ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ
Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798, στο
διάστημα μεταξύ 15 Μαρτίου και 15 Απριλίου. Γονείς του ήταν ο κόντες Νικόλαος Σολωμός και η
υπηρέτριά του Αγγελική Νίκλη. Ο πατέρας του καταγόταν από οικογένεια κρητικών
προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στη Ζάκυνθο το 1670, μετά την
κατάληψη της Κρήτης 1669 από τους Οθωμανούς. Ο κόντες Νικόλαος Σολωμός χήρεψε
το 1802 από την νόμιμη σύζυγό του Μαρνέττα Κάκνη, με την οποία είχε αποκτήσει δύο
παιδιά, τον
Ρομπέρτο και την Έλενα. Από το 1796 όμως είχε δεσμό με την υπηρέτριά του Αγγελική Νίκλη, με την
οποία απέκτησε εκτός από τον Διονύσιο άλλον έναν γιο, τον
Δημήτριο, μετέπειτα
πρόεδρο της Ιονίου Βουλής, το 1801. Το ζευγάρι παντρεύτηκε μόλις την προπαραμονή του
θανάτου του (27 Φεβρουαρίου 1807) και τα παιδιά τους απέκτησαν τα δικαιώματα των
νόμιμων τέκνων. Ο ποιητής πέρασε τα παιδικά του χρόνια ως το 1808 στο πατρικό
του σπίτι στην Ζάκυνθο, υπό την επίβλεψη του δασκάλου του αβά Σάντο Ρόσι, Ιταλού
πρόσφυγα. Μετά τον
θάνατο του πατέρα
του ανέλαβε την κηδεμονία του ο κόντες Διονύσιος Μεσσαλάς, ενώ η
μητέρα του παντρεύτηκε
στις 15 Αυγούστου
της ίδιας χρονιάς τον Μανόλη Λεονταράκη. Την επόμενη χρονιά ο Μεσσαλάς έστειλε τον μικρό Διονύσιο στην
Ιταλία για σπουδές, σύμφωνα με την συνήθεια των ευγενών των Επτανήσων, αλλά
ενδεχομένως και εξ αιτίας του γάμου της Αγγελικής Νίκλη.
Οι
σπουδές του ποιητή στην Ιταλία
Ο Σολωμός αναχώρησε για την Ιταλία μαζί με τον
δάσκαλό του, ο οποίος επέστρεφε στην πατρίδα του, την Κρεμόνα. Γράφτηκε
αρχικά στο Λύκειο της Αγίας Αικατερίνης στην Βενετία, όμως
δυσκολευόταν να προσαρμοστεί στην αυστηρή πειθαρχία του σχολείου και γι’ αυτό ο
Ρόσι τον πήρε μαζί του στην Κρεμόνα, όπου τελείωσε το Λύκειο το 1815. Τον Νοέμβριο
του 1815 γράφτηκε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Παβίας, από την οποία
αποφοίτησε το 1817. Δεδομένων των φιλολογικών ενδιαφερόντων του, η άνθηση
της ιταλικής λογοτεχνίας δεν τον άφησε ανεπηρέαστο. Καθώς
μάλιστα μιλούσε πλέον θαυμάσια την ιταλική γλώσσα, άρχισε να γράφει ποιήματα στα Iταλικά. Τα
σημαντικότερα από τα πρώτα ιταλικά ποιήματα που έγραψε εκείνην την περίοδο ήταν
το Ode per la prima messa (Ωδή για την πρώτη λειτουργία) και La
distruzione di Gerusalemme ( Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ). Εξάλλου
γνωρίστηκε με γνωστά ονόματα της πνευματικής Ιταλίας (πιθανώς
Μαντσόνι, Μόντι κ.ά. οι οποίοι
μάλιστα τον περιέβαλαν με το κλίμα του γαλλικού διαφωτισμού), ενσωματώθηκε
στους λογοτεχνικούς κύκλους τους και τελειοποιούμενος στις ποιητικές κατακτήσεις
του, εξελισσόταν
σ' έναν καλό
ποιητή της ιταλικής γλώσσας. Τα πρώτα ελληνικά έργα και η συνάντηση με το
Σπυρίδωνα Τρικούπη Παράλληλα με τα ιταλικά ποιήματα, ο Σολωμός
έκανε και τις πρώτες απόπειρες να γράψει στα ελληνικά. Αυτό το
εγχείρημα ήταν δύσκολο, όχι μόνο επειδή ο ποιητής δεν γνώριζε καλά την
ελληνική γλώσσα, αφού η παιδεία του ήταν κλασική και ιταλική, αλλά και
επειδή δεν υπήρχαν πολλά αξιόλογα ποιητικά έργα στην δημοτική γλώσσα, τα οποία θα
μπορούσε να αξιοποιήσει ως πρότυπο. Για να διαμορφώσει το γλωσσικό του όργανο άρχισε να
μελετά συστηματικά τα δημοτικά τραγούδια, το έργο των προσολωμικών ποιητών, δημώδη και κρητική
λογοτεχνία, που ήταν τα
καλύτερα ως τότε δείγματα της χρήσης της δημοτικής γλώσσας στην νεοελληνική
λογοτεχνία. Τα ποιήματα
που ξεχωρίζουν από τα έργα αυτής της περιόδου είναι η Ξανθούλα, η Αγνώριστη, Τα δυο
αδέρφια και Η
τρελή μάνα. Σημαντική για την στροφή του προς τη συγγραφή στα
ελληνικά θεωρείται η συνάντησή του το 1822 με τον Σπ. Τρικούπη. Ο Τρικούπης επισκέφθηκε την Ζάκυνθο το 1822 ως προσκεκλημένος
του λόρδου Γκίλφορντ. Η φήμη του Σολωμού στο νησί ήταν ήδη μεγάλη και ο
Τρικούπης θέλησε να τον γνωρίσει. Στη δεύτερη συνάντησή τους ο Σολωμός τού διάβασε το
ιταλικό Ωδή για την πρώτη λειτουργία και ο Τρικούπης τού είπε «Η
ποιητική σας ιδιοφυΐα σας επιφυλάσσει μια διαλεχτή θέση στον ιταλικό
Παρνασσό. Αλλά οι πρώτες θέσεις εκεί είναι πιασμένες. Ο ελληνικός
Παρνασσός δεν έχει ακόμη το Δάντη του». Ο Σολωμός τού εξήγησε ότι δεν γνώριζε καλά τα
ελληνικά και ο Τρικούπης τον βοήθησε στην μελέτη των ποιημάτων του Χριστόπουλου[10]. Ο
αριστοκράτης Σολωμός αντίθετα από τον Κάλβο, ξεκινώντας από την ιταλική παιδεία, «ανακάλυψε
τον νέο ελληνισμό σαν μια δύναμη άγνωστη, θαυμαστή και γονιμοποιό» 1833: Η
δίκη και τα μεγάλα έργα της ωριμότητας Την περίοδο 1833-1838, και ενώ οι
σχέσεις με τον αδελφό του είχαν αποκατασταθεί, η ζωή του συνταράχθηκε από μια
σειρά δίκες, με τις οποίες ο ετεροθαλής αδελφός του (από την πλευρά
της μητέρας του) Ιωάννης Λεονταράκης διεκδικούσε τμήμα της πατρικής
περιουσίας, με το
επιχείρημα ότι ήταν και αυτός τέκνο του κόντε Νικόλαου Σολωμού, αφού η
μητέρα του ήταν έγκυος πριν από το θάνατό του. Παρόλο που η κατάληξη της
περιπέτειας ήταν ευνοϊκή για αυτόν και τον αδελφό του, η δικαστική
διαμάχη οδήγησε σε αποξένωση του Σολωμού από τη μητέρα του (πληγώθηκε
πολύ από τη στάση της, κυρίως επειδή την υπεραγαπούσε) και στην
απόσυρσή του από τη δημοσιότητα. Παρόλο που η δίκη επηρέασε πολύ τον ψυχισμό του
ποιητή, δε στάθηκε
ικανή να αναστείλει την ποιητική του δημιουργία. Το 1833 ξεκίνησε η
ωριμότερη περίοδος της ποιητικής δημιουργίας του Σολωμού, αποτέλεσμα
της οποίας ήταν τα (ανολοκλήρωτα) ποιήματα Ο Κρητικός (1833), Ελεύθεροι
Πολιορκημένοι (έως το 1845), Ο Πόρφυρας (1847), τα οποία αναγνωρίζονται ως τα καλύτερα έργα του. Παράλληλα
σχεδίαζε και άλλα έργα, τα οποία όμως έμειναν είτε στο στάδιο των
σχεδιασμάτων, είτε σε πολύ αποσπασματική μορφή, όπως τα Νικηφόρος
Βρυέννιος, Εις το θάνατο Αιμιλίας Ροδόσταμο, Εις
Φραγκίσκα Φραίζερ, Carmen Seculare.
ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΧΤΗΚΕ Ο ΣΟΛΩΜΟΣ
Α. Ιταλικός κλασικισμός
Β. Ευρωπαϊκός ρομαντισμός
Γ. Γερμανικός ιδεαλισμός
Δ. Δημοτικά τραγούδια
Ε. Κρητική λογοτεχνία(ιδιαίτερα ο Ερωτόκριτος του
Βιντσέντζου Κορνάρου)
ΣΤ. Χριστιανική φιλολογία( ευαγγελικά και πατερικά κείμενα)
Ζ. Αρχαία ελληνική λογοτεχνία και γραμματεία( επιδράσεις
από τον Όμηρο και τη θεωρία ιδεών του Πλάτωνα)
Η. Διαφωτισμός (εκεί έχουν τις ρίζες τους οι φιλελεύθερες ιδέες του, που
ενισχύθηκαν μετά την έκρηξη της ελληνικής επανάστασης)
Θ. Επτανησιακή Σχολή( η λατρεία της θρησκείας, πατρίδας, γυναίκας, φύσης, η προσήλωση
στη δημοτική γλώσσα). Να σημειωθεί ότι η Επτανησιακή σχολή γενικότερα
δέχτηκε επιδράσεις από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία, το δημοτικό τραγούδι, την κρητική
λογοτεχνία και την ποίηση του Χριστόπουλου και του Βηλαρά.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΕΡΑ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ
Ο Σολωμός μελέτησε την περιορισμένη ελληνική
λογοτεχνία που υπήρχε την εποχή εκείνη στη δημοτική. Αυτή
περιλάμβανε: α) βυζαντινά έμμετρα μυθιστορήματα του 14ου και 15ου αιώνα. β) έργα τής
κρητικής λογοτεχνίας του 16ου και 17ου αιώνα ( π.χ "Θυσία του Αβραάμ", "Ερωτόκριτος") γ) λαϊκά
στιχουργήματα δ) τα έργα του Βηλαρά και του Χριστόπουλου ε) ελληνικά
δημοτικά τραγούδια ( το 1824 κυκλοφορεί ο πρώτος τόμος της συλλογής του Κλοντ
Φοριέλ). Οι
επιρροές απ' τα ελληνικά στα κείμενά του είναι περισσότερο γλωσσικές. Οι ιδέες
που εκφράζει είναι βαθιά επηρεασμένες από την προσωπική επαφή του με την Ιταλία
και με την ευρωπαϊκή λογοτεχνία και φιλοσοφία που διάβαζε. Σημειώνουμε: α) Η
θρησκευτική θεματολογία της ιταλικής ποίησης της εποχής του. Η Θεία
Κωμωδία του Ντάντε, π.χ, περιγράφει ένα οραματικό ταξίδι στην Κόλαση κι από
κει, μέσα από το
Καθαρτήριο, στον
Παράδεισο. Η ποίηση
θεωρείται σαν ένα θείο δώρο που είχε στενή σχέση με τη θρησκεία και την ηθική. β) Ρομαντισμός
( Γουέρντσγουερθ, Κόλεριτζ, Βύρωνας, Σέλλεϋ, Κητς, Χάινε, Μαντσόνι, Λεοπάρντι, Ουγκώ, Πούσκιν κα ). Βασικές του
ιδέες: -Η αρχαία
Ελλάδα είχε εξιδανικευτεί από την ευρωπαϊκή διανόηση. Με την
Επανάσταση του '21 βλέπουν την αναγέννηση του αρχαίου ελληνικού
ιδεώδους. - Η ελευθερία. Ο άνθρωπος
αποτελείται από σώμα (ύλη ) και πνεύμα ( Θεό ). Μπορούσε, λοιπόν, ο άνθρωπος να φτάσει την ηθική τελειότητα
υποτάσσοντας τις ορέξεις του σώματος στη λογική του, που
θεωρούνταν ότι ήταν η αντανάκλαση του οικουμενικού ή θεϊκού λόγου. Η φύση, που σ' αυτή
κυριαρχούν η αναγκαιότητα και το τυχαίο, θεωρούνταν το αντίθετο της ανθρώπινης ελευθερίας. Οι φυσικές
δυνάμεις, εσωτερικές
και εξωτερικές, εμποδίζουν την ηθική εξέλιξη. Πολλοί
ποιητές θέλησαν στην ποίησή τους να παρουσιάσουν τους ήρωές τους να επιδίδονται
σε πράξεις συνειδητής βούλησης, ελεύθερης από κάθε εξωτερική πίεση. -Η θέση του
καλλιτέχνη: Σαν μάγος, ή προφήτης
αντιλαμβάνεται αλήθειες κρυμμένες για τους άλλους ανθρώπους πίσω από το πέπλο
του υλικού κόσμου. -Μεγάλη
σημασία αποδίδεται στην επίδραση ενός έργου τέχνης πάνω στο θεατή ή τον αναγνώστη. -Το Ωραίο
και το Υψηλό. Το Ωραίο ανυψώνει πνευματικά τον άνθρωπο. Το Υψηλό
οριζόταν σα μια πνευματική κατάσταση που την προκαλούσε η ενατένιση τεράστιων
και φοβερών φυσικών φαινομένων. Έτσι ο αναγνώστης αποκτά συνείδηση της δικής του
σωματικής αδυναμίας και συνάμα της πνευματικής και ηθικής του ανωτερότητας
απέναντι στη φύση. (Στον Κρητικό, π.χ, το
συναντάμε στην περιγραφή της τρικυμίας). -Συνδυάζεται η ποίηση με τη θρησκεία και τη φιλοσοφία. Η ποίηση
ενσωματώνει τις θεϊκές ιδέες, την απόλυτη αλήθεια, την πεμπτουσία των πραγμάτων. -Οι υψηλοί
στόχοι του ρομαντικού καλλιτέχνη. Προσπαθούν πάντα να ξεπεράσουν τα όρια: της φύσης, των
προϋπαρχόντων καλλιτεχνικών δημιουργημάτων, τα όρια των ίδιων τους των δυνατοτήτων. Ίσως και γι' αυτό πολλοί
ρομαντικοί ποιητές συνέθεσαν "αποσπάσματα". Μερικά ποιήματα τα δημοσίευαν οι ίδιοι σε
αποσπασματική μορφή επίτηδες. Ο Σολωμός φαίνεται πως ήθελε να αποφύγει την παγιωμένη
μορφή. -Ο Σολωμός
στέκεται ανάμεσα σε κλασικισμό και ρομαντισμό παλεύοντας να βρει το δικό του
δρόμο. Ο Σολωμός
σίγουρα ήταν ποιητής πάθους και ο τόνος της ποίησής του είναι πάντα εξηρμένος, αλλά το
πάθος του ήταν για το υψηλό, το αιώνιο, το πνευματικό, το ιδανικό, το υπερβατικό. Ποτέ δεν έγραψε το είδος εκείνο της προσωπικής, εξομολογητικής
ποίησης που χαρακτηρίζει τους περισσότερους ρομαντικούς, ούτε και
αφέθηκε σε γαλήνιες αναπολήσεις και ρεμβασμούς.. Δεν εξέφρασε την προσωπική του
θλίψη και μελαγχολία, απέκλειε τον εαυτό του από την ποίησή του. Σύμφωνα με
τη σολωμική αντίληψη, προορισμός του ποιητή ήταν η ηθική στήριξη των συμπατριωτών
του, το κάθε
ποίημά του έχει "υψηλό σκοπό", η ποίηση στέκεται κοντά στη θρησκεία
όσον αφορά την πνευματική ανάταση του ανθρώπου.
Η ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ
1)
Μέθοδος σύνθεσης.
Ενώ στα νεανικά του χρόνια ο Σολωμός είχε μεγάλη
ευκολία στη σύνθεση, αργότερα απορρίπτει τον αυθορμητισμό των πρώτων του
ποιημάτων και προχωράει την ποιητική του δημιουργία αργά, με σκληρή
δουλειά. Χαρακτηριστικό
είναι πως, ενώ τον "Ύμνο" φαίνεται πως
τον γράφει σε ένα μήνα, τους Ελεύθερους Πολιορκημένους τους δούλευε είκοσι ολόκληρα
χρόνια! Στις
μεγάλες του συνθέσεις στοχεύει σε μια "οργανική" δομή, όπου κάθε
μέλος θα εξαρτιόταν απ' όλα τα άλλα. Τέτοιο παράδειγμα ο Κρητικός, που είναι
δομημένος κυκλικά και περιέχει πολλές εσωτερικές παραπομπές. Στο χειρόγραφο του
Κρητικού έχει γράψει πέντε διαδοχικές εκδοχές ολόκληρου του ποιήματος, τη μία
μετά την άλλη. Το πρώτο σχέδιο είναι σχεδόν όλο σε ιταλική πρόζα, ενώ κάθε
διαδοχική εκδοχή περιέχει όλο και περισσότερο υλικό στα ελληνικά, ώσπου στην
τελευταία γραφή ολόκληρο σχεδόν το ποίημα είναι γραμμένο στα ελληνικά. Για τον
Σολωμό η ιδέα ενός ποιήματος είναι η ψυχή του, που ο νους μπορεί να τη συλλάβει, αλλά που, βέβαια, δεν μπορεί
να υπάρξει, αν δεν
ενσωματωθεί σε κάποια γλωσσική μορφή. Η "ιδέα" ήταν κάτι θεϊκό που έπρεπε να το μεταλλάξει σε κάτι
συγκεκριμένο, δίνοντάς του σώμα, επινοώντας, δηλαδή, ήρωες, σκηνές, γεγονότα, αφού αυτός
ήταν ο μοναδικός τρόπος να γίνει το "μεταφυσικό", "φυσικό". Ίσως η αίσθηση που είχε ο ποιητής πως καμιά υλική μορφή
δεν μπορεί με επάρκεια να ενσωματώσει την ιδέα, να είναι αυτή που ευθύνεται για το
γεγονός ότι δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει πολλά
ποιήματα της ωριμότητάς του. " Η ικανότητα του νου να σκέφτεται", έγραψε, " είναι
μεγαλύτερη από την ικανότητά του να μιλάει.".
Ποιητικά
τεχνάσματα
α)
Λογοτεχνικό είδος
Ο Σολωμός προσπαθεί να συνδυάσει τρία γνωστά
λογοτεχνικά είδη σ' ένα μόνο έργο: Το δραματικό, όπου οι ήρωες μιλούν κατευθείαν στον αναγνώστη, το αφηγηματικό,
όπου το μεγαλύτερο μέρος το αποτελεί η διήγηση των πράξεων των ανθρώπων και των
αντικειμένων, η διήγηση μιας "ιστορίας" σε δεύτερο
χέρι, από τον
αφηγητή, και το
λυρικό, όπου ο ίδιος ο ποιητής παρουσιάζει κάτι σαν μια άμεση έκφραση μιας
προσωπικής συγκίνησης. Στον Κρητικό ο Σολωμός προχώρησε στη δημιουργία
ενός δραματικού μονολόγου, όπου αφηγείται λυρικά την τελευταία δοκιμασία της
ζωής του. Είναι ο Κρητικός που μιλάει σε όλη τη διάρκεια του ποιήματος χωρίς
καμία αφηγηματική εισαγωγή. Όμως μπορεί να διαβαστεί και σαν λυρικό ποίημα,
αφού παρουσιάζει τη συγκίνηση που αισθάνεται ο ίδιος ο Κρητικός. Και, τέλος,
όλα είναι τοποθετημένα σ' ένα αφηγηματικό πλαίσιο, υπάρχει, δηλαδή, μια
"ιστορία" πίσω από το ποίημα.
β)
Όνειρα και οράματα
Ένα ποιητικό τέχνασμα που ο Σολωμός επανειλημμένα
χρησιμοποιεί είναι να παρουσιάζει μια πράξη σαν να την έβλεπε σε όνειρο ή σε
όραμα. Το όραμα
τούτο αποκαλύπτει στον ήρωα κάποια αλήθεια δικιά του. Το όραμα της
φεγγαροντυμένης στον Κρητικό παρόμοιο σκοπό υπηρετεί. Σ' ένα είδος έκστασης,
βλέπει αυτό που είναι ίσως το θείο αντίστοιχο της αγαπημένης του ή την αθάνατη
ψυχή της, όπως ανεβαίνει από το άψυχο κορμί της στον ουρανό. Από τότε ζει πάντα
με την ανάμνηση αυτού του οράματος, που τον οδηγεί να δει τη ζωή του σαν προετοιμασία
θανάτου, αφού ξέρει ότι, όταν πεθάνει, θα ενωθεί ξανά και με την αγαπημένη του
και μ' αυτήν τη θεία οπτασία, που στην ουσία είναι ένα και το αυτό. Αλλά και η
αναφορά του Κρητικού στο θάνατο της αρραβωνιαστικιάς του, του φέρνει στο νου το
όραμα όπου ψάχνει γι' αυτή στον ουρανό κατά τη Δευτέρα Παρουσία.
γ)
Η αρχή των ποιημάτων
Ο Σολωμός ποτέ δεν είχε την πρόθεση να γίνονται όλα
και αμέσως κατανοητά από τον αναγνώστη των ποιημάτων του. Μερικά
ήθελε, όπως ο
ίδιος έγραφε, να αρχίζουν ex abrupto, απότομα, δηλαδή και
χωρίς καμιά εισαγωγή. Στον Κρητικό η ενότητα που εμφαίνεται με τον αριθμό
18, στην πραγματικότητα είναι η πρώτη του ποιήματος. Με άλλα λόγια, ο Σολωμός
σχεδίαζε ν' αρχίσει το ποίημά του με τον Κρητικό και την αγαπημένη του να
βρίσκονται ήδη στο πέλαγος, μέσα στην τρικυμία, χωρίς καμιά επεξήγηση για το
ποιοι ήσαν και πώς βρέθηκαν εκεί. Υπάρχουν όμως αρκετές ενδείξεις μέσα στο
ποίημα για να ζωντανέψει στο μυαλό του ο αναγνώστης τις πιο σημαντικές περιστάσεις
που προηγήθηκαν και ακολούθησαν το κρίσιμο συμβάν της θύελλας.. Σκοπός του, να
αφαιρέσει από τα ποιήματα κάθε άχρηστο επεξηγηματικό υλικό, για να έχει το
υπόλοιπο, όχι μόνο μεγάλη περιεκτικότητα και ένταση, αλλά κι ένα μυστήριο που θα
γοήτευε τους αναγνώστες του και θα τους καλούσε να συμμετάσχουν στην ποίησή
του.
δ)
Προσωποποίηση και επίκληση
Η προσωποποίηση αφηρημένων εννοιών αποτελεί ένα από
τα χαρακτηριστικά του ποιητικού ιδιώματος του Σολωμού, αν και η
τεχνική αυτή δε χρησιμοποιείται τόσο εκτεταμένα. Αξίζει να σημειωθεί πως την επίκληση,
συνήθως, ο Σολωμός την τοποθετεί στο στόμα κάποιου ήρωα αντί να απευθύνεται στα
πράγματα ο ίδιος. ( "αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι! " )
ε)
Παρομοίωση και μεταφορά
Ενώ στη νεοκλασική ποίηση χρησιμοποιείται συχνά η
παρομοίωση, στη ρομαντική, που τείνει
να είναι πιο λυρική, προτιμάται συνήθως η μεταφορά. Γενικά η
έκφραση στην ώριμη ποίηση του Σολωμού είναι εξαιρετικά μεταφορική. Αυτό δίνει εικόνες
μεγάλης ομορφιάς.
Η χρήση των μεταφορών στο Σολωμό χαρακτηρίζεται από
μια πολυπλοκότητα (π.χ το απόσπασμα 4, 17-24 του Κρητικού ).
στ)
Εικονοπλαστική και συμβολισμός
Κάνει εντύπωση η επιμονή του ποιητή να χρησιμοποιεί
εικόνες που προέρχονται από τον κόσμο της φύσης και του σύμπαντος. Συχνές, π.χ
χρησιμοποιούμενες λέξεις: αέρας, άστρο, αστέρι, ουρανός, κόσμος, γη, νερό, θάλασσα, πέλαγο. Συχνότερα επαναλαμβανόμενα επίθετα: καθαρός, δροσάτος, δροσερός, γλυκός, που, είτε
αναφέρονται στη φύση είτε στον ηθικό κόσμο των ανθρώπων, οπωσδήποτε
δηλώνουν καλοσύνη και αγνότητα. Συχνά εμφανίζονται, επίσης, ονόματα που
αναφέρονται σε μέρη του σώματος (μάτι, χέρι, φωνή). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εικόνες που
έχουν σχέση με "ξετύλιγμα". Συχνά περιγράφει κάποιο αντικείμενο ( ακόμη και
το ανθρώπινο σώμα ) που αποκαλύπτει μια κρυμμένη όψη που ως τότε ήταν
μέσα εκεί φυλακισμένη. Έτσι, λέξεις, όπως "μυστήριος" και "κρυφός" συχνά επαναλαμβάνονται. ( Στον Κρητικό: μια
ανάμνηση που εμφανίζεται μπροστά του. Το νερό να πετάγεται από το βράχο. Οι εσώτατες
σκέψεις του που τις διαβάζει η φεγγαροντυμένη. Η περιγραφή της εμφάνισης της
φεγγαροντυμένης.) Πολλές εικόνες του Σολωμού επαναλαμβάνονται από το
ένα ποίημά του στο άλλο σαν να έχουν γίνει μέρος αναπόσπαστο της έκφρασης μιας
ιδέας. ( π.χ η μαύρη
πέτρα και το ξερό χορτάρι, ή το άστρο του βραδιού, που βγαίνει όταν τα νερά θολώνουν, ή η εικόνα- σύμβολο της
κοπέλας με τα τρεμάμενα λουλούδια, για να δηλωθεί η αγνότητά της.) Αντίθετα
από πολλούς ρομαντικούς ποιητές, ο Σολωμός δε χρησιμοποιεί πολλά και διαφορετικά
σύμβολα. Μια από τις
πιο έντονα συμβολικές μορφές στην ποίηση του Σολωμού είναι η "Φεγγαροντυμένη", που
εμφανίζεται ξανά και ξανά. Στον " Λάμπρο", την ώρα που αυτός κωπηλατεί με την κόρη του τη νύχτα, ο Σολωμός
κάνει λόγο για φαντασιώσεις "της Αφροδίτης να γεννιέται από τη θάλασσα, να τη
φωτίζει και να την ντύνει το φεγγάρι". Έτσι, η φεγγαροντυμένη μοιάζει να έχει σχέση με την
Αφροδίτη σαν σύνδεσμος ανάμεσα στον επίγειο (σωματικό) και τον
ουράνιο (ψυχικό) έρωτα. Ο ρόλος της
είναι ιδιαίτερα σημαντικός στον "Κρητικό", όπου διδάσκει τον άντρα ότι ο επίγειος έρωτας δεν
είναι παρά ο δρόμος που, ακολουθώντας τον, μπορεί κανείς να φτάσει τον ουράνιο
έρωτα. Μια
παρόμοια οπτασία συναντάμε και στους Ελεύθερους πολιορκημένους, όπου κι
εκεί πρόκειται μάλλον για την Αφροδίτη. Η θάλασσα έχει κι αυτή συμβολική σημασία στην ποίηση
του Σολωμού. Στον "Λάμπρο", τον "Κρητικό", τον "Πόρφυρα", οι ήρωες δοκιμάζονται μακρυά από το οικείο τους
περιβάλλον, στη
θάλασσα, η οποία δεν
τους προσφέρει σταθερή γη να σταθούν. Οι ήρωες του Λάμπρου, η αρραβωνιαστικιά του Κρητικού, ο
κολυμβητής στον Πόρφυρα βρίσκουν το θάνατο στη θάλασσα. Έτσι, η θάλασσα
γίνεται το τέλειο σκηνικό για τον αγώνα μεταξύ ζωής και θανάτου.
ζ)
Μορφολογικά στοιχεία.
1.Στιχουργία
Ο Σολωμός έφτασε στο αποκορύφωμα της ποιητικής του
δύναμης με το δεκαπεντασύλλαβο του "Κρητικού", των "Ελεύθερων Πολιορκημένων" και όλων
σχεδόν των ύστερων ελληνικών ποιημάτων του. Χαρακτηριστικό του δεκαπεντασύλλαβου των δημοτικών
και του Σολωμού, η αντιστοιχία ανάμεσα στα δύο ημιστίχια ( π.χ "Κρητικός", 3, 12: την κοίταζα
ο βαριόμοιρος μ' εκοίταζε κι εκείνη. ) Στον Κρητικό χρησιμοποιεί
ομοιοκατάληκτα δίστιχα, κλασικό της κρητικής στιχουργίας. Ο Σολωμός
πυκνώνει το στίχο του δημοτικού τραγουδιού. Εκεί που ο δεκαπεντασύλλαβος του δημοτικού μπορεί να
έχει μόνο τρεις, τέσσερες, πέντε λέξεις που φέρουν σημαντικό νόημα, ο Σολωμός
καταφέρνει να χωρέσει μέχρι και οκτώ.
2.Ομοιοκαταληξία
Όλα τα ελληνικά του ποιήματα μέχρι το 1844 έχουν ρίμα. Σπάνια
κάνει πολύπλοκες ρίμες. Του φτάνει να χρησιμοποιεί απλές -στοιχείο
πιθανόν ενδεικτικό για το μειωμένο του ενδιαφέρον για την ομοιοκαταληξία.
3.Άλλα
μορφολογικά στοιχεία
Δείχνει ευαισθησία στον ήχο της γλώσσας. Ιδιαίτερα
συνηθισμένη η επανάληψη του ρήματος στην αρχή κάθε στίχου. Επανάληψη, επίσης, ομάδων ήχων. Παρηχήσεις
όχι μόνο συμφώνων, αλλά και φωνηέντων (π.χ το άλφα στον Κρητικό) Χρησιμοποιείται, επίσης, ο χιασμός, όπου λέξεις
ή συντακτικά σχήματα επαναλαμβάνονται με αντίστροφη σειρά. Στον
Κρητικό (3, 4 ) δίνεται με ένα σπάνιο και "κρυφό" χιασμό μια μίμηση της αντανάκλασης των άστρων που
καθρεφτίζονται στη θάλασσα. Αλλά και στο 5, 43 του Κρητικού υπάρχει ένας ιδιότυπος χιασμός.
η)
γλώσσα: χρήση αρχαϊκών και ιδιωματικών στοιχείων
Παρόλο που ήταν θέμα αρχής για το Σολωμό να
αποφεύγει όσο το δυνατό τις διάφορες ντοπιολαλιές στη σοβαρή του ποίηση, αφού
αποσκοπούσε να διαβαστεί από όλους τους Έλληνες, το επτανησιακό ιδίωμα υπάρχει μέσα
στην ποιητική του γλώσσα, αφού την ελληνική τη μαθαίνει στη Ζάκυνθο και στην
Κέρκυρα. Έτσι
βλέπουμε ιδιαιτερότητες σε μερικά ρήματα, ιδιαίτερα στον παρατατικό συνηρημένων ρημάτων ( άργειε, άργουνε, εκοίτα), στον
Παρατατικό της παθητικής ( σε -ότουν: ερχότουνε, εσειότουν ), στους μελλοντικούς χρόνους με τη χρήση του "θέλει" αντί του "θα", στην
υποτακτική, με τη χρήση
του "ήθελε" (π.χ: αν ήθελε της πω = αν της είχα πει ) και με τη
χρήση της παθητικής προστακτικής (π.χ: χάρου, κοίμου)
ΑΛΛΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ
1. Είναι από
τους πρωτοπόρους δημιουργούς στην εξέλιξη του ευρωπαϊκού λυρισμού.
2. Αξιοποιεί
τη δημοτική παράδοση και αναδεικνύει την εκφραστική και ποιητική δύναμη της
δημοτικής γλώσσας, που την έβλεπε ως όργανο πνευματικής απελευθέρωσης
και ως αξία ισοδύναμη με τις αξίες της ελευθερίας και της πατρίδας.
3. Οι εικόνες
του χαρακτηρίζονται από δύναμη και ενάργεια, ενώ οι λέξεις του από μουσικότητα.
4. Θεωρείται
εθνικός ποιητής, γιατί κατόρθωσε να εισαγάγει την ιδέα της
εθνικότητας στην περιοχή της τέχνης, με θρησκευτική προσήλωση στην ιδέα της Μεγάλης
Τέχνης και της υψηλής δημιουργίας.
5. Όταν μετά
το 1830 στρέφεται στον γερμανικό στοχασμό, προσθέτει ακόμα ένα στοιχείο στην ποίησή του, τον
ιδεαλισμό.
Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ
ΜΕ ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΜΑΤΙΑ
«Ο Κρητικός» είναι μια δημιουργία με φανταστική
κίνηση, παλμό ζωής, ηρωική ενέργεια και ερωτικό πάθος. Οι φυσικές και ψυχικές
δυνάμεις σμίγουν σε ζωντανές εικόνες, σε αδιάκοπη εναλλαγή ρυθμών και ποικιλία νοημάτων που κατακτούν τον
αναγνώστη και τον κάνουν να νιώθει σαν ατομικό το ξένο περιστατικό. Το ποίημα
αναβρύζει από την αστείρευτη πηγή της λαϊκής ψυχής.
ΤΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΣΤΟΝ ΚΡΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ
1ο
επίπεδο: Ο χρόνος
του ναυαγίου (κύρια αφήγηση) ή 1η εποχή και της θαυμαστής εμπειρίας(της
φεγγαροντυμένης και του ανεκλάλητου ήχου )
2ο
επίπεδο: Η
προΐστορία του ήρωα στην Κρήτη (αναδρομική αφήγηση) ή 2η εποχή ή ιστορία του ήρωα πριν το
ναυάγιο
3ο
επίπεδο: Η ιστορία
του ήρωα μετά το ναυάγιο(πρόδρομη αφήγηση) ή 2η εποχή και ο χαμός της κόρης
4ο
επίπεδο: Πρόδρομη
αφήγηση για την έσχατη κρίση ή 3η εποχή (απώτατο, υπερβατικό, μεταφυσικό μέλλον) Ο χρόνος γίνεται άχρονος και ο
χώρος εξαγιάζεται.
Σύμφωνα με τις φιλοσοφικές πηγές του Σολωμού(Γερμανοί
Ρομαντικοί),όπου η
ανθρώπινη ζωή θεωρείται γέφυρα ανάμεσα στη Δημιουργία και την Ανάσταση, για το
πέρασμα από το φυσικό, τον πεπερασμένο κόσμο στην αιωνιότητα. Έτσι
συλλαμβάνεται η έννοια του χρόνου ως « αιωνιότητα» . Αυτό γίνεται δυνατό μέσω της «θέασης» (του διπλού
οράματος ) που αποτελεί
τον αφηγηματικό κορμό του Κρητικού.
ΤΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΚΑΤΑ ΣΤΙΧΟ
Απόσπασμα 1 ( 18 ) : 1ο επίπεδο
Απόσπασμα 2 (19 ) στ. 1 : 3ο επίπεδο, αλλά:
στ.2-3 : 2ο επίπεδο
στ. 4 : 3ο επίπεδο
στ. 5-18 : 4ο επίπεδο
Απόσπασμα 3 (20 ) στ. 1-12 : 1ο επίπεδο
στ. 13-14 : 1ο επίπεδο (περιγραφή φεγγαροντυμένης)
Απ.4 (21 ): στ.1-12 : 1ο επίπεδο
στ.13-15 : 1ο επίπεδο
στ 16 : 2ο επίπεδο
στ. 17-28 : 1ο επίπεδο
στ.29-36 : 2ο επίπεδο
στ.37-38 : 1ο επίπεδο
Απ.5 (22): στ.1-4 : 1ο επίπεδο
στ. 5 : 3ο επίπεδο (μεταβαίνει στο παρόν της αφήγησης)
στ. 6 : 2ο επίπεδο
στ.7-10 : 3ο επίπεδο
στ.11-12 : 1ο επίπεδο ( μεταβαίνει σε αυτό μέσα απ’ τα ‘’ σκληρά
ονείρατα’’ )
στ.13-14 : 3ο επίπεδο
στ. 15-20 : 2ο επίπεδο (μεταβαίνει συνειρμικά με αφορμή την κίνηση του
χεριού)
στ. 21-24 : 1ο επίπεδο (συνεχίζει την αφήγηση από το στ. 12)
στ. 25-35 : 1οεπίπεδο ή 2ο (επειδή αναφέρεται στο Κρητικό ειδύλλιο με το μοτίβο
του αηδονιού )
στ.36-42 : 2ο επίπεδο
στ.43-58 : 1ο επιπεδο
Η
ΣΧΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΗΣ ΣΤΟΝ ΚΡΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ
Οι δυνάμεις που ενεργούν στη φύση είναι δύο ειδών:
1.Στοιχεία αρνητικά: η άλογη βία μέσα στη φύση (η θάλασσα, η τρικυμία)
2.Στοιχεία θετικά: η ίδια η φύση ως αρχέτυπο του
κάλλους και του αγαθού. Ανάμεσα στα δύο σαφώς σημαντικότερο είναι το δεύτερο.
Η τρικυμία και το ναυάγιο αποτελούν μονάχα το
αφηγηματικό πλαίσιο του έργου. Το κέντρο κατέχει η επικοινωνία του ήρωα με τη
φύση :εμφάνιση Φεγγαροντυμένης «γλυκύτατος ήχος».
Ο γλυκύτατος ήχος ακολουθεί τη θεία εμφάνιση και
συνοψίζει σ΄ ένα σύμβολο «μουσικό» τον παναρμόνιο ρυθμό της φύσης. Η
Φεγγαροντυμένη μας τον έδωσε σ΄ ένα σύμβολο πλαστικό και μυστηριακό συγχρόνως.
Επίδραση
Ήχου & Φεγγαροντυμένης στην ψυχή του ήρωα: Η Φεγγαροντυμένη μαγνητίζει κυριολεκτικά τον Κρητικό, αυτός «εξίσταται» από τον
εαυτό του, από τον
τόπο και από τον χρόνο, ξεχνά την τραγική του κατάσταση, τη θάλασσα, τη καλή του, τον αγώνα
του να σώσει την κόρη και να σωθεί. Το επεισόδιο κλείνει με την εξομολόγηση του ήρωα για
τη ριζική αλλαγή του χαρακτήρα του, ύστερα από την εμπειρία αυτή . Ο ήρωας χάνει
το αγωνιστικό και επιθετικό του ήθος, παίρνει μια στάση ένδειας, ζητά την
πλήρωση μέσα στην αγάπη του άλλου. Παραλύει και ο αγώνας του μέσα στη θάλασσα . Ο ήχος
τείνει να τον αφομοιώσει ολοκληρωτικά, να τον «αποσυνθέσει» . Μονάχα όταν ο ήχος σβήνει, ο ήρωας
ξανάρχεται στον εαυτό του, ξαναθυμάται την κόρη και την προσπάθειά του. Εν τω
μεταξύ η κόρη έχει πεθάνει. Έτσι οι δύο εμπειρίες (Φεγγαροντυμένη ήχος) γίνονται «αντίμαχες δυνάμεις» στον αγώνα
του ήρωα. Αυτό
αποκαλύπτουν και οι «στοχασμοί» του ποιητή: «η ηθική δύναμη που μπαίνει σε δοκιμασία από τη συμφορά, και την άλλη, ντυμένη
με μια γοητεία που κάνει στο τέλος πικρότερο το χαμό», « μια ισορροπία
δυνάμεων ανάμεσα στην ψυχή του ναυαγού (που θέλει να φέρει στο ακρογιάλι
την αρραβωνιαστικιά του, που τη νομίζει ζωντανή) και στα εξωτερικά εμπόδια
της φύσης». Η φύση ως αντίμαχη δύναμη πολεμά τον άνθρωπο
παραλύοντας την αντίστασή ή την προσπάθειά του ενάντια στα φυσικά εμπόδια κυριεύοντας
την ύπαρξη του με τη μαγευτική ακτινοβολία των αξιών των οποίων είναι φορέας (του
κάλλους και του αγαθού). Έτσι ενισχύεται η υπεροχή της εξωτερικής
βίας σε βαθμό που να προδικάζει σχεδόν την αρνητική έκβαση του αγώνα. Η επίδραση
της φύσης στον Κρητικό με τη φεγγαροντυμένη πρώτα και ύστερα με τον «γλυκύτατον
ηχό», αφομοιώνει
τον ήρωα, εξουδετερώνει
το αγωνιστικό του πνεύμα, με αποτέλεσμα ο ήρωας να χάσει τον αγώνα που αγωνιζότανε
(να σώσει
την αγαπημένη του). Πλαστικό (Φεγγαροντυμένη) και μουσικό σύμβολο (ηχός) αντιπροσωπεύουν δυο διαδοχικές
συγκρούσεις. Στην πρώτη αντιπαρατίθεται το πνεύμα της φύσης με το πνεύμα
του ήρωα. Η αντίθεση
είναι σκεπασμένη. Μόλις την υποπτευόμαστε στο «πολύν καιρό
οπίσω», που μας
δείχνει πως το πνεύμα που ενσαρκώνει η Φεγγαροντυμένη δεν είναι το πνεύμα
που διέπει τον ήρωα κατά την παρούσα φάση, της αντρικής του ακμής. Στην προσπάθεια
του ήρωα να «αναγνωρίσει» την οπτασία διακρίνομε κάποια παλιά, απομακρυσμένη
συνάφεια μεταξύ τους, που ανάγεται στο απώτερο παρελθόν, στα πρώτα βιώματα
της τρυφερής ηλικίας Παρατηρούμε πως τα βιώματα που συνδέουν τον ήρωα με τη
Φεγγαροντυμένη παραπέμπουν στην κατηγορία της «παιδικότητας» και
επομένως είναι βιώματα κατεξοχήν διονυσιακά, με την έννοια ότι εκφράζουν μια
σχέση εξάρτησης του Εγώ από κάποιο ευρύτερο πόλο έλξης. Μ΄ αυτήν
την έννοια ο μητρικός κόρφος για το βρέφος, το ερωτικό ίνδαλμα για
τον έφηβο, η εκστατική ενατένιση της εικόνας του θείου για τον πιστό αποτελούν
βιώματα διονυσιακά, γιατί και το θρησκευτικό βίωμα είναι διονυσιακό: ολοκληρωτική
«αφιέρωση», δηλαδή
υπαγωγή, του
ανθρώπου στη θεϊκή αρχή. μια μορφή απάρνησης της ατομικότητας. Μια τέτοια
σχέση έρχεται, ως στάση ζωής, σε αντίθεση με το πρόσφατο πολεμικό παρελθόν του ήρωα. Το πολεμόχαρο πνεύμα του
ήρωα πριν τη μεταστροφή: π΄ αγνάντευεν Αγαρηνό κι΄ εγύρευε μαχαίρι , αντιπαρατίθεται-στην
κρίσιμη εκείνη ώρα που ο ήρωας αγωνίζεται να σώσει το τελευταίο πράγμα που τον
δένει με τη ζωή και με το πρόσφατο παρελθόν του προς το πνεύμα της φύσης, όπως το 'δαμε
ενσαρκωμένο στη μορφή της Φεγγαροντυμένης. Ώστε η επιβολή της φύσης πάνω στον άνθρωπο σημαίνει
άρση του ανταγωνισμού
και θέση της ενότητας. Η μεσογειακή φύση αδελφώνει τα όντα μέσα σε μια ατμόσφαιρα
πληρότητας του Εγώ, η οποία αφενός καθιστά περιττό τον ανταγωνισμό, αφετέρου
γίνεται πηγή χαράς και μακαριότητας. Το πνεύμα αυτό όμως απογυμνώνει ταυτόχρονα τον
άνθρωπο απέναντι στις φυσικές ενάντιες δυνάμεις (όπως δείχνει η τελική έκβαση). Η διπλή
αυτή επίδραση μας αποκαλύπτει το τραγικό ως μόνιμο στοιχείο της σχέσης με τη φύση. Το μουσικό σύμβολο του «γλυκύτατου
ηχού» αφετέρου
εισάγει ανάμεσα στη φύση και στον άνθρωπο μια σχέση καθαρότερα διονυσιακή, όπου το Εγώ
απορροφάται από τη φύση και τείνει να διαλυθεί μέσα στην ευρύτερη Κοσμικήν
ενότητα. Τη
διονυσιακή σχέση τη δείχνει η παρομοίωση: Μόλις ειν΄ έτσι δυνατός ο Έρωτας κι ο Χάρος. Η σύζευξη
του Έρωτα με το Χάρο, στοιχείο της Ορφικής και Ελευσίνειας λατρείας (Διόνυσος - Άδης = διπλή όψη
του ίδιου μυθικού συμβόλου), μας δίνει δυο γνωστές και ομοειδείς εκδηλώσεις του
ίδιου καταλυτικού ενστίκτου, που ερεθίζει μέσα στην ψυχή του Κρητικού ο «γλυκύτατος
ηχός». Το ένστικτο
του θανάτου είναι ακριβώς η αντίθετη ροπή προς το ένστικτο της αυτοσυντήρησης
και της επιβολής. Ωθεί το άτομο στην αυτοκαταστροφή. Αντίθετα ο
Έρωτας αντιπροσωπεύει μερική κατάργηση της ατομικότητας (συγχώνευση
του Εγώ με το «ερώμενο» αντικείμενο). Ανάλογη είναι η ψυχική κατάσταση του Κρητικού
απέναντι στον «ηχό». ζητά να συγχωνευθεί μαζί του Μ΄ άλλα λόγια, η φύση
εμπνέει στον ήρωα μια κατάσταση
διονυσιακή . Με τον «γλυκύτατον ηχό» βγαίνει στην επιφάνεια το διονυσιακό πνεύμα της
φύσης και αντιπαρατίθεται στην ισχυρή ατομικότητα του ήρωα. Αυτό δημιουργεί
μια κλιμάκωση στη σύγκρουση: η φύση αντιμάχεται τη θέληση του ήρωα με το πλαστικό
της πνεύμα πρώτα (Φεγγαροντυμένη). Το όραμα του κάλλους και του αγαθού μαγνητίζει τον
ήρωα και παραλύει τον αγώνα του- ακολουθεί ισχυρότερη σύγκρουση ανάμεσα στον ήρωα και
στη φύση με τον «ηχό», που ξεσηκώνει στην ψυχή του Κρητικού το καταλυτικό
διονυσιακό ένστικτό. Εδώ κορυφώνεται η δοκιμασία του ήρωα, που αρχίζει
με την πάλη του προς τα στοιχεία της φύσης (φουρτούνα). και πιο
πίσω με τους αγώνες του στην Κρήτη, ενάντια στους Τούρκους. Η τραγική λύση έρχεται με την άφιξη
στο γιαλό: χαρά σωτηρίας
- θλίψη
θανάτου. Η
κλιμάκωση των δοκιμασιών συμπορεύεται με μια σταδιακή ηθική ολοκλήρωση του
ήρωα. Στην αφετηρία το ήθος του ήρωα είναι πολεμικό, δηλαδή
ανταγωνιστικό σε τελική ανάλυση. Με τις διαδοχικές δοκιμασίες, που
αντιπροσωπεύουν κι από μια συμφορά, ο ήρωας αποβάλλει σταδιακά το ανταγωνιστικό πνεύμα και
φτάνει, (με την
κορύφωση των συμφορών απώλεια και του τελευταίου αγαπημένου προσώπου), σε μια
σχέση ενότητας με τον Κόσμο. Η ενότητα αυτή εκφράζεται με έμφαση, αρνητικά ( χαρά δεν
τούναι ο πόλεμος ) και θετικά ( τ΄ απλώνω του
διαβάτη ). Στο δεύτερο σκέλος, που ορίζει την τωρινή ιδιότητα του
ήρωα (ζητιάνος), εννοείται
μια ακόμη ιδιότητας, που απορρέει έμμεσα, από την έμμετρη σε α΄ πρόσωπο αφήγηση
της περιπέτειας. Η ιδιότητα του ποιητή. Στη μορφή του ζητιάνου – ποιητή συνοψίζονται
καίρια η σχέση αλληλεξάρτησης με τους ανθρώπους και η δημιουργική ενότητα με
τον Κόσμο, που
συνιστούν το τελικό στάδιο της μεταμόρφωσης του ήρωα μέσα από την τραγική
διαλεκτική: δοκιμασία (σύγκρουση- καταστροφή)- ολοκλήρωση. Προϋπόθεση
λοιπόν της ολοκλήρωσης είναι η δοκιμασία. Χωρίς αυτήν ο ήρωας δε θα `φτανε ν΄
αποκτήσει μια βαθύτερη και στέρεη αρμονική σχέση με τα άλλα όντα. Τόσο η
δοκιμασία όσο και η ολοκλήρωση οφείλονται στης φύσης την επενέργεια, που είναι
διττή: καταστρεπτική
(θάνατος
κόρης, ζητιανιά, δυστυχία: βιοτικό-
ατομικό επίπεδο ) και ευεργετική συγχρόνως (ανθρώπινη
αλληλεγγύη, ενότητα με
τον κόσμο, ποιητική
δωρεά: ηθικό- κοσμικ πεδίο ). Μέσα από αυτά τα βιώματα θα πραγματωθεί ο ψυχικός
μετασχηματισμός του ήρωα από μια ιστορικά προσδιορισμένη (αντ)αγωνιστική
ιδεολογία σε μια
μυστικά βιωμένη ερωτική οντολογία.
Ο
ΛΥΡΙΣΜΟΣ
Λυρισμό αποτελεί η εξωτερίκευση του εσωτερικού
κόσμου του προσώπου, η εξωτερίκευση συναισθημάτων, σκέψεων, εντυπώσεων
και μάλιστα με τη χρήση άφθονων εκφραστικών μέσων ( π.χ σχημάτων
λόγου ). Υπάρχει, λοιπόν, στο λυρισμό
ισχυρό το στοιχείο της ψυχικής φόρτισης, έντονα συναισθήματα, τα οποία μεταφέρονται στον
αναγνώστη μεταρσιώνοντάς τον σε σφαίρες ιδεαλιστικές.
ΣΥΝΔΕΣΗ
ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΜΕ ΚΡΗΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ
- ιστορικό
πλαίσιο
- τρόπος
γραφής (γλωσσικά
δάνεια, θέματα, σκηνές, σύνδεση με
Κρητική λογοτεχνία) Αιτιολόγηση: 1) καταγωγή Σολωμού, 2) σύνδεση
Επτανήσων με Κρήτη (1669)
«Ο Κρητικός είναι μια αλληγορική παρουσίαση της
μεταλαμπάδευσης του πνεύματος της παράδοσης και της λογοτεχνίας της Κρήτης στα
Επτάνησα».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Στοιχεία που συναινούν:
- αρίθμηση
μερών
- απουσία
τίτλου (από Σολωμό)
-χάσματα σε
στροφές –μέρη
-μισοσυμπληρωμένοι
στίχοι
- έναρξη
υπόθεσης in medias res
ΟΜΩΣ το έργο έχει εσωτερική ενότητα –συνοχή:
-ολοκληρωμένη
υπόθεση
-καλύπτεται
χρονικά όλο το εύρος της περιπέτειας (με τις κινήσεις μπρος –πίσω, παρελθόν –
παρόν –μέλλον)
-πρώτοι
στίχοι: εισαγωγικό
κομμάτι (χώρος, χρόνος. συνθήκες, πρόσωπα)
-τέλος
ποιήματος: ίδιος τόπος
(σχήμα
κύκλου) –αίσθηση ολοκλήρωσης
«Πρόκειται
για λυρικές ενότητες με αισθητική αυτοτέλεια που παρουσιάζουν τον αγώνα ανάμεσα
στο καλό και το κακό».
Η
ΦΕΓΓΑΡΟΝΤΥΜΕΝΗ ΣΤΟΝ ΚΡΗΤΙΚΟ- ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
1.
Επίδρασή της στον Κρητικό
Ο ναυαγός:
* 10 -11: έλκεται, μαγνητίζεται, "υπνωτίζεται"
* 13 -18: ανακαλεί
μνήμες, ενδοσκοπεί, νιώθει
στενή εξάρτηση
* 21- 22: φορτίζεται
συναισθηματικά, ταράσσεται
* 23 - 27: κυριεύεται
ολοκληρωτικά,
* 28 - 36: εξομολογείται, εκφράζεται, "ακουμπάει
την ψυχή του"
* 37 - 38: ικετεύει, αναγνωρίζει
την επιρροή της, τη δύναμή της
* απ.5, στ.3-4: απελπίζεται
( όταν η Φ. εξαφανίζεται), ελπίζει.
Όλα αυτά τα στοιχεία πρέπει να συγκλίνουν σ' αυτό που ο
ποιητής θεωρούμε πως είχε στόχο: Η φύση θα δοκιμάσει τον Κρητικό, ώστε να του δώσει
τη δυνατότητα να μεταβάλει το ήθος του, να κερδίσει την ηθική λύτρωση, την
κάθαρση, το αιώνιο. Στον άξονα αυτό η φεγγαροντυμένη, κυριεύοντάς τον ολοκληρωτικά τον αποδυναμώνει, τον αποπροσανατολίζει, του
απορροφά κάθε δύναμη, τον αντιμάχεται. Κάτι ανάλογο που θα συμβεί στη συνέχεια και με το
μαγικό ήχο. Το μεγαλείο
της φεγγαροντυμένης έχει συνεπάρει ψυχικά τον Κρητικό, ο οποίος
κατά τη διάρκεια της εμφάνισης της φεγγαροντυμένης ξεχνά την αγαπημένη του. Στα πλαίσια
μιας δοκιμασίας, ο Κρητικός θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο
αγώνας για την ευτυχία, την αιώνια δικαίωση και την ηθική κάθαρση και
λύτρωση συνεπάγεται απώλειες και αποτυχίες που γεννούν τον πόνο. Καταλήγοντας
, επομένως, παρουσιάζεται
έμμεσα η αρνητική επίδραση της θεάς στον Κρητικό, προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός
της δοκιμασίας που είναι η απόκτηση εμπειριών και τελικά η λύτρωση και η
παντοτινή ένωση.
2.
Βασικά στοιχεία για τη Φεγγαροντυμένη
Πρόκειται για:
α) θεϊκή μορφή
3(20): στ.13: θεϊκή θωριά
4(21): στ. 14: καν’σε ναό
ζωγραφιστή, στ. 22: το θεϊκό
πρόσωπο, στ.25: όμως αυτοί
είναι θεοί, στ.37:βόηθα θεά
β) ονειρική οπτασία ρομαντικής έμπνευσης
(απαντά και
στους Ελεύθερους Πολιορκημένους και το Λάμπρο)
φυσικό εξωτερικό κάλλος (μάτια, μαλλιά, κορμοστασιά)
ερωτική φιγούρα (ηθική, ταπεινοσύνη, ομορφιά ΚΑΙ
καλοσύνη)
γ) εξιδανικευμένη μορφή
ανήκει στη σφαίρα του θαύματος –υπερφυσικού
κατέχει όλες τις αρετές μιας γυναίκας
δ) υπερφυσικό στοιχείο (υπόσταση)
επίδραση που ασκεί στη φύση
ξεπροβάλλει από το πέλαγος
αλληλεπιδρά με τα αστέρια, ξεπερνώντας
τα στο φως
γαληνεύει τη μανία της φύσης
καταπατά τους φυσικούς νόμους (περπατά στο
πέλαγος, η νύχτα
μετατρέπεται σε μέρα)
διεισδύει στην ψυχή του Κρητικού –διαβάζει
τις σκέψεις του
συμπαραστέκεται στα βάσανά του
3.
Ερμηνευτικές απόπειρες
I. Η πλατωνική
ιδέα (φιλοσοφική ερμηνεία)
-ενσάρκωση
πλατωνικών ιδεών της ομορφιάς, καλοσύνης, δικαιοσύνης, αρμονίας
-εξιδανικευμένη
ομορφιά της ζωής και της φύσης
-συνδυασμός
θεϊκού με ανθρώπινο στοιχείο (αγιότητα –ερωτικός πόθος)
-υλική αλλά
και εξωφυσική παρουσία (υπερβαίνει νόμους, γαληνεύει τη φύση αλλά και την
ψυχή του ήρωα)
II. Η Θεία
Πρόνοια –Η Παναγία (θρησκευτική
θέαση)
-συμφιλίωση
ανθρώπινης και θεϊκής υπόστασης του Θεού
-θρησκευτική
αλλά μη χριστιανική θέαση+: νεράιδα ρομαντικών παραμυθιών –Αφροδίτη
(έμφαση στην
ομορφιά, ερωτικό
στοιχείο)
III. Η
αρχετυπική γυναικεία φιγούρα (ψυχαναλυτική
ερμηνεία)
-μητέρα, αγαπημένη, θεά
-σύμβολο της
απόλυτης ομορφιάς και ηθικής τελείωσης (απόλυτο ιδανικό της γυναικείας παρουσίας)
Οι μελετητές καταλήγουν:
i. η μορφή της
μητέρας του Σολωμού, Αγγελικής Νίκλη (βιογραφικό
υπόστρωμα της ποιητικής σύνθεσης)
ii. η ψυχή της
αρραβωνιαστικιάς του Κρητικού
-αλληλουχία
γεγονότων
-εγκατάλειψη αισθητού κόσμου , ταυτόχρονο
φτερούγισμα στον ουρανό και αναγωγή στο θεϊκό
iii. αγγελική
ηχητική συνοδεία για τον Παράδεισο
iv. Η Ελλάδα –η Ελευθερία (εθνοκεντρική θεωρία)
_ ανθρώπινα
χαρακτηριστικά (πρβλ. Ελεύθερους Πολιορκημένους)
_ αόρατη
δίπλα στους πολεμιστές
_ γνώση
βασάνων τους
_ στήριξη –εμψύχωση
στον αγώνα
Η ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ «Ο ΚΡΗΤΙΚΟΣ»
Η ποιητική σύνθεση ‘‘Ο Κρητικός’’, που είναι
το πρώτο από τα σημαντικά έργα της ποιητικής ωριμότητας του Σολωμού και
θεωρείται σταθμός στην ποιητική πορεία του, γράφτηκε τη διετία 1833 – 1834, ύστερα από
τη δολοφονία του Καποδίστρια (1831) και την εποχή που ήρθε στην Ελλάδα ο Όθωνας (1833). Ο ποιητής
αντλεί την έμπνευσή του από πραγματικά γεγονότα: τον αγώνα των Κρητικών για την
ελευθερία (1821 – 1824) και το κατοπινό δράμα των προσφύγων. Μετά την
καταστροφή πολλών επαρχιών της δυτικής Κρήτης από τους Τουρκοαιγυπτίους, πολλοί
Κρητικοί εγκατέλειψαν την πατρίδα τους φεύγοντας με πλοιάρια για τα Κύθηρα, τα
Αντικύθηρα, τη δυτική
Πελοπόννησο και τα Επτάνησα. Αρκετοί από αυτούς βρήκαν το θάνατο είτε από τους
Τούρκους που χτύπησαν τα πλοιάριά τους, είτε από τις ασθένειες και τις κακουχίες, όταν
έφτασαν στον προορισμό τους. Ένας από αυτούς είναι και ο επινοημένος ναυαγός του
ποιήματος. Υπενθυμίζουμε
ότι ο Σολωμός έχει ευαισθησία ως προς τους αγώνες των Κρητών λόγω καταγωγής: όταν το 1669 οι Τούρκοι
ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της Κρήτης, πολλοί Κρητικοί κατέφυγαν στα Επτάνησα, ανάμεσά
τους και οι πρόγονοι του ποιητή, Νικόλαος και Πέτρος Σολωμός.
Το ποίημα είναι:
1. Αφηγηματικό , επειδή ο αφηγητής, που στην περίπτωσή
μας είναι ο κεντρικός ήρωας, αφηγείται κάποια ιστορία, κάποια
γεγονότα που έγιναν σε ένα χρονικό διάστημα.
2. Λυρικό , γιατί ο ποιητής μέσω του αφηγητή
εξωτερικεύει τον εσωτερικό του κόσμο, με τη χρήση μάλιστα πλούσιων και εντυπωσιακών
εκφραστικών μέσων και επειδή υπάρχει έντονη συμμετοχή της φύσης στη διαμόρφωση
των συναισθημάτων του Κρητικού.
3. Δραματικό , επειδή όλο το έργο είναι ένας δραματικός μονόλογος, μέσα στον
οποίο μάλιστα ενσωματώνεται και διάλογος (με τις ψυχές των αναστημένων νεκρών και με τη Φεγγαροντυμένη).
Το ποίημα είναι γραμμένο από το Σολωμό σε 25 πυκνογραμμένες
σελίδες ενός τετραδίου πολύ μεγάλου σχήματος.
Τον τίτλο, που δεν υπάρχει στο χειρόγραφο, τον έδωσε ο
πρώτος εκδότης του Σολωμικού έργου, ο Πολυλάς, ενώ οι πέντε ενότητες του ποιήματος είναι
αριθμημένες από τον ποιητή με τους αριθμούς 18 – 22. Γι’ αυτό το
λόγο ο Πολυλάς θεωρεί ότι το κείμενο που σώζεται στα χειρόγραφα του ποιητή δεν
είναι ολοκληρωμένο ποίημα, αλλά απόσπασμα, ένα τμήμα του όλου έργου, το οποίο
δεν ολοκληρώθηκε . Ωστόσο ο Λίνος Πολίτης (κριτικός
της νεοελληνικής λογοτεχνίας) υποστηρίζει ότι το ποίημα είναι ολοκληρωμένο, καθώς οι
στίχοι του πρώτου αποσπάσματος είναι τυπικοί στίχοι αρχής, ο τελευταίος
δίνει το τέλος και όλο το ποίημα κατέχεται από ένα κεντρικό θέμα που παρουσιάζει
απόλυτη συνοχή. Ακόμα υποστηρίχτηκε η άποψη ότι είναι φαινομενικό απόσπασμα. Στην
πραγματικότητα πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο αυτοτελές επεισόδιο ενός μεγάλου
επικολυρικού ποιήματος, το οποίο όμως δεν ολοκληρώθηκε.
Υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά της Επτανησιακής
σχολής που απαντούν και στον Κρητικό:
-Η πατρίδα
παίζει σπουδαίο ρόλο για τον Κρητικό, ο οποίος αγωνίστηκε με γενναιότητα στην Κρήτη. Μάλιστα ο
ήρωας την οραματίζεται και κλαίγοντας της απευθύνει το λόγο. Διαπιστώνουμε
αναφορές:
· Στις
λαβωματιές του ως πολεμιστή
· Στους
πεσόντες συμπολεμιστές του
· Στην
αιχμαλωσία των αδελφών του από τους Τούρκους
· Στο
ατίμασμα και στο φόνο της αδελφής του
· Στον άγριο
φόνο των γερόντων γονέων του
· Στην
προσφυγιά του ίδιου
· Σε μάχες με
τους Αγαρηνούς
· Στην ελπίδα
της ελευθερίας και στη ‘‘θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα’’
-Η θρησκεία
έχει έντονη παρουσία, ιδιαίτερα στο απόσπασμα 2. Γίνεται
φανερή η πίστη του ποιητή στη χριστιανική διδασκαλία και φαίνεται η βαθιά θεολογική
του κατάρτιση.
Βλέπουμε τις εξής αναφορές:
· Στη
σάλπιγγα της Δευτέρας Παρουσίας
· Στην
κοιλάδα Ιωσαφάτ
· Στην
αθανασία της ψυχής και στη μεταθανάτια ζωή
· Στην
ανάσταση των νεκρών
· Στην
ενσάρκωση των ψυχών τους
· Στην τελική
κρίση των ανθρώπων
· Στον
Παράδεισο
-Ο έρωτας
και η γυναίκα αποτελούν επίσης βασικό άξονα. Όλος ο αγώνας του ναυαγού στη
φουρτουνιασμένη θάλασσα γίνεται για τη σωτηρία της αγαπημένης του, την οποία αγαπά
αιώνια και την ψάχνει ακόμα και στη Δευτέρα Παρουσία. Ο ρόλος της
φεγγαροντυμένης και η παρουσία της αγαπημένης του αφηγητή είναι έντονος καθώς
και άλλες γυναικείες παρουσίες όπως η μητέρα, η θεά, κτλ.
-Η φύση
κυριαρχεί. Αναφέρονται
στοιχεία:
· Από τον
ουρανό (αστροπελέκια, βροντές, αστραπές, άστρα, αυγή, κτλ)
· Από τη
θάλασσα (πέλαγα, κύματα, θαλασσοταραχή, γιαλός, κτλ)
· Από τη γη (ακρογιάλι,
δάση, βρύση, δέντρα, λουλούδι, βράχοι, κτλ)
Επισημαίνεται εξάλλου η χρήση της δημοτικής γλώσσας
τόσο από το Σολωμό όσο και γενικότερα από τους ποιητές της Επτανησιακής σχολής.
ΑΠOΣΠΑΣΜΑ
1 [18]
Οι δυο τυπογραφικές αράδες πριν από το ποιητικό
κείμενο, ο αριθμός [18] με τον
οποίο αριθμείται το πρώτο απόσπασμα, καθώς και η κάπως αιφνιδιαστική αρχή με το ρήμα ‘‘Εκοίταα’’ δείχνουν
ότι ο ποιητής μάλλον είχε την πρόθεση να αφηγηθεί όσα είχαν διαδραματιστεί
προηγουμένως. Με την πρώτη κιόλας λέξη αντιλαμβανόμαστε ότι κάποιος
αφηγείται μια ιστορία από το παρελθόν (δραματικός μονόλογος) στην οποία συμμετέχει
κι ο ίδιος λόγω του α’ προσώπου που χρησιμοποιεί. Έχουμε λοιπόν δραματοποιημένο
(ομοδιηγητικό) αφηγητή. Η αφήγηση, όπως θα φανεί στη συνέχεια, αρχίζει ‘‘in medias
res’’, δηλαδή όχι από την αρχή της ιστορίας αλλά από τα μισά της.
‘‘Εκοίταα’’: η μακρά ακουστική διάρκεια της
κατάληξης με τα δυο -α- εκφράζει τη μεγάλη απόσταση που χωρίζει τον αφηγητή
από τη στεριά.
Το σκηνικό: η απέραντη θάλασσα κι ο ουρανός, ενώ επικρατεί
ένα επικίνδυνο φυσικό φαινόμενο, μια σφοδρή θαλασσοταραχή με φοβερά αστραπόβροντα.
‘‘Τρία αστροπελέκια’’: ο ποιητής χρησιμοποιεί
τον αριθμό τρία επηρεασμένος από τη λαϊκή παράδοση και τα δημοτικά τραγούδια, όπου ο
αριθμός αυτός είναι συμβολικός, μαγικός. Ο πληθυντικός αριθμός που χρησιμοποιείται για
μερικά στοιχεία της φύσης, το πλήθος των κεραυνών και η σφοδρότητα της
καταιγίδας υποδηλώνουν το φοβερό δέος που προξενεί η αναστάτωση της φύσης στον
αναγνώστη (οπτικοακουστική
εικόνα).
Τα πρόσωπα του αποσπάσματος είναι δυο: ο αφηγητής, δρών
πρόσωπο, που
διαλέγεται με το αστροπελέκι στην προσπάθεια του να προσδιορίσει την απόσταση
που τον χωρίζει από τη στεριά, μένει σ’ όλο το έργο ανώνυμος και μαθαίνουμε μόνο ότι η Κρήτη
είναι ο τόπος καταγωγής του και η κορασιά, η αγαπημένη του αφηγητή που κι αυτή θα μείνει
ανώνυμη (σε κάποια
παραλλαγή του στίχου αναφέρεται γι’ αυτήν το όνομα Ελένη).
Οι στίχοι του αποσπάσματος, όπως και όλου του
ποιήματος, είναι ιαμβικοί με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία, όπως ακριβώς οι στίχοι
του Ερωτόκριτου.
ΑΠOΣΠΑΣΜΑ
2 [19]
Η αφήγηση για το ναυαγό και την αγαπημένη του
διακόπτεται στο δεύτερο απόσπασμα και θα συνεχιστεί στο τρίτο. Με αυτή του
την παρέκβαση ο αφηγητής θέλει να μας διαβεβαιώσει πως όσα θαυμαστά κι
απίστευτα θα πει στη συνέχεια δεν είναι κυήματα της φαντασίας του, αλλά η
απόλυτη αλήθεια. Τώρα ο Κρητικός γίνεται ο αφηγητής των γεγονότων
και απευθύνεται σ’ ένα υποθετικό ακροατήριο κι ύστερα στη Σάλπιγγα της
Δευτέρας Παρουσίας, ενώ αλλάζει και το σκηνικό της αφήγησης, η οποία από
το φουρτουνιασμένο πέλαγος μεταφέρεται στον υπερβατικό χώρο του Παραδείσου.
Ο αφηγητής, για να γίνει πιστευτός για όσα θα πει, κάνει όρκο, και μάλιστα
τριπλό, σε όσα για
τον ίδιο είναι ιερά και πολύτιμα. Ορκίζεται πρώτα στις λαβωματιές που δέχτηκε πολεμώντας, αντιμετωπίζοντας
τον εχθρό στήθος με στήθος. Ορκίζεται στους νεκρούς συμπολεμιστές του που
αγωνίζονταν για την ελευθερία της Κρήτης, μια ιερή αξία για τον αφηγητή. Έτσι
αποδίδει τιμή στους συντρόφους του, αλλά εξαίρει και τη συντροφικότητα ως αξία. Επιπλέον η
αναφορά αυτή αποτελεί μια αναδρομή στο παρελθόν, η οποία μας μεταφέρει για λίγο στην
αρχή της ιστορίας. Ορκίζεται στην ψυχή της νεκρής αγαπημένης του, που
προσπάθησε να τη σώσει από τα κύματα αλλά δεν τα κατάφερε. Υπογραμμίζει
έτσι το μέγεθος της αγάπης του, αλλά και το ψυχικό κόστος που είχε γι’ αυτόν ο
θάνατος της. Με την υπαινικτική αναφορά αυτού του θανάτου η
αφήγηση μεταφέρεται στο μέλλον (πρόληψη ή πρόδρομη αφήγηση) και
παράλληλα προϊδεάζεται ο αναγνώστης για το θάνατο της κόρης (προοικονομία).
Μόλις αναφέρει ο αφηγητής στον όρκο του τη νεκρή
αγαπημένη του, με συνειρμό μεταβαίνει στον Παράδεισο, όπου
βρίσκεται αυτή, και σ’ ένα απώτατο σημείο του μελλοντικού χρόνου, τη Δευτέρα
Παρουσία. Η μετάβαση
αυτή γίνεται με το σχήμα της αποστροφής, με το οποίο ο αφηγητής αφήνει τους υποθετικούς
ακροατές και στρέφεται στη σάλπιγγα της Δευτέρας Παρουσίας, την οποία
προσωποποιεί.
Της δίνει λοιπόν εντολή να ηχήσει για τη Δευτέρα
Παρουσία, ενώ ο ίδιος
ανοίγει το σάβανο της νεκρής αγαπημένης του, ώστε αυτή να αναστηθεί και να
μπορέσει να τη βρει.
Μεταβαίνοντας στον Παράδεισο μας μεταφέρει τη
συνομιλία που έχει με τις αναστημένες ψυχές των νεκρών, καθώς
αναζητά την αγαπημένη του. Κατά τη συνομιλία του με τις ψυχές χρησιμοποιεί
δραματικό ενεστώτα:
-Τους ρωτά
αν είδαν την ψυχή της αγαπημένης του
- Τους
εύχεται ‘‘να δουν
καλό’’ (ευνοϊκή κρίση από το Θεό)
-Αναφέρεται
σε δυο βιβλικά χωρία για να δείξει ότι έφτασε η ώρα της Κρίσης
-Διαβεβαιώνει
ότι η αγάπη του για τη νεκρή κόρη δεν έχει σβήσει
- Εκφράζει τη
βεβαιότητα ότι λόγω της τόσο μεγάλης αγάπης του γι’ αυτόν θα κριθεί
μαζί της στην Έσχατη Κρίση.
Οι ψυχές των νεκρών δίνουν σε απάντηση τις ακόλουθες
πληροφορίες για την κόρη:
-Την είδαν
το πρωί κάπου ψηλά, στην πόρτα του Παραδείσου, απ’ όπου μόλις
είχε βγει αλλά και πριν λίγο.
-Στην
εμφάνισή της είναι φανερή η αγνότητα.
-Ήταν
χαρούμενη (έψαλλε
αναστάσιμους ύμνους ‘‘χαροποιά’’), έδειχνε ανυπομονησία για την ενσάρκωσή της, έδειχνε
ανυπόμονη και έψαχνε να βρει κάποιον. [Η αναζήτηση του αγαπημένου έξω από την Πύλη δίνεται
με παραστατικότητα που εκφράζουν οι τρεις δραματικοί ενεστώτες: ‘‘σαλεύει’’, ‘‘κοιτάζει’’, ‘‘γυρεύει’’.]
Το περιβάλλον αντιδρούσε ανάλογα:
- Ο ουρανός
άκουγε το τραγούδι της ‘‘σαστισμένος’’
-Η φωτιά του
άλλου κόσμου καθυστερούσε το κάψιμο του κόσμου
Στην αναφορά της μετάβασης στον κόσμο των νεκρών βλέπουμε
ότι ο κόσμος αυτός είναι σαν τον επίγειο: οι νεκροί μιλάνε, βλέπουν, ακούν, κινούνται, εκφράζουν
επιθυμίες, κατέχονται
από συναισθήματα. Προϊδεαζόμαστε για μια μεταθανάτια ερωτική συνάντηση
του Κρητικού και της κόρης, όμως τελικά δεν πραγματοποιείται. Σ’ αυτό το
τμήμα του ποιήματος η αγαπημένη έχει κυρίαρχο ρόλο, αλλά μέσω
της περιγραφής άλλων· η ίδια εξακολουθεί να είναι βουβό πρόσωπο και παραμένει
ανώνυμη.
ΑΠOΣΠΑΣΜΑ
3[20]
Ο αφηγητής επανέρχεται στο σημείο της κύριας
αφήγησης στο οποίο είχε σταματήσει.
Συνεχίζεται ακόμη ο αντίλαλος της βροχής κι η
φουρτουνιασμένη θάλασσα ταραζόταν τόσο που έμοιαζε με νερό που κοχλάζει. Ξαφνικά
όμως, το σκηνικό
αλλάζει ολότελα και παρουσιάζεται η τέλεια αντίθεση στο πριν και το μετά.
Αυτή η μετατροπή της σφοδρής καταιγίδας σε απέραντη
γαλήνη υποβάλλεται:
-Με την
επανάληψη της έννοιας ησυχία στον ίδιο στίχο (στ. 3)
- Με τη
μεταφορά ‘‘πάστρα’’ (στ. 3)
-Με την
παρομοίωση της θάλασσας με ευωδιαστό περιβόλι (στ. 4)
-Με την
προσωποποίηση της φύσης (στ. 6)
-Με την
εικόνα της γαλήνιας επιφάνειας της θάλασσας, στην οποία καθρεφτίζονται τα άστρα (στ. 4)
-Με την
αρνητική παρομοίωση και εικόνα του στ. 8
-Με την
εικόνα του φεγγαριού που καθρεφτίζεται τρεμοπαίζοντας στα νερά της θάλασσας (στ.10)
Αυτή την απότομη αλλαγή ο αφηγητής την αποδίδει σε ‘‘κάτι κρυφό
μυστήριο’’ που ανάγκασε
τη φύση να εγκαταλείψει την αγριότητα και το θυμό και να στολιστεί με την ομορφιά
της ηρεμίας. Πρόκειται για το λογοτεχνικό μοτίβο της σιγής του
κόσμου πριν από την ‘‘επιφάνεια’’ μιας θεϊκής μορφής. Έτσι προετοιμαζόμαστε για την
εμφάνιση της φεγγαροντυμένης.
Στο στ.10 η κόρη παρουσιάζεται να σφίγγει το ναυαγό. Εκείνος
αποδίδει το σφίξιμο σε χαρά για το γαλήνεμα της θάλασσας, ωστόσο
μάλλον πρόκειται για τη στιγμή που πεθαίνει η κόρη, χωρίς ο
Κρητικός να το αντιληφθεί, ενώ παράλληλα εμφανίζεται μια άλλη γυναικεία μορφή: η
φεγγαροντυμένη. Η μετάβαση από την αγαπημένη του στην οπτασία
γίνεται με μέσο το φεγγάρι (λέξη-κλειδί), από το οποίο αναδύεται σαν μια άλλη Αφροδίτη. Το κατασκευασμένο
και ουσιαστικοποιημένο αυτό επίθετο/μετοχή με το οποίο ονομάζεται η μυστηριώδης αυτή
γυναικεία μορφή εμπεριέχει μια πρωτότυπη μεταφορά. Ο φραστικός τρόπος με τον οποίο
δίνεται η εμφάνιση της γυναικείας μορφής αιφνιδιάζει τον αναγνώστη, γιατί μ’ αυτή τη
διατύπωση θεωρείται γνωστή η ύπαρξη παρόμοιων θεϊκών μορφών. Ο αφηγητής
δίνει την πρώτη εντύπωση από τη μορφή αυτή με ένα γενικό χαρακτηριστικό
γνώρισμα (θεϊκιά θωριά: μεταφορά) και δυο ειδικά (ολόμαυρα μάτια
και χρυσά μαλλιά: αντίθεση και χρυσά μαλλιά: μεταφορά).
ΑΠOΣΠΑΣΜΑ
4[21]
Ο αφηγητής συνεχίζει να περιγράφει την εικόνα της
πάμφωτης φεγγαροντυμένης. Τώρα στρέφει το βλέμμα της προς τα αστέρια, που
παρουσιάζονται προσωποποιημένα να γεμίζουν αγαλλίαση από το κοίταγμά της και να
τη λούζουν με το εκθαμβωτικό φως τους. Η χαρά των αστεριών εκφράζεται με τα πολλά -α- του στ. 1. (9 συνολικά), ενώ η
εικόνα ενισχύεται με τη μεταφορά ‘‘εσκεπάσαν’’.
Η εικόνα της φωτοχυσίας επανέρχεται και δίνεται σε
ανιούσα κλιμάκωση: δροσάτο φως του φεγγαριού –> ακτινοβόληση
των αστεριών –> η νύχτα γίνεται μέρα (μεταφορά –υπερβολή) –> η λάμψη του
φωτός χύνεται σε όλη την πλάση που γίνεται ναός και λάμπει παντού (μεταφορές – υπερβολή). Η περιγραφή
της εικόνας της φωτοχυσίας γίνεται πιο ζωντανή και παραστατική με τη χρήση του
δραματικού ενεστώτα, ενώ στην όλη παρουσίαση κυριαρχεί το πολυσύνδετο
σχήμα. Είναι
αξιοπρόσεκτο ότι το φως έρχεται από ψηλά και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί φως
που ταυτίζεται με το θείο, πράγμα που υποδηλώνει τη θρησκευτικότητα
του Σολωμού.
Η εικόνα της φεγγαροντυμένης διακρίνεται και εδώ από
εξωτερικό κάλλος και εσωτερικές αρετές:
-Παρουσιάζεται
να είναι ανάλαφρη (σαν οπτασία) καθώς πατά στην επιφάνεια της θάλασσας και ούτε καν
τη ρυτιδώνει (στ. 3) – δραματικός ενεστώτας
- Είναι ψηλή
κι ευσταλής, αλλά και λεπτή και αέρινη σαν άϋλη (στ. 4) – μεταφορές - δραματικός
ενεστώτας
-Είναι
αξιέραστη, αλλά
διακρίνεται και από σεμνότητα (στ. 5) – εικόνα - δραματικός ενεστώτας
-Είναι
πανέμορφη αλλά και γεμάτη καλοσύνη (στ. 6)
Η δυνατή έλξη που ένιωσαν ο Κρητικός και η φεγγαροντυμένη
προβάλλονται με τα ακόλουθα στοιχεία τεχνικής:
-Η
φεγγαροντυμένη κι η στροφή του βλέμματος της στον Κρητικό παρομοιάζονται με μια
μαγνητική πυξίδα και τη βελόνα της.
-Χρησιμοποιείται
το σχήμα άρσης και θέσης (‘‘όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ’’)
-Δραματικός
ενεστώτας
Πετροκαλαμίθρα: είδος πρωτόγονης μαγνητικής βελόνας
από καλάμι ως δείκτης πυξίδας που επιπλέει στο νερό
Ο Κρητικός αισθάνεται ότι αυτή τη μορφή την είχε
γνωρίσει στο πολύ μακρινό παρελθόν ως εξιδανικευμένη μορφή. Ωστόσο δε
θυμάται αν:
-Αυτή τη
μορφή την είχε δει στην πραγματικότητα θαυμάζοντας την ως εικόνισμα μέσα στο ναό
-Την είχε
πλάσει με τη φαντασία του ως ιδανική αγαπημένη
- Ήταν μια
φανταστική μορφή των ονείρων της βρεφικής ακόμη ηλικίας του (ίσως και η μορφή
της μητέρας του).
Αυτή η αναζήτηση της μορφής από τον ήρωα (στ 13 – 18) στο μακρινό
παρελθόν έχει υποστηριχθεί ότι είναι σχετική με τον ιδεαλισμό του Σολωμού, που ανάγεται
στη μελέτη του Πλάτωνα και στην υιοθέτηση της θεωρίας του για τον κόσμο των
ιδεών. Σύμφωνα μ’ αυτήν, όσα
αντιλαμβανόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο των αισθήσεων δεν είναι αληθινά, παρά μόνο είδωλα, ομοιώματα
των πραγματικών όντων, των ιδεών (των προτύπων), που βρίσκονται στον πραγματικό (νοητό) κόσμο. Αυτό τον
αληθινό κόσμο η ψυχή τον είχε γνωρίσει στο παρελθόν, σε ένα
προσωματικό στάδιο, και με την ανάμνηση αναγνωρίζει στα είδωλα τα
αληθινά όντα, τις ιδέες.
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι εντοπίζεται και σ’ αυτό το χωρίο
ο αριθμός τρία με την τριπλή υπόθεση του ήρωα και την τριπλή επανάληψη του ‘‘καν’’ .
Τώρα η μορφή της φεγγαροντυμένης προβάλλει δυναμικά
μπροστά στον ήρωα και αυτή η εικόνα δίνεται με το δραματικό ενεστώτα, με τη
συνεκδοχή (‘‘θωρεί το μάτι’’) και με μια παραστατικότατη ποιητική παρομοίωση και
εικόνα. Ο Κρητικός
χάνει το φως του από τα δάκρυα όπως και τη μιλιά του, καθώς τα
μάτια της μυστηριώδους θεϊκής μορφής τον εμποδίζουν μα μιλήσει και διαβάζουν
τις ενδόμυχες σκέψεις του. Εδώ διαπιστώνεται και πάλι η θρησκευτικότητα του
Σολωμού κι ότι πολλές φορές αντλεί τα θέματά του από την
Αγία Γραφή και από την εκκλησιαστική υμνογραφία. Η
φεγγαροντυμένη ανήκει στα θεϊκά όντα, που κατοικούν παντού και μπορούν να βλέπουν παντού, ακόμα και
στα μύχια της ψυχής μας. Αυτό μας παραπέμπει στην Παλαιά Διαθήκη, όπου ο Θεός
παρουσιάζεται να γνωρίζει όλα τα κρυφά του κόσμου και κυρίως τα βάθη της ψυχής του
ανθρώπου.
Ο Κρητικός αφηγείται τώρα τα πάθη και τις συμφορές
του όπως θα τα αφηγούνταν στη φεγγαροντυμένη απευθυνόμενος σ’ αυτή σε β’ πρόσωπο. Πριν από
την υποθετική αφήγηση υπάρχουν τα εισαγωγικά λόγια με τα οποία θα απευθυνόταν ο
ήρωας στη φεγγαροντυμένη, όμως αυτά δεν ολοκληρώνονται από τον ποιητή και
βρίσκουμε κειμενικό χάσμα (στ 29 – 30).
Οι οικογενειακές συμφορές που έχουν πλήξει τον
Κρητικό είναι πολλές:
1. Αφανίστηκε
η οικογένειά του, δηλαδή:
α) αιχμαλωτίστηκαν τα αδέλφια του από τους Τούρκους
β) ατιμάστηκε η αδελφή του
γ) φονεύτηκαν τρία πρόσωπα της οικογένειάς του (έσφαξαν την
αδελφή του, έκαψαν
ζωντανό τον πατέρα του, έπνιξαν στο πηγάδι τη μητέρα του).
2. Ο ίδιος
έμεινε μόνος
3. Έφυγε
πρόσφυγας στην ξενιτιά ζώντας με τη νοσταλγία της πατρίδας του.
Η αναδρομική αφήγηση (στ. 31 – 36) δίνεται με
εκφραστική λιτότητα, αλλά με ρεαλιστικέ εικόνες, ενώ είναι
συγκινησιακά φορτισμένη η εικόνα του ίδιου του αφηγητή, καθώς
φεύγει από την πατρίδα του με τις χούφτες γεμάτες από το χώμα της. Η
παράκληση του Κρητικού προς τη φεγγαροντυμένη, να του μείνει η αγαπημένη του ως στήριγμα
και ελπίδα για το μέλλον, γίνεται πιο έντονη με την επίκληση (‘‘Θεά’’) και την
παραστατικότατη μεταφορική εικόνα, με την
οποία παρουσιάζει τον εαυτό του να κρέμεται στο βαθύ γκρεμό της συφοριασμένης
ζωής του, πιασμένος
μόνο από ένα τρυφερό κλωνάρι, την αγαπημένη του. Η μορφή της γυναίκας που είναι ντυμένη
με φως και ονομάζεται στον «Κρητικό» ‘‘Φεγγαροντυμένη’’ θεωρείται καθαρά σολωμική σύλληψη και υπάρχει και σε
άλλα έργα του Σολωμού. Για του μελετητές, λοιπόν, η φεγγαροντυμένη
μπορεί να ενσαρκώνει:
-Την ομορφιά
της ζωής και της φύσης
-Την
πλατωνική ιδέα (πνευματική ή μεταφυσική σύλληψη, που
ενσαρκώνει τις ιδέες της ομορφιάς, της καλοσύνης, της δικαιοσύνης)
-Μια θεά (φυσική
θεότητα)
-Τη θεά
Αφροδίτη (αναδύεται
από τη θάλασσα και ντύνεται στο φως)
-Τη θεά Ελευθερία
– Ελλάδα (εθνοκεντρική
ερμηνεία)
-Την ψυχή
της αρραβωνιαστικιάς του Κρητικού, η οποία ξεψύχησε και παρουσιάστηκε στον Κρητικό σαν
οπτασία
-Μια νεράιδα
(λαογραφική
ερμηνεία)
-Την
πονεμένη μάνα όλων των ανθρώπων
-Την Παναγία, τη Θεία
Πρόνοια, την
παρουσία του Θεού (θρησκευτική ερμηνεία)
-Τον θείο
έρωτα (την ουράνια
αγάπη)
Σύμφωνα με την ‘‘ψυχαναλυτική ερμηνεία’’, η μορφή της φεγγαροντυμένης, σύμβολο ιδανικής
ομορφιάς, ζωής και
ηθικής τελείωσης, υπήρξε μια αρχέγονη μορφή του συλλογικού ασυνείδητου, ένα
γυναικείο αρχέτυπο ή μια αρχέγονη εσωτερική εμπειρία, ένα βίωμα
της πρώτης παιδικότητας, που έμεινε χαραγμένη στη μνήμη. Η μορφή
αυτή είναι παράλληλα αγαπημένη, θεά του Έρωτα, Παναγιά και μητέρα.
ΑΠOΣΠΑΣΜΑ
5[22]
Η φεγγαροντυμένη, αφού ‘‘διάβασε’’ στα σωθικά
του Κρητικού τον πόνο της ψυχής του, αντέδρασε με διττό τρόπο: πρώτα
έδειξε τη συμπάθεια, τη συμπόνια της για τον ήρωα και στη
συνέχεια συγκινήθηκε για τις συμφορές του. Τέλος εξαφανίστηκε ξαφνικά χωρίς να μιλήσει.
Παράλληλα βλέπουμε τον πόνο, τη λύπη, ίσως και την
απόγνωση του Κρητικού για την εξαφάνισή της.
Ανάμεσα στις λέξεις με τις οποίες αναφέρεται σε όλο
το ποίημα η ανώνυμη αγαπημένη (κορασιά, κόρη, κυρά, αρραβωνιασμένη) το ουσιαστικοποιημένο επίθετο ‘‘της καλής
μου’’ είναι ίσως
η λέξη που εκφράζει περισσότερο από όλες τις άλλες την ερωτική συναισθηματική σχέση
του Κρητικού με αυτό το πρόσωπο. Με την παρομοίωση (‘‘κι εμοιάζαν
της καλής μου’’) στο συγκεκριμένο σημείο ο Κρητικός σχεδόν ταυτίζει
τη μορφή της φεγγαροντυμένης με την καλή του και έτσι η εξαφάνιση της
φεγγαροντυμένης προσημαίνει και το θάνατο της αγαπημένης του ήρωα.
Στη συνέχεια ο αφηγητής μας μεταφέρει στο
αφηγηματικό παρόν, καθώς από το χρόνο της ιστορίας έρχεται στο χρόνο
της αφήγησης. Η μετάβαση στο παρόν γίνεται με το δάκρυ της φεγγαροντυμένης
και της συνειρμικής αναφοράς στο χέρι του.
Η εξαφάνιση της φεγγαροντυμένης αφήνει τον Κρητικό
χωρίς στήριγμα και σηματοδοτεί την αλλαγή της ζωής του. Ο ήρωας
εξομολογείται ότι έχει ξεπεράσει και χάσει πια την επιθετικότητα, το σθένος, την ορμή
και την αντρειοσύνη του πολεμιστή κι έχει καταντήσει ένας δυστυχισμένος
ζητιάνος που ζει μια ταπεινωτική κι εξευτελιστική ζωή η οποία τον κάνει να
κλαίει, με την
αξιοπρέπειά και την περηφάνια του καταρρακωμένη, ενώ η δυστυχία του
αντικατοπτρίζεται μέσα στα κουρασμένα μάτια του, όταν τα βράδια πέφτει να κοιμηθεί. Ίσως
παράλληλα να εννοείται και η εξασθένιση των σωματικών δυνάμεων του ήρωα ύστερα
από την εξαφάνιση της φεγγαροντυμένης.
Μέσα στην αφήγηση των γεγονότων του παρόντος
παρεμβάλλεται μια μικρή επάνοδος στην κανονική αφήγηση σαν ανάδρομη αφήγηση , με την
οποία ο αφηγητής μεταβαίνει και πάλι στο χρόνο της ιστορίας. Αυτό γίνεται μέσω του λογοτεχνικού
ευρήματος του ονείρου. Όταν δηλαδή ο ζητιάνος αφηγητής πέφτει να κουρασμένος
κοιμηθεί, βλέπει εφιάλτες, μέσα στους οποίους
εμφανίζεται και πάλι η φεγγαροντυμένη· ξαναζεί τις εφιαλτικές στιγμές της θαλασσοταραχής·
ζωντανεύει η φουρτούνα, τα αστροπελέκια, η αγαπημένη του που κινδυνεύει να πνιγεί. Και τότε ο
ποιητής επανέρχεται στο χώρο της αφήγησης, καθώς τινάζεται ταραγμένος, ανακάθεται
και κινδυνεύει να σαλέψει το μυαλό του από την ψυχική αναστάτωση του εφιάλτη. Το χέρι
είναι και πάλι το μεταβατικό μέσο από το παρελθόν στο παρόν.
Τώρα, λοιπόν, ο Κρητικός θυμάται ότι αυτό το χέρι του στην
τρικυμία ήταν πολύ δυνατό και συγκρίνει τη δύναμή του με αυτή του μακρινού
παρελθόντος. Έτσι κάνει μια αναδρομή στα νιάτα του, καθώς και
στους ηρωικούς αγώνες που έχει κάνει με γυμνό σπαθί, σώμα με
σώμα με τους Τούρκους για την ελευθερία της Κρήτης. Οι
πληροφορίες που δίνονται είναι οι εξής:
-Στα πρώτα
νιάτα του ήταν δυνατός
-Μαζί με
κάποιους άλλους αγωνιστές συνήπταν μάχες στην Κρήτη με γυμνό σπαθί, σώμα με
σώμα
-Οι
αγωνιστές ήταν λίγοι και οι αντίπαλοι υπέρτεροι αριθμητικά
- Ο Κρητικός
κάποτε αντιμετώπισε με επιτυχία κάποιον Ισούφ και άλλους δυο Εχθρούς.
Θέρετρο των αγώνων ήταν η Λαβύρινθος και η γύρω περιοχή
που την κυρίεψαν ο Κρητικός και οι συναγωνιστές του με πολεμικό μένος
Δεν υπάρχουν στοιχεία για την ταυτότητα του Ισούφ. Μάλλον
πρόκειται για κάποιο σκληρόκαρδο Τούρκο που σκότωσαν οι Κρητικοί με ενέδρα (σε
αντίποινα εξοντώθηκαν 800 Έλληνες). Το προτακτικό μπομπο-, αλλά και το
όνομα Ισούφ χρησιμοποιούνται από το Σολωμό με υποτιμητική και χλευαστική
διάθεση. Τα τρία
πρόσωπα του στ. 19 χρησιμοποιούνται μάλλον συμβατικά από τον αφηγητή. Όσο για τη
Λαβύρινθο, έτσι ονομαζόταν
ένα ρωμαϊκό λατομείο στην περιοχή της Γόρτυνας, στο οποίο κατέφυγαν το 1823 πολλοί
χριστιανοί και το κατέλαβαν τον επόμενο χρόνο οι Τούρκοι.
Ύστερα από την αναδρομή στο παρελθόν της Κρήτης, ο αφηγητής
επανέρχεται στην αφήγηση της πάλης με τα κύματα και στην πορεία για την ακτή. Συνεχίζει
να κολυμπάει με δύναμη κι αυτή η καταβολή έντονης σωματικής προσπάθειας έκανε
την καρδιά του να χτυπάει τόσο δυνατά που χτυπούσε στο πλάι την αγαπημένη του ή
η προσπάθειά του μεγάλωνε γιατί ένιωθε την παρουσία της κόρης. Στο χάσμα
που υπάρχει μετά το στ. 22, ο ποιητής επρόκειτο να βάλει μια παρομοίωση σύμφωνα
με τον Πολυλά. Εισάγεται τώρα στην αφήγηση ένα δεύτερο μεγάλο
ποιητικό θέμα του Κρητικού, ο γλυκύτατος ηχός, που άρχισε ξαφνικά να ακούγεται και
συνεπήρε το ναυαγό. Ο ήχος αυτός συγκρίνεται με το τραγούδι ενός
κοριτσιού, με
κελάηδημα του αηδονιού, με τη μουσική του σουραυλιού.
Το πρώτο φανέρωμα του ήχου (στ. 23-24) επιδρά στο
ναυαγό και αρχίζει να χαλαρώνει το ρυθμό που κολυμπούσε, κάνοντάς
τον νωθρό. Ο Κρητικός
δεν μπορούσε να προσδιορίσει την πηγή και ποιόν του ήχου και τον συγκρίνει με
τις προηγούμενες αναφορές για να δηλώσει τη γλυκύτητά του. Έτσι ο
αφηγητής χρησιμοποιώντας σχήμα ‘‘άρσης και θέσης’’ λέει πρώτα τι δεν ήταν αυτός ο ήχος, για να δώσει
στη συνέχεια, έστω και αόριστα κάποια γνωρίσματά του (αποφατικές
παρομοιώσεις).
Από τα τραγούδια των ανθρώπων επιλέγεται το πιο
παθητικό είδος, το ερωτικό τραγούδι, τραγουδισμένο από κορίτσι κρυφά
ερωτευμένο· από το κελάηδημα των πουλιών επιλέγεται το πιο μαγευτικό, αυτό του
αηδονιού· από τους ήχους των μουσικών οργάνων επιλέγεται ο ποιμενικός ήχος του σουραυλιού, ο οποίος
ακούγεται στο ειδυλλιακό ύπαιθρο κι είναι ίσως ο πιο γλυκός κι απαλός από τον
ήχο άλλων μουσικών οργάνων.
Κι εδώ ο ποιητής χρησιμοποιεί τον αριθμό τρία. Επίσης
παρατηρείται μια προϊούσα αύξηση
των στίχων (4 – 6 – 8 αντίστοιχα).
Η εικόνα με την οποία παρουσιάζεται το ερωτικό
τραγούδι έχει:
-Στοιχεία
οπτικά
-Στοιχεία
ακουστικά
-Στοιχεία
οσφρητικά
-Στοιχείο
κίνησης
-Στοιχεία
υποβλητικότητας
Η εικόνα με την οποία παρουσιάζεται το κελάηδημα του
αηδονιού έχει:
-Στοιχεία
οπτικά
-Στοιχεία
ακουστικά
-Στοιχείο
κίνησης
- Υποβλητικότητα
-Φανταστικό
στοιχείο
Στην τελευταία εικόνα του ακούσματος του σουραυλιού, ο αφηγητής
βάζει και τον εαυτό του και μάλιστα ως προνομιούχο μοναδικό ακροατή της
μουσικής του σουραυλιού.
-Η εικόνα με
την οποία παρουσιάζεται το σουραύλι έχει:
-Στοιχεία
οπτικά
-Στοιχεία
ακουστικά
Ο Κρητικός ακούγοντας το κελάηδημα του αηδονιού στον
Ψηλορείτη, κυριευόταν
από πόνο για τη σκλαβιά της πατρίδας του. Κι εκεί, στο πλαίσιο της συγκινησιακής φόρτισης που του δημιουργούσε
η μουσική από το σουραύλι, προσφωνούσε φωναχτά τη ‘‘θεϊκιά και
όλη αίματα πατρίδα’’ και καθώς τη
φανταζόταν ζωντανή κοντά του, άπλωνε προς το μέρος της τα χέρια του κλαίγοντας για
τη σκλαβιά της, αλλά περήφανος γι’ αυτήν. Κι υποδηλώνει την αγάπη του
λέγοντας ότι τα εδάφη της και το τοπίο της είναι καλά κι αγαπητά κι ας είναι
όλο πέτρα κι η βλάστησή της είναι καλή κι αγαπητή, έστω κι αν είναι λιγοστή και φτωχιά. Για το στ. 40 έχει γραφεί
: ‘‘Νομίζω πως είναι ο εθνικότερος, ο πατριωτικότερος δεκαπεντασύλλαβος που υπάρχει στη
νεότερή μας ποίηση’’ (Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος)
Ήχος, λοιπόν, απαράμιλλος, ο παναρμόνιος ήχος που δεν μπορεί να συγκριθεί με
καμιά από τις αποφατικές παρομοιώσεις.
Μέσα από αόριστες προσπάθειες μαθαίνουμε γι’ αυτόν ότι:
- Ήταν
μοναδικός (στ. 44)
- Ήταν
μουσική χωρίς λόγια ή δεν μπορούσε να περιγραφεί με λόγια (στ. 45)
- Ήταν λεπτός
(στ. 45)
- Δεν είχε
αντίλαλο/ συνοδεία (στ.46)
- Η απόσταση
της πηγής του ήταν απροσδιόριστη (στ. 47)
- Ήταν
ευωδιαστός (στ. 48)
- Ήταν
πλούσιος – γέμιζε τον
αέρα (στ. 48)
- Ήταν πολύ
ευχάριστος στην ακοή (στ. 49)
- Ήταν
ανεκλάλητος (στ. 49)
- Είχε
καταλυτική δύναμη (στ. 50)
Ο Έρωτας κι ο Χάρος είναι οι δυο νοητές μορφές οι
οποίες συσχετίζονται με την αγαπημένη του Κρητικού: Ο Έρωτας
κυρίευσε την ψυχή του κι ο Χάρος του πήρε την αγαπημένη του.
Η επίδραση του ήχου στο σώμα και στην ψυχή του ναυαγού
ήταν καταλυτική και ακατανίκητη. Παραλληλίζουμε με τον Οδυσσέα και το τραγούδι των
Σειρήνων και μας παραπέμπει στην πλατωνική και χριστιανική δυϊστική αντίληψη
για τον κόσμο (ψεύτικος επίγειος - ουράνιος αληθινός κόσμος) και για τον
άνθρωπο (φθαρτό σώμα
– αθάνατη
ψυχή). Ο ήχος
τελικά σταματά μόνος του, όπως εξαφανίζεται η φεγγαροντυμένη κι η αντίθεση
είναι έντονη (κενό - θλίψη). Ο Κρητικός επανέρχεται, όμως, στην πραγματικότητα και στον αρχικό
του στόχο, τη σωτηρία
της αγαπημένης του.
Ο ήχος στον ‘‘Κρητικό’’:
-Συνοψίζει σ’ ένα μουσικό σύμβολο ‘‘τον παναρμόνιο
ρυθμό της φύσης’’
-Πρόκειται για έναν αγγελικό ψαλμό που συνοδεύει την
ψυχή της κόρης
-Είναι σα μια μουσική του Σύμπαντος
-Η ενίσχυση που η φεγγαροντυμένη του έδωσε για να
συνεχίσει τη ζωή
-Η φωνή της αιματοβαμμένης πατρίδας του
Από τη στιγμή που η πάλη με τα κύματα συνεχίζεται
μέχρι την άφιξή του στη στεριά παρατηρείται αφηγηματικό κενό. Ενώ
αισθάνεται ιδιαίτερη ικανοποίηση που οδήγησε την καλή του σε ασφαλές μέρος, έρχεται η
έντονη αντίθεση, η αιφνιδιαστική ανατροπή: η αγαπημένη
είναι νεκρή.
Η αφήγηση τελειώνει απότομα με λιτότητα, χωρίς
θρήνους για το θάνατο της κόρης (εξάλλου είχε αναφερθεί ότι θα ξανασμίξουν στον
Παράδεισο).
Το ποίημα αρχίζει με το ακρογιάλι που βρισκόταν ακόμα
μακριά και τελειώνει με αυτό (σχήμα κύκλου).
ΣΤΙΧΟΥΡΓΙΚΕΣ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:
1. Το ποίημα
δεν οργανώνεται σε στροφές
2. Οι στίχοι
είναι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι
3. Υπάρχει
ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία
4. Δεν
υπάρχουν διασκελισμοί
5. Υπάρχει
τομή στην 8η συλλαβή
κάθε στίχου που τον χωρίζει σε δύο ημιστίχια
6. Υπάρχουν
πολλές συνιζήσεις που δένουν ηχητικά τους στίχους.
Τα
χρονικά επίπεδα αφήγησης
1. Η κύρια
αφήγηση : Καλύπτει
περίπου το διάστημα μιας νύχτας και περιλαμβάνει τα γεγονότα της κύριας
αφήγησης, τα οποία
είναι: Η πάλη των
δυο ναυαγών με τα κύματα, το γαλήνεμα της φύσης, η ανάδυση και η εξαφάνιση της
φεγγαροντυμένης, η διάδοση του μαγευτικού ήχου, η έξοδος
των ναυαγών στη στεριά και η διαπίστωση του θανάτου της κόρης.
2. Αναδρομές
στο παρελθόν : Καλύπτει το διάστημα της προϊστορίας του ήρωα στην Κρήτη
και περιλαμβάνει τα γεγονότα της ζωής του πριν από το ναυάγιο, δηλαδή αναφορά
στη βρεφική ηλικία του ήρωα, στην εφηβεία του, αγώνες στην Κρήτη για την ελευθερία, λαβωματιές
και απώλεια συμπολεμιστών, αφανισμός της οικογένειάς του ήρωα από τους Τούρκους
και αποχωρισμός από την πατρίδα, φυγή στην ξενιτιά.
3. Πρόδρομες
αφηγήσεις : Καλύπτει το
παροντικό διάστημα της ζωής του αφηγητή ως πρόσφυγα, μετά το
ναυάγιο και την απώλεια της αγαπημένης, στο οποίο αναφέρονται ο θάνατος της κόρης και η
εξευτελιστική ζωή του στη ζητιανιά και στον πόνο.
4. Πρόδρομη
αφήγηση της Έσχατης Κρίσης : Αυτό το επίπεδο βρίσκεται στο απώτατο μέλλον και
υπερβαίνοντας το φυσικό χρόνο είναι υπερβατικό και μεταφυσικό, αφού αναφέρεται
στην ανάσταση των νεκρών και στην Έσχατη Κρίση. Αφορά τη συνάντηση του Κρητικού με
τις ψυχές των νεκρών και την εμφάνιση της αγαπημένης του στις πύλες του
Παραδείσου.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου