την κοπέλα σε γάμο).

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Caecilia: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Caecilia -ae = Καικιλία. (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό).
uxor: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους uxor -oris = η σύζυγος.
Metelli: γενική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Metellus -i = Μέτελλος. ( Ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό).
dum: χρονικός σύνδεσμος = ενώ.
more: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους mos, moris = έθιμο.
prisco: αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου priscus, -a, -um = αρχαίος, -α, -ο. Το επίθετο δεν σχηματίζει παραθετικά.
omen: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους omen -inis = οιωνός.
nuptiale: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους του τριτοκλίτου επιθέτου (τριγενές και δικατάληκτο) nuptialis, -is, -e = γαμήλιος, -α, -ο. Το επίθετο δεν σχηματίζει παραθετικά ως απόλυτη έννοια. (Το επίθετο συγκεκριμένα είναι παράγωγο του ουσιαστικού nuptiae -arum = γάμος < nubo = νυμφεύομαι).
petit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ' συζυγίας peto, peti(v)i, petitum, petĕre = ζητώ, επιδιώκω.
filiae: δοτική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους filia1 -ae = κόρη. To ουσιαστικό filia -ae σχηματίζει τη δοτική και αφαιρετική του πληθυντικού αριθμού (filiis) κανονικά και σε –abus, όταν είναι ανάγκη να γίνει διάκριση από τις αντίστοιχες πτώσεις του αρσενικού δευτερόκλιτου ουσιαστικού filius
sororis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους soror –oris = αδελφή.
ipsa: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = αυτός ο ίδιος, αυτή η ίδια, αυτό το ίδιο.
fecit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας facio, feci, factum, facĕre* = κάνω. (Το facio είναι ένα από τα 15 ρήματα σε –io που ανήκουν στη γ΄ συζυγία. Το β΄ ενικό της προστακτικής του ενεργητικού ενεστώτα είναι fac).
omen: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους omen -inis = οιωνός.
nam: αιτιολογικός ή διασαφητικός σύνδεσμος = διότι, δηλαδή. [Εδώ διασαφητικός]. Τίθεται στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου. Ισοδυναμεί με το αρχαιοελληνικό γάρ.
in: πρόθεση. Συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
sacello: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους, sacellum-i = μικρό ιερό, μικρό τέμενος.
quodam: αφαιρετική ενικού, ουδετέρου γένους της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, κάποια, κάποιο.
nocte: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους nox -ctis = νύκτα. (Η αφαιρετική του ενικού είναι και noctu, ενώ η γενική του πληθυντικού είναι noctium).
cum: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = μαζί με.
sororis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους soror -oris = αδελφή.
filia: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους filia -ae = κόρη.
persedebat: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρατατικού του ρήματος της β΄ συζυγίας persedeo, persedi, persessum, persedēre = κάθομαι για πολλή ώρα.
expectabat: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρατατικού του ρήματος της α΄ συζυγίας ex(s)pecto, -avi, -atum, -āre = περιμένω.
-que: συμπλεκτικός, παρατακτικός σύνδεσμος (εγκλιτική λέξη) = και.
dum: χρονικός σύνδεσμος = ενώ.
aliqua: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας aliqui, aliqua, aliquod = κάποιος, κάποια, κάποιο.
vox: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους vox, vocis = φωνή.
congruens: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους της επιθετικοποιημένης μετοχής, χρόνου ενεστώτα congruens -ntis = σύμφωνος, -η, -ο. Πρόκειται για μετοχή του ρήματος της γ΄ συζυγίας congruo, congrui, -, congruĕre = συμφωνώ, αρμόζω. (παραθετικά μετοχής: Θετικός: congruens, συγκριτικός:congruentior,-ior,-ius, υπερθετικός :congruentissimus, –a,-um).
proposito: δοτική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους propositum -i = σκοπός. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ουσιαστικοποιημένη μετοχή, ουδετέρου γένους, παθητικού παρακειμένου (propositus, -a, -um) του ρήματος της γ΄ συζυγίας propono, proposui, propositum, proponĕre = σκοπεύω, προτίθεμαι.
audiretur: γ΄ ενικό υποτακτικής παθητικού παρατατικού του ρήματος της δ΄ συζυγίας audio, audivi, auditum, audīre = ακούω.
tandem: χρονικό επίρρημα = επιτέλους.
puella: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους puella -ae = κοπέλα.
longa: αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους, του δευτεροκλίτου επιθέτου longus, -a, -um = μακρύς, -ιά, -ύ, μακρόχρονος, -η, -ο. (Θετικός βαθμός: longus, -a, -um, συγκριτικός: longior, -ior, -ius, υπερθετικός: longissimus, -a, -um ).
mora: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους mora –ae = χρονοτριβή, καθυστέρηση.
standi: γενική γερουνδίου του ρήματος της α΄ συζυγίας sto, steti, statum, stāre = στέκομαι.
fessa: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου (τριγενές και τρικατάληκτο) fessus,  -a, -um = κουρασμένος, -η, -ο, καταπονημένος, -η, -ο (συντάσσεται με γεν. αντικειμενική ή αφαιρ. της αιτίας). Το επίθετο δεν σχηματίζει παραθετικά. Στην πραγματικότητα παράγεται από το αποθετικό ρήμα της γ΄ συζυγίας fatiscor, -, -, fatisci = κουράζομαι. (Το ρήμα fatiscor χρησιμοποιείται σπανιότερα αντί του ρήματος της γ΄ συζυγίας fatisco, -, -, ĕre, ενώ συνώνυμο είναι και το ρήμα της α΄ συζυγίας fatigo, -avi, -atum, -āre).
rogavit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας rogo, -avi, -atum, -āre = ζητώ, παρακαλώ.
materteram: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους matertera -ae = θεία (από την πλευρά της μητέρας).
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
sibi: δοτική ενικού, της προσωπικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου = στον εαυτό της
paulisper: χρονικό επίρρημα = για λίγο.
loco: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους locus -i = τόπος, θέση. Το ουσιαστικό είναι ετερογενές στον πληθυντικό. Το ουσιαστικό locus -i στον πληθυντικό σχηματίζεται και ως αρσενικό, δηλαδή loci και ως ουδέτερο, δηλαδή loca. Ο τύπος loci χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει τα χωρία ενός βιβλίου, ενώ ο τύπος loca σημαίνει τις περιοχές, τους τόπους, Ωστόσο, δεν γίνεται πάντοτε σαφής διάκριση μεταξύ των δύο τύπων.
cederet: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού παρατατικού του ρήματος της γ΄ συζυγίας cedo, cessi, cessum, cedĕre = παραχωρώ.
tum: χρονικό επίρρημα = τότε, έπειτα.
Caecilia: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Caecilia-ae = Καικιλία. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
puellae: δοτική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους puella –ae = κοπέλα.
dixit: γ΄ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre = λέγω. (Το β΄ ενικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα είναι dic).
ego: ονομαστική ενικού α΄ προσώπου της προσωπικής αντωνυμίας ego = εγώ.
libenter: τροπικό επίρρημα = ευχαρίστως. (Συγκριτικός βαθμός: libentius, υπερθετικός: libentissime). To επίρρημα είναι παράγωγο της επιθετικοποιημένης μετοχής, χρόνου ενεστώτα libens -entis = αυτός που είναι πρόθυμος να κάνει κάτι. Η παραπάνω μετοχή προέρχεται από το απρόσωπο ρήμα της β΄ συζυγίας libet, libuit (libitum est), libēre = μου αρέσει.
tibi: δοτική ενικού β΄ προσώπου της προσωπικής αντωνυμίας tu = εσύ
mea: αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας α΄ προσώπου (για έναν κτήτορα) meus, mea, meum = δικός μου, δική μου, δικό μου.
sede: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους sedes -is = έδρα, κάθισμα. (Το ουσιαστικό είναι ισοσύλλαβο της γ΄ κλίσης, αλλά σχηματίζει κατ’ εξαίρεση τη γενική του πληθυντικού με την κατάληξη –um, δηλαδή sedum).
cedo: α΄ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας cedo, cessi, cessum, ceděre = αποχωρώ, παραχωρώ.
hoc: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.
dictum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄κλίσης, ουδετέρου γένους dictum -i = λόγος. (Πρόκειται στην πραγματικότητα για ουσιαστικοποιημένη μετοχή, ουδετέρου γένους και χρόνου παθητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre = λέγω).
paulo: αφαιρετική ενικού, ουδετέρου γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου paulus, -a, -um3 = λίγος, -η, -ο. (Το επίθετο δεν έχει παραθετικά). Το επίθετο paulus, -a, -um, σε αντίθεση με το paucus, -a, -um, χρησιμοποιείται μόνο στον ενικό αριθμό. Είναι σπάνιο επίθετο και αρχαϊκό. Συναντάται πιο συχνά στην αιτιατική πτώση (paulum) και στην αφαιρετική (paulo). 
post: χρονικό επίρρημα = έπειτα, μετά.
res: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, θηλυκού γένους res, rei = πράγμα.
ipsa: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = ο ίδιος, η ίδια, το ίδιο.
confirmavit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄συζυγίας confirmo, -avi, -atum, -āre = επιβεβαιώνω.
nam: αιτιολογικός ή διασαφητικός σύνδεσμος = διότι,δηλαδή. [Εδώ διασαφητικός].
mortua est: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του αποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας morior, mortuus sum, mori* = πεθαίνω. (Το ρήμα morior ανήκει στη γ΄ συζυγία, αν και λήγει σε –io(r)). Η μετοχή μέλλοντα είναι moriturus, -a, -um).
Caecilia: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους Caecilia -ae = Καικιλία. Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
quam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
Metellus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους Metellus -i = Μέτελλος. (Ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό).
dum: χρονικός, υποτακτικός σύνδεσμος = ενώ.
vixit: γ΄ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας vivo, vixi, victum, vivĕre = ζω.
multum: ποσοτικό επίρρημα = πολύ. (Συγκριτικός βαθμός: plus, υπερθετικός: plurimum. To επίρρημα παράγεται από το επίθετο multus, -a, -um = πολύς, πολλή, πολύ).
amavit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας amo, amavi, amatum, amāre = αγαπώ.
postea: επίρρημα χρονικό (προέρχεται από το post+ea) = μετά, έπειτα.
is: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
puellam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους, puella -ae = κοπέλα.
in: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αιτιατική = σε.
matrimonium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους matrimonium -ii/ -i = γάμος (Ως υπερδισύλλαβο ουσιαστικό της β΄ κλίσης που λήγει σε –ium [όπως και όσα λήγουν σε –ius] σχηματίζει τη γενική του ενικού και σε –i , με συναίρεση του – ii σε –i. Επίσης, το ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό matrimonia συχνά έχει άλλη σημασία και σημαίνει τις νυμφευμένες γυναίκες).
duxit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας duco, duxi, ductum, ducĕre = οδηγώ. (Tο β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής είναι duc. Εδώ η έκφραση in matrimonium duco σημαίνει νυμφεύομαι).


LECTIO ΧL: ΑΚΛΟΝΗΤΗ ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΑΠΕΙΛΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΤΑΤΟΡΑ

Sulla, occupata urbe, senatum armatus coegerat ut C. Marius quam celerrime hostis iudicaretur. Cuius voluntati nemo obviam ire audebat; solus Quintus Mucius Scaevola augur de hac re interrogatus sententiam dicere noluit. Quin etiam cum Sulla minitans ei instaret, dixit is Sullae: «Licet mihi ostendas agmina militum, quibus curiam circumsedisti; licet mortem miniteris, numquam tamen ego hostem iudicabo Marium. Etsi senex et corpore infirmo sum, semper tamen meminero urbem Romam et Italiam a Mario conservatam esse.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ο Σύλλας, αφού κατέλαβε την πόλη (Ρώμη), είχε συγκαλέσει ένοπλος τη Σύγκλητο, για να κηρυχθεί ο Γ. Μάριος όσο το δυνατόν γρηγορότερα εχθρός (του κράτους). Στη θέλησή του κανείς δεν τολμούσε να πάει αντίθετα˙ μόνος ο Κόιντος Μούκιος Σκαιόλας, ο οιωνοσκόπος, όταν του ζητήθηκε η γνώμη γι’ αυτό το θέμα, αρνήθηκε να πει επίσημα τη γνώμη του (να ψηφίσει). Κι επιπλέον, όταν ο Σύλλας τον πίεζε απειλώντας (τον), αυτός είπε στον Σύλλα: "Ακόμη κι αν μου δείξεις τα αγήματα των στρατιωτών, με τα οποία έχεις περικυκλώσει το Βουλευτήριο˙ ακόμη κι αν με απειλήσεις με θάνατο, ποτέ όμως εγώ δεν θα κηρύξω τον Μάριο εχθρό (του κράτους). Αν και είμαι γέρος και με αδύναμο σώμα, πάντοτε εν τούτοις θα θυμάμαι ότι η πόλη Ρώμη και η Ιταλία σώθηκαν από τον Μάριο".

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Sulla: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Sulla -ae, α΄ κλίση, αρσενικό = ο Σύλλας (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
οccupata: αφαιρετική ενικού θηλυκού γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος occupo, occupavi, occupatum, occupāre 1 = καταλαμβάνω.
urbe: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού urbs, urbis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η πόλη.
senatum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού senatus -us, δ΄ κλίση, αρσενικό = η Σύγκλητος. Δοτική ενικού senatu και senatui (ως περιληπτικό όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
armatus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου armatus, –a, –um, (από το ρήμα armo, 1) λειτουργεί ως επίθετο = ένοπλος, -η, -o.(Έχει μόνον υπερθετικό βαθμό: armatissimus, -a, -um, ο οποίος συναντάται σπάνια).
coegerat: γ΄ενικό οριστικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος cogo, coegi, coactum, cogĕre 3 = συγκαλώ.
ut: εδώ τελικός σύνδεσμος = για να.
C. Marius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού C. (:Gaius) Marius –ii(i), β΄ κλίση, αρσενικό = Γάιος Μάριος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
quam: επίρρημα, επιτείνει την έννοια του υπερθετικού = όσο το δυνατόν.
celerrime: επίρρημα υπερθετικού βαθμού = πάρα πολύ γρήγορα, του επιθέτου γ΄ κλίσης celer, celeris, celere (οι άλλοι βαθμοί του επιρρήματος: θετικός: celeriter, συγκριτικός: celerius).
hostis: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού hostis –is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
iudicaretur: γ΄ενικό υποτακτικής παρατατικού παθητικής φωνής του ρήματος iudico, iudicavi, iudicatum, iudicāre 1 = κηρύσσω, κρίνω.
cuius: γενική ενικού αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
voluntati: δοτική ενικού του ουσιαστικού voluntas -atis, γ΄ κλίση, θηλυκό = θέληση.
nemo: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nihil = κανένας, τίποτε.
οbviam: τροπικό επίρρημα = αντίθετα.
ire: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος eo, i(v)i, itum, īre = πηγαίνω [obviam eo + δοτική (voluntati) = αντιτίθεμαι, πηγαίνω αντίθετα (στη θέληση) κάποιου].
audebat: γ΄ενικό οριστικής παρατατικού του ρήματος audeo, ausus sum, audēre 2 ημιαποθετικό = τολμώ.
solus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους του αντωνυμικού επιθέτου solus, -a, -um = μόνος, -η, -ο. (γεν. solius, δοτ. soli)
Quintus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Quintus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = ο Κόιντος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
Mucius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Mucius –ii(i), β΄ κλίση, αρσενικό = ο Moύκιος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
Scaevola: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Scaevola -ae, α΄ κλίση, αρσενικό = ο Σκαιόλας (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
augur: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού augur, auguris, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο οιωνοσκόπος.
de: πρόθεση + αφαιρετική = για.
hac: αφαιρετική ενικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
re: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού res, rei, ε΄ κλίση, θηλυκό = το πράγμα.
interrogatus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος interrogo, interrogavi, interrogatum, interrogāre 1 = ερωτώ, ζητώ τη γνώμη κάποιου (στη Σύγκλητο).
sententiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού sententia -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η άποψη, η απόφαση [sententiam dico = λέγω επίσημα τη γνώμη μου, ψηφίζω στη Σύγκλητο].
dicere: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέγω.
noluit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος nolo, nolui, - , nolle = δεν θέλω.
quin etiam: επιδοτικός σύνδεσμος = κι επιπλέον, ακόμη.
cum: χρονικός σύνδεσμος (ιστορικός – διηγηματικός) = όταν.
Sulla: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Sulla –ae, α΄ κλίση, αρσενικό = ο Σύλλας (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό)
minitans: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής ενεστώτα του ρήματος minitor, minitatus sum, minitāri 1 αποθετικό = απειλώ.
ei: δοτική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
instaret: γ΄ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος insto, institi, -, instāre 1 = ασκώ πίεση (Μτχ. Μελ. instaturus, -a, -um).
dixit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέγω.
is: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, ή, -ό.
Sullae: δοτική ενικού του ουσιαστικού Sulla –ae, α΄ κλίση, αρσενικό = ο Σύλλας.
licet: παραχωρητικός σύνδεσμος = ακόμα κι αν.
mihi: δοτική ενικού, α΄ πρόσωπο της προσωπικής αντωνυμίας ego = εγώ.
ostendas: β΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος ostendo, ostendi, ostentum / ostensum, ostendĕre 3 = δείχνω.
agmina: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού agmen, agminis, γ΄ κλίση, ουδέτερο = το άγημα.
militum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού miles, militis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο στρατιώτης.
quibus: αφαιρετική πληθυντικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
curiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού curia –ae, α΄ κλίση, θηλυκό = το Bουλευτήριο.
circumsedisti: β΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος circumsedeo, circumsedi, circumsessum, circumsedēre 2 = περικυκλώνω.
licet: παραχωρητικός σύνδεσμος = ακόμα κι αν.
mortem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού mors, mortis γ΄ κλίση, θηλυκό = ο θάνατος.
miniteris: β΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα του ρήματος minitor, minitatus sum, minitāri 1 αποθετικό = απειλώ.
numquam: χρονικό επίρρημα = ποτέ.
tamen: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως.
ego: ονομαστική ενικού, α΄ πρόσωπο προσωπικής αντωνυμίας ego = εγώ.
hostem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού hostis –is, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
iudicabo: α΄ ενικό οριστικής μέλλοντα, ενεργητικής φωνής του ρήματος iudico, iudicavi, iudicatum, iudicāre 1 = κηρύσσω, κρίνω.
Μarium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Marius –ii (i), β΄ κλίση, αρσενικό = ο Μάριος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
etsi: εναντιωματικός σύνδεσμος = αν και.
senex: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού senex, senis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο γέρος (ως επίθετο = γηραιός: Συγκριτικός: senior -ior -ius, Υπερθετικός: Δεν έχει).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
corpore: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού corpus, corporis, γ΄ κλίση, ουδέτερο = το σώμα.
infirmo: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους του επιθέτου infirmus, -a, -um β΄ κλίση = αδύναμος, -η, -ο. (Συγκριτικός: infirmior, -ior, -ius Υπερθετικός: infirmissimus, -a, -um)
sum: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
semper: χρονικό επίρρημα = πάντοτε.
meminero: α΄ ενικό οριστικής συντελεσμένου μέλλοντα του ελλειπτικού ρήματος memini, meminisse = θυμάμαι
urbem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού urbs, urbis γ΄ κλίση, θηλυκό = η πόλη.
Romam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Roma –ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Ρώμη (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
Italiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού Italia -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Ιταλία (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
a: πρόθεση + αφαιρετική = από.
Mario: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Marius –ii (i), β΄ κλίση, αρσενικό = ο Μάριος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
conservatam esse: απαρέμφατο παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος conservo, conservavi, conservatum, conservāre 1 = σώζω.


LECTIO ΧLI: ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΣΕ ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΟΥΝ, ΟΧΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΙΛΑΣ

Curius et Fabricius, antiquissimi viri, et his antiquiores Horatii plane ac dilucide cum suis locuti sunt; non Sicanorum aut Pelasgorum, qui primi coluisse Italiam dicuntur, sed aetatis suae verbis utebantur. Tu autem, proinde quasi cum matre Evandri nunc loquaris, sermone abhinc multis annis iam obsoleto uteris, quod neminem scire atque intellegere vis, quae dicas. Quin, homo inepte, taces, ut consequaris, quod vis? Sed antiquitatem tibi placere dicis, quod honesta et bona et modesta sit. Sic ergo vive, ut viri antiqui, sed sic loquere, ut viri aetatis nostrae; atque id quod a C. Caesare scriptum est, habe semper in memoria et in pectore: «tamquam scopulum, sic fugias verbum insolens atque inauditum».

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ο Κούριος και ο Φαβρίκιος, αρχαιότατοι άνδρες, και οι παλαιότεροί τους Οράτιοι συνομιλούσαν με τους συγχρόνους τους καθαρά και με διαύγεια˙ δεν χρησιμοποιούσαν τη γλώσσα των Σικανών ή των Πελασγών, που λέγεται πως πρώτοι κατοίκησαν την Ιταλία, αλλά (τη γλώσσα) της εποχής τους. Εσύ όμως χρησιμοποιείς λόγο απαρχαιωμένο πια (ή: που έχει πέσει σε αχρηστία πια) εδώ και πολλά χρόνια, σαν να μιλούσες τώρα με τη μάνα του Ευάνδρου, επειδή δεν θέλεις να ξέρει και να καταλαβαίνει κανείς τι λες. Γιατί, ανόητε άνθρωπε, δεν σωπαίνεις, για να πετύχεις αυτό που θέλεις; Αλλά λες πως σου αρέσει η αρχαιότητα, γιατί είναι τιμημένη και καλή και σεμνή. ΄Ετσι λοιπόν να ζεις, όπως οι αρχαίοι άνδρες, αλλά να μιλάς έτσι, όπως οι άνδρες της εποχής μας˙ και να’ χεις πάντα στη μνήμη και στην καρδιά σου αυτό που γράφτηκε από τον Γάιο Καίσαρα: «Σαν τον σκόπελο, έτσι να αποφεύγεις τη λέξη την ασυνήθιστη και την πρωτάκουστη».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Curius: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Curius -ii/-i = Κούριος → κλητική ενικού: Curi. Τα κύρια γνήσια λατινικά ονόματα σε –ius και το προσηγορικό filius σχηματίζουν τη γενική ενικού σε –ii/-i και την κλητική ενικού σε –i. Τα υπόλοιπα υπερδισύλλαβα σε –ius και –ium σχηματίζουν πολλές φορές τη γενική ενικού σε –ii/-i, ενώ σχηματίζουν την κλητική ενικού κανονικά.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
Fabricius: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Fabricius -ii/-i = Φαβρίκιος → κλητική ενικού: Fabrici.
antiquissimi: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β’ κλίσης antiquissimus, -a, -um = αρχαιότατος, -η, -ο. Πρόκειται για υπερθετικό βαθμό του επιθέτου β’ κλίσης antiquus, -a, -um = αρχαίος, -α, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. antiquior, -ior, -ius, Y.B. antiquissimus, -a, -um.
viri: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης vir, viri = άνδρας.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και
his: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
antiquiores: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου γ’ κλίσης antiquior, -ior, -ius = αρχαιότερος, -η, -ο. Πρόκειται για συγκριτικό βαθμό του επιθέτου β’ κλίσης antiquus, -a, -um = αρχαίος, -α, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. antiquior, -ior, -ius, Y.B. antiquissimus, -a, -um.
Horatii: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Horatius -ii/-i = Οράτιος → κλητική ενικού: Horati.
plane: τροπικό επίρρημα = καθαρά → Παραθετικά: Σ.Β. planius, Y.B. planissime.
ac: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
dilucide: τροπικό επίρρημα = με διαύγεια → Παραθετικά: Σ.Β. dilucidius, Y.B. dilucidissime.
cum: εδώ, πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = με.
suis: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, γ’ πρόσωπο της κτητικής αντωνυμίας (για πολλούς κτήτορες) suus, sua, suum = δικός τους, δική τους, δικό τους.
locuti sunt: γ’ πληθυντικό, οριστική παρακειμένου του ρήματος loquor, locutus sum, loqui αποθ. 3 = μιλώ.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
Sicanorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Sicani -orum = οι Σικανοί → συναντάται συνήθως στον πληθυντικό.
aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή, είτε.
Pelasgorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Pelasgi -orum = οι Πελασγοί → συναντάται συνήθως στον πληθυντικό.
qui: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
primi: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β’ κλίσης primus, -a, -um = πρώτος, -η, -ο. Πρόκειται για υπερθετικό βαθμό προερχόμενο ετυμολογικά από το επίρρημα prae = εμπρός → Παραθετικά: Σ.Β. prior, -ior, -ius,Y.B. primus, -a, -um.
coluisse: απαρέμφατο παρακειμένου ενεργητικής φωνής, του ρήματος colo, colui, cultum, colĕre 3 = κατοικώ.
Italiam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α’ κλίσης Italia -ae = Ιταλία → ως όνομα πόλης δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό.
dicuntur: γ’ πληθυντικό, οριστική παθητικού ενεστώτα του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
aetatis: γενική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης aetas -atis = εποχή → γενική πληθυντικού: aetatum και aetatium.
suae: γενική ενικού, θηλυκό, γ’ πρόσωπο της κτητικής αντωνυμίας (για πολλούς κτήτορες) suus, sua, suum = δικός τους, δική τους, δικό τους.
verbis: αφαιρετική πληθυντικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης verbum -i = λόγος.
utebantur: γ’ πληθυντικό, οριστική παρατατικού, του ρήματος utor, usus sum, uti αποθ. 3 = χρησιμοποιώ
tu: ονομαστική ενικού, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας tu = εσύ.
autem: αντιθετικός σύνδεσμος = δε, πάλι, εξάλλου, όμως.
proinde quasi: παραβολικός σύνδεσμος = σαν να.
cum: εδώ, πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = με.
matre: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης mater, matris = μητέρα → γενική πληθυντικού: matrum.
Evandri: γενική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Evander -ndri = Εύανδρος → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
nunc: χρονικό επίρρημα = τώρα.
loquaris: β’ ενικό υποτακτικής ενεστώτα, του ρήματος loquor, locutus sum, loqui αποθ. 3 = μιλώ.
sermone: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης sermo -onis = λόγος, λόγια.
abhinc: χρονικό επίρρημα = εδώ και.
multis: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β’ κλίσης multus, -a, -um = πολύς, πολλή, πολύ → Παραθετικά: Σ.Β. plus (ο συγκριτικός βαθμός στον ενικό απαντά μόνο στο ουδέτερο), Υ.Β. plurimus, -a, -um. Στον πληθυντικό οι τρεις βαθμοί σχηματίζονται ως εξής : Θ.Β. multi, -ae, -a, Σ.Β. plures, -es, -(i)a, Υ.Β. plurimi, -ae, -a.
annis: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης annus -i = χρόνος, έτος.
iam: χρονικό επίρρημα = πια, ήδη.
obsoleto: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της επιθετικοποιημένης μετοχής παθητικού παρακειμένου obsoletus, -a, -um = απαρχαιωμένος, -η, -ο, ξεπερασμένος, -η, -ο, του ρήματος obsolesco, obsolevi, obsoletum, obsolescĕre (3) → Παραθετικά: Σ.Β. obsoletior, -ior, -ius, Υ.Β. ―.
uteris: β’ ενικό οριστικής ενεστώτα, του ρήματος utor, usus sum, uti αποθ. 3 = χρησιμοποιώ.
quod: εδώ, αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή.
neminem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (nil) = κανένας, καμιά, κανένα/τίποτε.
scire: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος scio, sci(v)i, scitum, scire 4 = ξέρω, γνωρίζω → η προστακτική ενεστώτα σχηματίζεται με αναπλήρωση των αντίστοιχων τύπων από την προστακτική μέλλοντα : ―, scito, ―, ―, scitote, ―.
atque: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
intellegere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος intellego/intelligo, intellexi, intellectum, intellegĕre 3 = καταλαβαίνω.
vis: β’ ενικό οριστικής ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος volo, volui, ―, velle = θέλω.
quae: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο/τι
dicas: β’ ενικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic.
Quin: ερωτηματικό επίρρημα = γιατί δεν.
homo: κλητική ενικού, αρσενικό και θηλυκό (εδώ αρσενικό), του ουσιαστικού γ’ κλίσης homo -inis = άνθρωπος.
inepte: κλητική ενικού, αρσενικό, του επιθέτου β’ κλίσης ineptus, -a, -um = ανόητος, -η, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. ineptior, -ior, -ius, Υ.Β. ineptissimus, -a, -um.
taces: β’ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος taceo, tacui, tacitum, tacēre 2 = σωπαίνω.
ut: εδώ, τελικός σύνδεσμος = για να.
consequaris: β’ ενικό υποτακτικής ενεστώτα, του ρήματος consequor, consecutus sum, consequi αποθ. 3 = πετυχαίνω.
quod: εδώ, αιτιατική ενικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
vis: β’ ενικό οριστικής ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος volo, volui, ―, velle = θέλω.
Sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
antiquitatem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης antiquitas -atis = αρχαιότητα → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό (singulare tantum).
tibi: δοτική ενικού, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας tu = εσύ.
placere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος placeo, placui, placitum, placēre 2 = αρέσω.
dicis: β’ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic.
quod: εδώ, αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή.
honesta: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του επιθέτου β’ κλίσης honestus, -a, -um = τιμημένος, -η, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. honestior, -ior, -ius, Υ.Β. honestissimus, -a, -um
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
bona: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του επιθέτου β’ κλίσης bonus, -a, -um = καλός, -ή, -ό → Παραθετικά: Σ.Β. melior, -ior, -ius, Υ.Β. optimus, -a, -um.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
modesta: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του επιθέτου β’ κλίσης modestus, -a, -um = σεμνός, -ή, -ό → Παραθετικά: Σ.Β. modestior, -ior, -ius, Υ.Β. modestissimus, -a, -um.
sit: γ’ ενικό υποτακτικής ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, ―, esse = είμαι.
Sic: τροπικό επίρρημα = έτσι.
ergo: συμπερασματικός σύνδεσμος = λοιπόν, επομένως.
vive: β’ ενικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος vivo, vixi, victum, vivĕre 3 = ζω.
ut: εδώ, παραβολικός σύνδεσμος = όπως.
viri: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης vir, viri = άνδρας
antiqui: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β’ κλίσης antiquus, -a, -um = αρχαίος, -α, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. antiquior, -ior, -ius, Y.B. antiquissimus, -a, -um.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
sic: τροπικό επίρρημα = έτσι.
loquere: β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα, του ρήματος loquor, locutus sum, loqui αποθ. 3 = μιλώ.
ut: εδώ, παραβολικός σύνδεσμος = όπως.
viri: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης vir, viri = άνδρας.
aetatis: γενική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης aetas -atis = εποχή → γενική πληθυντικού: aetatum και aetatium.
nostrae: γενική ενικού, θηλυκό, α’ πρόσωπο της κτητικής αντωνυμίας (για πολλούς κτήτορες) noster, nostra, nostrum = δικός μας, δική μας, δικό μας.
atque: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
id: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
quod: εδώ, ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
a ή ab: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
C. = Gaio: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Gaius -ii/-i = Γάιος → κλητική ενικού: Gai → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
Caesare: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης Caesar -aris = Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν διαθέτει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
scriptum est: γ’ ενικό οριστικής παθητικού παρακειμένου, του ρήματος scribo, scripsi, scriptum, scribĕre 3 = γράφω.
habe: β’ ενικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος habeo, habui, habitum, habēre 2 = έχω.
semper: χρονικό επίρρημα = πάντα.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσσεται με αφαιρετική = σε.
memoria: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α’ κλίσης memoria -ae = μνήμη.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσσεται με αφαιρετική = σε.
pectore: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού γ’ κλίσης pectus -oris = καρδιά, στήθος.
tamquam: παραβολικός σύνδεσμος = όπως, σαν.
scopulum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης scopulus -i = σκόπελος.
sic: τροπικό επίρρημα = έτσι.
fugias: β’ ενικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος fugio, fugi, fugitum, fugĕre 3* = αποφεύγω (ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio).
verbum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης verbum -i = λόγος.
insolens: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του τριγενούς και μονοκαταλήκτου επιθέτου γ’ κλίσης insolens, -ns, -ns (γεν. insolentis) = ασυνήθιστος, -η, -ο (στην πραγματικότητα, πρόκειται για σύνθετη λέξη, που αποτελείται από την πρόθεση in και τη μετοχή ενεστώτα του ρήματος soleo, solitus sum, solēre αποθ. 2) rarr; Παραθετικά: Σ.Β. insolentior, -ior, -ius, Υ.Β. insolentissimus, -a, -um.
atque: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
inauditum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του επιθέτου β’ κλίσης inauditus, -a, -um = πρωτάκουστος, -η, -ο (στην πραγματικότητα, πρόκειται για σύνθετη λέξη, που αποτελείται από την πρόθεση in και τη μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος audio, audivi, auditum, audīre 4) → Παραθετικά: Σ.Β. inauditior, -ior, -ius, Υ.Β. ―.


LECTIO ΧLII: Ο ΚΙΚΕΡΩΝΑΣ ΚΑΙ Η ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΙΛΙΝΑ

Nonnulli sunt in hoc ordine, qui aut ea, quae imminent, non videant, aut ea, quae vident, dissimulent: qui spem Catilinae mollibus sententiis aluerunt coniurationemque nascentem non credendo confirmaverunt; quorum auctoritatem secuti multi, non solum improbi verum etiam imperiti, si in hunc animadvertissem, crudeliter et regie id factum esse dicerent. Nunc intellego, si iste in Manliana castra pervenerit, quo intendit, neminem tam stultum fore, qui non videat coniurationem esse factam, neminem tam improbum, qui non fateatur.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ 
Υπάρχουν μερικοί σε αυτήν την τάξη (των Συγκλητικών), οι οποίοι είτε αυτά, τα οποία πλησιάζουν απειλητικά, δεν (τα) βλέπουν, είτε αυτά, τα οποία βλέπουν, προσποιούνται (ότι δεν τα βλέπουν). Αυτοί εξέθρεψαν την ελπίδα του Κατιλίνα με επιεικείς αποφάσεις και ενίσχυσαν τη συνωμοσία, που γεννιόταν, με το να μην πιστεύουν (στην ύπαρξή της). Υπό την επιρροή αυτών ενεργώντας πολλοί, όχι μόνο φαύλοι αλλά και άπειροι, αν τον είχα τιμωρήσει, θα έλεγαν ότι αυτό έγινε σκληρά και τυραννικά. Τώρα καταλαβαίνω ότι αν αυτός φθάσει στο στρατόπεδο του Μανλίου, όπου κατευθύνεται, κανείς δεν θα είναι τόσο ανόητος, που (ώστε) να μην βλέπει ότι έγινε η συνωμοσία, κανείς (δεν θα είναι) τόσο αχρείος, που (ώστε) να μην το ομολογήσει.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
nonnulli: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του αντωνυμικού επιθέτου (χαρακτηρίζεται και ως αόριστη επιθετική αντωνυμία) nonnullus, -a, -um (< non nullus) = κάποιος, κάποια, κάποιο. (γεν. nonnullius, δοτ. nonnulli)
sunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, - , esse = είμαι, υπάρχω.
in: πρόθεση. Συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
hoc: αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.
ordine: αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης ordo-inis = τάξη.
qui: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
aut… aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = είτε…είτε.
ea: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της οριστικής επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
quae: ονομαστική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
imminent: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της β΄ συζυγίας immineo, - , - , imminēre = πλησιάζω απειλητικά.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
videant: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της β΄ συζυγίας video, vidi, visum, vidēre = βλέπω.
ea: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της οριστικής επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
quae: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
vident: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της β΄ συζυγίας video, vidi, visum, vidēre = βλέπω.
dissimulent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της α΄ συζυγίας dissimulo, -avi, -atum, -āre = προσποιούμαι ότι δεν... (βλ. επισήμανση 3).
qui: ονοματική πληθυντικού, αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
spem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, θηλυκού γένους spes, spei = ελπίδα. (Το ουσιαστικό στον πληθυντικό σχηματίζει μόνο την ονομαστική: spes, αιτιατική: spes, κλητική: spes).
Catilinae: γενική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, αρσενικού γένους Catilina -ae = Κατιλίνας (Ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό).
mollibus: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκού γένους, θετικού βαθμού του τριτοκλίτου επιθέτου (τριγενές και δικατάληκτο) mollis, mollis, molle = επιεικής, -ης, -ες. (Συγκριτικός βαθμός: mollior, -ior, -ius, υπερθετικός: mollissimus, -a, -um).
sententiis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους sententia -ae = άποψη,απόφαση.
aluerunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της γ΄ συζυγίας alo, alui, altum (& alitum), alĕre = τρέφω. (Mετοχή μέλλοντα:aliturus, -a, -um και alturus, -a, -um).
coniurationem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους coniuratio -onis = συνωμοσία.
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος (εγκλιτική λέξη) = και.
nascentem: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της μετοχής ενεστώτα nascens -ntis του αποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας nascor, natus sum, nasci = γεννιέμαι (Μετοχή μέλλοντα: nasciturus, -a, -um).
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
credendo: αφαιρετική γερουνδίου του ρήματος της γ΄ συζυγίας credo, credidi, creditum, credĕre = νομίζω, πιστεύω.
confirmaverunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της α΄ συζυγίας confirmo, -avi, -atum, -āre = επιβεβαιώνω, ενισχύω.
quorum: γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
auctoritatem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους auctoritas -atis = κύρος, επιρροή.
secuti: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους της μετοχής παρακειμένου secutus, -a, -um του αποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας sequor, secutus sum, sequi = ακολουθώ. Εδώ auctoritatem alicuius sequor = ενεργώ κάτω από την επιρροή κάποιου.
multi: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου, θετικού βαθμού multus, -a, -um = πολύς, πολλή, πολύ. [Συγκριτικός βαθμός: plures, -es, -a (μόνο στον πληθυντικό, καθώς στον ενικό απαντά μόνο ο τύπος plus που είναι ονομαστική - αιτιατική ουδετέρου γένους και η γενική pluris), υπερθετικός plurimus, -a, -um].
non solum... verum etiam: αντιθετική σύνδεση = όχι μόνο…αλλά και.
improbi: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου θετικού βαθμού improbus, -a, -um = φαύλος, -η, -ο, αχρείος, -α, -ο. (Συγκριτικός: improbior, -ior, -ius, υπερθετικός: improbissimus, -a, -um).
imperiti: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου θετικού βαθμού imperitus, -a, -um = άπειρος, -η, -ο. (Συγκριτικός: imperitior, -ior, -ius, υπερθετικός: imperitissimus, -a, -um).
si: υποθετικός σύνδεσμος = αν, εάν.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αιτιατική = εναντίον, σε.
hunc: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, αυτή, αυτό.
animadvertissem: α΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού υπερσυντελίκου του ρήματος της γ΄ συζυγίας animadverto, animadverti, animadversum, animadvertěre = παρατηρώ (εδώ animadverto in + αιτιατική προσώπου = τιμωρώ κάποιον).
crudeliter: τροπικό επίρρημα = σκληρά. Παράγεται από το τριτόκλιτο επίθετο (τριγενές και δικατάληκτο) crudelis, -is, -e = σκληρός,- ή, -ό. (Παραθετικά επιρρήματος: συγκριτικός: crudelius, υπερθετικός: crudelissime).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
regie: τροπικό επίρρημα = τυραννικά. Παράγεται από το δευτερόκλιτο επίθετο regius, -a, -um (< rex, regis) = τυραννικός. (To επίρρημα καθώς προέρχεται από επίθετο που δηλώνει απόλυτη έννοια δεν σχηματίζει παραθετικά).
id: αιτιατική ενικού, ουδετέρου γένους της οριστικής ως επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
factum esse: απαρέμφατο παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι (Το fio λειτουργεί ως παθητικό του facio).
dicerent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού παρατατικού του ρήματος της γ΄ συζυγίας dico, dixi, dictum, dicĕre = λέγω. (Το β΄ ενικό της προστακτικής του ενεργητικού ενεστώτα είναι dic).
nunc: επίρρημα χρονικό = τώρα.
intellego: α΄ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας intellego, -xi, -ctum, -ĕre = καταλαβαίνω.
si: υποθετικός σύνδεσμος = αν, εάν.
iste: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας iste, ista, istud = αυτός, αυτή, αυτό.Γενική ενικού istius, δοτική ενικού isti.
in: πρόθεση. Συντάσσεται με αιτιατική ή αφαιρετική. Εδώ συντάσσεται με αιτιατική = προς, σε.
Manliana: αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου Manlianus, -a, -um = ο του Μανλίου. (Το επίθετο, το οποίο παράγεται από το ουσιαστικό β΄ κλίσης Manlius-ii/-i, δεν έχει βαθμούς σύγκρισης).
castra: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, ουδετέρου γένους castrum -i = φρούριο.Το ουσιαστικό στον πληθυντικό castra -orum σημαίνει στρατόπεδο (όπως εδώ).
pervenerit: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος της δ΄συζυγίας pervenio, perveni, perventum, pervenire = φθάνω.
quo: εδώ είναι τοπικό αναφορικό επίρρημα = όπου. (Πρόκειται στην πραγματικότητα για την επιρρηματοποιημένη αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο).
intendit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας intendo, intendi, intentum (& intensum), intendĕre = κατευθύνομαι.
neminem: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (nil) = κανένας, καμία, κανένα.
tam: επίρρημα ποσοτικό = τόσο.
stultum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου θετικού βαθμού stultus, -a, -um = ανόητος, -η, -ο. (Συγκριτικός: stultior, -ior, -ius, υπερθετικός: stultissimus, -a, -um).
fore: απαρέμφατο μέλλοντα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
qui: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
videat: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της β΄ συζυγίας video, vidi, visum, vidēre = βλέπω.
coniurationem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους coniuratio -onis = συνωμοσία.
esse factam: απαρέμφατο παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι (Το fio λειτουργεί ως παθητικό του facio)
neminem: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nemo, nihil (nil) = κανένας, καμία, κανένα. H αόριστη ουσιαστική αντωνυμία nemo στο αρσενικό και θηλυκό γένος διαθέτει μόνο δοτική (nemini) και αιτιατική πτώση (neminem). Οι υπόλοιπες πτώσεις του ενικού και όλος ο πληθυντικός που λείπουν, αναπληρώνονται από την αόριστη επιθετική αντωνυμία nullus,-a,-um (χαρακτηρίζεται και ως αντωνυμικό επίθετο). Το ουδέτερο της αντωνυμίας nemo, δηλ. το nihil διαθέτει μόνο ονομαστική και αιτιατική ενικού (nihil). Οι τύποι που λείπουν αναπληρώνονται από το nulla res
tam: επίρρημα ποσοτικό = τόσο.
improbum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου θετικού βαθμού improbus, -a, -um = φαύλος, -η, ο, αχρείος, -α, -ο. (Συγκριτικός: improbior, -ior, -ius, υπερθετικός: improbissimus, -a, -um).
qui: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
fateatur: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα του αποθετικού ρήματος της β΄ συζυγίας fateor, fassus sum, fatēri = ομολογώ.


LECTIO ΧLIII: Η ΟΡΓΗ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ

Num ad hostem veni et captiva in castris tuis sum ? In hoc me longa vita et infelix senecta traxit, ut primum exsulem deinde hostem te viderem? Qui potuisti populari hanc terram, quae te genuit atque aluit ? Non tibi ingredienti fines patriae ira cecidit ? Quamvis infesto et minaci animo perveneras, cur, cum in conspectu Roma fuit, tibi non succurrit: «intra illa moenia domus ac penates mei sunt, mater coniunx liberique» ? Ergo ego nisi peperissem, Roma non oppugnaretur ; nisi filium haberem, libera in libera patria mortua essem. Ego nihil iam pati possum nec diu miserrima futura sum: at contra hos, si pergis, aut immatura mors aut longa servitus manet.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Μήπως έχω έλθει σε εχθρό και είμαι αιχμάλωτη στο στρατόπεδό σου; Σε τέτοιο σημείο με έσυρε η μακροζωία και τα δύστυχα γηρατειά (μου) ώστε να σε δω πρώτα εξόριστο (κι) έπειτα εχθρό; Πώς μπόρεσες να λεηλατήσεις αυτή τη χώρα η οποία σε γέννησε και σε ανέθρεψε; Δεν σου πέρασε η οργή όταν περνούσες τα σύνορα της πατρίδας; Παρ’ όλο που είχες έλθει με εχθρική και απειλητική διάθεση, γιατί, όταν είδες τη Ρώμη, δεν σου ήρθε στο μυαλό: «Μέσα σ’ εκείνα τα τείχη βρίσκονται το σπίτι και οι εφέστιοι θεοί μου, η μητέρα, η σύζυγος και τα παιδιά (μου)»; Εγώ λοιπόν αν δεν (σε) είχα γεννήσει, η Ρώμη δεν θα πολιορκείτο˙ αν δεν είχα γιο, θα πέθαινα ελεύθερη σε ελεύθερη πατρίδα. Εγώ τίποτε πια δεν μπορώ να πάθω, ούτε πρόκειται να είμαι για πολύ καιρό τόσο δυστυχισμένη: όμως αντίθετα αυτούς, αν συνεχίσεις, τους περιμένει ή πρόωρος θάνατος ή μακρόχρονη σκλαβιά.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
num: ερωτηματικό μόριο = μήπως;
ad: πρόθεση + αιτιατική = σε.
hostem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού hostis, hostis, γ΄ κλίση αρσενικό = ο εχθρός.
veni: α΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος venio, veni, ventum, venīre 4 = έρχομαι.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
captiva: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου captivus, -a, -um = αιχμάλωτος, -η, -ο (δεν διαθέτει παραθετικά).
in: πρόθεση + αφαιρετική (εδώ) = σε.
castris: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού castra -orum, β΄ κλίση ουδέτερο = το στρατόπεδο (στον ενικό castrum -i = το φρούριο).
tuis: αφαιρετική πληθυντικού ουδετέρου γένους της κτητικής αντωνυμίας β’ προσώπου για έναν κτήτορα tuus, -a, -um = ο δικός, -ή, -ό σου.
sum: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
in: πρόθεση + αιτιατική (εδώ) = σε.
hoc: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
me: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
longa: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους θετικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου longus, -a, -um = μακρόχρονος, -η, -ο.
vita: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού vita -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η ζωή.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
infelix: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους του τριγενούς και μονοκατάληκτου τριτοκλίτου επιθέτου infelix, infelix, infelix (γεν: infelicis) = δυστυχισμένος, -η, -ο.
senecta: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού senecta -ae, α΄κλίση, θηλυκό = τα γηρατειά (singulare tantum).
traxit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος traho, traxi, tractum, trahĕre 3 = τραβώ, σύρω.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.
primum: χρονικό επίρρημα = πρώτα. (Παραθετικά: prae/prius/primum ή primo)
exsulem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού exsul, exsulis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εξόριστος.
deinde: χρονικό επίρρημα = έπειτα.
hostem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού hostis, hostis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο εχθρός.
te: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, β΄ προσώπου tu = εσύ.
viderem: α΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος video, vidi, visum, vidēre 2 = βλέπω.
qui: ερωτηματικό επίρρημα = πώς;
potuisti: β΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ.
populari: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος populor, populatus sum, populāri 1 αποθετικό = λεηλατώ.
hanc: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
terram: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού terra -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η γη, η χώρα.
quae: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
te: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, β΄ προσώπου tu = εσύ.
genuit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος gigno, genui, genitum, gignĕre 3 = γεννώ.
atque: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
aluit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος alo, alui, altum/alitum, alĕre 3 = τρέφω.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
tibi: δοτική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, β΄ προσώπου tu = εσύ.
ingredienti: δοτική ενικού αρσενικού γένους της μετοχής ενεστώτα του ρήματος ingredior, ingressus sum, ingredi* 3 αποθετικό = εισβάλλω.
fines: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού finis, finis, γ΄ κλίση αρσενικό = το τέλος, το σύνορο.
patriae: γενική ενικού του ουσιαστικού patria -ae, α΄κλίση, θηλυκό = η πατρίδα.
ira: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού ira -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η οργή.
cecidit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος cado, cecidi, casum, cadĕre 3 = πέφτω.
quamvis: παραχωρητικός σύνδεσμος = αν και, παρόλο που.
infesto: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους θετικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου infestus, -a, -um = εχθρικός, -ή, -ό.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
minaci: αφαιρετική ενικού, αρσενικού γένους θετικού βαθμού του τριγενούς και μονοκατάληκτου τριτοκλίτου επιθέτου minax, minax, minax (γεν: minacis) = απειλητικός, -ή, -ό.
animo: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού animus -i, β΄ κλίση, αρσενικό = η ψυχή.
perveneras: β΄ ενικό οριστικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος pervenio, perveni, perventum, pervenīre 4 = φθάνω.
cur: ερωτηματικό επίρρημα = γιατί;
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν.
in: πρόθεση + αφαιρετική (εδώ) = σε.
conspectu: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού conspectus -us, δ΄ κλίση, αρσενικό = η θέα, η όψη.
Roma: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Roma -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Ρώμη (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
fuit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
tibi: δοτική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, β΄ προσώπου tu = εσύ.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
succurrit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος succurrit, succurrit, succursum, succurrĕre 3 + δοτική προσώπου = έρχεται στο μυαλό.
intra: πρόθεση + αιτιατική = μέσα.
illa: αιτιατική πληθυντικού ουδετέρου γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, -η, -ο.
moenia: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού moenia -ium, γ΄ κλίση, ουδέτερο = τα τείχη (plurale tantum).
domus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού domus, domus, δ΄ κλίση, θηλυκό = το σπίτι.
ac: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
penates: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού penates -ium, γ΄ κλίση, αρσενικό = οι θεοί του σπιτιού, οι εφέστιοι θεοί (plurale tantum).
mei: ονομαστική πληθυντικού αρσενικού γένους της κτητικής αντωνυμίας α΄προσώπου για έναν κτήτορα meus, -a, -um = ο δικός, -ή, -ό μου.
sunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
mater: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού mater, matris, γ΄ κλίση, θηλυκό = η μητέρα (γενική πληθυντικού: matrum).
coniunx: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού coniu(n)x, coniu(n)gis, γ΄ κλίση, αρσενικό και θηλυκό (εδώ θηλυκό) = η σύζυγος.
liberi: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού liberi -orum, β΄ κλίση, αρσενικό = τα παιδιά (plurale tantum).
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος (εγκλιτική λέξη) = και.
ergo: συμπερασματικός σύνδεσμος = επομένως, λοιπόν.
ego: ονομαστική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
nisi: υποθετικός αποφατικός σύνδεσμος = αν δεν.
peperissem: α΄ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος pario, peperi, partum, parĕre* 3 = γεννώ (Μετοχή Μέλλοντα pariturus, -a, -um).
Roma: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Roma -ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Ρώμη (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει πληθυντικό).
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
oppugnaretur: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού παθητικής φωνής του ρήματος oppugno, -avi, -atum, -āre 1 = πολιορκώ.
nisi: υποθετικός αποφατικός σύνδεσμος = αν δεν.
filium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού filius -ii (i), β΄ κλίση, αρσενικό = ο γιος (κλητική ενικού: fili).
haberem: α΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος habeo, habui, habitum, habēre 2 = έχω.
libera: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους θετικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου liber, libera, liberum = ελεύθερος, -η, -ο.
in: πρόθεση + αφαιρετική (εδώ) = σε.
libera: αφαιρετική ενικού θηλυκού γένους θετικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου liber, libera, liberum = ελεύθερος, -η, -ο.
patria: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού patria -ae α΄ κλίση, θηλυκό = η πατρίδα.
mortua: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου mortuus, mortua, mortuum,
Στην πραγματικότητα πρόκειται για την μετοχή παρακειμένου του ρήματος morior, mortuus sum, mori* 3 αποθετικό = πεθαίνω (μετοχή μέλλοντα: moriturus, -a, -um) η οποία λειτουργεί και ως επίθετο.
essem :α΄ενικό υποτακτικής παρατατικού του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
ego: ονομαστική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
nihil: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας nemo, nihil(nil) = κανένας, κανένα τίποτε.
iam: χρονικό επίρρημα = πια, ήδη.
pati: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος patior, passus sum, pati* 3 αποθετικό = υπομένω.
possum: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ.
nec: αντιθετικός σύνδεσμος = ούτε.
diu: χρονικό επίρρημα = για πολύ καιρό.
miserrima: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους, υπερθετικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου miser, misera, miserum = δυστυχισμένος, -η, -ο.
futura sum: α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα της ενεργητικής περιφραστικής συζυγίας του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
at: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
contra: τροπικό επίρρημα = αντίθετα.
hos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
si: υποθετικός σύνδεσμος = αν.
pergis: β΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος pergo, perrexi, perrectum, pergĕre 3 = συνεχίζω.
aut.......aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή…ή, είτε…είτε.
immatura: ονομαστική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου immaturus, -a, um = πρόωρος, -η, -ο (το επίθετο δεν σχηματίζει παραθετικά, καθώς δηλώνει αρνητική έννοια)
mors: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού mors, mortis, γ΄ κλίση, θηλυκό = ο θάνατος.
longa: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους θετικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου longus, -a, um = μακρόχρονος, -η, -ο.
servitus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού servitus, servitutis, γ΄ κλίση, θηλυκό = η σκλαβιά.
manet: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος maneo, mansi, mansum, manēre 2 = περιμένω.


LECTIO ΧLIV: Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ

Haec est tyrannorum vita, in qua nulla fides, nulla caritas, nulla fiducia benevolentiae stabilis esse potest: tyrannis omnia semper suspecta atque sollicita sunt; nullus locus amicitiae eis est. Nescio enim quis possit diligere eum, quem metuat, aut eum, a quo se metui putet. Coluntur tamen simulatione dumtaxat ad tempus. Quodsi forte, ut fit plerumque, ceciderunt, tum intellegitur, quam fuerint inopes amicorum. Hoc est quod Tarquinium dixisse ferunt exulantem:«Tum intellexi, quos fidos amicos habuissem, quos infidos, cum iam neutris gratiam referre poteram».

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Αυτή είναι η ζωή των τυράννων, στην οποία δεν μπορεί να υπάρξει καμία εμπιστοσύνη, καμία αγάπη, καμία πίστη σε σταθερή φιλία: στους τυράννους όλα πάντοτε είναι ύποπτα και ταραγμένα˙ σ’ αυτούς δεν υπάρχει καμία θέση για φιλία. Γιατί δεν ξέρω ποιος μπορεί να αγαπά αυτόν τον οποίον φοβάται ή αυτόν που νομίζει πως τον φοβάται. (Στους τυράννους) δείχνουν εντούτοις (οι γύρω τους) υποκριτικό σεβασμό, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα. Αν όμως τυχαία, όπως συμβαίνει συνήθως, χάσουν την εξουσία, τότε γίνεται αντιληπτό (ή: τότε καταλαβαίνουν) πόσο υπήρξαν στερημένοι από φίλους (ή: πόσο τους έλειπαν οι φίλοι). Αυτό είναι που λένε ότι είπε ο Ταρκύνιος, όταν ήταν εξόριστος: «Τότε (μόνον) κατάλαβα ποιους είχα πιστούς φίλους, ποιους άπιστους, όταν δεν μπορούσα πια να ανταποδώσω τη χάρη ούτε σε εκείνους ούτε σε αυτούς».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
haec: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
est: γ΄ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
tyrannorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης tyrannus –i = τύραννος.
vita: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης vita –ae = ζωή.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
qua: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
nulla: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας (ή του αντωνυμικού επιθέτου) nullus, nulla, nullum = κανένας, καμία, κανένα.
fides: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού ε΄ κλίσης fides, fidei = εμπιστοσύνη → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό (singulare tantum).
nulla: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας (ή του αντωνυμικού επιθέτου) nullus, nulla, nullum = κανένας, καμία, κανένα.
caritas: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης caritas –atis = αγάπη, στοργή.
nulla: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας (ή του αντωνυμικού επιθέτου) nullus, nulla, nullum = κανένας, καμία, κανένα.
fiducia: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης fiducia –ae = πίστη → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό (singulare tantum).
benevolentiae: γενική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης benevolentia –ae = ευμένεια, καλή θέληση, εύνοια → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό (singulare tantum).
stabilis: γενική ενικού, θηλυκό, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ΄ κλίσης stabilis, -is, -e = σταθερός, -ή, -ό → Παραθετικά: Σ.Β. stabilior, -ior, -ius, Υ.Β. stabilissimus, -a, -um.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
potest: γ΄ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ.
tyrannis: δοτική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης tyrannus –i = τύραννος.
omnia: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, του τριγενούς και δικαταλήκτου επιθέτου γ΄ κλίσης omnis, -is, -e = όλος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
semper: χρονικό επίρρημα = πάντοτε.
suspecta: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος suspicio, suspexi, suspectum, suspicĕre 3* = ύποπτος, -η, -ο. Εδώ λειτουργεί ως επίθετο.
atque: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
sollicita: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, του επιθέτου β΄ κλίσης sollicitus, -a, -um = ταραγμένος, -η, -ο, ανήσυχος, -η, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. sollicitior, -ior, -ius, Υ.Β. sollicitissimus, -a, -um.
sunt: γ΄ πληθυντικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
nullus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας (ή του αντωνυμικού επιθέτου) nullus, nulla, nullum = κανένας, καμία, κανένα.
locus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης locus –i = τόπος → στον πληθυντικό είναι ουδετέρου γένους: loca –orum (ετερογενές). Ο τύπος loci –orum = χωρία βιβλίων.
amicitiae: δοτική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης amicitia -ae = φιλία
eis: δοτική πληθυντικού, αρσενικό, της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, ό.
est: γ΄ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
nescio: α΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος nescio, nesci(v)i, nescitum, nescire 4 = αγνοώ, δεν ξέρω → Προστακτική ενεστώτα: -, nescito, -, -, nescitote, -.
enim: διασαφητικός και αιτιολογικός σύνδεσμος. Έχει ανάλογη χρήση με τον σύνδεσμο γὰρ της αρχαίας ελληνικής = γιατί. Εδώ είναι αιτιολογικός.
quis: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, -α, -ο.
possit: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ.
diligere: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος diligo, dilexi, dilectum, diligĕre 3 = αγαπώ.
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
quem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
metuat: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος metuo, metui, metutum, metuĕre 3 = φοβάμαι.
aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή.
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
a ή ab: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
quo: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
se: αιτιατική ενικού, αρσενικό, γ΄ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego, tu, - = αυτός.
metui: απαρέμφατο παθητικού ενεστώτα, του ρήματος metuo, metui, metutum, metuĕre 3 = φοβάμαι.
putet: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος puto, putavi, putatum, putāre 1 = νομίζω.
coluntur: γ΄ πληθυντικό, οριστική παθητικού ενεστώτα, του ρήματος colo, colui, cultum, colĕre 3 = σέβομαι.
tamen: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως.
simulatione: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης simulatio –onis = προσποίηση, υποκρισία.
dumtaxat: ποσοτικό επίρρημα = μόνον, τουλάχιστον.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε, προς, για.
tempus: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης tempus –oris = χρόνος.
quodsi: υποθετικός σύνδεσμος = αν όμως.
forte: τροπικό επίρρημα = τυχαία → στην πραγματικότητα πρόκειται για αφαιρετική ενικού του γ΄ κλίτου ουσιαστικού fors -tis, το οποίο είναι εύχρηστο μόνον στην ονομαστική και αφαιρετική ενικού. Το επίρρημα δεν σχηματίζει παραθετικά.
ut: εδώ παραβολικός σύνδεσμος = όπως.
fit: γ΄ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι → είναι το παθητικό του facio.
plerumque: χρονικό επίρρημα = πολλές φορές, συνήθως.
ceciderunt: γ΄ πληθυντικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος cado, cecidi, casum, cadĕre 3 = πέφτω.
tum: χρονικό επίρρημα = τότε.
intellegitur: γ΄ ενικό, οριστική παθητικού ενεστώτα, του ρήματος intellego/intelligo, intellexi, intellectum, intellegĕre 3 = καταλαβαίνω.
quam: ερωτηματικό επίρρημα = πόσο.
fuerint: γ΄ πληθυντικό, υποτακτική παρακειμένου, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
inopes: ονομαστική πληθυντικού, αρσενικό, του τριγενούς και μονοκαταλήκτου επιθέτου γ΄ κλίσης inops, inops, inops (γεν. inopis) = αυτός, -ή, -ό που έχει έλλειψη από κάτι, ενδεής, -ής, -ές → γενική πληθυντικού: inopum → Παραθετικά: Σ.Β. egentior, -ior, -ius, Υ.Β. egentissimus, -a, -um.
amicorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης amicus –i = φίλος.
hoc: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
est: γ΄ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
quod: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
Tarquinium: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης Tarquinius –ii/-i = Ταρκύνιος → κλητική ενικού: Tarquini. Ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
dixisse: απαρέμφατο ενεργητικού παρακειμένου του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέω → β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα: dic.
ferunt: γ΄ πληθυντικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος fero, tuli, latum, ferre = αναφέρω → β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα: fer.
exulantem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της μετοχής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ex(s)ulo, ex(s)ulavi, ex(s)ulatum, ex(s)ulāre 1 = είμαι εξόριστος.
tum: χρονικό επίρρημα = τότε.
intellexi: α΄ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος intellego/intelligo, intellexi, intellectum, intellegĕre 3 = καταλαβαίνω.
quos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, -α, -ο.
fidos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β΄ κλίσης fidus, -a, -um = πιστός → Παραθετικά: Σ.Β. fidior, -ior, -ius, Υ.Β. fidissimus, -a, -um.
amicos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης amicus –i = φίλος.
habuissem: α΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος habeo, habui, habitum, habēre 2 = έχω.
quos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, -α, -ο.
infidos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του επιθέτου β΄ κλίσης infidus, -a, -um = άπιστος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
cum: χρονικός σύνδεσμος = όταν.
iam: χρονικό επίρρημα = ήδη, πια.
neutris: δοτική πληθυντικού, αρσενικό, της αόριστης αντωνυμίας (ή του αντωνυμικού επιθέτου) neuter, neutra, neutrum = ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
gratiam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης gratia –ae = χάρη.
referre: απαρέμφατο ενεργητικού ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος refero, re(t)tuli, relatum, referre 3 = ανταποδίδω → β΄ ενικό προστακτικής ενεστώτα: refer.
poteram: α΄ ενικό, οριστική παρατατικού, του ανωμάλου ρήματος possum, potui, -, posse = μπορώ.


LECTIO ΧLV: ΜΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΝΑΠΤΕΡΩΝΕΙ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΤΩΝ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΩΝ

Caesar ex captivis cognoscit quae apud Ciceronem gerantur quantoque in periculo res sit. Tum cuidam ex equitibus Gallis persuadet ut ad Ciceronem epistulam deferat. Curat et providet ne, intercepta epistula, nostra consilia ab hostibus cognoscantur. Quam ob rem epistulam conscriptam Graecis litteris mittit. Legatum monet ut, si adire non possit, epistulam ad amentum tragulae adliget et intra castra abiciat. In litteris scribit se cum legionibus celeriter adfore. Gallus, periculum veritus, constituit ut tragulam mitteret. Haec casu ad turrim adhaesit et tertio post die a quodam milite conspicitur et ad Ciceronem defertur. Ille epistulam perlegit militesque adhortatur ut salutem sperent.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ο Καίσαρας πληροφορείται από τους αιχμαλώτους τι συμβαίνει στο στρατόπεδο του Κικέρωνα και σε πόσο μεγάλο κίνδυνο βρίσκονται τα πράγματα (ή: και πόσο κρίσιμη είναι η κατάσταση). Τότε πείθει κάποιον από τους Γαλάτες ιππείς να μεταφέρει μια επιστολή στον Κικέρωνα. Φροντίζει και προνοεί να μην μαθευτούν τα σχέδιά μας από τους εχθρούς, αν αρπάξουν την επιστολή. Για τον λόγο αυτό στέλνει επιστολή γραμμένη στα ελληνικά. Συμβουλεύει τον απεσταλμένο, αν δεν μπορέσει να πλησιάσει, να δέσει την επιστολή στον ιμάντα του ακοντίου και να (τη) ρίξει μέσα στο στρατόπεδο. Στην επιστολή γράφει πως θα έλθει γρήγορα με τις λεγεώνες (του). Ο Γαλάτης, επειδή φοβήθηκε τον κίνδυνο, αποφάσισε να ρίξει το ακόντιο. Αυτό, τυχαία (ή: κατά σύμπτωση), καρφώθηκε σ’ έναν πύργο και τρεις μέρες αργότερα γίνεται αντιληπτό από κάποιον στρατιώτη και μεταφέρεται στον Κικέρωνα. Εκείνος διαβάζει μέχρι τέλους την επιστολή και προτρέπει τους στρατιώτες να ελπίζουν στη σωτηρία (τους).

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Caesar: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης Caesar -aris = Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
ex: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
captivis: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, του δευτεροκλίτου επιθέτου captivus, -a, -um = αιχμάλωτος, -η, -ο → δεν σχηματίζει παραθετικά.
cognoscit: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος cognosco, cognovi, cognitum, cognoscĕre 3 = μαθαίνω, πληροφορούμαι.
quae: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, ποια, ποιο.
apud: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε.
Ciceronem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης Cicero -onis = Κικέρωνας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
gerantur: γ΄ πληθυντικό, υποτακτική παθητικού ενεστώτα, του ρήματος gero, gessi, gestum, gerĕre 3 = κάνω, διεξάγω.
quanto: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, της ερωτηματικής αντωνυμίας quantus, quanta, quantum = πόσος, πόση, πόσο.
que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
periculo: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β΄ κλίσης periculum -i = κίνδυνος.
res: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού ε΄ κλίσης res, rei = πράγμα.
sit: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, ―, esse = είμαι, βρίσκομαι.
tum: χρονικό επίρρημα = τότε.
cuidam: δοτική ενικού, αρσενικό, της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quiddam = κάποιος, -α, -ο.
ex: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
equitibus: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης eques -itis = ιππέας.
Gallis: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό, του δευτεροκλίτου επιθέτου Gallus, -a, -um = Γαλάτης, Γαλατικός → δεν σχηματίζει παραθετικά.
persuadet: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος persuadeo, persuasi, persuasum, persuadēre 2 = πείθω.
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε.
Ciceronem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης Cicero -onis = Κικέρωνας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
epistulam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης epistula -ae = επιστολή.
deferat: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος defero, detuli, delatum, deferre = μεταφέρω → β΄ ενικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα: defer.
curat: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος curo, curavi, curatum, curāre 1 = φροντίζω.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
providet: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος provideo, providi, provisum, providēre 2 = προνοώ.
ne: εδώ βουλητικός αποφατικός σύνδεσμος = να μην.
intercepta: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος intercipio, intercepi, interceptum, intercipĕre 3* (ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio) = αρπάζω κάτι πριν φτάσει στον προορισμό του.
epistula: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης epistula -ae = επιστολή.
nostra: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, της κτητικής αντωνυμίας α΄προσώπου για πολλούς κτήτορες noster, nostra, nostrum = δικός μας, δική μας, δικό μας.
consilia: ονομαστική πληθυντικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β΄ κλίσης consilium -ii/-i = σχέδιο.
a ή ab: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
hostibus: αφαιρετική πληθυντικού, αρσενικό και θηλυκό (εδώ είναι αρσενικό), του ισοσύλλαβου ουσιαστικού γ΄ κλίσης hostis -is = εχθρός.
cognoscantur: γ΄ πληθυντικό, υποτακτική παθητικού ενεστώτα, του ρήματος cognosco, cognovi, cognitum, cognoscĕre 3 = μαθαίνω, πληροφορούμαι.
quam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
ob: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = εξαιτίας.
rem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού ε΄ κλίσης res, rei = πράγμα.
epistulam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης epistula -ae = επιστολή.
conscriptam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος conscribo, conscripsi, conscriptum, conscribĕre 3 = γράφω.
Graecis: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, του δευτεροκλίτου επιθέτου Graecus, -a, -um = ελληνικός, -ή, -ό → δεν σχηματίζει παραθετικά.
litteris: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, α΄ κλίση, του ουσιαστικού litterae - arum = λογοτεχνία, επιστολή → στον ενικό littera -ae = το γράμμα του αλφαβήτου (ετερόσημο).
mittit: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος mitto, misi, missum, mittĕre 3 = στέλνω.
legatum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης legatus –i = απεσταλμένος, πρέσβης.
monet: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος moneo, monui, monitum, monēre 2 = συμβουλεύω, καθοδηγώ.
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
si: υποθετικός σύνδεσμος = αν.
adire: απαρέμφατο ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος adeo, adii, aditum, adīre = πλησιάζω → μετοχή ενεστώτα: adiens (γενική: adeuntis).
non: αρνητικό μόριο = δεν, όχι.
possit: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος possum, potui, ―, posse = μπορώ.
epistulam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης epistula -ae = επιστολή.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε.
amentum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β΄ κλίσης amentum –i = ιμάντας, λουρί.
tragulae: γενική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης tragula –ae = ακόντιο.
adliget: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος adligo, adligavi, adligatum, adligāre 1 = δένω.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
intra: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = μέσα.
castra: αιτιατική πληθυντικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β΄ κλίσης castra –orum = στρατόπεδο → στον ενικό castrum –i = φρούριο (ετερόσημο).
abiciat: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος abicio, abieci, abiectum, abicĕre 3* (ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio) = ρίχνω.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αφαιρετική = σε.
litteris: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, α΄ κλίση, του ουσιαστικού litterae - arum = λογοτεχνία, επιστολή → στον ενικό littera -ae = το γράμμα του αλφαβήτου (ετερόσημο).
scribit: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος scribo, scripsi, scriptum, scribĕre 3 = γράφω.
se: αιτιατική ενικού, γ΄ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας = αυτός.
cum: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = με.
legionibus: αφαιρετική πληθυντικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης legio –onis = λεγεώνα.
celeriter: τροπικό επίρρημα = γρήγορα (προέρχεται από το τριγενές και τρικατάληκτο επίθετο γ΄ κλίσης celer, celeris, celere = γρήγορος, -η, -ο. Σχηματίζει τη γενική πληθυντικού celerum (σύμφωνα με το σχολικό εγχειρίδιο) ή celerium (σύμφωνα με τον Τζάρτζανο) → Παραθετικά: Σ.Β. celerius Υ.Β. celerrime
adfore: απαρέμφατο μέλλοντα του ρήματος adsum, adfui/affui, ―, adesse = είμαι παρών, έρχομαι → β΄ τύπος του απαρεμφάτου μέλλοντα: adfuturum, -am, -um esse, adfuturos, -as, -a esse.
Gallus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β΄ κλίσης Gallus –i = Γαλάτης.
periculum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β΄ κλίσης periculum -i = κίνδυνος.
veritus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της μετοχής παρακειμένου του ρήματος vereor, veritus sum, verēri 2 αποθ. = φοβάμαι.
constituit: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος constituo, constitui, constitutum, constituĕre 3 = αποφασίζω.
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
tragulam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης tragula –ae = ακόντιο.
mitteret: γ΄ ενικό, υποτακτική ενεργητικού παρατατικού, του ρήματος mitto, misi, missum, mittĕre 3 = στέλνω.
haec: ονομαστική ενικού, θηλυκό, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
casu: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού δ΄ κλίσης casus –us = τυχαίο γεγονός (εδώ χρησιμοποιείται επιρρηματικά και σημαίνει τυχαία).
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε.
turrim: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης turris –is = πύργος → αιτιατική ενικού: turrim, αφαιρετική ενικού: turri.
adhaesit: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος adhaeresco, adhaesi, adhaesum, adhaerescĕre 3 = καρφώνομαι, προσκολλιέμαι.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
tertio: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του τακτικού αριθμητικού επιθέτου tertius, -a, -um = τρίτος, -η, -ο → δεν σχηματίζει κλητική ούτε παραθετικά.
post: χρονικό επίρρημα = αργότερα.
die: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού ε΄ κλίσης dies, diei = ημέρα → (το ουσιαστικό θεωρείται θηλυκό, όταν δηλώνει χρόνο ή προθεσμία).
a ή ab: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από.
quodam: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο.
milite: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης miles –itis = στρατιώτης.
conspicitur: γ΄ ενικό, οριστική παθητικού ενεστώτα, του ρήματος conspicio, conspexi, conspectum, conspicĕre 3* (ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio) = βλέπω, πέφτει το βλέμμα μου.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = σε.
Ciceronem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης Cicero -onis = Κικέρωνας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
defertur: γ΄ ενικό, οριστική παθητικού ενεστώτα, του ανωμάλου ρήματος defero, detuli, delatum, deferre = μεταφέρω → β΄ ενικό προστακτικής ενεργητικού ενεστώτα: defer.
ille: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, -η, -ο.
epistulam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α΄ κλίσης epistula -ae = επιστολή.
perlegit: γ΄ ενικό, οριστική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος perlego, perlegi, perlectum, perlegĕre 3 = διαβάζω μέχρι το τέλος.
milites: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης miles -itis = στρατιώτης.
que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη.
adhortatur: γ΄ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος adhortor, adhortatus sum, adhortāri 1 αποθ. = προτρέπω.
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
salutem: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ΄ κλίσης salus –utis = σωτηρία, υγεία, ευημερία → ως αφηρημένη έννοια δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό.
sperent: γ΄ πληθυντικό, υποτακτική ενεργητικού ενεστώτα, του ρήματος spero, speravi, speratum, sperāre 1 = ελπίζω.


LECTIO ΧLVI: ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΜΠΑΙΝΕΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΙΚΟ

Philosophi mundum censent regi numine deοrum; eum esse putant quasi communem urbem et civitatem hominum et deorum, et unum quemque nostrum eius mundi esse partem; ex quo illud natura consequitur, ut communem utilitatem nostrae anteponamus. Ut enim leges omnium salutem singulorum saluti anteponunt, sic vir bonus et sapiens et legibus parens consulit utilitati omnium plus quam unius alicuius aut suae. Nec magis vituperandus est proditor patriae quam proditor communis utilitatis, aut communis salutis desertor propter suam utilitatem et salutem. Ex quo fit, ut laudandus is sit, qui pro re publica cadat, quod decet cariorem nobis esse patriam quam nosmet ipsos.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Οι φιλόσοφοι πιστεύουν ότι ο κόσμος κυβερνιέται από τη βούληση των θεών˙ νομίζουν ότι αυτός είναι κάτι σαν πόλη και πολιτεία κοινή για τους ανθρώπους και τους θεούς και ότι ο καθένας ξεχωριστά από εμάς είναι μέρος αυτού του κόσμου˙ από αυτό (το δεδομένο) συνεπάγεται από τη φύση το εξής, ώστε να βάζουμε δηλαδή το γενικό καλό πάνω από το ατομικό μας. Γιατί όπως οι νόμοι βάζουν τη γενική ευημερία πάνω από την ατομική, έτσι ο καλός και σοφός και υπάκουος στους νόμους άνθρωπος φροντίζει περισσότερο για την ευημερία όλων παρά (για την ευημερία) ενός οποιουδήποτε ατόμου ή τη δική του. Και δεν πρέπει να επικρίνεται περισσότερο ο προδότης της πατρίδας απ’ ό,τι ο προδότης του κοινού συμφέροντος ή ο λιποτάκτης από τη γενική ευημερία για χάρη της ατομικής του ωφέλειας και ευημερίας. Από αυτό συμβαίνει, ώστε να πρέπει να επαινούμε αυτόν που πέφτει για την πατρίδα, επειδή αρμόζει να είναι πιο αγαπητή σε μας η πατρίδα παρά εμείς οι ίδιοι.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
philosophi: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους philosophus -i = φιλόσοφος.
mundum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους mundus -i = κόσμος.
censent: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της β΄ συζυγίας censeo, censui, censum (και censitum μεταγενέστερος τύπος), censēre = πιστεύω.
regi: απαρέμφατο παθητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας rego, rexi, rectum, regĕre = κυβερνώ.
numine: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, ουδετέρου γένους numen -inis = βούληση.
deorum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης αρσενικού γένους deus -i = θεός. Το ουσιαστικό deus δεν έχει εύχρηστη την κλητική του ενικού (dee) και αντί αυτής χρησιμοποιείται η κλητική του συνωνύμου ονόματος divus = dive, ενώ οι μεταγενέστεροι Λατίνοι χρησιμοποιούσαν την ονομαστική ενικού deus. Επίσης, στον πληθυντικό αριθμό σε όλες τις πτώσεις, εκτός από την αιτιατική, έχει διπλούς και τριπλούς τύπους. 
eum: αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής -επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
putant: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της α΄ συζυγίας puto, -avi, -atum, -āre = νομίζω.
quasi: πρόκειται για επίρρημα που συχνά χρησιμοποιείται και ως σύνδεσμος που εισάγει παραβολικές-υποθετικές προτάσεις. Εδώ, όμως, χρησιμοποιείται επιρρηματικά = σαν.
communem: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους του τριτοκλίτου επιθέτου (τριγενές και δικατάληκτο) θετικού βαθμού communis,-is,-e = κοινός, -ή, -ό. (συγκριτικός: communior,-ior, -ius, υπερθετικός: communissimus, -a, -um).
urbem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους urbs -is = πόλη. (Η γενική πληθυντικού είναι urbium).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
civitatem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους civitas -atis = πολιτεία. (Το ουσιαστικό σχηματίζει γενική πληθυντικού και civitatum και civitatium).
hominum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους homo -inis = άνθρωπος.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
deorum: γενική πληθυντικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους deus -i = θεός.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
unum quemque: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας unusquisque, unaquaeque, unumquidque = καθένας, καθεμιά, καθένα χωριστά.
nostrum: γενική πληθυντικού αρσενικού (εδώ) γένους της προσωπικής ανωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
eius: γενική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
mundi: γενική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους mundus -i = κόσμος.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
partem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους pars, partis = μέρος. Το ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό κυρίως σημαίνει πολιτικό κόμμα, ηθοποιοί. (Η γενική πληθυντικού του ουσιαστικού είναι partium).
ex (ή e): πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από (Η πρόθεση e τίθεται πριν από σύμφωνο, ενώ η ex και πριν από σύμφωνο και πριν από φωνήεν και σχεδόν πάντοτε πριν από το quo).
quo: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
illud: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, εκείνη, εκείνο.
natura: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους natura -ae = φύση.
consequitur: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του αποθετικού ρήματος της γ΄ συζυγίας consequor, consecutus sum, consěqui = ακολουθώ. Εδώ το consequitur είναι απρόσωπο = προκύπτει.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.
communem: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους του τριτοκλίτου (τριγενές και δικατάληκτο) επιθέτου θετικού βαθμού communis, -is, -e = κοινός, -ή, -ό. (συγκριτικός: communior, -ior, -ius, υπερθετικός : communissimus, -a, -um).
utilitatem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους utilitas -atis = ωφέλεια, ευημερία. (γενική πληθυντικού = utilitatum & utilitatium).
nostrae: δοτική ενικού, θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας α΄ προσώπου (για πολλούς κτήτορες) noster, nostra, nostrum = δικός μας, δική μας, δικό μας.
anteponamus: α΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας antepono, -posui, -positum, -ponĕre = τοποθετώ μπροστά από, βάζω κάτι πάνω από κάτι άλλο.
ut: εδώ παραβολικός σύνδεσμος = όπως.
enim: αιτιολογικός σύνδεσμος = διότι, γιατί. (Ισοδυναμεί με το αρχαιοελληνικό γάρ).
leges: ονομαστική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους lex, legis = νόμος.
omnium: γενική πληθυντικού αρσενικού γένους του τριτοκλίτου (τριγενές και δικατάληκτο) επιθέτου omnis, omnis, omne = όλος, όλη, όλο.
salutem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους salus -utis = σωτηρία (ως αφηρημένο ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό).
singulorum: γενική πληθυντικού αρσενικού γένους του διανεμητικού αριθμητικού επιθέτου της β΄ κλίσης singuli, -ae, -a = καθένας, καθεμιά, καθένα χωριστά. (Το επίθετο σχηματίζει μόνο πληθυντικούς τύπους. Οι τύποι του ενικού αριθμού του παραπάνω επιθέτου σπανίζουν. Χρησιμοποιούνταν περισσότερο κατά την προκλασική και μετακλασική περίοδο).
saluti: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους salus -utis = σωτηρία (ως αφηρημένο ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό).
anteponunt: γ΄ πληθυντικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας antepono, -posui, -positum, -ponĕre = τοποθετώ μπροστά από, βάζω κάτι πάνω από κάτι άλλο.
sic: επίρρημα τροπικό = έτσι.
vir: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της β΄ κλίσης, αρσενικού γένους vir, viri = άνδρας.
bonus: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου, θετικού βαθμού bonus, -a, -um = καλός, καλή, καλό. (Το επίθετο σχηματίζει ανώμαλα παραθετικά: συγκριτικός: melior, melior, melius, υπερθετικός: optimus, optima, optimum).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
sapiens: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της επιθετοποιημένης μετοχής ενεστώτα sapiens -ntis (= σοφός) του ρήματος της γ΄ συζυγίας sapio, sapivi(sapii), -, sapěre* = είμαι σώφρων, σοφός (συγκριτικός: sapientior, -ior, -ius, υπερθετικός: sapientissimus,-a,-um).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
legibus: δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους lex, legis = νόμος.
parens: oνομαστική ενικού, αρσενικού γένους της επιθετοποιημένης μετοχής ενεστώτα parens -ntis (= υπάκουος, ευπειθής) του ρήματος της β΄ συζυγίας pareo, -ui, -itum, -ēre = υπακούω, συμμορφώνομαι.
consulit: γ΄ ενικό οριστικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας consulo, -sului, -sultum, -sulĕre = φροντίζω για.
utilitati: δοτική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους utilitas -atis = ωφέλεια, ευημερία. (Γενική πληθυντικού = utilitatum & utilitatium).
omnium: γενική πληθυντικού αρσενικού γένους του τριτοκλίτου επιθέτου (τριγενές και δικατάληκτο) omnis, omnis, omne = όλος, όλη, όλο.
plus: επίρρημα ποσοτικό συγκριτικού βαθμού = περισσότερο (θετικός: multum, συγκριτικός: plus, υπερθετικός: plurimum).
quam: επίρρημα = παρά (εδώ εισάγει τον β΄ όρο σύγκρισης, ομοιόπτωτα με τον α΄ όρο).
unius: γενική ενικού, αρσενικού γένους του απόλυτου αριθμητικο unus ,-a, -um = ένας, μία, ένα.
alicuius: γενική ενικού, αρσενικού γένους της αόριστης ουσιαστικής αντωνυμίας aliquis, (aliqua ή aliquae σπάνια), aliquid = κάποιος, κάποια, κάποιο.
aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή.
suae: δοτική ενικού, θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου (για έναν κτήτορα ή για πολλούς κτήτορες) suus,-a,-um = δικός του, δική του, δικό του & δικός τους, δική τους, δικό τους. Εδώ αναφέρεται σε έναν κτήτορα.
nec (ή neque): συμπλεκτικός σύνδεσμος = ούτε.
magis: επίρρημα ποσοτικό συγκριτικού βαθμού = περισσότερο (θετικός: magnopere ή magno opere , συγκριτικός: magis, υπερθετικός: maxime).
vituperandus: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους του γερουνδιακού του ρήματος της α΄ συζυγίας vitupero, -avi, -atum, -āre = μέμφομαι, κατηγορώ, επικρίνω. Εδώ το vituperandus est: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα της παθητικής περιφραστικής συζυγίας του παραπάνω ρήματος.
proditor: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους proditor -oris = προδότης.
patriae: γενική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους patria -ae = πατρίδα.
quam: επίρρημα = παρά (εδώ εισάγει τον β΄ όρο σύγκρισης, ομοιόπτωτα με τον α΄ όρο).
proditor: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους proditor -oris = προδότης.
communis: γενική ενικού, θηλυκού γένους του τριτοκλίτου επιθέτου (τριγενές και δικατάληκτο) θετικού βαθμού communis, -is, -e = κοινός, -ή, -ό. (συγκριτικός: communior –ior, -ius, υπερθετικός: communissimus -a -um).
utilitatis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους utilitas -atis = ωφέλεια, ευημερία. (Γενική πληθυντικού = utilitatum & utilitatium).
aut: διαζευκτικός σύνδεσμος = ή.
communis: γενική ενικού, θηλυκού γένους του τριτοκλίτου επιθέτου (τριγενές και δικατάληκτο) θετικού βαθμού communis, -is, -e = κοινός, -ή, -ό. (συγκριτικός: communior, -ior, -ius, υπερθετικός: communissimus, -a, -um).
salutis: γενική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους salus -utis = σωτηρία (ως αφηρημένο ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό).
desertor: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, αρσενικού γένους desertor -oris = λιποτάκτης.
propter: πρόθεση + αιτιατική = εξαιτίας.
suam: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους της κτητικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου (για έναν κτήτορά ή για πολλούς κτήτορες) suus, -a, -um = δικός του, δική του, δικό του & δικός τους, δική τους, δικό τους. Εδώ αναφέρεται σε έναν κτήτορα.
utilitatem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους utilitas -atis = ωφέλεια, ευημερία. (Γενική πληθυντικού = utilitatum & utilitatium).
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
salutem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της γ΄ κλίσης, θηλυκού γένους salus -utis = σωτηρία (ως αφηρημένο ουσιαστικό δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό).
ex (ή e): πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από. (Η πρόθεση e τίθεται πριν από σύμφωνο, ενώ η ex και πριν από σύμφωνο και πριν από φωνήεν και σχεδόν πάντοτε πριν από το quo).
quo: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
fit: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος fio, factus sum, fieri = γίνομαι. Εδώ το ρήμα fit είναι απρόσωπο = συμβαίνει.
ut: εδώ συμπερασματικός σύνδεσμος = ώστε.
laudandus: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους του γερουνδιακού του ρήματος της α΄ συζυγίας laudo, -avi, -atum, -āre = επαινώ. Εδώ το laudandus sit είναι γ΄ ενικό υποτακτικής ενεστώτα της παθητικής περιφραστικής συζυγίας.
is: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, αυτή, αυτό.
qui: ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, η οποία, το οποίο.
pro: πρόθεση + αφαιρετική = για χάρη.
re publica: αφαιρετική ενικού του σύνθετου ουσιαστικού res publica = πολιτεία. [To re είναι αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού της ε΄ κλίσης, θηλυκού γένους res, rei = πράγμα και το publica είναι αφαιρετική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου publicus, -a, -um = δημόσιος,-α, -ο].
cadat: γ΄ ενικό υποτακτικής ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος της γ΄ συζυγίας cado, cecidi, casum, cadĕre = πέφτω.
quod: εδώ αιτιολογικός σύνδεσμος = γιατί.
decet: γ΄ ενικό οριστικής ενεστώτα του απροσώπου ρήματος της β΄ συζυγίας decet, decuit, -, decēre = αρμόζει.
cariorem: αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου, συγκριτικού βαθμού carus, -a, -um = αγαπητός, -ή, -ό. (θετικός: carus, -a,-um, συγκριτικός: carior, -ior, -ius, υπερθετικός: carissimus, -a, -um).
nobis: δοτική πληθυντικού, αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι, υπάρχω.
patriam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού της α΄ κλίσης, θηλυκού γένους patria -ae = πατρίδα.
quam: επίρρημα = παρά (εδώ εισάγει τον β΄ όρο σύγκρισης, ομοιόπτωτα με τον α΄ όρο).
nos: αιτιατική πληθυντικού αρσενικού γένους της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
-met: πρόσφυμα που ενισχύει την προσωπική αντωνυμία nos. Λειτουργεί δηλαδή εμφαντικά.
ipsos: αιτιατική πληθυντικού, αρσενικού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = αυτός ο ίδιος, αυτή η ίδια, αυτό το ίδιο.


LECTIO ΧLVII: Ο ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΦΙΛΑΡΕΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΑΣ

Iulia, Augusti filia, mature habere coeperat canos, quos legere secrete solebat. Hac re audita Augustus voluit filiam deterrere quominus id faceret. Eo consilio aliquando repente intervenit oppressitque ornatrices. Etsi super vestem earum deprehendit canos, tamen Augustus dissimulavit eos vidisse et aliis sermonibus tempus extraxit, donec induxit mentionem aetatis. Tum interrogavit filiam, utrum post aliquot annos cana esse mallet an calva. Cum illa respondisset «ego, pater, cana esse malo», mendacium illi pater obiecit: «Non dubito quin calva esse nolis. Quid ergo non times ne istae te calvam faciant?»

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Η Ιουλία, η κόρη του Αυγούστου, είχε αρχίσει να εμφανίζει πρόωρα άσπρες τρίχες, τις οποίες συνήθιζε να αφαιρεί κρυφά. Όταν άκουσε ο Αύγουστος αυτό το πράγμα, θέλησε να αποτρέψει την κόρη του από το να κάνει αυτό. Με αυτό το σχέδιο κάποτε εμφανίστηκε ξαφνικά και έπιασε επ’ αυτοφώρω τις κομμώτριες. Αν και ανακάλυψε άσπρες τρίχες πάνω στο φόρεμά τους, όμως ο Αύγουστος προσποιήθηκε πως δεν τις είδε και με άλλες κουβέντες παρέτεινε τον χρόνο, μέχρι που έφερε τη συζήτηση στην ηλικία. Τότε ρώτησε την κόρη του, αν μετά από κάποια χρόνια θα προτιμούσε να είναι ασπρομάλλα ή φαλακρή. Όταν εκείνη απάντησε «εγώ, πατέρα, προτιμώ να είμαι ασπρομάλλα», ο πατέρας προέβαλε σ’ αυτήν το εξής ψεύτικο επιχείρημα: «Δεν αμφιβάλλω ότι δεν θέλεις να είσαι φαλακρή. Γιατί, λοιπόν, δεν φοβάσαι μήπως αυτές εδώ σε κάνουν φαλακρή;»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Iulia: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Iulia -ae, θηλυκό, α΄ κλίση = η Ιουλία (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
Augusti: γενική ενικού του ουσιαστικού Augustus -i, αρσενικό, β΄κλίση = ο Αύγουστος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
filia: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού filia -ae, θηλυκό, α΄ κλίση = η κόρη.
mature: χρονικό ή τροπικό επίρρημα = πρόωρα. Σ. Β.: maturius Υ. Β.: maturissime/maturrime
habēre: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος habeo, habui, habitum, habēre 2 = έχω.
coeperat: γ΄ ενικό οριστικής υπερσυντελίκου του ελλειπτικού ρήματος coepi, coepisse = άρχισα.
canos: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού cani -orum αρσενικό, β΄ κλίση = οι άσπρες τρίχες (ο τύπος προέρχεται από το επίθετο canus, -a, -um = άσπρος, -η, -ο). Το ουσιαστικό δεν σχηματίζει ενικό αριθμό.
quos: αιτιατική πληθυντικού αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
legĕre: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος lego, legi, lectum, legĕre 3 = κόβω, βγάζω, αφαιρώ.
secrete: τροπικό επίρρημα = κρυφά. Σ. Β.: secretius
solebat: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού του ρήματος soleo, solitus sum, solēre 2, ημιαποθετικό = συνηθίζω.
hac: αφαιρετική ενικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
re: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού res, rei, θηλυκό ε΄ κλίση = το πράγμα.
audita: αφαιρετική ενικού θηλυκού γένους της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος audio, audivi, auditum, audīre 4 = ακούω.
Augustus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Augustus -i, αρσενικό, β΄κλίση = ο Αύγουστος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
voluit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ανωμάλου ρήματος volo, volui, -, velle = θέλω.
filiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού filia -ae, θηλυκό, α΄κλίση = η κόρη.
deterrēre: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος deterreo, deterrui, deterritum, deterrēre 2 = αποθαρρύνω.
quominus: σύνδεσμος = να,(από το) να, (για) να μη.
id: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
faceret: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος facio, feci, factum, facĕre* 3 = κάνω.
eo: αφαιρετική ενικού ουδετέρου γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
consilio: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού consilium -ii (i), ουδέτερο, β΄κλίση = το σχέδιο.
aliquando: χρονικό επίρρημα = κάποτε.
repente: τροπικό επίρρημα = ξαφνικά.
intervenit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος intervenio, interveni, interventum, intervenīre 4 = εμφανίζομαι απρόοπτα.
oppressit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος opprimo, oppressi, oppressum, opprimĕre 3 = πιάνω επ’ αυτοφώρω.
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
οrnatrices: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού ornatrix, ornatricis, θηλυκό, γ΄ κλίση = η κομμώτρια.
etsi: εναντιωματικός σύνδεσμος = αν και.
super: πρόθεση + αιτιατική = πάνω σε.
vestem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού vestis, vestis, θηλυκό, γ΄κλίση = το φόρεμα.
earum: γενική πληθυντικού θηλυκού γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
deprehendit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος deprehendo, deprehendi, deprehensum, deprehendĕre 3 = ανακαλύπτω.
canos: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού cani -orum αρσενικό, β΄κλίση = οι άσπρες τρίχες (ο τύπος προέρχεται από το επίθετο canus, -a, -um = άσπρος, -η, -ο). Το ουσιαστικό δεν σχηματίζει ενικό αριθμό.
tamen: αντιθετικός σύνδεσμος = όμως.
Augustus: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Augustus -i, αρσενικό, β΄ κλίση = ο Αύγουστος (ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
dissimulavit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος dissimulo, dissimulavi, dissimulatum, dissimulāre 1 = προσποιούμαι ότι δεν…
eos: αιτιατική πληθυντικού αρσενικού γένους της οριστικής - επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
vidisse: απαρέμφατο παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος video, vidi, visum, vidēre 2 = βλέπω.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
aliis: αφαιρετική πληθυντικού αρσενικού γένους του αντωνυμικού επιθέτου (αόριστης αντωνυμίας) alius, alia, aliud = άλλος, -η, -ο.
sermonibus: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού sermo -onis, αρσενικό, γ΄κλίση = ο λόγος.
tempus: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού tempus, temporis, ουδέτερο, γ΄κλίση = ο χρόνος.
extraxit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος extraho, extraxi, extractum, extrahĕre 3 = παρατείνω.
donec: χρονικός σύνδεσμος = ώσπου.
induxit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος induco, induxi, inductum, inducĕre 3 = εισάγω, φέρνω για συζήτηση.
mentionem: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού mentio - onis, θηλυκό, γ΄κλίση = η μνεία.
aetatis: γενική ενικού του ουσιαστικού aetas -atis θηλυκό, γ΄κλίση = η ηλικία. (γεν. πληθ.: aetatum και aetatium).
tum: χρονικό επίρρημα = τότε.
interrogavit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος interrogo, interrogavi, interrogatum, interrogāre 1 = ρωτώ.
filiam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού filia -ae, θηλυκό, α΄ κλίση = η κόρη.
utrum…an: ερωτηματικό μόριο = αν…ή
post: πρόθεση + αιτιατική = μετά.
aliquot: άκλιτη αόριστη αντωνυμία = μερικοί, -ές, -ά.
annos: αιτιατική πληθυντικού του ουσιαστικού annus -i, αρσενικό, β΄ κλίση = ο χρόνος.
cana: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου canus, -a, -um = ο ασπρομάλλης, -α, -ικο.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
mallet: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού του ανωμάλου ρήματος malo, malui, -, malle = προτιμώ.
calva: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου calvus, -a, -um = φαλακρός, -ή, -ό.
cum: χρονικός σύνδεσμος (εδώ: ιστορικός - διηγηματικός) = όταν.
illa: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, -η, -ο.
respondisset: γ΄ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος respondeo, respondi, responsum, respondēre 2 = απαντώ.
ego: ονομαστική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας α΄ προσώπου ego = εγώ.
pater: κλητική ενικού του ουσιαστικού pater, patris, αρσενικό, γ΄ κλίση = ο πατέρας. (γεν. πληθ.: patrum)
cana: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου canus, -a, -um = ο ασπρομάλλης, -α, -ικο.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
malo: α΄ενικό οριστικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος malo, malui, -, malle = προτιμώ.
mendacium: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού mendacium -ii (i), ουδέτερο, β΄ κλίση = ψέμα.
illi: δοτική ενικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας ille, illa, illud = εκείνος, -η, -ο.
pater: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού pater, patris, αρσενικό, γ΄ κλίση = ο πατέρας.
obiecit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος obicio, obieci, obiectum, obicĕre* 3 = προβάλλω αντίρρηση (αντίθετο επιχείρημα).
mendacium obiecit: προέβαλε ψεύτικο επιχείρημα.
non: αρνητικό μόριο = δεν, όχι.
dubito: α΄ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος dubito, dubitavi, dubitatum, dubitāre 1 = αμφιβάλλω.
quin: σύνδεσμος = ότι, πως δεν.
calva: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου calvus, -a, -um = φαλακρός, -ή, -ό.
esse: απαρέμφατο ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
nolis: β ΄ενικό υποτακτικής ενεστώτα του ανωμάλου ρήματος nolo, nolui, -, nolle = δεν θέλω.
quid: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους της ερωτηματικής ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, -α, -ο.
ergo: συμπερασματικός σύνδεσμος = λοιπόν.
quid ergo…? = γιατί λοιπόν;
non: αρνητικό μόριο = δεν, όχι.
times: β΄ενικό οριστικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος timeo, timui, -, timēre 2 = φοβάμαι.
ne: ενδοιαστικός σύνδεσμος = μήπως.
istae: ονομαστική πληθυντικού θηλυκού γένους της δεικτικής αντωνυμίας iste, ista, istud = αυτός, -ή, -ό.(Εδώ η αντωνυμία χρησιμοποιείται με υποτιμητική-περιφρονητική σημασία: αυτές εδώ)
te: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας β΄ προσώπου tu = εσύ.
calvam: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου calvus, -a, -um = φαλακρός, -ή, -ό.
faciant: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος facio, feci, factum, facĕre* 3 = κάνω.


LECTIO ΧLVIII: ΤΟ ΕΛΑΦΙ ΤΟΥ ΣΕΡΤΩΡΙΟΥ

Cerva alba eximiae pulchritudinis Sertorio a Lusitano quodam dono data erat. Sertorius omnibus persuasit cervam, instinctam numine Dianae, conloqui secum et docere, quae utilia factu essent. Si quid durius ei videbatur, quod imperandum militibus esset, a cerva sese monitum esse praedicabat. Ea cerva quodam die fugit et perisse credita est. Cum aliquis Sertorio nuntiavisset cervam inventam esse, Sertorius eum iussit tacere; praeterea praecepit ut eam postero die repente in eum locum emitteret, in quo ipse cum amicis futurus esset. Postridie eius diei Sertorius, admissis amicis in cubiculum suum, dixit eis visum in somno sibi esse cervam, quae perisset, ad se reverti. Cum cerva, emissa a servo, in cubiculum Sertorii introrupisset, admiratio magna orta est.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ένα άσπρο ελάφι εξαιρετικής ομορφιάς είχε δοθεί στον Σερτώριο από κάποιον Λουζιτανό ως δώρο. Ο Σερτώριος τους έπεισε όλους ότι το ελάφι, κατευθυνόμενο από τη βούληση της Άρτεμης, μιλούσε μαζί του και του υποδείκνυε ποια ήταν χρήσιμα να κάνει. Εάν κάτι το οποίο έπρεπε να διαταχθεί στους στρατιώτες του φαινόταν κάπως σκληρό, διακήρυττε ότι τον είχε συμβουλεύσει το ελάφι. Αυτό το ελάφι κάποια ημέρα έφυγε και πίστεψαν ότι είχε πεθάνει. Όταν κάποιος ανήγγειλε στον Σερτώριο ότι το ελάφι βρέθηκε, ο Σερτώριος τον διέταξε να σωπάσει. Επιπλέον τον καθοδήγησε να το αφήσει ελεύθερο ξαφνικά την επόμενη μέρα σ’αυτόν τον τόπο, όπου επρόκειτο να βρίσκεται ο ίδιος με τους φίλους του. Την επόμενη ημέρα, ο Σερτώριος, αφού δέχτηκε τους φίλους στην κρεβατοκάμαρά του, τους είπε ότι είχε δει στον ύπνο του ότι το ελάφι, που είχε πεθάνει, επέστρεψε σ’ αυτόν. Όταν το ελάφι, αφού αφέθηκε ελεύθερο από τον δούλο, όρμησε στην κρεβατοκάμαρα του Σερτώριου, γεννήθηκε μεγάλος θαυμασμός.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
cerva: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α΄κλίση = το ελάφι.
alba: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου albus, -a, um = άσπρος, -η, -ο.
eximiae: γενική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου eximius, -a, -um = εξαιρετικός, -ή, -ό.
pulchritudinis: γενική ενικού του ουσιαστικού pulchritudo -inis, θηλυκό, γ΄κλίση = η ομορφιά.
Sertorio: δοτική ενικού του ουσιαστικού Sertorius –ii (i), αρσενικό, β΄ κλίση = ο Σερτώριος (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
a(b): πρόθεση + αφαιρετική = από.
Lusitano: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού Lusitanus -i, αρσενικό, β΄ κλίση = ο Λoυζιτανός (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
quodam: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης – επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο.
dono: δοτική ενικού του ουσιαστικού donum – i, ουδέτερο, β΄ κλίση = το δώρο.
data erat: γ΄ενικό οριστικής υπερσυντελίκου παθητικής φωνής του ρήματος do, dedi, datum, dāre 1 = δίνω.
Sertorius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Sertorius –ii (i), αρσενικό, β΄ κλίση = ο Σερτώριος (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
οmnibus: δοτική ενικού αρσενικού γένους του τριτοκλίτου επιθέτου omnis, -is, -e = όλος, -η, -ο.
persuasit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος persuadeo, persuasi, persuasum, persuadēre 2 = πείθω.
cervam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α΄κλίση = το ελάφι.
instinctam: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους της μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος instinguo, instinxi, instinctum, instinguĕre 3 = κατευθύνω, παρορμώ.
numine: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού numen, numinis, γ΄κλίση, ουδέτερο = η βούληση.
Dianae: γενική ενικού του ουσιαστικού Diana – ae, α΄ κλίση, θηλυκό = η Άρτεμη.
conloqui: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος conloquor, conlocutus sum, conloqui 3 αποθετικό = συνομιλώ.
se: αφαιρετική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, γ΄ πρόσωπο = αυτός, -ή, -ό.
cum: εδώ πρόθεση + αφαιρετική = μαζί με.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
docere: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος doceo, docui, doctum, docēre 2 = υποδεικνύω.
quae: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους της ερωτηματικής - ουσιαστικής αντωνυμίας quis, quis, quid = ποιος, -α, -ο.
utilia: ονομαστική πληθυντικού ουδετέρου γένους του τριτοκλίτου επιθέτου utilis, -is, -e = χρήσιμος, -η, -ο.
factu: αφαιρετική του σουπίνου του ρήματος facio, feci, factum, facĕre* 3 = κάνω.
essent: γ΄ πληθυντικό υποτακτικής παρατατικού του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
si: υποθετικός σύνδεσμος = εάν.
quid: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους της αόριστης – ουσιαστικής αντωνυμίας quis, (quae ή qua), quid = κάποιος.
durius: αιτιατική ενικού ουδετέρου γένους συγκριτικού βαθμού του δευτεροκλίτου επιθέτου durus, -a, -um = σκληρός, -ή, -ό. Συγκριτικός: durior, durior, durius Υπερθετικός:durissimus, -a, -um.
ei: δοτική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
videbatur: γ΄ ενικό οριστικής παρατατικού παθητικής φωνής του ρήματος video, vidi, visum, vidēre 2 = βλέπω (εδώ: απρόσωπο: videtur, visum est, vidēri = φαίνεται, είναι το δοκεῖ μοι της αρχαίας ελληνικής).
quod: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
imperandum: ονομαστική ενικού ουδετέρου γένους του γερουνδιακού του ρήματος impero, imperavi, imperatum, imperāre 1 = διατάζω.
imperandum esset: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού της παθητικής περιφραστικής συζυγίας του ρήματος impero, imperavi, imperatum, imperāre 1 = διατάζω.
militibus: δοτική πληθυντικού του ουσιαστικού miles, militis, γ΄ κλίση, αρσενικό = ο στρατιώτης.
a(b): πρόθεση + αφαιρετική = από.
cerva: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α΄ κλίση = το ελάφι.
sese: αναδιπλασιασμένος τύπος του se για έμφαση se: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, γ΄ πρόσωπο = αυτός, -ή, -ό.
monitum esse: απαρέμφατο παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος moneo, monui, monitum, monēre 2 = συμβουλεύω, καθοδηγώ.
praedicabat: γ΄ενικό οριστικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος praedico, praedicavi, praedicatum, praedicāre 1 = διακηρύσσω.
ea: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
cerva: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α ΄κλίση = το ελάφι.
quodam: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης – επιθετικής αντωνυμίας quidam, quaedam, quoddam = κάποιος, -α, -ο.
die: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού dies, diei, αρσενικό, ε΄ κλίση = η ημέρα.
fugit: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος fugio, fugi, fugitum, fugĕre* 3 = φεύγω.
et: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και.
perisse: απαρέμφατο παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ανωμάλου ρήματος pereo, perii, peritum, perīre = χάνομαι, πεθαίνω.
credita est: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος credo, credidi, creditum, credĕre 3 = πιστεύω.
cum: χρονικός σύνδεσμος (εδώ: ιστορικός – διηγηματικός) = όταν.
aliquis: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της αόριστης – ουσιαστικής αντωνυμίας aliquis, (aliqua ή aliquae), aliquid.
Sertorio: δοτική ενικού του ουσιαστικού Sertorius –ii (i), αρσενικό, β΄ κλίση = ο Σερτώριος (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
nuntiavisset: γ΄ ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος nuntio, nuntiavi, nuntiatum, nuntiāre 1 = αναγγέλλω.
cervam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α΄ κλίση = το ελάφι.
inventam esse: απαρέμφατο παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος invenio, inveni, inventum, invenīre 4 = βρίσκω.
Sertorius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Sertorius –ii (i), αρσενικό, β΄ κλίση = ο Σερτώριος (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
eum: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
iussit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος iubeo, iussi, iussum, iubēre 2 = διατάζω.
tacere: απαρέμφατο ενεστώτα ενεργητικής φωνής του ρήματος taceo, tacui, tacitum, tacēre 2 = σωπαίνω.
praeterea: ποσοτικό επίρρημα = επιπλέον.
praecepit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος praecipio, praecepi, praeceptum, praecipĕre* 3 = καθοδηγώ.
ut: εδώ βουλητικός σύνδεσμος = να.
eam: αιτιατική ενικού θηλυκού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
postero: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου posterus, -a, -um = επόμενος, -η, -ο. Συγκριτικός: posterior, -ior, -ius Υπερθετικός: postremus, -a, -um & postumus, -a, -um.
die: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού dies, diei, αρσενικό, ε΄ κλίση = η ημέρα.
repente: τροπικό επίρρημα = ξαφνικά.
in: πρόθεση + εδώ αιτιατική = σε.
eum: αιτιατική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
locum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού locus –i, αρσενικό, β΄ κλίση = ο τόπος (στον πληθυντικό: loca –orum = οι τόποι).
emitteret: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού ενεργητικής φωνής του ρήματος emitto, emisi, emissum, emittĕre 3 = αφήνω ελεύθερο.
in: πρόθεση + εδώ αφαιρετική = σε.
quo: αφαιρετική ενικού αρσενικού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = o οποίος, -α, -ο.
ipse: ονομαστική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής αντωνυμίας ipse, ipsa, ipsum = ίδιος, -α, -ο.
cum: πρόθεση + αφαιρετική = με.
amicis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού amicus –i, αρσενικό, β΄κλίση = ο φίλος.
futurus esset: γ΄ ενικό υποτακτικής παρατατικού της ενεργητικής περιφραστικής συζυγίας του ανωμάλου ρήματος sum, fui, -, esse = είμαι.
postridie: χρονικό επίρρημα = την επόμενη μέρα.
eius: γενική ενικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
diei: γενική ενικού του ουσιαστικού dies, diei, αρσενικό ε΄ κλίση = η ημέρα.
Sertorius: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού Sertorius –ii (i), αρσενικό, β΄κλίση = ο Σερτώριος (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
admissis: αφαιρετική πληθυντικού αρσενικού γένους της μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος admitto, admisi, admissum, admittĕre 3 = δέχομαι.
amicis: αφαιρετική πληθυντικού του ουσιαστικού amicus –i, αρσενικό, β΄ κλίση = ο φίλος.
in: πρόθεση + αιτιατική = σε.
cubiculum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cubiculum –i, ουδέτερο, β΄κλίση = η κρεβατοκάμαρα.
suum: αιτιατική ενικού της κτητικής αντωνυμίας γ΄ προσώπου suus, -a, -um, για έναν κτήτορα = ο δικός, -ή, -ό του.
dixit: γ΄ενικό οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής του ρήματος dico, dixi, dictum, dicĕre 3 = λέγω.
eis: δοτική πληθυντικού αρσενικού γένους της οριστικής – επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
visum esse: απαρέμφατο παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος video, vidi, visum, vidēre 2 = βλέπω (εδώ: απρόσωπο: videtur, visum est, vidēri = φαίνεται).
in: πρόθεση + αφαιρετική = σε.
somno: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού somnus –i, αρσενικό, β΄ κλίση = ο ύπνος.
sibi: δοτική ενικού της προσωπικής αντωνuμίας, γ΄ πρόσωπο = αυτός, -ή, -ό.
cervam: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α ΄κλίση = το ελάφι.
quae: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = o οποίος, -α, -ο.
perisset: γ΄ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ανωμάλου ρήματος pereo, perii, peritum, perīre = χάνομαι.
ad: πρόθεση + αιτιατική = προς.
se: αιτιατική ενικού της προσωπικής αντωνυμίας, γ΄ πρόσωπο = αυτός, -ή, -ό.
reverti: απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος revertor, reversus sum, reverti (αποθετικό) και revertor, reverti, reverti (ημιαποθετικό) 3 = επιστρέφω.
cum: χρονικός σύνδεσμος (εδώ: ιστορικός – διηγηματικός) = όταν.
cerva: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού cerva -ae, θηλυκό, α ΄κλίση = το ελάφι.
emissa: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους της μετοχής παρακειμένου παθητικής φωνής του ρήματος emitto, emisi, emissum, emittĕre 3 = αφήνω ελεύθερο.
a(b): πρόθεση + αφαιρετική = από.
servo: αφαιρετική ενικού του ουσιαστικού servus –i, αρσενικό, β΄κλίση = ο δούλος.
in: πρόθεση + εδώ αιτιατική = σε.
cubiculum: αιτιατική ενικού του ουσιαστικού cubiculum –i, ουδέτερο, β΄κλίση = η κρεβατοκάμαρα.
Sertorii: γενική ενικού του ουσιαστικού Sertorius –ii (i), αρσενικό, β΄κλίση = ο Σερτώριος (Ως κύριο όνομα δεν διαθέτει, κατά κανόνα, πληθυντικό).
introrupisset: γ΄ενικό υποτακτικής υπερσυντελίκου ενεργητικής φωνής του ρήματος introrumpo, introrupi, introruptum, introrumpĕre 3 = εισβάλλω.
admiratio: ονομαστική ενικού του ουσιαστικού admiratio –onis, θηλυκό, γ΄ κλίση = ο θαυμασμός.
magna: ονομαστική ενικού θηλυκού γένους του δευτεροκλίτου επιθέτου magnus, -a, -um = ο μεγάλος, -η, -ο. Σ. Β.: maior, -ior, -ius Y. B.: maximus, -a, -um.
orta est: γ΄ ενικό οριστικής παρακειμένου του ρήματος orior, ortus sum, orīri (αποθετικό) 4 = γεννιέμαι (μετοχή μέλλοντα: oriturus, -a, -um).


LECTIO XLIX: Η ΠΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Ο ΒΡΟΥΤΟΣ

Porcia, Bruti uxor, cum viri sui consilium de interficiendo Caesare cognovisset, cultellum tonsorium quasi unguium resecandorum causa poposcit eoque velut forte elapso se vulneravit. Clamore deinde ancillarum in cubiculum vocatus Brutus ad eam obiurgandam venit, quod tonsoris praeripuisset officium. Cui secreto Porcia «non est hoc» inquit «temerarium factum meum, sed certissimum indicium amoris mei erga te tale consilium molientem: experiri enim volui, quam aequo animo me ferro essem interemptura, si tibi consilium non ex sententia cessisset».

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Η Πορκία, η σύζυγος του Βρούτου, όταν έμαθε το σχέδιο του άντρα της να δολοφονήσει τον Καίσαρα (ή: για τη δολοφονία του Καίσαρα), ζήτησε ένα μαχαιράκι (ή: ξυράφι) μανικιουρίστα τάχα για να κόψει τα νύχια της και αυτοτραυματίστηκε μ’ αυτό, καθώς της γλίστρησε δήθεν τυχαία. ΄Επειτα ο Βρούτος, αφού κλήθηκε στην κρεβατοκάμαρά (της) από τα ξεφωνητά των υπηρετριών, ήρθε για να τη μαλώσει, γιατί τάχα (κατά τη γνώμη του) είχε κλέψει την τέχνη του μανικιουρίστα. Σ’ αυτόν η Πορκία είπε κρυφά: «αυτό δεν είναι μια ασυλλόγιστη πράξη μου, αλλά μια ξεκάθαρη απόδειξη της αγάπης μου για σένα που μηχανεύεσαι τέτοιο σχέδιο: Θέλησα δηλαδή να δοκιμάσω με πόση ηρεμία θα σκοτωνόμουν με σιδερένιο εργαλείο, αν το σχέδιό (σου) δεν σου πήγαινε κατ’ ευχήν».

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Porcia: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α’ κλίσης Porcia –ae = Πορκία → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
Bruti: γενική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Brutus –i = Βρούτος → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
uxor: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης uxor –oris = η σύζυγος.
cum: εδώ χρονικός σύνδεσμος (ο ιστορικός-διηγηματικός cum) = όταν.
viri: γενική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης vir, viri = άνδρας.
sui: γενική ενικού, αρσενικό, γ’ πρόσωπο, της κτητικής αντωνυμίας, για έναν κτήτορα suus, sua, suum = δικός της, δική της, δικό της.
consilium: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης consilium –ii/-i = σχέδιο.
de: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = για.
interficiendo: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του γερουνδιακού interficiendus, -a, -um του ρήματος interficio, interfeci, interfectum, interficĕre 3 (ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio) = σκοτώνω → β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: interfice (όπως όλα τα σύνθετα του facio. Το facio σχηματίζει β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα: fac).
Caesare: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης Caesar –aris = Καίσαρας → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
cognovisset: γ’ ενικό, υποτακτική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος cognosco, cognovi, cognitum, cognoscĕre 3 = γνωρίζω.
cultellum: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης cultellus –i = μαχαιράκι, ξυράφι.
tonsorium: αιτιατική ενικού, αρσενικό, του β’ κλίτου επιθέτου tonsorius, -a, -um = του μανικιουρίστα → δεν σχηματίζει παραθετικά ως παράγωγο του ουσιαστικού tonsor –oris (= μανικιουρίστας).
quasi: παραβολικός σύνδεσμος = σαν, σαν να, δήθεν.
unguium: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης unguis –is = νύχι → αφαιρετική ενικού: ungue/ungui.
resecandorum: γενική πληθυντικού, αρσενικό, του γερουνδιακού resecandus, -a, -um του ρήματος reseco, resecui, resectum, resecāre 1 = κόβω → μετοχή μέλλοντα: resecaturus, -a, -um.
causa: πρόθεση που συντάσσεται με γενική = για να, με σκοπό να.
poposcit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος posco, poposci, ―, poscĕre 3 = ζητώ → το ρήμα κανονικά δεν διαθέτει σουπίνο. Δανείζεται το σουπίνο του ρήματος postulo 1: postulatum.
eo: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
-que: συμπλεκτικός σύνδεσμος = και → χρησιμοποιείται ως εγκλιτική λέξη.
velut: παραβολικό επίρρημα = δήθεν, σαν, σαν να, ως.
forte: τροπικό επίρρημα = τυχαία → στην πραγματικότητα πρόκειται για επιρρηματοποιημένη αφαιρετική ενικού του γ’ κλίτου ουσιαστικού fors, το οποίο είναι εύχρηστο μόνον στην ονομαστική και αφαιρετική ενικού. Δεν σχηματίζει παραθετικά.
elapso: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, της μετοχής παρακειμένου του ρήματος elabor, elapsus sum, elabi αποθ. 3 = (ξε)-γλυστρώ.
se: αιτιατική ενικού, γ’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας = αυτός, -ή, -ό.
vulneravit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος vulnero, vulneravi, vulneratum, vulnerāre 1 = πληγώνω, τραυματίζω.
clamore: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης clamor –oris = κραυγή.
deinde: χρονικό επίρρημα = έπειτα.
ancillarum: γενική πληθυντικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α’ κλίσης ancilla –ae = υπηρέτρια.
in: πρόθεση που εδώ συντάσσεται με αιτιατική = σε.
cubiculum: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης cubiculum –i = κρεβατοκάμαρα.
vocatus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, της μετοχής παθητικού παρακειμένου του ρήματος voco, vocavi, vocatum, vocāre 1 = καλώ.
Brutus: ονομαστική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης Brutus –i = Βρούτος → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
ad: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = για να, σε.
eam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, της οριστικής-επαναληπτικής αντωνυμίας is, ea, id = αυτός, -ή, -ό.
obiurgandam: αιτιατική ενικού, θηλυκό, του γερουνδιακού obiurgandus, -a, -um του ρήματος obiurgo, obiurgavi, obiurgatum, obiurgāre 1 = μαλώνω.
venit: γ’ ενικό, οριστική ενεργητικού παρακειμένου, του ρήματος venio, veni, ventum, venīre 4 = έρχομαι.
quod: αιτιολογικός σύνδεσμος = επειδή.
tonsoris: γενική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης tonsor –oris = μανικιουρίστας, κουρέας.
praeripuisset: γ’ ενικό, υποτακτική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος praeripio, praeripui, praereptum, praeripĕre 3 (ανήκει στα 15 ρήματα σε –io που κλίνονται σαν το capio) = αρπάζω, κλέβω.
officium: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης officium –ii/-i = καθήκον, δουλειά, τέχνη.
cui: δοτική ενικού, αρσενικό, της αναφορικής αντωνυμίας qui, quae, quod = ο οποίος, -α, -ο.
secreto: τροπικό επίρρημα = κρυφά → Οι τρεις βαθμοί του επιρρήματος: Θ.Β. secreto/secrete, Σ.Β. secretius, Y.B. ―.
Porcia: ονομαστική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α’ κλίσης Porcia –ae = Πορκία → ως κύριο όνομα δεν σχηματίζει κατά κανόνα πληθυντικό αριθμό.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
est: γ’ ενικό, οριστική ενεστώτα, του ρήματος sum, fui, ―, esse = είμαι.
hoc: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας hic, haec, hoc = αυτός, -ή, -ό.
inquit: γ’ ενικό, οριστική παρακειμένου, του ελλειπτικού ρήματος inquam = λέω (για την κλίση του ρήματος μπορείτε να ανατρέξετε στο β’ μέρος, στις σημειώσεις της γραμματικής).
temerarium: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, του β’ κλίτου επιθέτου temerarius, -a, -um = ασυλλόγιστος, -η, -ο → σχηματίζει περιφραστικά παραθετικά: Σ.Β. magis temerarius, -a, -um, Y.B. maxime temerarius, -a, -um.
factum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης factum –i = πράξη.
meum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, α’ πρόσωπο, της κτητικής αντωνυμίας για έναν κτήτορα meus, mea, meum = δικός μου, δική μου, δικό μου → Προσοχή! Είναι η μοναδική αντωνυμία που σχηματίζει κλητική πτώση στο αρσενικό και θηλυκό ενικού αριθμού. Κλητική ενικού αρσενικού: meus (όμοια με την ονομαστική. Επομένως, και το ουσιαστικό που συνοδεύει τίθεται σε ονομαστική, πχ. meus oculus) ή mi. Κλητική ενικού θηλυκού: mea.
sed: αντιθετικός σύνδεσμος = αλλά.
certissimum: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, του β’ κλιτου επιθέτου certissimus, -a, -um = βεβαιότατος, -η, -ο. Πρόκειται για υπερθετικό βαθμό του β’ κλίτου επιθέτου certus, -a, -um = βέβαιος, -η, -ο, σίγουρος, -η, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. certior, -ior, -ius, Y.B. certissimus, -a, -um.
indicium: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης indicium –ii/-i = απόδειξη, τεκμήριο.
amoris: γενική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού γ’ κλίσης amor –oris = αγάπη.
mei: γενική ενικού, αρσενικό, α’ πρόσωπο, της κτητικής αντωνυμίας για έναν κτήτορα meus, mea, meum = δικός μου, δική μου, δικό μου → Προσοχή! Είναι η μοναδική αντωνυμία που σχηματίζει κλητική πτώση στο αρσενικό και θηλυκό ενικού αριθμού. Κλητική ενικού αρσενικού: meus (όμοια με την ονομαστική. Επομένως, και το ουσιαστικό που συνοδεύει τίθεται σε ονομαστική, πχ. meus oculus) ή mi. Κλητική ενικού θηλυκού: mea.
erga: πρόθεση που συντάσσεται με αιτιατική = προς.
te: αιτιατική ενικού, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας tu = εσύ.
tale: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, της δεικτικής αντωνυμίας talis, talis, tale = τέτοιος, -α, -ο → κλίνεται σαν γ΄ κλιτο επίθετο και δεν διαθέτει κλητική πτώση.
consilium: αιτιατική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης consilium –ii/-i = σχέδιο.
molientem: αιτιατική ενικού, αρσενικό, της μετοχής ενεστώτα του ρήματος molior, molitus sum, molīri αποθ. 4 = μηχανεύομαι, σχεδιάζω.
experiri: απαρέμφατο ενεστώτα, του ρήματος experior, expertus sum, experīri αποθ. 4 = δοκιμάζω.
enim: διασαφητικός και αιτιολογικός σύνδεσμος. Έχει ανάλογη χρήση με τον σύνδεσμο γὰρ της αρχαίας ελληνικής = γιατί.
volui: α’ ενικό, οριστική παρακειμένου, του ανωμάλου ρήματος volo, volui, ―, velle = θέλω (για την κλίση του ρήματος μπορείτε να ανατρέξετε στο β’ μέρος, στις σημειώσεις της γραμματικής).
quam: ερωτηματικό επίρρημα = πόσο.
aequo: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του β’ κλιτου επιθέτου aequus, -a, -um = ίσος, -η, -ο, δίκαιος, -η, -ο → Παραθετικά: Σ.Β. aequior, -ior, -ius, Υ.Β. aequissimus, -a, -um.
animo: αφαιρετική ενικού, αρσενικό, του ουσιαστικού β’ κλίσης animus –i = ψυχή.
me: αιτιατική ενικού, α’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας ego = εγώ.
ferro: αφαιρετική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης ferrum –i = σίδερο, σιδερένιο εργαλείο (όπλο) → ως όνομα μετάλλου δεν σχηματίζει πληθυντικό αριθμό.
essem interemptura: α’ ενικό, υποτακτική παρατατικού, ενεργητική περιφραστική συζυγία του ρήματος interimo, interemi, interemptum, interimĕre 3 = εξολοθρεύω, σκοτώνω.
si: υποθετικός σύνδεσμος = αν.
tibi: δοτική ενικού, β’ πρόσωπο, της προσωπικής αντωνυμίας tu = εσύ.
consilium: ονομαστική ενικού, ουδέτερο, του ουσιαστικού β’ κλίσης consilium –ii/-i = σχέδιο.
non: αρνητικό μόριο = όχι, δεν.
ex: πρόθεση που συντάσσεται με αφαιρετική = από, σύμφωνα με.
sententia: αφαιρετική ενικού, θηλυκό, του ουσιαστικού α’ κλίσης sententia –ae = σκέψη.
cessisset: γ’ ενικό, υποτακτική ενεργητικού υπερσυντελίκου, του ρήματος cedo, cessi, cessum, cedĕre 3 = προχωρώ, παραχωρώ.
consilium ex sententia cedit: το σχέδιο πηγαίνει κατ’ ευχήν.