}

Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2015

Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια - Ανάλυση Ενοτήτων

ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (B1, 1-3)  Διανοητική και ηθική αρετή. Ταιριάζει στη φύση μας η ηθική αρετή;

Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς, ἡ μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει καὶ τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν, διόπερ ἐμπειρίας δεῖται καὶ χρόνου, ἡ δ' ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται, ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔσχηκε μικρὸν παρεκκλῖνον ἀπὸ τοῦ ἔθους. Ἐξ οὗ καὶ δῆλον ὅτι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται· οὐθὲν γὰρ τῶν φύσει ὄντων ἄλλως ἐθίζεται, οἷον ὁ λίθος φύσει κάτω φερόμενος οὐκ ἂν ἐθισθείη ἄνω φέρεσθαι, οὐδ' ἂν μυριάκις αὐτὸν ἐθίζῃ τις ἄνω ῥιπτῶν, οὐδὲ τὸ πῦρ κάτω, οὐδ' ἄλλο οὐδὲν τῶν ἄλλως πεφυκότων ἄλλως ἂν ἐθισθείη. Οὔτ' ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί, ἀλλὰ πεφυκόσι μὲν ἡμῖν δέξασθαι αὐτάς, τελειουμένοις δὲ διὰ τοῦ ἔθους.

Μετάφραση
Δύο είναι, όπως είδαμε, τα είδη της αρετής, η διανοητική και η ηθική. Η διανοητική αρετή χρωστάει και τη γένεση και την αύξησή της κατά κύριο λόγο στη διδασκαλία (γι αυτό και εκείνο που χρειάζεται γι' αυτήν είναι η πείρα και ο χρόνος), ενώ η ηθική αρετή είναι αποτέλεσμα του έθους (και το ίδιο της το όνομα, άλλωστε, μικρή μόνο διαφορά παρουσιάζει από τη λέξη έθος). Αυτό ακριβώς κάνει φανερό ότι καμιά ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως. Πραγματικά, δεν υπάρχει πράγμα εφοδιασμένο από τη φύση με κάποιες ιδιότητες, που να μπορείς να το συνηθίσεις να αποκτήσει άλλες ιδιότητες. Παράδειγμα η πέτρα: καμωμένη από τη φύση να πηγαίνει προς τα κάτω, δεν είναι δυνατό να συνηθίσει να πηγαίνει προς τα πάνω, έστω κι αν χιλιάδες φορές προσπαθήσει κανείς να της το μάθει πετώντας την και ξαναπετώντας την προς τα πάνω• ούτε η φωτιά μπορεί να συνηθίσει να πηγαίνει προς τα κάτω• γενικά δεν υπάρχει πράγμα καμωμένο από τη φύση να συμπεριφέρεται με έναν ορισμένο τρόπο, που να μπορεί να συνηθίσει να συμπεριφέρεται με άλλον τρόπο. Συμπέρασμα: οι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως ― ούτε όμως και είναι αντίθετη προς τη φύση μας η γένεσή τους μέσα μας:  η φύση μάς έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σ' αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους.

Σχόλια
Θέμα : η διάκριση των αρετών σε διανοητικές και ηθικές και η θέση ότι τις ηθικές αρετές δεν τις έχουμε εκ φύσεως, αλλά τις κατακτούμε με τη διαδικασία του εθισμού.
Δομή : Διανοητική αρετή : γένεση, επαύξηση, όροι
Συσχετισμός με το έθος
Διαχωρισμός από το φύσει
Ενίσχυση της θέσης με παραδείγματα ( με την πέτρα, με τη φωτιά)
Γενίκευση παραδειγμάτων
Γενικό συμπέρασμα : Από τη φύση του ο άνθρωπος είναι επιδεκτικός στην ηθική αρετή.

-Ποια ανάγκη υπηρετεί η μελέτη της αρετής; Την ανάγκη να φτάσουμε στο ύψιστο αγαθό, την ευδαιμονία.
Αρχικά διακρίνει τις αρετές σε δύο είδη, διανοητική και ηθική.
-Η διανοητική αρετή: αντιστοιχεί στο έλλογο μέρος της ψυχής και τελεί υπό την ισχύ και την αξία του λόγου. Ο λόγος παρέχει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του με βάση προκαθορισμένες λογικές συλλήψεις. Γενικώς ,στο έργο του Αριστοτέλη, στις διανοητικές αρετές ανήκουν η επιστήμη, η τέχνη, η φρόνηση, ο νους και η σοφία. Η διανοητική αρετή στηρίζει κατά κύριο λόγο τη γέννησή της και την επαύξησή της στη διδασκαλία.
-Η ηθική αρετή: αντιστοιχεί στο έλλογο και συνάμα στο ά-λογο μέρος της ψυχής. Από πλευράς περιεχομένου κατανοεί κι εφαρμόζει τις προτάσεις, τις συλλήψεις ή τις επιταγές του λόγου. Η ηθική αρετή είναι αποτέλεσμα εθισμού και δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως. Τίποτε από όσα υπάρχουν εκ φύσεως δεν μπορεί να αποκτήσει με εθισμό μια άλλη ιδιότητα ( π.χ. πέτρα, φωτιά) Οι ηθικές αρετές δε γεννιούνται μέσα μας ούτε εκ φύσεως ούτε αντίθετα με αυτήν. Οι άνθρωποι έχουμε από τη φύση μας την ιδιότητα να δεχτούμε τις ηθικές αρετές, ενώ τελειοποιούμαστε σε αυτές με τον εθισμό. Άρα την ευθύνη για την απόκτηση ή μη των ηθικών αρετών την έχει το ίδιο το άτομο, ενώ για τις διανοητικές είδαμε παραπάνω ότι την ευθύνη την έχει ο δάσκαλος.
-Ο Αριστοτέλης, κατά τη συνήθεια των αρχαίων Ελλήνων να ετυμολογούν τις λέξεις για να κατανοήσουν τη σημασία τους, συνδέει ετυμολογικά το ήθος με το έθος. Η ετυμολογία αυτή είναι σωστή, αν και πολλές απόπειρες ετυμολόγησης των λέξεων δεν ήταν έυστοχες, αφού την εποχή εκείνη δεν είχε αναπτυχθεί η επιστήμη της γλωσσολογίας.Γενικά ο φιλόσοφος πίστευε ότι οι λέξεις συνδέεονται στενά με αυτά στα οποία αναφέρονται. Κατ’επέκταση είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με αυτό που δηλώνουν : το λέγεσθαι ταυτίζεται με το είναι.
-Ο συλλογισμός του Αριστοτέλη (παραγωγικός συλλογισμός) εδώ είναι συνοπτικά ο εξής:
Π1:Τα εκ φύσεως(όπως η πέτρα και η φωτιά) δεν αλλάζουν συμπεριφορά με τη συνήθεια(το έθος).(« οὐθὲν γὰρ τῶν φύσει ὄντων ἄλλως ἐθίζεται»)
Π2: Η αρετή είναι εξ έθους («ἡ δ’ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίνεται»)
Άρα: Η αρετή δεν είναι εκ φύσεως – ούτε βέβαια είναι παρά φύσιν(≪οὔτ’ ἄρα φύσει οὔτε παρὰ φύσιν ἐγγίνονται αἱ ἀρεταί≫).
-Η αρετή δεν εξαντλείται στην σφαίρα του λόγου. Η γνώση δεν είναι αρετή. Η γνώση είναι το καθ’όλου (το καθολικό, έχει σχέση με το γενικό, όταν μπορεί κάτι να εξηγηθεί με γενικούς νόμους). Η αρετή είναι το καθ’έκαστον, έχει σχέση με το συγκεκριμένο.
-Αντίθεση με τον Σωκράτη «ουδείς εκών κακός» (= κανείς δεν είναι κακός με τη θέλησή του) Εδώ όλα είναι σύμφωνα με τη λογική.
-Και στον Πλάτωνα συναντούμε την ίδια διδασκαλία, ότι η ηθική αρετή είναι αποτέλεσμα συνήθειας. Λέει μάλιστα ο Πλάτωνας ότι ο άνθρωπος μπορεί να αποκτήσει κάποια χαρακτηριστικά από τα πρώτας στάδια της ανάπτυξής του.
-Η αρετή είναι για άλλους φύσει (δεν εξαρτάται από εμάς), για άλλους έθει (με τον εθισμό, όπως εδώ ο Αριστοτέλης)και για άλλους διδαχή (δεν είναι δηλαδή για όλους). Ο Αριστοτέλης εδώ απορρίπτει την αριστοκρατική αντίληψη ότι τις αρετές ο άνθρωπος τις έχει από τη φύση του ή όχι, άρα ότι δεν μπορούμε να τις αποκτήσουμε στην πορεία της ζωής μας∙ ο Αριστοτέλης προσπαθεί να αποδείξει το ακριβώς αντίθετο.
-Η θέση του Αριστοτέλη ότι η αρετή δεν είναι έμφυτη, αλλά είναι αποτέλεσμα συνήθειας, έρχεται σε αντίθεση με την παλιά αριστοκρατική αντίληψη. Σύμφωνα μ’ αυτή, η αρετή είναι δώρο της φύσης ή των θεών, το οποίο τελεσίδικα δίνεται ή δεν δίνεται στον άνθρωπο τη στιγμή της γέννησής του και είναι προνόμιο των ευγενών («τῶν ἀρίστων»). Φυσικά, κληροδοτείται και στους απογόνους τους, αλλά δεν δίνεται στους πολλούς. 
-Την άποψη αυτή τη συναντάμε σε πολλούς ποιητές (στον Όμηρο, τον Τυρταίο, τον Θέογνη, τον Πίνδαρο). Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια της Αντιγόνης προς την Ισμήνη στο έργο Αντιγόνη του Σοφοκλή: «δείξεις τάχα εἴτε εὐγενὴς πέφυκας, εἴτ’ ἐσθλῶν κακή». Επίσης, ο Ξενοφώντας στο έργο του Ἀγησίλαος αποδίδει την αρετή του Αγησιλάου στην ευγενική του καταγωγή.
-Ο Αριστοτέλης, όπως θα δούμε να κάνει και παρακάτω, χρησιμοποιεί παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, εδώ την πέτρα και τη φωτιά, για να ενισχύσει το συλλογισμό του και να γίνει πιο κατανοητός.
-Πρωταγόρας : ο άνθρωπος είναι εν δυνάμει πολιτικό ον. Ο άνθρωπος δε γεννιέται ενάρετος, γεννιέται με τη δυνατότητα να αποκτήσει τις αρετές και τις αποκτά με τον εθισμό και την άσκηση.


ΕΝΟΤΗΤΑ 2η (Β 1, 4) Η ηθική αρετή καλλιεργείται με την ηθική πράξη

Ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα, ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν (ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων δῆλον· οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ἢ πολλάκις ἀκοῦσαι τὰς αἰσθήσεις ἐλάβομεν, ἀλλ' ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα, οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν)· τὰς δ' ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν· ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν, οἷον οἰκοδομοῦντες οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί· οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ' ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι.

Μετάφραση
Επίσης: Για καθετί που το έχουμε από τη φύση, πρώτα έχουμε τη δυνατότητά του να ενεργήσει• στην ενέργεια την ίδια φτάνουμε ύστερα (το πράγμα γίνεται φανερό στις αισθήσεις μας• πραγματικά, τις αισθήσεις της όρασης ή της ακοής δεν τις αποκτήσαμε έχοντας δει ή έχοντας ακούσει πολλές φορές, (30) αλλά αντίθετα: έχοντας τες τις χρησιμοποιήσαμε• δεν τις αποκτήσαμε με τη χρήση)• τις αρετές όμως τις αποκτούμε αφού πρώτα τις εφαρμόσουμε στην πράξη ― όπως ακριβώς γίνεται και στις άλλες τέχνες• τα πράγματα δηλαδή που πρέπει πρώτα να τα μάθουμε προτού αρχίσουμε να τα κάνουμε, τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα• π.χ. οικοδόμοι γίνονται χτίζοντας σπίτια, κιθαριστές παίζοντας κιθάρα•

Σχόλια
Θέμα : ο τρόπος με τον οποίο καλλιεργείται και πραγματώνεται η ηθική αρετή.
Δομή : Αναφορά στα φύσει με παραδείγματα (αισθήσεις όρασης και ακοής)
Θέση ότι στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια της δύναμης
Ενίσχυση επιχειρήματος με παραδείγματα οικοδόμου και κιθαριστή

-Στην ενότητα αυτή επιχειρεί ο Αριστοτέλης να αποδείξει με έναν ακόμη συλογισμό ότι η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ΄φύσεως, αλλά ότι είναι αποτέλεσμα συνήθειας. 
-Με τη λέξη ἔτι ο Αριστοτέλης δηλώνει ή ότι εισάγει νέο επιχείρημα (που έρχεται να προστεθεί στα προηγούμενα) ή ότι προχωρεί σε βαθύτερη εξέταση του θέματός του.
-Στο νέο του επιχείρημα θα στηριχτεί στη θεμελιώδη στη φιλοσοφία του, διάκριση των έννοιων δύναμις - ἐνέργεια. Δύναμις είναι η δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ή ένα ον να γίνει ή να κάνει κάτι, ενώ η ἐνέργεια είναι η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας.  Γενικά ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η δεύτερη έχει μεγαλύτερη αξία από την πρώτη. 
-Εδώ συνδέει τάς δυνάμεις με το πρότερον και τάς ἐνεργείας με το ὕστερον, εννοώντας ότι οι δυνάμεις έχουν χρονική μόνο προτεραιότητα έναντι τῶν ἐνεργειῶν.
-Σχετικά με όσα έχουμε μέσα μας από τη φύση, (π.χ. αίσθηση όρασης και ακοής) προηγείται η ύπαρξή τους και ακολουθεί η ενέργεια, η χρήση τους. Δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις αρετές, που η ηθική πράξη προηγείται της απόκτησης της ηθικής αρετής. Δεν τις έχουμε εκ φύσεως τις ηθικές αρετές, αλλά τις αποκτούμε με την πράξη, την επανάληψη.
-Επιχείρημα Αριστοτέλη : Π1: Στα φύσει προηγείται η δυνατότητα της ενέργειας(« ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα»). Π2: Στις αρετές προηγείται η ενέργεια της δυνατότητας(«τὰς δ’ ἀρετὰς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον»). Άρα : οι αρετές δεν είναι φύσει - ούτε βέβαια και παρά φύσιν.
-φύσει (αισθήσεις) 
πρότερον δυνάμει → ὕστερον ἐνεργείᾳ 
-ἐξ ἔθους (τέχνες)
πρότερον ενέργειες προς κατάκτηση της τεχνικής δύναμης → ὕστερον ενέργειες από την κατακτημένη τεχνική δεξιότητα
-ἐξ ἔθους (αρετές)
πρότερον ενέργειες προς κατάκτηση της ηθικής δύναμης → ὕστερον ενέργειες από την κατακτημένη ηθική ιδιότητα
-Το ερώτημα που διατρέχει τη σκέψη του Αριστοτέλη είναι το πώς μπορεί κανείς να «μάθει» την αρετή; Η απάντηση είναι ασκώντας την . Όσα πρέπει να μάθουμε να τα κάνουμε, τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα. (π.χ. γινόμαστε δίκαιοι κάνοντας δίκαιες πράξεις κτλ.)
-Την ίδια άποψη, ότι η τέχνη κατακτάται με την εξάσκηση, συνατάμε και στον Πλάτωνα, ο οποίος μάλιστα λέει ότι και το ομαδικό παιχνίδι είναι μια μορφή εξάσκησης για την τέχνη που το παιδί προορίζεται να ασκήσει στο μέλλον.


ΕΝΟΤΗΤΑ 3η (B 1, 5-7) Άλλα επιχειρήματα για τη σχέση ηθικής αρετής και ηθικής πράξης

Μαρτυρεῖ δὲ καὶ τὸ γινόμενον ἐν ταῖς πόλεσιν· οἱ γὰρ νομοθέται τοὺς πολίτας ἐθίζοντες ποιοῦσιν ἀγαθούς, καὶ τὸ μὲν βούλημα παντὸς νομοθέτου τοῦτ' ἐστίν, ὅσοι δὲ μὴ εὖ αὐτὸ ποιοῦσιν ἁμαρτάνουσιν, καὶ διαφέρει τούτῳ πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. Ἔτι ἐκ τῶν αὐτῶν καὶ διὰ τῶν αὐτῶν καὶ γίνεται πᾶσα ἀρετὴ καὶ φθείρεται, ὁμοίως δὲ καὶ τέχνη· ἐκ γὰρ τοῦ κιθαρίζειν καὶ οἱ ἀγαθοὶ καὶ κακοὶ γίνονται κιθαρισταί. Ἀνάλογον δὲ καὶ οἰκοδόμοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες· ἐκ μὲν γὰρ τοῦ εὖ οἰκοδομεῖν ἀγαθοὶ οἰκοδόμοι ἔσονται, ἐκ δὲ τοῦ κακῶς κακοί. Εἰ γὰρ μὴ οὕτως εἶχεν, οὐδὲν ἂν ἔδει τοῦ διδάξοντος, ἀλλὰ πάντες ἂν ἐγίνοντο ἀγαθοὶ ἢ κακοί.

Μετάφραση
Την επιβεβαίωση μας την προσφέρει και αυτό που γίνεται στις πολιτείες• πραγματικά, οι νομοθέτες κάνουν καλούς τους πολίτες τους ασκώντας τους να αποκτούν τις συγκεκριμένες συνήθειες ― αυτή είναι η θέληση του κάθε νομοθέτη,  και όσοι δεν τα καταφέρνουν σ' αυτό, δεν πετυχαίνουν στο έργο τους• σ' αυτό, άλλωστε, και διαφέρει τελικά το ένα πολίτευμα από το άλλο, το καλό από το λιγότερο καλό. 
Επίσης: Η γένεση κάθε αρετής και η φθορά της έχουν την ίδια αρχή και γίνονται με τα ίδια μέσα ― έτσι ακριβώς γίνεται και στις τέχνες: παίζοντας κιθάρα γίνονται και οι καλοί και οι κακοί κιθαριστές• το ίδιο και οι οικοδόμοι και όλοι οι άλλοι: χτίζοντας με καλό τρόπο σπίτια θα γίνουν καλοί οικοδόμοι, χτίζοντάς τα όμως με κακό τρόπο θα γίνουν κακοί• αν δεν ήταν έτσι, δεν θα υπήρχε ανάγκη δασκάλου, και όλοι θα ήταν καλοί ή κακοί εκ γενετής

Σχόλια
Θέμα: Για την κατάκτηση της αρετής είναι απαραίτητη η κατάλληλη εκπαίδευση
Δομή: Ο ρόλος του νομοθέτη για την κατάκτηση της αρετής
Ο σωστός εθισμός των πολιτών
H διαφορά αγαθής και φαύλης πολιτείας
Παραδείγματα από τις τέχνες
Ο ρόλος της σωστής εξάσκησης των κιθαριστών και των οικοδόμων
Η αναγκαιότητα του δασκάλου

-Τρίτη προσπάθεια Αριστοτέλη να αποδείξει ότι οι ηθικές αρετές αποκτώνται με εθισμό (οι καλοί νομοθέτες κάνουν καλούς τους πολίτες εθίζοντάς τους σε καλές πράξεις με σωστούς νόμους)
-Οι νομοθέτες προσπαθούν με τον εθισμό να κάνουν τους πολίτες καλούς (να τους κάνουν να κατακτήσουν την αρετή).
-Η κατάκτηση κάθε αρετής πραγματώνεται ή δεν πραγματώνεται ανάλογα με τον αν υπάρξει καλός ή όχι εθισμός σ’αυτήν.
-Αποκτά κανείς ηθική αρετή, αν πρώτα εθιστεί καλά με ηθικές πράξεις και συνηθίσει σ’αυτήν. Αν όμως δεν εξασκηθεί καλά, δεν κατακτά την ηθική αρετή.
-Οι τεχνίτες γίνονται καλοί ή όχι, ανάλογα με το αν έχουν εξασκηθεί καλά ή όχι.
-Είναι απαραίτητος ο άνθρωπος που θα διδάξει, θα κατευθύνει, θα καθοδηγήσει τον τεχνίτη στην εξάσκησή του → εισάγει εδώ και την έννοια και τη συμβολή του δασκάλου, ενώ μέχρι τώρα μιλούσε για το ίδιο το άτομο.
-Στην ενότητα αυτή προσθέτει ο σταγειρίτης φιλόσοφος άλλα δύο επιχειρήματα για να αποδείξει ότι καμία από τις ηθικές αρετές δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως, αλλά ότι είναι αποτέλεσμα συνήθειας. 
-Ο πρώτος συλλογισμός του σχετίζεται με αυτό που συμβαίνει στις πολιτείες και ο δεύτερος προκύπτει από την αναλογία με τις τέχνες.
-Το αποδεικτικό επιχείρημα του φιλοσόφου στην ενότητα αυτή είναι στην ουσία το εξής: α. Αν οι πολίτες γίνονται αγαθοί ασκούμενοι σε συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς με τη βοήθεια των νόμων του νομοθέτη τους, θα πει πως την αρετή οι πολίτες δεν την έχουν φύσει, αλλά ότι αυτή είναι αποτέλεσμα εθισμού, άσκησης δηλαδή. β. με την άσκηση πάλι στο ακριβώς αποκτά κανείς την ακριβώς αντίθετη του αγαθού ιδιότητα = γίνεται κακός(κακός κιθαριστής, κακός οικοδόμος)∙ είναι σα να λέμε ότι ούτε την ιδιότητα του κακού την έχει ο άνθρωπος εκ φύσεως, αλλά κι αυτή γίνεται με την επανάληψη συγκεκριμένων τρόπων.
-Ο Αριστοτέλης διακρίνει τα πολιτεύματα σε καλά και λιγότερο καλά και όχι σε καλά και κακά. Παρατηρείται, λοιπόν, ότι η λέξη «φαύλης» (που κανονικά «φαῦλος» σημαίνει κακός, ευτελής, ασήμαντος) χρησιμοποιείται εδώ με διαφορετική σημασία, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στις αντιλήψεις του φιλοσόφου. Η αναφορά αυτή στη διάκριση των πολιτευμάτων φαίνεται, με την πρώτη ματιά, να μη σχετίζεται με το θέμα του κειμένου και να αποτελεί μια παρέκβαση. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν ισχύει, καθώς στόχος του φιλοσόφου είναι να συνδέσει την αξία των πολιτευμάτων με την αρετή των πολιτών.
-Συγκεκριμένα, ο Αριστοτέλης δεν πιστεύει ότι υπάρχουν κακά πολιτεύματα, αφού πρωταρχικός στόχος όλων των νομοθετών, και άρα και των πολιτευμάτων μέσα στα οποία δρουν, είναι να κάνουν τους πολίτες ενάρετους ασκώντας τους στην ηθική αρετή, προκειμένου να φτάσουν στον ύψιστο στόχο, την ευδαιμονία. Το κριτήριο διάκρισης των πολιτευμάτων σε καλά και λιγότερο καλά αφορά τον βαθμό επιτυχίας του έργου των νομοθετών: όσο δηλαδή πιο κοντά στον στόχο τους φτάνουν, να οδηγήσουν τους πολίτες στην ηθική αρετή, και άρα στην ευδαιμονία, τόσο πιο καλό θεωρείται και το πολίτευμα.
-Κύριο έργο των νομοθετών είναι να κάνουν, με τους νόμους, τους πολίτες ηθικούς, ενάρετους, να τους σταθεροποιήσουν στον δρόμο της αρετής για να είναι και η πολιτεία αγαθή.
-Εντύπωση μας προκαλεί η σειρά των λέξεων στη φράση αυτή. Η κανονική σειρά θα ήταν: «διαφέρει τούτῳ πολιτεία ἀγαθὴ πολιτείας φαύλης». Η ανωμαλία αυτή ίσως να οφείλεται και πάλι στο γεγονός ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη αποτελούν προσωπικές σημειώσεις, που λειτουργούσαν βοηθητικά στο έργο της διδασκαλίας. Είναι, λοιπόν, εύλογο να εντοπίζουμε κάποια χαρακτηριστικά του προφορικού λόγου.
-Το γεγονός ότι το πρώτο επιχείρημα του φιλόσοφου αναφέρεται στο τι συμβαίνει στις πολιτείες φανερώνει ότι στον Αριστοτέλη πολιτική και ηθική αρετή δεν διαχωρίζονται.
-Μέσα στην πολιτεία θα μάθει ο πολίτης την ηθική αρετή. Από τους νόμους δημιουργούνται και οι τρόποι του πολίτη. (Φαινομενική αντίθεση με τον Θουκυδίδη που λέει ότι οι Αθηναίοι είναι ανδρείοι από τους τρόπους τους.)
-Γίνεται…φθείρεται…: οι έννοιες αυτές αποτελούν θεμελιώδες αντιθετικό ζεύγος ήδη από τις απαρχές της φιλοσοφικής σκέψης (κι ένα έργο του Αριστοτέλη έχει τον τίτλο Περί γενέσεως και φθορᾶς).
-Η ενότητα κλείνει με την επισήμανση του Αριστοτέλη ότι για την καλλιέργεια της ηθικής αρετής απαραίτητη κρίνεται η συμβολή του διδάσκοντος και της διδασκαλίας, της εκπαίδευσης γενικότερα, γιατί η ηθική ποιότητα του κάθε ανθρώπου προκύπτει όχι απλώς από την άσκηση, αλλά από την ποιότητα της άσκησης που έχει προηγηθεί.  Ο δάσκαλος θα δώσει τον προσανατολισμό του ορθού εθισμού διδάσκοντας τους κανόνες της αρετής, τους τρόπους εφαρμογής τους και εκπαιδεύοντας στην ορθή άσκηση. Ο δάσκαλος είναι αυτός που παρακολουθεί και καθοδηγεί τους ανθρώπους στον σωστό εθισμό. Το ίδιο απαραίτητος είναι ο δάσκαλος και στις τέχνες, διότι αυτός θα διδάξει τον ασκούμενο σε μια τέχνη τους κανόνες της και τον σωστό τρόπο εφαρμογής τους.
-Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος του νομοθέτη στην πόλη: αποτελεί τον δάσκαλο των πολιτών, ο οποίος χρησιμοποιώντας τα σωστά μέσα, δηλαδή τους σωστούς νόμους, θα διδάξει τους πολίτες τι είναι δίκαιο και τι άδικο, θα ορίσει τους κανόνες της δίκαιης και ηθικής συμπεριφοράς μέσα στην πόλη και θα τους οδηγήσει στην κατάκτηση των ηθικών αρετών και, άρα, στην ευδαιμονία. 
-Επομένως, καταλήγουμε και πάλι στο συμπέρασμα ότι οι ηθικές αρετές δεν είναι έμφυτες, αφού στην αντίθετη περίπτωση ο ρόλος του δασκάλου θα ήταν μάταιος. Αντίθετα, οι ηθικές αρετές κατακτώνται με τη σωστή άσκηση, με τη διαρκή επανάληψη ηθικών πράξεων.
-Πώς καταρρίπτει την αριστοκρατική ηθική στις 3 πρώτες ενότητες των ‘Ηθικών’ ο Αριστοτέλης; Σύμφωνα με την αριστοκρατική αντίληψη, οι αρετές υπάρχουν εκ φύσεως και βρίσκονται συγκεντρωμένες σε ένα πρόσωπο, συνήθως ευγενικής καταγωγής (αντίστοιχες αντιλήψεις βλέπουμε στον Όμηρο, στην ‘Αντιγόνη’ του Σοφοκλή κ.τ.λ.).  Ο Αριστοτέλης καταρρίπτει την αριστοκρατική ηθική και ισχυρίζεται ότι καμία από τις αρετές, ούτε από τις διανοητικές αλλά ούτε και από τις ηθικές, δεν υπάρχει στον άνθρωπο από τη στιγμή της γέννησής του. Συγκεκριμένα θεωρεί ότι τις διανοητικές αρετές ο άνθρωπος τις αποκτά με τη διδασκαλία και γι’ αυτό απαιτείται χρόνος και εμπειρία.  Αντίθετα, οι ηθικές αρετές υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως ως προδιαθέσεις και καλλιεργούνται με το ‘έθος’, δηλαδή με τη συνήθεια (οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμίν ἐγγίγνεται). Καθένας, λοιπόν, ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση και την οικονομική του κατάσταση μπορεί κατ’ επιλογήν του να αναπτύξει τις αρετές.


ΕΝΟΤΗΤΑ 4η (B 1, 7-8) Σε όλες τις περιστάσεις της (καθημερινής) ζωής μας διαπιστώνεται η σημασία της ηθικής πράξης για την απόκτηση της ηθικής αρετής

Οὕτω δὴ καὶ ἐπὶ τῶν ἀρετῶν ἔχει· πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι, πράττοντες δὲ τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς καὶ ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοί. Ὁμοίως δὲ καὶ τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας ἔχει καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς· οἳ μὲν γὰρ σώφρονες καὶ πρᾶοι γίνονται, οἳ δ' ἀκόλαστοι καὶ ὀργίλοι, οἳ μὲν ἐκ τοῦ οὑτωσὶ ἐν αὐτοῖς ἀναστρέφεσθαι, οἳ δὲ ἐκ τοῦ οὑτωσί. Καὶ ἑνὶ δὴ λόγῳ ἐκ τῶν ὁμοίων ἐνεργειῶν αἱ ἕξεις γίνονται. Διὸ δεῖ τὰς ἐνεργείας ποιὰς ἀποδιδόναι· κατὰ γὰρ τὰς τούτων διαφορὰς ἀκολουθοῦσιν αἱ ἕξεις. Οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ οὕτως ἢ οὕτως εὐθὺς ἐκ νέων ἐθίζεσθαι, ἀλλὰ πάμπολυ, μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν.

Μετάφραση
Το ίδιο συμβαίνει και με τις αρετές: κάνοντας αυτά που κάνουμε στην καθημερινή μας συνάφεια με τους άλλους ανθρώπους άλλοι γινόμαστε δίκαιοι και άλλοι άδικοι• επίσης: κάνοντας αυτά που κάνουμε στις επικίνδυνες και φοβερές περιστάσεις της ζωής και αποκτώντας σιγά σιγά τη συνήθεια να αισθανόμαστε φόβο ή θάρρος, άλλοι γινόμαστε ανδρείοι και άλλοι δειλοί. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σε σχέση με τις επιθυμίες και την οργή: άλλοι γίνονται σώφρονες και πράοι και άλλοι ακόλαστοι και οργίλοι, οι πρώτοι με το να συμπεριφέρονται έτσι στις περιστάσεις αυτές και οι άλλοι με τον αντίθετο τρόπο. Με δυο λόγια: οι έξεις γεννιούνται από την επανάληψη όμοιων ενεργειών. Γι' αυτό και πρέπει να φροντίζουμε οι ενέργειές μας να έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, αφού οι έξεις είναι τελικά αντίστοιχες προς τις διαφορές που οι ενέργειες αυτές παρουσιάζουν μεταξύ τους. Δεν έχει λοιπόν μικρή σημασία να αποκτά κανείς όσο γίνεται πιο νέος αυτές ή εκείνες τις συνήθειες  ίσα ίσα έχει πολύ μεγάλη σημασία, ή μάλλον σημαίνει το παν.

Σχόλια:
Θέμα :η σημασία της ηθικής πράξης για την απόκτηση της ηθικής αρετής.
Δομή : Μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας ανάλογα με τις πράξεις
Δίκαιοι – άδικοι (στις σχέσεις με τους άλλους)
Ανδρείοι – δειλοί ( σε όσα προξενούν φόβο)
Σώφρονες – ακόλαστοι ( στις επιθυμίες)
Πράοι – οργίλοι ( σε ό,τι προξενούν οργή)
Συσχετισμός πράξεων – έξεων
Η παιδαγωγική σημασία του εθισμού

-Στην τέταρτη ενότητα, έχοντας πλέον αποδείξει ότι η ηθική αρετή είναι απότέλεσμα συνήθειας, προσθέτει ένα καινούργιο στοιχείο: σε όλες τις περιστάσεις της καθημερινής ζωής μας έχει μεγάλη σημασία η ηθική πράξη για την απόκτηση της ηθικής αρετής. 
-Η ποιότητα που θα προσδώσουμε στις πράξεις μας καθορίζει δηλαδή και την αντίστοιχη ποιότητα των έξεων, των μόνιμων στοιχείων του χαρακτήρα μας.
-Τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας διαμορφώνονται με την επανάληψη όμοιων ενεργειών.
-Το ότι κατακτόύμε την αρετή βαθμιαία γίνεται φανερό και από τη χρήση του χρόνου ενεστώτα: γινόμεθα, γίγνονται, πράττοντες, ἐθίζόμενοι. Ο ενεστώτας είναι χρόνος που δηλώνει μια πράξη που γίνεται στο παρόν κι άρα γίνεται κατ’εξακολούθηση.
-Στην ενότητα αυτή εμφανίζεται μια νέα έννοια, η «ἕξις». Η λέξη αυτή ετυμολογικά παράγεται από το θέμα του μέλλοντα του ρήματος «ἔχω» και συγκεκριμένα από το σεχ- < hεχ- < ἑχ + την παραγωγική κατάληξη –σις, η οποία δηλώνει ενέργεια. Αρχική σημασία της λέξης είναι το να κατέχει κανείς συνέχεια κάτι που έχει αποκτήσει. Για τον Αριστοτέλη η λέξη απέκτησε ηθικό περιεχόμενο: είναι τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας, που αποκτιούνται με την επίμονη άσκηση και την επανάληψη συγκεκριμένων ενεργειών. Οι «ἕξεις» είναι ένα από τα «γινόμενα ἐν τῇ ψυχῇ». Τα άλλα δύο είναι τα πάθη και οι δυνάμεις. Πάθη (π.χ. επιθυμία, οργή, φόβος, χαρά, φιλία, μίσος) είναι όσα έχουν ως αποτέλεσμα την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια.
-Οι δυνάμεις είναι οι δυνατότητες συμμετοχής στα πάθη, οι οποίες δεν αρκούν από μόνες τους για να χαρακτηριστεί κανείς καλός ή κακός, αλλά πρέπει να γίνουν μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα του. Τα μόνιμα αυτά στοιχεία αποκτιούνται με την επανάληψη μιας πράξης, που συνιστά την ≪ἕξιν≫.  Ακριβώς ότι η ≪ἕξις≫ απορρέει από εθισμό και δεν είναι κάτι έμφυτο φαίνεται και από τη χρήση του ρήματος «γίνονται», το οποίο δείχνει ότι η «ἕξις» προκύπτει μέσα από μία διαδικασία, από ένα βαθμιαίο τρόπο διαμόρφωσής της και κατάκτησής της από τον άνθρωπο. 
-Σήμερα η λέξη έχει αποκτήσει ψυχολογικό περιεχόμενο και είναι η συνήθεια ως αποτέλεσμα επανάληψης, μάθησης ή συνεχούς επίδρασης του ίδιου παράγοντα.
-Ο Αριστοτέλης προβαίνει στην παρουσίαση τριών παραδειγμάτων για να δείξει ότι, όπως και στις τέχνες, έτσι και στις αρετές η απόκτησή τους γίνεται με τον εθισμό και η ποιότητά τους εξαρτάται από την ποιότητα του εθισμού που προηγήθηκε.  Τα παραδείγματα αναφέρονται σε αρετές που συνδέονται με τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι 1. συναλλάσσονται μεταξύ τους (κοινωνικές σχέσεις), 2. αντιμετωπίζουν τις δύσκολες καταστάσεις της ζωής τους και 3. διαχειρίζονται τις επιθυμίες τους. 
-Επίσης, παρατηρούμε ότι ο φιλόσοφος διακρίνει δύο αντίθετους τρόπους συμπεριφοράς: ο ένας οδηγεί στην κατάκτηση των ηθικών αρετών, ενώ ο άλλος όχι.
-Ειδικότερα, το πρώτο παράδειγμα ≪πράττοντες γὰρ τὰ ἐν τοῖς συναλλάγμασι τοῖς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους γινόμεθα οἳ μὲν δίκαιοι οἳ δὲ ἄδικοι≫ αναφέρεται στις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων. Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι μαθαίνουν να συναλλάσσονται, αυτός καθορίζει και την ποιότητα του χαρακτήρα τους ως προς αυτό. Αν μαθαίνουν να είναι δίκαιοι στις συναλλαγές τους, γίνονται δίκαιοι, αν όχι, άδικοι. Η διαμόρφωση του ήθους γίνεται υπόθεση του ίδιου του ανθρώπου, ο οποίος και έχει την ευθύνη των πράξεων του.
-Με το δεύτερο παράδειγμα ≪πράττοντες δὲ τὰ ἐν τοῖς δεινοῖς καὶ ἐθιζόμενοι φοβεῖσθαι ἢ θαρρεῖν οἳ μὲν ἀνδρεῖοι οἳ δὲ δειλοὶ≫ ο Αριστοτέλης δείχνει ότι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν τις δύσκολες και αντίξοες καταστάσεις στη ζωή τους, διαμορφώνει τη στάση και τη συμπεριφορά τους. Έτσι αν μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν ψύχραιμα και με σθένος τις δυσκολίες χωρίς να αγνοούν τους κινδύνους, γίνονται ανδρείοι, αν όχι, δειλοί.
-Τέλος, το τρίτο παράδειγμα παραπέμπει στις επιθυμίες και στα ανθρώπινα πάθη. ≪Ὁμοίως δὲ καὶ τὰ περὶ τὰς ἐπιθυμίας ἔχει καὶ τὰ περὶ τὰς ὀργάς・ οἳ μὲν γὰρ σώφρονες καὶ πρᾶοι γίνονται, οἳ δ’ ἀκόλαστοι καὶ ὀργίλοι, οἳ μὲν ἐκ τοῦ οὑτωσὶ ἐν αὐτοῖς ἀναστρέφεσθαι, οἳ δὲ ἐκ τοῦ οὑτωσί.≫ Με αυτό ο Αριστοτέλης εξηγεί ότι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι τον ίδιο τον εαυτό τους και μάλιστα τις επιθυμίες και τις ορμές τους, καθορίζει τον χαρακτήρα τους. Αν μαθαίνουν να τιθασεύουν και να εκλογικεύουν τις επιθυμίες και τις ορμές τους, γίνονται συνετοί και πράοι, αν όχι, ασύδοτοι και οξύθυμοι. 
-Συνεπώς, ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι διαχειρίζονται τα τρία αυτά πεδία εκδήλωσης της συμπεριφοράς τους είναι καθοριστικός για την ηθική ποιότητά τους.
-Συνοπτικά τα παραδείγματα μπορούν να παρουσιαστούν με τον ακόλουθο πίνακα:
τομείς συμπεριφοράς - μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα
συναναστροφή με άλλους ανθρώπους : δίκαιοι ≠ άδικοι
όσα προξενούν φόβο: ανδρείοι ≠ δειλοί
επιθυμίες:  σώφρονες ≠ ακόλαστοι
όσα προξενούν οργή: πράοι ≠ οργίλοι
≪Σώφρονες≫: είναι αυτοί που δείχνουν εγκράτεια και αντιστέκονται στις επιθυμίες τους, ενώ κρατιούνται συστηματικά μακριά από τις σωματικές ηδονές.
≪Ἀκόλαστοι≫: αυτοί αντίθετα, αφήνονται στις επιθυμίες και στις σωματικές ηδονές ξεπερνώντας τα όρια του μέτρου.
≪Πρᾶοι≫: είναι οι άνθρωποι που αντιδρούν συγκρατημένα και με ηρεμία στα συναισθήματα οργής.
≪Ὀργίλοι≫: αυτοί αντίθετα, δεν μπορούν να χαλιναγωγήσουν την οργή τους, ξεσπούν και αντιδρούν με βίαιο πολλές φορές τρόπο.
-Τονίζεται η παιδαγωγική αξία του εθισμού : ο εθισμός και η απόκτηση των μόνιμων στοιχείων του χαρακτήρα μας από μικρή ηλικία έχει μεγάλη παιδαγωγική σημασία.  Όπως και ο δάσκαλός του ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης τόνισε και ξανατόνισε τη μεγάλη σημασία που έχει η παιδεία και η αγωγή για την ιδιωτική (=προσωπική) και για τη δημόσια (= κοινωνική) ζωή του ατόμου. Και όλα αυτά βέβαια, γιατί πίστευε πως με την παιδεία και την αγωγή, η οποία εθίζει το άτομο σε συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς, το άτομο βοηθιέται στην απόκτηση της αρετής που είναι προϋπόθεση για την ευδαιμονία τη δική του και της πόλεως. Δύο πράγματα αισθάνθηκε πως έπρεπε να τονίσει με ιδιαίτερη έμφαση: α) την πρωτεύουσα σημασία της παιδείας και της αγωγής, και β) ότι όσο πιο νωρίς αρχίσει η παιδεία και η αγωγή, τόσο πιο πολλές θα είναι οι ελπίδες να αποδειχτούν αυτές αποτελεσματικές και γόνιμες.
-Στην τελευταία πρόταση της ενότητας υπάρχει μια διαβάθμιση στη συλλογιστική σημασία: οὐ μικρὸν- πάμπολυ- τὸ πᾶν. Λέει δηλαδή ότι δεν έχει μικρή σημασία να αποκτήσει κανείς από νεαρή ηλικία αυτές ή εκείνες τις συνήθειες, αλλά έχει μεγάλη σημασία και μάλιστα ότι είναι το παν, τα πάντα. Διακρίνουμε μια υπερβολή στη διαβάθμιση του συλλογισμού, αφού σίγουρα έχει μεγάλη σημασία να εθίζεται κανείς από μικρή ηλικία στις αρετές, δεν είναι όμως και το παν, ο μοναδικός παράγοντας που παίζει ρόλο για το αν κάποιος θα αποκτήσει ή όχι τις αρετές.


ΕΝΟΤΗΤΑ 5η (B 3, 1-2) Η πραγμάτωση της ηθικής αρετής συνεπάγεται ευχαρίστηση για τον άνθρωπο

Σημεῖον δὲ δεῖ ποιεῖσθαι τῶν ἕξεων τὴν ἐπιγινομένην ἡδονὴν ἢ λύπην τοῖς ἔργοις· ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν καὶ αὐτῷ τούτῳ χαίρων σώφρων, ὁ δ' ἀχθόμενος ἀκόλαστος, καὶ ὁ μὲν ὑπομένων τὰ δεινὰ καὶ χαίρων ἢ μὴ λυπούμενός γε ἀνδρεῖος, ὁ δὲ λυπούμενος δειλός. Περὶ ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή· διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν, διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα. Διὸ δεῖ ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων, ὡς ὁ Πλάτων φησίν, ὥστε χαίρειν τε καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ· ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν.

Μετάφραση
Σημάδι αποδεικτικό των έξεων πρέπει να θεωρούμε την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας. Αυτό θα πει: Όποιος μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, είναι άνθρωπος σώφρων ακόλαστος είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί1 επίσης: ο άνθρωπος που στέκεται να αντιμετωπίσει όλα τα επικίνδυνα πράγματα και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση ή, έστω, δεν τον δυσαρεστεί, είναι ανδρείος• δειλός είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί. Και όλα αυτά γιατί η ηθική αρετή σχετίζεται στην πραγματικότητα με την ευχαρίστηση και με τη δυσαρέσκεια: η ευχαρίστηση μας εξωθεί να κάνουμε ευτελή πράγματα, η δυσαρέσκεια μας κρατάει μακριά από τα όμορφα πράγματα. Γι’ αυτό και είναι ανάγκη -όπως το λέει ο Πλάτωνας- να έχει πάρει κανείς ήδη από μικρός εκείνη την αγωγή που θα τον κάνει να ευχαριστιέται και να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει” αυτή είναι η σωστή παιδεία

Σχόλια:
Θέμα : Ο συσχετισμός της ηθικής αρετής με τα ευχάριστα και δυσάρεστα
συναισθήματα που συνοδεύουν τις πράξεις μας.
Δομή : Το συναίσθημα που συνοδεύει την πράξη, κριτήριο των έξεων
Συσχετισμός των συναισθημάτων με την ηθική αρετή
Παιδαγωγική προέκταση

-Εδώ προσθέτει ένα νεό στοιχείο: το συναίσθημα που ακολουθεί τις πράξεις φανερώνει αν ο άνθρωπος είναι πράγματι ενάρετος ή όχι.
-Η πραγμάτωση της ηθικής αρετής συνεπάγεται ευχαρίστηση για τον άνθρωπο.
-Η ηθική αρετή συνδέεται με ευχάριστα συναισθήματα, όταν έχουμε αρετές.
-Η ηθική αρετή συνδέεται με δυσάρεστα συναισθήματα, όταν δεν έχουμε αρετές και η πραγμάτωση της ηθικής αρετής μας προκαλεί το αντίθετο, δηλαδή οι ωραίες πράξεις μας κάνουν να νιώθουμε δυσάρεστα και τις αποφεύγουμε. Με τις τιποτένιες πράξεις εν αντιθέσει νιώθουμε ευχάριστα και γι’ αυτό τις κάνουμε.
-Στην προσπάθειά του να γίνει κάτοχος της αρετής ο άνθρωπος έχει συνεχώς ανάγκη από επιβεβαιώσεις για την ορθότητα των ενεργειών του, για την ορθότητα γενικά της πορείας του. Ποιος ή τι θα τον βεβαιώσει ότι πορεύεται στον δρόμο που θα τον οδηγήσει στην αρετή και όχι ενδεχομένως στον δρόμο που θα τον οδηγήσει στο αντίθετό της, στην κακία; 
-Η απάντηση του Αριστοτέλη είναι ότι υπάρχει στην πραγματικότητα ένα αλάνθαστο αποδεικτικό στοιχείο: η ευχαρίστηση ή η δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας. Αν το άτομο ενεργεί όπως ενεργεί και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, θα πει πως οι ενέργειές του είναι σωστές. Αν, αντίθετα του προκαλούν δυσαρέσκεια και λύπη οι ενέργειές του, θα πει πως έχει πολύ δρόμο ακόμα μπροστά του ως την κατάκτηση της αρετής. Ο Αριστοτέλης διατυπώνει, λοιπόν, τη θέση ότι τα ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα που συνοδεύουν την επιτέλεση των πράξεών μας αποτελούν το κριτήριο ότι έχουν διαμορφωθεί μέσα μας τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα μας. Όταν, λοιπόν, κάνουμε ενάρετες πράξεις και χάρη σε αυτές αισθανόμαστε ευχαρίστηση, αυτό σημαίνει ότι η αρετή αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό μας. Γι' αυτό η τέτοιου είδους ηδονή αποτελεί αγαθό για το οποίο δεν πρέπει να αδιαφορούμε. Άλλωστε, αυτή είναι και η επιβράβευση για τις ηθικές πράξεις μας. Από την άλλη, η λύπη που αισθανόμαστε, όταν πράττουμε ενάρετα, αποδεικνύει ότι δεν έχουμε κάνει κτήμα μας την αρετή, δεν είμαστε ακόμη ενάρετοι, αλλά ακόλαστοι.
-1ο παράδειγμα («ὁ μὲν γὰρ ἀπεχόμενος … ἀκόλαστος»): αν κανείς κρατιέται μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα, τότε η αποχή του αυτή συνιστά μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι σώφρων, ενώ αν η αποχή αυτή του προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα, τότε δεν του έχει γίνει μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι ακόλαστος. Επομένως, δεν αρκεί να απέχει κανείς από τις σωματικές ηδονές για να χαρακτηρίζεται σώφρων. Τον χαρακτηρισμό αυτό τον δικαιούται, μόνο εάν η αποχή αυτή του προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα. Για να γίνει πιο κατανοητό το παράδειγμα, καλό είναι να διευκρινιστούν τα εξής:
-ἡδονή: είναι το ευχάριστο συναίσθημα, η ηθική ικανοποίηση, η ανώτερη ηδονή που ολοκληρώνει τον άνθρωπο και δεν προκαλείται από σωματικό ερέθισμα. Για το ευχάριστο συναίσθημα που προκαλείται από σωματικό ερέθισμα, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον όρο «σωματικαὶ ἡδοναί».
-όταν ο Αριστοτέλης μιλά για αποχή από τις σωματικές ηδονές (ἀπεχόμενος τῶν σωματικῶν ἡδονῶν), δεν εννοεί την πλήρη αποχή από αυτές, αλλά την αποχή από τις υπερβολικές σωματικές ηδονές, την έμμετρη απόλαυσή τους. Η πλήρης αποχή είναι, κατά τον φιλόσοφο, κακία και αναίσθητος αυτός που απέχει πλήρως από αυτές.
-λύπη: είναι το δυσάρεστο συναίσθημα.
-σώφρων: είναι αυτός που χρησιμοποιεί τη λογική του ώστε να ενεργεί σωστά, ο εγκρατής, αυτός που τηρεί το μέτρο. Η αποχή από τις σωματικές ηδονές τού προκαλεί ευχάριστα συναισθήματα, γιατί μπορεί και επιβάλλεται σ’ αυτές και αποδεικνύει στον εαυτό του την ισχυρή του θέληση.
-ἀκόλαστος: είναι αρχικά αυτός που δίνεται στις σωματικές ηδονές δίχως μέτρο. Στην ενότητα που εξετάζουμε ακόλαστος είναι αυτός που απέχει από τις σωματικές ηδονές, επιβάλλεται σ’ αυτές, αλλά η αποχή αυτή του προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα. Λυπάται, όταν δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του για απόλαυση των
σωματικών ηδονών.
-2ο παράδειγμα («καὶ ὁ μὲν ὑπομένων … δειλός»): αν κάποιος υπομένει τους κινδύνους της μάχης ή τις αντιξοότητες της ζωής και αυτό του προκαλεί ευχάριστα ή τουλάχιστον όχι δυσάρεστα συναισθήματα, τότε αυτό είναι πια μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι ανδρείος. Αν όμως υπομένει τους κινδύνους με δυσαρέσκεια, τότε το να υπομένει τους κινδύνους δεν του έχει γίνει ακόμη μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα του και είναι δειλός. Σε τελική ανάλυση, αν η πράξη ανδρείας μάς ευχαριστεί, αυτό δείχνει ότι μέσα μας έχει σχηματιστεί και σταθεροποιηθεί η ἕξις να πράττουμε ανδρεία. Αντίθετα, αν μας προκαλεί λύπη η πράξη μας, η λύπη αυτή δείχνει ότι η πράξη μας δεν είναι εκδήλωση ἕξεως, αλλά είναι αντίθετη με αυτή και την φθείρει.
Ας διευκρινίσουμε τώρα τους εξής όρους:
-ἀνδρεῖος: αισθάνεται ικανοποίηση, χαρά, όταν αντιμετωπίζει τα δεινά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν νιώθει το συναίσθημα του φόβου, αλλά μπορεί και επιβάλλεται σ’ αυτό και το ξεπερνά κι αυτό είναι στοιχείο της αρετής.
-δειλός: λυπάται, όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τις δυσκολίες, και νιώθει υπερβολικό φόβο στην αντιμετώπιση των κινδύνων. Ο φόβος του υπερβαίνει τα όρια του μέτρου και δεν μπορεί να τον ξεπεράσει. Αυτό είναι στοιχείο της κακίας.
-Πρέπει να συνηθίζουμε τα παιδιά από μικρή ηλικία να κάνουν αυτά που πρέπει και να αισθάνονται ευχαρίστηση γι’αυτό. Αυτή είναι κατά τον Αριστοτέλη η ορθή παιδεία. Μάλιστα από τη φράση «διὰ μὲν γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν», σε σύγκριση με την αναφορά στη λέξη ἡδονὴ στην άρχή της ενότητας γίνεται φανερό ότι πρέπει να διακρίνουμε μεταξύ “καλών” και “κακών” ηδονών: οι πρώτες συντείνουν στη διατήρηση της μεσότητας και του ορθού λόγου, εν΄ωοι δεύτερες έχουν αντίθετο αποτέλεσμα. Η παιδεία λοιπόν καθιστά τον άνθρωπο ικανό να διακρίνει μεταξύ “καλών” και “κακών” ηδονών και να επιλέγει τις πρώτες. Στην άποψη αυτή για την ορθή παιδεία συμφωνεί και ο Πλάτωνας στο έργο του Νόμοι.
-Ορισμός της παιδείας :Η πλατωνική διδασκαλία εκτίθεται στους Νόμους. Τη διδασκαλία αυτή θυμήθηκε ο Αριστοτέλης, κάτι που δείχνει, φυσικά, τη μεγάλη τιμή που έτρεφε για αυτόν. Δεν δυσκολεύεται καθόλου να πει κανείς πως είναι, ίσως, ο πιο σημαντικός ορισμός της αγωγής –και είναι πολλοί, ως γνωστόν, οι ορισμοί που δοκιμάστηκαν ως σήμερα για την έννοια αυτή: «Η πιο σωστή παιδεία, η πιο σωστή αγωγή είναι αυτή που μας κάνει ικανούς να χαιρόμαστε με ό,τι αξίζει και να λυπούμαστε για ό,τι αξίζει»– Ο Αριστοτέλης συμφωνεί με τον Πλάτωνα (στους Νόμους) και διατυπώνει κι ο ίδιος τη θέση ότι στη διαμόρφωση των μόνιμων στοιχείων του χαρακτήρα μας σημαντικό ρόλο παίζει η ορθή αγωγή και ιδιαίτερα από πολύ μικρή ηλικία. Το ανθρώπινο περιβάλλον του παιδιού (γονείς και δάσκαλοι), οφείλει από νωρίς να επεμβαίνει, να καθοδηγεί, να του υποδεικνύει τις πράξεις για τις οποίες πρέπει να νιώθει ευχάριστα συναισθήματα και να το βοηθήσει να ασκηθεί σ’ αυτές. Με την επιβράβευση των ηθικών πράξεων και την αποδοκιμασία των μη ηθικών πράξεων θα το βοηθήσει να επιδιώκει μόνο τις πρώτες, αφού μόνο αυτές θα του προσφέρουν τη χαρά της επιβράβευσης, συναίσθημα που προτιμά να αισθάνεται κάθε άνθρωπος. Ο φιλόσοφος επισημαίνει τον κεφαλαιώδους σημασίας ρόλο που έχει η παιδεία στη διάπλαση του ήθους του ανθρώπου, η οποία πρέπει να παρέχεται από μικρή ηλικία. Προσδιορίζει την έναρξη της παιδευτικής αγωγής στην πολύ μικρή ηλικία «εὐθὺς ἐκ νέων», δείχνοντας μάλλον τη μεγάλη σημασία που έχει η επίδραση των φορέων αγωγής στον αδιαμόρφωτο ακόμη άνθρωπο. Έτσι, θα επέλθει ο εθισμός σε ενάρετες - ηθικές πράξεις, ο οποίος θα συνεχιστεί και σε μεγαλύτερες ηλικίες, μέχρι να διαμορφωθούν τα μόνιμα στοιχεία του χαρακτήρα.
-Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και η σύγχρονη παιδαγωγική: Η σύγχρονη παιδαγωγική αποδέχεται την άποψη ότι ο άνθρωπος πρέπει να διαπαιδαγωγείται από πολύ μικρή ηλικία. Επίσης, αναγνωρίζει την αξία και τη συμβολή της ηθικής επιβράβευσης. Διάσταση απόψεων μπορούμε να παρατηρήσουμε ως προς τον χαρακτήρα της αγωγής: η πλατωνική αγωγή έχει χαρακτήρα περισσότερο αυταρχικό. Οι φορείς αγωγής προσπαθούν να επιβάλουν στο παιδί τις δικές τους επιλογές και δεν το αφήνουν να ενεργήσει ελεύθερα. Αντίθετα, η σύγχρονη παιδαγωγική προωθεί την ελεύθερη και ενεργητική συμμετοχή του παιδιού στη διαδικασία της αγωγής. Αυτό πρέπει να αφήνεται να αναπτύξει ελεύθερα την προσωπικότητά του, να κάνει τις επιλογές του, να αναλαμβάνει την ευθύνη τους και να μαθαίνει μέσα από τα λάθη του. Ο ρόλος των φορέων αγωγής είναι να το καθοδηγήσουν και να το προστατέψουν από σημαντικές παρεκτροπές χωρίς να επιβάλουν συμπεριφορές.


ΕΝΟΤΗΤΑ 6η (B 6, 1-4) Η αρετή καθιστά τον άνθρωπο ικανό να εκτελέσει  το προορισμένο γι' αυτόν έργο

Δεῖ δὲ μὴ μόνον οὕτως εἰπεῖν, ὅτι ἕξις, ἀλλὰ καὶ ποία τις. Ῥητέον οὖν ὅτι πᾶσα ἀρετή, οὗ ἂν ᾖ ἀρετή, αὐτό τε εὖ ἔχον ἀποτελεῖ καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ εὖ ἀποδίδωσιν, οἷον ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετὴ τόν τε ὀφθαλμὸν σπουδαῖον ποιεῖ καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ· τῇ γὰρ τοῦ ὀφθαλμοῦ ἀρετῇ εὖ ὁρῶμεν. Ὁμοίως ἡ τοῦ ἵππου ἀρετὴ ἵππον τε σπουδαῖον ποιεῖ καὶ ἀγαθὸν δραμεῖν καὶ ἐνεγκεῖν τὸν ἐπιβάτην καὶ μεῖναι τοὺς πολεμίους. Εἰ δὴ τοῦτ' ἐπὶ πάντων οὕτως ἔχει, καὶ ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις ἀφ' ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται καὶ ἀφ' ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον ἀποδώσει. Πῶς δὲ τοῦτ' ἔσται,... ὧδ' ἔσται φανερόν, ἐὰν θεωρήσωμεν ποία τίς ἐστιν ἡ φύσις αὐτῆς.

Μετάφραση
Δεν πρέπει όμως, να το πούμε μόνο έτσι, ότι η αρετή είναι «έξη»• πρέπει να πούμε και τι λογής «έξη» είναι. Ας πούμε λοιπόν πως η κάθε αρετή, όποιου πράγματος είναι αρετή, και το ίδιο το πράγμα το κάνει να φτάσει στην πιο “τέλεια” κατάσταση του και επιπλέον το βοηθά να εκτελέσει με τον σωστό τρόπο το έργο του» π.χ. η αρετή του ματιού και το ίδιο το μάτι το κάνει τέλειο, αλλά επίσης κα’, το έργο του, αφού η αρετή του ματιού• είναι που κάνει να βλέπουμε καλά. Όμοια η αρετή του αλόγου: α) κάνει το ίδιο το άλογο τέλειο, και β) το κάνει ικανό να τρέξει, να κρατήσει τον αναβάτη και να σταθεί αντιμέτωπο με τον εχθρό. Αν λοιπόν έτσι έχει το πράγμα σε κάθε περίπτωση, τότε και του ανθρώπου η αρετή θα είναι, λέω, η «έξη» από την οποία .ξεκινά και το ότι ο άνθρωπος γίνεται καλός και το ότι θα μπορέσει να εκτελέσει καλά το έργο που του ανήκει. Πώς θα γίνει αυτό, μπορεί με τον ακόλουθο τρόπο να γίνει φανερό, αν εξετάσουμε δηλαδή να δούμε την ιδιαίτερη φύση της.

Σχόλια:
Θέμα : η αρετή καθιστά τον άνθρωπο ικανό να εκτελέσει το προορισμένο γι’αυτόν έργο.
Δομή : Διάκριση της αρετής από τις άλλες έξεις
Παραδείγματα αρετής ματιού και αρετής αλόγου
Η αρετή του ανθρώπου
Εξαγγελία νέου θέματος ( η φύσις της αρετής)

-Στην ενότητα αυτή πραγματεύεται το τι λογής, τι ακριβώς ποιότητας έξη είναι η αρετή.
-Η αρετή ανήκει στις έξεις. Στις προηγούμενες ενότητες ο Αριστοτέλης έδειξε ότι προσεχές γένος της αρετής είναι η ἕξις. Δεν αρκεί όμως η έννοια γένους για να οριστεί η αρετή, γιατί υπάρχουν πολλά είδη ἕξεων, καλών και κακών. Πρέπει να οριστεί η ποιότητα των ἕξεων που τις καθιστούν αρετές. Αφού ο Αριστοτέλης έδειξε ότι η ἕξις είναι αποτέλεσμα όμοιων (= επαναληπτικά ίδιων) ενεργειών, αυτό θα πει ότι από την ποιότητα των ενεργειών εξαρτάται και η ποιότητα της ἕξεως. Οι αριστοτελικές ἕξεις μπορεί να είναι ἕξεις κακές και ανάξιες λόγου και ἕξεις καλές και αξιόλογες. Η ποιότητα των ἕξεων, λοιπόν, θα καθορίσει αν βρισκόμαστε στον χώρο των αρετών ή όχι.
-Προκειμένου να προσδιοριστεί το περιεχόμενο του όρου «ἀρετή», όπως έχει διδάξει σε άλλο έργο του ο Αριστοτέλης, πρέπει να καθοριστεί:
α) το προσεχές γένος της (genus proximum), δηλαδή το πλησιέστερο σύνολο στο οποίο εντάσσεται και
β) η ειδοποιός διαφορά της (specifica differentia), δηλαδή το ιδιαίτερο γνώρισμα με το οποίο η αρετή διακρίνεται από τις ομογενείς της έννοιες. Το προσεχές γένος της αρετής είναι οι έξεις – δηλαδή ο χαρακτήρας που διαμορφώνει ο άνθρωπος με την στάση που επιλέγει απέναντι στα πάθη – οι οποίες, όπως έχουμε αναφέρει σε προηγούμενες ενότητες, είναι αποτέλεσμα επαναλαμβανόμενων ενεργειών και η ποιότητά τους εξαρτάται από την ποιότητα των ενεργειών μας. Άρα δεν αρκεί να χαρακτηρίζουμε τις αρετές έξεις, αφού αυτές διακρίνονται σε καλές και κακές, αλλά να βρούμε το ιδιαίτερο εκείνο γνώρισμα, την ειδοποιό διαφορά που τις διαφοροποιεί από τις άλλες έξεις.
-Αρετή δεν έχει μόνο ο άνθρωπος αλλά έχουν και τα ζώα και τα πράγματα. Αυτό εξηγείται, αν λάβουμε υπόψιν τη βασική αντίληψη του Αριστοτέλη ότι η φύση δεν κάνει τίποτε μάταια∙ η φύση ανέθεσε, πιστεύει ο φιλόσοφος, σε καθετί σ’ αυτόν τον κόσμο ένα ἔργον, ένα συγκεκριμένο προορισμό. Υπάρχει λοιπόν το ἔργον του οφθαλμού, του ίππου, του ανθρώπου, του χεριού, του ποδιού.
-Η αρετή («πᾶσα ἀρετή, οὗ ἂν ᾖ ἀρετή») α) κάνει αυτόν/ό που την έχει να βρίσκεται στην τέλεια κατάστασή του(«αὐτό τε εὖ ἔχον ἀποτελεῖ») και β) τον/το βοηθάει να εκτελεί με σωστό τρόπο τον προορισμό του.(« καὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ εὖ ἀποδίδωσιν»)
-Ειδικά για τον άνθρωπο αρετή είναι η έξη που τον κάνει αγαθόν (=τέλειο) και τον βοηθάει να εκτελεί με σωστό τρόπο τον προορισμό του. (« ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀρετὴ εἴη ἂν ἡ ἕξις ἀφ’ ἧς ἀγαθὸς ἄνθρωπος γίνεται καὶ ἀφ’ ἧς εὖ τὸ ἑαυτοῦ ἔργον ἀποδώσει»)
-αὐτό τε εὖ ἔχον ἀποτελεῖ: το ρήμα «ἀποτελῶ» προέρχεται από τη λέξη «τέλος», που υπάρχει και στην «εντελέχεια» (= το πράγμα πέρασε από την κατάσταση της δυνατότητας σε εκείνη της πραγματικότητας, περικλείοντας τον σκοπό της ύπαρξής του), έναν από τους βασικούς όρους της αριστοτελικής φιλοσοφίας.
-Τέλος λοιπόν είναι κατά τον Αριστοτέλη, ο σκοπός για τον οποίο δημιουργείται ένα ον, και εντελέχεια είναι η εκπλήρωση του τελικού σκοπού ύπαρξης ενός όντος, η ανώτατη φάση εξέλιξής του, η τελειοποίησή του, που συμπίπτει με τον σκοπό για τον οποίο είναι πλασμένο.
-Αξεχώριστη με την έννοια του τέλους είναι στον Αριστοτέλη η ιδέα ότι καθετί που δημιουργείται από τη φύση, έχει να επιτελέσει ένα συγκεκριμένο ἔργον: η φύση δεν δημιουργεί τίποτε μάταια. Βασική αντίληψη του Αριστοτέλη είναι ότι «ἡ φύσις οὐδὲν ποιεῖ μάτην» (= η φύση τίποτα δεν κάνει μάταια, χωρίς λόγο). Αυτό σημαίνει ότι η «φύσις» ανέθεσε, κατά τον Αριστοτέλη, σε καθετί σ’ αυτό τον κόσμο ένα «ἔργον», έναν συγκεκριμένο προορισμό. Όταν επιτελεστεί αυτό το έργο, τότε το ον φτάνει στο τέλος, στην τελειοποίησή του, στην επίτευξη του σκοπού ύπαρξής του (τελεολογική αντίληψη). Υπάρχει, λοιπόν «ἔργον» του οφθαλμού, «ἔργον» του ίππου, «ἔργον» του ανθρώπου, «ἔργον» του χεριού και «ἔργον» του ποδιού. Σε άλλο σημείο στα Ἠθικὰ Νικομάχεια ο Αριστοτέλης θα μιλήσει για το «ἔργον» που επιτελεί ο κάθε επιμέρους «τεχνίτης» (αθλητής, αγαλματοποιός, κιθαριστής), παράλληλα με το «ἔργον» του ανθρώπου, που είναι «ψυχῆς ἐνέργεια κατὰ λόγον ἢ μὴ ἄνευ λόγου», όπως αναφέρεται και σε σχόλιο του σχολικού μας βιβλίου.
-Το παράδειγμα του ματιού στη 2η και 6η ενότητα: Ο Αριστοτέλης χρησιμοποίησε το παράδειγμα του ματιού διαφορετικά στη 2η και διαφορετικά στην 6η ενότητα. Πιο συγκεκριμένα, στη 2η ενότητα το παρουσίασε ως κάτι αντίθετο των ηθικών αρετών, αφού την ιδιότητα της όρασης την έχουμε εκ φύσεως, ενώ τις ηθικές αρετές τις αποκτούμε έπειτα από επανάληψη. Φαινομενικά, λοιπόν, έχουμε μια αντίφαση, η οποία όμως αίρεται, αν σκεφτούμε το εξής: στη 2η ενότητα, η αρετή έχει καθαρά ηθικό περιεχόμενο, ενώ στην 6η αναφέρεται με πιο γενική σημασία, με την έννοια της ικανότητας, της ιδιότητας που υπάρχει σε μεγάλο βαθμό σε όλα τα όντα. Επιπλέον, στη 2η ενότητα ο Αριστοτέλης μιλά για το αισθητήριο της όρασης, το οποίο υπάρχει εκ φύσεως και δεν αποκτιέται με την επανάληψη, ενώ στην 6η αναφέρεται σε μια ιδιότητα της όρασης, την οξύτητα, η οποία επιδέχεται βελτίωση μέσω της άσκησης και μπορεί να φτάσει στην τελειότητα.


ΕΝΟΤΗΤΑ 7η (B6, 4-8) Η αρετή βρίσκεται στη μεσότητα. Προσδιορισμός της έννοιας "μεσότητα"

Ἐν παντὶ δὴ συνεχεῖ καὶ διαιρετῷ ἔστι λαβεῖν τὸ μὲν πλεῖον τὸ δ' ἔλαττον τὸ δ' ἴσον, καὶ ταῦτα ἢ κατ' αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ἢ πρὸς ἡμᾶς... Λέγω δὲ τοῦ μὲν πράγματος μέσον τὸ ἴσον ἀπέχον ἀφ' ἑκατέρου τῶν ἄκρων, ὅπερ ἐστὶν ἓν καὶ τὸ αὐτὸ πᾶσιν, πρὸς ἡμᾶς δὲ ὃ μήτε πλεονάζει μήτε ἐλλείπει· τοῦτο δ' οὐχ ἕν, οὐδὲ ταὐτὸν πᾶσιν. Οἷον εἰ τὰ δέκα πολλὰ τὰ δὲ δύο ὀλίγα, τὰ ἓξ μέσα λαμβάνουσι κατὰ τὸ πρᾶγμα· ἴσῳ γάρ ὑπερέχει τε καὶ ὑπερέχεται· τοῦτο δὲ μέσον ἐστὶ κατὰ τὴν ἀριθμητικὴν ἀναλογίαν. Τὸ δὲ πρὸς ἡμᾶς οὐχ οὕτω ληπτέον· οὐ γὰρ εἴ τῳ δέκα μναῖ φαγεῖν πολὺ δύο δὲ ὀλίγον, ὁ ἀλείπτης ἓξ μνᾶς προστάξει· ἔστι γὰρ ἴσως καὶ τοῦτο πολὺ τῷ ληψομένῳ ἢ ὀλίγον· Μίλωνι μὲν γὰρ ὀλίγον, τῷ δὲ ἀρχομένῳ τῶν γυμνασίων πολύ. Ὁμοίως ἐπὶ δρόμου καὶ πάλης. Οὕτω δὴ πᾶς ἐπιστήμων τὴν ὑπερβολὴν μὲν καὶ τὴν ἔλλειψιν φεύγει, τὸ δὲ μέσον ζητεῖ καὶ τοῦθ' αἱρεῖται, μέσον δὲ οὐ τὸ τοῦ πράγματος ἀλλὰ τὸ πρὸς ἡμᾶς.

Μετάφραση
Σε καθετί λοιπόν που είναι συνεχές και διαιρετό μπορούμε να πάρουμε ένα κομμάτι μεγαλύτερο, ένα κομμάτι, μικρότερο ,είτε σε σχέση προς το ίδιο το πράγμα, είτε «σε σχέση προς εμάς… Όταν λέω «μέσον σε σχέση προς το πράγμα», εννοώ «αυτό που απέχει εξίσου από καθένα από τα δύο άκρα»• αυτό, φυσικά, είναι ένα, και το ίδιο για όλους• όταν, πάλι, λέω «μέσον σε σχέση προς εμάς»., εννοώ «αυτό που δεν είναι ούτε πάρα πολύ ούτε πολύ λίγο», κάτι που, βέβαια, δεν είναι ούτε ένα ούτε το ίδιο για όλους. Παράδειγμα: Αν τα δέκα είναι πολλά και τα δύο λίγα, μέσον σε σχέση προς το πράγμα θεωρείται το έξι, αφού αυτό υπερέχει και υπερέχεται κατά τον ίδιο αριθμό μονάδων. Αυτό βέβαια είναι το μέσον σύμφωνα με τις διδασκαλίες της αριθμητικής. Το μέσον όμως το σε σχέση προς εμάς δεν θα το ορίσουμε έτσι• γιατί αν για ένα άτομο είναι πολύ το να φάει δέκα «μερίδες» και λίγο το να φάει δύο, δεν θα πει πως ο προπονητής θα ορίσει έξι «μερίδες», γιατί και αυτή η ποσότητα μπορεί να είναι πολλή γι’ αυτόν πού θα τη φάει ή λίγη: λίγη για έναν Μίλωνα, πολλή για τον αρχάριο στη γύμναση. Το ίδιο ισχύει και στο τρέξιμο ή την πάλη. Συμπέρασμα: Ο ειδικός αποφεύγει την υπερβολή ή την έλλειψη και ψάχνει να βρει το μέσον αυτό είναι η τελική του προτίμηση, φυσικά όχι το μέσον το σε -σχέση προς το πράγμα, αλλά το σε σχέση προς εμάς. 

Σχόλια:
Θέμα: ο προσδιορισμός της έννοιας της μεσότητας
Δομή: το πολύ και το λίγο
Το μέσον με αντικειμενικά και υποκειμενικά κριτήρια
Παραδείγματα για αντικειμενικό και υποκειμενικό μέσο (αριθμητικό μέσο, ποσότητα φαγητού)
Το υποκειμενικό μέσο ως επιδίωξη κάθε ειδικο 

-Στην έβδομη ενότητα ασχολείται με αυτό που προανήγγειλε στο τέλος της προηγούμενης ενότητας, με τη φύση της αρετής. Θα μας πει πως η αρετή είναι μεσότητα και θα καθορίσει τα δύο κριτήρια με τα οποία μπορούμε να λάβουμε το μέσον.
-Απόπειρα του Αριστοτέλη να διευκρινίσει την έννοια της μεσότητας προκειμένου στη συνέχεια να τη συσχετίσει με την ηθική αρετή.
-Σε καθετί συνεχές και διαιρετό υπάρχει το μέσον. Με κριτήρια αντικειμενικά (κατά τὸ πρᾶγμα) το μέσον είναι ένα και το ίδιο για όλους. {Έλαττον μέσον πλείον 2 6 10}. Με κριτήρια υποκειμενικά (πρὸς ἡμᾶς) το μέσον είναι διαφορετικό, ανάλογα με την περίπτωση.
-Η κάθε αρετή είναι για τον Αριστοτέλη μεσότης, δηλαδή το μέσον ανάμεσα στα δύο άκρα, την υπερβολή και την έλλειψη, που έχουν και τα δύο αρνητικό χαρακτήρα. Έτσι, ο ανδρείος βρίσκεται στο μέσον, ενώ στο ένα άκρο -της υπερβολής- βρίσκεται ο θρασύς και στο άλλο άκρο -της έλλειψης- βρίσκεται ο δειλός
-Κάθε ειδικός (ἐπιστήμων) επιδιώκει το μέσον, αποφεύγοντας την υπερβολή και την έλλειψη.
-Το μέσον πρὸς ἡμᾶς εξαρτάται από σωματικές και ψυχικές ανάγκες, την περίσταση, τις δυνατότητες του, το χρόνο κτλ.
-Όπως στον αθλητισμό ειδικός είναι ο προπονητής που θα καθορίσει τις μερίδες φαγητού των αθλητών, έτσι κι ο καθένας είναι ειδικός(ἐπιστήμων) για τον εαυτό του και πρέπει να έχει το γνῶθι σαυτόν, να γνωρίζει δηλαδή καλά τον εαυτό του, τα άκρα του, για να μπορέσει να καθορίσει και το μέσον(κι άρα να επιτύχει την αρετή, αφού η αρετή είναι μεσότητα).
-Αυτό παραπέμπει στον σχετικισμό των σοφιστών. Όμως η αρετή δεν είναι σχετικιστική, είναι σχετική, γιατί σχετίζεται με την πόλη και τη λογική.
-αντικειμενικός – υποκειμενικός: Ο Αριστοτέλης δεν είχε στη διάθεσή του τις τόσο σημαντικές για τον δικό μας λόγο λέξεις αντικειμενικός και υποκειμενικός, βρέθηκε όμως εδώ στην ανάγκη να εκφράσει αυτές τις δύο έννοιες. Μπροστά σε ανάλογο πρόβλημα βρέθηκε πολλές φορές ο φιλόσοφος στη διάρκεια των θεωρητικών του ενασχολήσεων, εφόσον ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε με κάποιους επιστημονικούς κλάδους ή πρώτος αυτός αντιμετώπισε με ένα καινούργιο, σε σχέση με άλλους στοχαστές, τρόπο κάποιους τομείς της ανθρώπινης σκέψης και γνώσης. Ο κάθε επιστήμονας, όταν κατά τη διάρκεια των ερευνών του βρίσκεται στην ανάγκη να εκφράσει με λόγο τις ιδέες του, ή βρίσκει καινούργιες λέξεις ή δίνει διαφορετικό στις ήδη υπάρχουσες. Εδώ λοιπόν για τον όρο αντικειμενικος χρησιμοποιεί τρεις όρους: κατ’ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, τοῦ πράγματος, κατά τὸ πρᾶγμα, ενώ για τον όρο υποκειμενικός χρησιμοποιεί έναν όρο: πρὸς ἡμᾶς. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι, ενώ για τον όρο υποκειμενικός έχει κατασταλάξει, για τον όρο αντικειμενικός χρησιμοποιεί τρεις όρους, που δείχνει ότι δεν έχει κατασταλάξει για το πώς ακριβώς θα αποδώσει αυτή την έννοια


ΕΝΟΤΗΤΑ 8η (Β 6, 9-10) Όπως η τέχνη, έτσι και η ηθική αρετή στοχεύει στο μέσον

Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη οὕτω τὸ ἔργον εὖ ἐπιτελεῖ, πρὸς τὸ μέσον βλέπουσα καὶ εἰς τοῦτο ἄγουσα τὰ ἔργα (ὅθεν εἰώθασιν ἐπιλέγειν τοῖς εὖ ἔχουσιν ἔργοις ὅτι οὔτ' ἀφελεῖν ἔστιν οὔτε προσθεῖναι, ὡς τῆς μὲν ὑπερβολῆς καὶ τῆς ἐλλείψεως φθειρούσης τό εὖ, τῆς δὲ μεσότητος σῳζούσης, οἱ δ' ἀγαθοὶ τεχνῖται, ὡς λέγομεν, πρὸς τοῦτο βλέποντες εργάζονται), ἡ δ' ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστὶν ὥσπερ καὶ ἡ φύσις, τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική. Λέγω δὲ τὴν ἠθικήν· αὕτη γάρ ἐστι περὶ πάθη καὶ πράξεις, ἐν δὲ τούτοις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον.

Μτάφραση
Αν λοιπόν η κάθε τέχνη εκπληρώνει σωστά το έργο της με αυτόν τον τρόπο, έχοντας στραμμένο το βλέμμα της προς το μέσον και κατευθύνοντας προς αυτό όλα τα έργα της (γι’ αυτό και συνηθίζουμε να λέμε στο τέλος για όλα τα πετυχημένα έργα, πως τίποτε δεν έχουμε να προσθέσουμε σ’ αυτά ή να τους αφαιρέσουμε, δεδομένου ότι η υπερβολή και η έλλειψη φθείρουν το σωστό, ενώ η μεσότητα το διασώζει —και οι καλοί τεχνίτες εργάζονται, όπως λέμε, με το βλέμμα τους στραμμένο προς αυτό), κι αν η αρετή είναι, όπως και η φύση, ακριβέστερη και ανώτερη από κάθε τέχνη, τότε η αρετή έχει  ως στόχο της το μέσον. Φυσικά, μιλώ για την ηθική αρετή, γιατί αυτή είναι που αναφέρεται στα πάθη και στις πράξεις σ’ αυτά υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και το μέσον.

Σχόλια
Θέμα: Όπως η τέχνη, έτσι και η ηθική αρετή στοχεύει στο μέσον.
Δομή: ο ρόλος της μεσότητας ( και της υπερβολής και της έλλειψης ) στην Τέχνη
Συσχετισμός αρετής – τέχνης – φύσης
Ηθική αρετή και μεσότητα

-Απόπειρα του Αριστοτέλη να ταυτίσει με την ηθική αρετή με τη μεσότητα με κατάληξη πιθανολογική.
-Υποθετικός συλλογισμός Αριστοτέλη: Π1: Αν η τέχνη στοχεύει στο μέσον («Εἰ δὴ πᾶσα ἐπιστήμη οὕτω τὸ ἔργον εὖ ἐπιτελεῖ, πρὸς τὸ μέσον βλέπουσα») και Π2: Αν η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη,(«ἡ δ’ ἀρετὴ πάσης τέχνης ἀκριβεστέρα καὶ ἀμείνων ἐστὶν»). Συμπέρασμα: άρα και η αρετή στοχεύει στο μέσον.(«τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική»)
-Επιστημονικός συλλογισμός, ακολουθεί την μεθοδολογία επιστημονικής έρευνας με τη διατύπωση υποθέσεων. Ο Αριστοτέλης δε μιλά ποτέ απόλυτα όσο βρίσκεται στην αναζήτηση. Γι’αυτό βλέπουμε να διατυπώνει το συμπέρασμα («τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική») χρησιμοποιώντας δυνητική ευκτική κι όχι οριστική (τοῦ μέσου ἐστὶ στοχαστική). Δεν είναι απόλυτος, προσεγγίζει το ζήτημα. (ἂν εἴη = θα ήταν, ενώ ἐστὶ = είναι)Στην επιστήμη ταιριάζει ο υποθετικός λόγος κι όχι ο κατηγορικός. η χρήση υποθετικού συλλογισμού, ο οποίος βασίζεται σε προκείμενες από τις οποίες η μία τουλάχιστον είναι υποθετική πρόταση, προσιδιάζει στο ύφος του επιστημονικού λόγου, γιατί υποδηλώνει μετριοπάθεια, διαλλακτικότητα και έλλειψη δογματισμού. Άλλωστε, μέσα στο πλαίσιο της επιστημονικής έρευνας εντάσσεται και η διατύπωση υποθέσεων, οι οποίες αργότερα επαληθεύονται ή διαψεύδονται. Τη μετριοπάθεια και τη διαλλακτικότητα υποδηλώνει και η χρήση της δυνητικής ευκτικής στο χωρίο «τοῦ μέσου ἂν εἴη στοχαστική», η οποία δηλώνει αυτό που είναι δυνατό να γίνει στο παρόν και το μέλλον, δηλαδή το πιθανό και ενδεχόμενο. Η αρχική αυτή υπόθεση θα πάρει τη μορφή συμπεράσματοςνδιατυπωμένου σε οριστική έγκλιση στην αμέσως επόμενη ενότητα. Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι ο Αριστοτέλης συνέγραψε τα Ηθικά Νικομάχεια (όπως πληροφορούμαστε και από την εισαγωγή του σχολικού εγχειριδίου) σε ώριμη πια ηλικία, την οποία χαρακτήριζε η ηρεμία, ηννηφαλιότητα, η ώριμη σκέψη και η έλλειψη δογματισμού.
-Οι τεχνίτες με τη μεσότητα δημιουργούν τέλεια έργα.
-Η υπερβολή και η έλλειψη μειώνει την αξία των έργων, ενώ η μεσότητα την διατηρεί.
-Η επιδίωξη του μέσου παρατηρείται και στη φύση και στην ηθική αρετή και στην τέχνη.
-Αρέτή – φύση – τέχνη:
1. Η φύση είναι ανώτερη από την τέχνη, αφού η τέχνη μιμείται τη φύση στα έργα της.
2. Η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη, αφού μορφοποιεί τον άνθρωπο στην ουσία του .
3. Η αρετή είναι ανώτερη από τη φύση, αφού είναι τελειότης φύσεως, κατορθωμένη φύση.
Άρα λοιπόν προβάδισμα έχει η αρετή και από τις τρεις.
Στο χωρίο αυτό ο Αριστοτέλης συσχετίζει τις έννοιες τέχνη (η οποία εδώ ταυτίζεται με τον όρον «ἐπιστήμη»), φύση και αρετή και διαπιστώνει ότι έχουν ένα κοινό γνώρισμα, αλλά και διαφορές. Τονκοινό τους γνώρισμα είναι ότι και οι τρεις έχουν τη δυνατότητα να δημιουργούν μορφές. Ηνδιαφορά τους έγκειται σε τι δίνει μορφή η καθεμιά. Έτσι, λοιπόν:
α) η τέχνη μορφοποιεί το υλικό της,
β) η αρετή δίνει μορφή στην προσωπικότητα του ανθρώπου και
γ) η φύση δημιουργεί κι αυτή τις δικές της μορφές.
-Παράλληλα, ο φιλόσοφος επιχειρεί να ιεραρχήσει τις τρεις αυτές έννοιες. Έτσι, κατ’ αυτόν, η φύσηνείναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί κάθε φυσικό ον έχει τάση προς την τελειότητα. Από τηνστιγμή δηλαδή που γεννιέται και αυξάνεται, οδηγείται, ανεξάρτητα από τη θέλησή του, στον«τέλος», στην τελειότερη μορφή του. Αντίθετα, τα έργα τέχνης είναι σταθερά και αμετάβλητα και δεν τείνουν πουθενά. Ο Αριστοτέλης αναφέρει : «ο σκοπός και το ωραίο είναι σε μεγαλύτερο βαθμό παρόντα στη φύση, παρά στα έργα της τέχνης» (Περὶ ζώων μορίων, 639b, 19-21). Εξάλλου, όπως διαπιστώνει και ο Ασπάσιος, ο σχολιαστής του Αριστοτέλη, «μιμεῖται γὰρ τέχνη τὴν φύσιν» (= η τέχνη μιμείται τη φύση), γι’ αυτό και είναι κατώτερη αυτής. Από την άλλη, η αρετή είναι ανώτερη και από τη φύση και από την τέχνη, γιατί μορφοποιεί στην ουσία του τον άνθρωπο και αποτελεί ύψιστη έκφανση της μεσότητας. Όπως, μάλιστα, αναφέρει και ο Ασπάσιος, η αρετή είναι ανώτερη από την τέχνη, γιατί η αρετή είναι «τελειότης φύσεως καὶ κατωρθωμένη φύσις», δηλαδή μια φυσική ιδιότητα με επιτυχία οδηγημένη στον σκοπό της. Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι, για τον Αριστοτέλη, ανώτερη όλων είναι η αρετή, ακολουθεί η φύση και τελευταία στην ιεράρχηση έρχεται η τέχνη: Αρετή > φύση > τέχνη
-Στην αριστοτελική έννοια «πάθη» αναφερθήκαμε και στην 6η ενότητα των Ηθικών Νικομαχείων. Είδαμε λοιπόν ότι για τον Αριστοτέλη πάθη είναι η επιθυμία, η οργή, ο φόβος, το θάρρος, ο φθόνος, η χαρά, η φιλία, το μίσος, ο πόθος, η ζήλεια, η λύπη, δηλαδή αυτά που σήμερα θα λέγαμε συναισθήματα. Μάλιστα, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι τα «πάθη» είναι άλογες παρορμήσεις της ψυχής και βιολογικές ιδιότητες του ανθρώπινου είδους. Στις ψυχικές καταστάσεις και στη συμπεριφορά του ανθρώπου βρίσκουν εφαρμογή επίσης οι τρεις ποσοτικές έννοιες (υπερβολή, έλλειψη, το μέσον). Ακόμη τα συναισθήματα και η δράση του ανθρώπου επιδέχονται τον έλεγχο με βάση τις τρεις αυτές ποσοτικές έννοιες-κριτήρια.


ΕΝΟΤΗΤΑ 9η (B 6, 10-13) Σημαντικές διευκρινήσεις για το περιεχόμενο της έννοιας "μεσότης"

Οἷον καὶ φοβηθῆναι καὶ θαρρῆσαι καὶ ἐπιθυμῆσαι καὶ ὀργισθῆναι καὶ ἐλεῆσαι καὶ ὅλως ἡσθῆναι καὶ λυπηθῆναι ἔστι καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον, καὶ ἀμφότερα οὐκ εὖ· τὸ δ' ὅτε δεῖ καὶ ἐφ' οἷς καὶ πρὸς οὓς καὶ οὗ ἕνεκα καὶ ὡς δεῖ, μέσον τε καὶ ἄριστον, ὅπερ ἐστὶ τῆς ἀρετῆς. Ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τὰς πράξεις ἔστιν ὑπερβολὴ καὶ ἔλλειψις καὶ τὸ μέσον. Ἡ δ' ἀρετὴ περὶ πάθη καὶ πράξεις ἐστίν, ἐν οἷς ἡ μὲν ὑπερβολὴ ἁμαρτάνεται καὶ ψέγεται καὶ ἡ ἔλλειψις, τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται· ταῦτα δ' ἄμφω τῆς ἀρετῆς. Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή, στοχαστική γε οὖσα τοῦ μέσου.

Μετάφραση
Παραδείγματος χάριν μπορεί κανείς να φοβηθεί ή να δείξει θάρρος, να επιθυμήσει, να οργισθεί ή να σπλαχνισθεί, γενικά να νιώσει ευχαρίστηση ή δυσαρέσκεια, και σε μεγαλύτερο και σε μικρότερο βαθμό, κι ούτε το ένα ούτε το άλλο από τα δύο αυτά είναι καλό• να τα αισθανθεί όμως κανείς όλα αυτά τη στιγμή που πρέπει, σε σχέση με τα πράγματα που πρέπει, σε σχέση με τους ανθρώπους που πρέπει, για τον-λόγο που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει, αυτό είναι, κατά κάποιον τρόπο, το μέσον και το άριστο -αυτό το δεύτερο έχει, βέβαια, άμεση σχέση με την αρετή. Όμοια και στις πράξεις υπάρχει υπερβολή, έλλειψη και το μέσον. Η αρετή αναφέρεται στα πάθη  και στις πράξεις, σ’ αυτά η υπερβολή αποτελεί λάθος και ψέγεται, το ίδιο και η έλλειψη, ενώ το μέσον επαινείται και είναι το ορθό• φυσικά, τα δύο αυτά, ο έπαινος και η επιτυχία του ορθού, πάνε μαζί με την αρετή. Ένα είδος μεσότητας είναι λοιπόν η αρετή, έτσι που έχει για στόχο της το μέσον.

Σχόλια
Θέμα: ενίσχυση της θέσης ότι η αρετή είναι μεσότητα ( όπως και στην εν.8) Σημαντικές διευκρινήσεις για το περιεχόμενο της έννοιας «μεσότης»
Δομή: η υπερβολή, η έλλειψη και το μέσον στα συναισθήματα η υπερβολή, η έλλειψη και το μέσον στις πράξεις συσχετισμός της αρετής με τη μεσότητα
-Οριστική ταύτιση ηθικής αρετής με μεσότητα

-Ανάλυση του ηθικού όπως εμφανίζεται σε διάφορες συνθήκες. Δείχνει πολύ πιο έντονα από τον Πλάτωνα την επικαιρικότητα της συμπεριφοράς του ανθρώπου.
-Προσθέτει στην ενότητα αυτή τα «δει», τα πρέπει. Τα δει δεν είναι ασαφή, αλλά καθορισμένα από την πολιτεία, συγκεκριμενοποιούνται. Αντικειμενοποιείται η αρετή. Η πόλη είναι το πνεύμα της κοινότητας.
-Συλλογιστική πορεία Αριστοτέλη: Π1: Το μέσον επαινείται και είναι το σωστό.(«τὸ δὲ μέσον ἐπαινεῖται καὶ κατορθοῦται») Π2: Ο έπαινος και το σωστό πάνε και τα δύο με την αρετή.(«ταῦτα δ’ ἄμφω τῆς ἀρετῆς») Συμπέρασμα: Η αρετή είναι μεσότητα.(«μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή»)
-Στην ενότητα αυτή είναι φανερή η μεθοδικότητα της σκέψης του Αριστοτέλη. Στην 8η ενότητα διατύπωσε τη θέση του υποθετικά (με δύο υποθετικές προτάσεις: «εἰ δὲ πᾶσα …», «(εἰ) ἡ δ’ ἀρετὴ πάσης …») και δυνητικά (δυνητική ευκτική: «ἂν εἴη») προσδίδοντας έτσι μετριοπάθεια και διαλλακτικότητα στα λεγόμενά του. Στην 9η ενότητα υποβάλλει τις υποθέσεις και το δυνητικό συμπέρασμα σε λογικό έλεγχο με τη χρήση παραδειγμάτων και διατυπώνει έναν δεύτερο συλλογισμό. Ο λογικός αυτός έλεγχος τον οδήγησε στην οριστικοποίηση του συμπεράσματός του και γι’ αυτό χρησιμοποιεί πια οριστική έγκλιση («Μεσότης τις ἄρα ἐστὶν ἡ ἀρετή…»), που εκφράζει το πραγματικό και τη βεβαιότητα. Ο τρόπος αυτός διερεύνησης είναι απόλυτα επιστημονικός, καθώς υποδηλώνει ότι ο φιλόσοφος είναι ανοιχτός σε περαιτέρω διερεύνηση, δεκτικός και σε άλλες σκέψεις και ιδέες, ενώ απέχει από τον δογματισμό. Έτσι προάγεται η επιστημονική έρευνα και οι επιστήμες εξελίσσονται.
-Στα συναισθήματα και στις πράξεις υπάρχουν υπερβολή και έλλειψη, που αποτελούν σφάλμα, και μεσότητα, που είναι το σωστό.
-Η ηθική αρετή στοχεύει στο μέσον και είναι μια μορφή μεσότητας.
-Στην ενότητα αυτή προσθέτει ο Αριστοτέλης τα 5 δεῖ, τα ‘πρέπει’ δηλαδή που δεν είναι κάτι ασαφές, αλλά αντίθετα είναι καθορισμένα από την πολιτεία∙ έτσι αντικειμενοποιείται η αρετή.
-Τα 5 αυτά ‘πρέπει’ είναι: ὅτε δεῖ η χρονική στιγμή, ἐφ’ οἷς δεῖ τα πράγματα, πρὸς οὓς δεῖ οι άνθρωποι, οὗ ἕνεκα δεῖ ο λόγος, ὡς δεῖ ο τρόπος
-Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, ο Αριστοτέλης σκόπιμα επαναλαμβάνει ή εννοεί τύπους του ρήματος «δεῖ» («καὶ μᾶλλον καὶ ἧττον (τοῦ δέοντος)», «ὅτε δεῖ», ἐφ’ οἷς (δεῖ)», «πρὸς οὓς (δεῖ)», «οὗ ἕνεκα (δεῖ)», «ὡς δεῖ»), για να δώσει δεοντολογικό περιεχόμενο στο κείμενο και να κατευθύνει τους ανθρώπους προς την ηθικά ορθή συμπεριφορά. Πώς όμως καθορίζεται η ηθικά ορθή συμπεριφορά; Κάθε κοινωνία έχει κάποια κριτήρια ορθής συμπεριφοράς. Στην περίπτωση των αρχαίων Ελλήνων τα κριτήρια αυτά εντάσσονται μέσα στο πλαίσιο της πόλης-κράτους, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι ο αρχαίος Έλληνας λειτουργούσε πάντα ως μέλος του συνόλου και όχι ως άτομο. Τα κριτήρια λοιπόν αυτά είναι τα εξής:
α. οι γραπτοί νόμοι της πόλης-κράτους: αυτοί ήταν άλλωστε που καθόρισαν τη στάση του Σωκράτη, όπως αυτή παρουσιάζεται στον πλατωνικό διάλογο Κρίτων, όταν του προτάθηκε να δραπετεύσει,
β. η παράδοση: οι άγραφοι νόμοι, τα πρότυπα και τα παραδείγματα προς μίμηση ή προς αποφυγή, που προβάλλονταν, υποδείκνυαν τον ορθό τρόπο συμπεριφοράς,
γ. η λογική, δηλαδή ο ορθός λόγος: η λογική και ιδιαίτερα η λογική του φρόνιμου ανθρώπου υποδείκνυε την ενδεδειγμένη συμπεριφορά (η έννοια της λογικής θα αναφερθεί στη 10η ενότητα).
-Παρόμοια με αυτά των αρχαίων Ελλήνων κριτήρια ρυθμίζουν τη συμπεριφορά και των σύγχρονων Ελλήνων. Έτσι κι εμείς ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας ανάλογα με τους γραπτούς νόμους του κράτους και τους άγραφους νόμους, που απορρέουν από τις λαϊκές μας παραδόσεις, τις ιστορικές μας καταβολές και τη θρησκευτική συνείδηση των ανθρώπων.
-Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι τα κριτήρια αυτά συμπεριφοράς, που μας φέρνουν πιο κοντά στη μεσότητα, δεν μένουν σταθερά, αλλά μεταβάλλονται σε περιεχόμενο, ανάλογα με την κοινωνία, την εποχή, τον τόπο, τα πρότυπα και άλλους παράγοντες. Επομένως, προκύπτει ότι την ευθύνη για την κατάκτηση των ηθικών αρετών την έχει ο ίδιος ο άνθρωπος, ο οποίος οφείλει να καταβάλλει επίπονη προσπάθεια και αγώνα.
-μέσον τε καὶ ἄριστον: στο χωρίο αυτό φαινομενικά έχουμε οξύμωρο σχήμα, καθώς ο Αριστοτέλης ταυτίζει το μέσον με το άριστο. Το μέσον, όπως έχει ήδη αναφέρει ο φιλόσοφος, βρίσκεται ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη. Το «ἄριστον» όμως κανονικά αποτελεί ακρότητα και όχι μεσότητα, καθώς βρίσκεται στην υπερβολή. Για τον Αριστοτέλη «ἄριστον» είναι η τελειότητα, το «τέλος», η ανώτερη αξία των όντων που προκύπτει από τη μεσότητα. Εδώ λοιπόν αποκτά τη σημασία του ιδανικού, του προτύπου, της μετρημένης συμπεριφοράς που οφείλουμε να ακολουθήσουμε, αν θέλουμε να κατακτήσουμε την αρετή, που είναι η μεσότητα. Έτσι οι δύο έννοιες τελικά ταυτίζονται και η αντίφαση αίρεται. Αξιοπρόσεκτη είναι η θέση και το γένος της αντωνυμίας «ὅπερ», η οποία αναφέρεται στη λέξη «ἄριστον», κι έτσι, συσχετίζεται και ετυμολογικά η λέξη «ἄριστον» με τη λέξη «ἀρετῆς».


ΕΝΟΤΗΤΑ 10η (Β 6, 14-16) Ορισμός της αρετής

Ἔτι τὸ μὲν ἁμαρτάνειν πολλαχῶς ἔστιν (τὸ γὰρ κακὸν τοῦ ἀπείρου, ὡς οἱ Πυθαγόρειοι εἴκαζον, τὸ δ' ἀγαθὸν τοῦ πεπερασμένου), τὸ δὲ κατορθοῦν μοναχῶς (διὸ καὶ τὸ μὲν ῥᾴδιον τὸ δὲ χαλεπόν, ῥᾴδιον μὲν τὸ ἀποτυχεῖν τοῦ σκοποῦ, χαλεπὸν δὲ τὸ ἐπιτυχεῖν)· καὶ διὰ ταῦτ' οὖν τῆς μὲν κακίας ἡ ὑπερβολὴ καὶ ἡ ἔλλειψις, τῆς δ' ἀρετῆς ἡ μεσότης·
ἐσθλοὶ μὲν γὰρ ἁπλῶς, παντοδαπῶς δὲ κακοί.
Ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένη λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν. Μεσότης δὲ δύο κακιῶν, τῆς μὲν καθ' ὑπερβολὴν τῆς δὲ κατ' ἔλλειψιν· καὶ ἔτι τῷ τὰς μὲν ἐλλείπειν τὰς δ' ὑπερβάλλειν τοῦ δέοντος ἔν τε τοῖς πάθεσι καὶ ἐν ταῖς πράξεσι, τὴν δ' ἀρετὴν τὸ μέσον καὶ εὑρίσκειν καὶ αἱρεῖσθαι.

Μετάφραση
Επιπλέον, το σφάλμα γίνεται µε πολλούς τρόπους (γιατί το κακό είναι σχετικό µε το άπειρο, όπως δίδασκαν οι Πυθαγόρειοι, ενώ το καλό είναι πεπερασμένο), όμως το σωστό µε έναν µόνο τρόπο ( γι’ αυτό και είναι το ένα εύκολο, ενώ το άλλο δύσκολο, πράγματι είναι εύκολο να αποτύχουμε στο στόχο µας, όμως είναι δύσκολο να τον επιτύχουμε) ∙ και γι’ αυτούς λοιπόν τους λόγους η υπερβολή και η έλλειψη πάνε µμαζί µε την κακία, ενώ η μεσότητα µε την αρετή∙ Γιατί καλοί γινόμαστε µε έναν τρόπο, αλλά κακοί µε πολλούς. Είναι λοιπόν η αρετή µόνιµο στοιχείο του χαρακτήρα, που επιλέγεται ελεύθερα από το άτομο∙ που βρίσκεται στο µμέσο το οποίο προσδιορίζεται µε κριτήρια υποκειμενικά και καθορίζεται από τη λογική και συγκεκριμένα, κατά τη γνώμη µου, από τη λογική που καθορίζει ο φρόνιμος άνθρωπος. Και είναι η µμεσότητα ανάμεσα σε δύο κακίες, από τις οποίες η µία βρίσκεται από την πλευρά της υπερβολής, ενώ η άλλη από την πλευρά της έλλειψης∙ και ακόμα είναι µμεσότητα, επειδή άλλες από αυτές τις κακίες δεν φτάνουν σε αυτό που πρέπει, και άλλες το ξεπερνούν και στα συναισθήματα και στις πράξεις, ενώ η αρετή και βρίσκει και επιλέγει το μέσο.

Σχόλια
Θέμα : Αντίθεση ανάμεσα στο λάθος και το σωστό ( αμαρτάνειν – κατορθούν) και ο ορισμός της αρετής
Δομή : συσχετισμός της υπερβολής και της έλλειψης με το λάθος και την κακία
Συσχετισμός του μέσου με το ορθό και την αρετή
Ορισμός της αρετής

-Η αρετή είναι εξαίρεση, κάτι σπάνιο. Είναι μια ηθική επανάσταση. Προτιμούν οι άνθρωποι το ευρύ φάσμα (πολλαχώς) Χρειάζεται μόνιμη εγρήγορση , επαγρύπνηση.
-Η υπερβολή και η έλλειψη βρίσκονται σε άπειρα σημεία, έξω από το μέσον, γι’αυτό ο άνθρωπος μπορεί με πολλούς τρόπους και εύκολα να αποτύχει στο στόχο του, να κάνει λάθος.
-Το μέσον βρίσκεται σε ένα μόνο σημείο, γι’αυτό με ένα μόνο τρόπο και δύσκολα μπορεί ο άνθρωπος να πετύχει το στόχο του, να κάνει το σωστό.
-Η υπερβολή και η έλλειψη σχετίζονται με την κακία και με τους κακούς, ενώ το μέσον, σχετίζεται με την αρετή και τους καλούς.
-Η ηθική αρετή είναι μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα και επιλέγεται ελεύθερα από το άτομο.
-Η ηθική αρετή βρίσκεται στο μέσον, το οποίο καθορίζεται από τη λογική του φρόνιμου ανθρώπου.
-Ορισμός της αρετής: Η αρετή είναι: ἕξις, ἕξις προαιρετική, μεσότις πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ᾧ ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν, μεσότης δύο κακιῶν, είναι δηλαδή: μόνιμο στοιχείο του χαρακτήρα, που επιλέγεται ελεύθερα από το άτομο∙ βρίσκεται στο μέσο το οποίο προσδιορίζεται με κριτήρια υποκειμενικά και καθορίζεται από τη λογική και συγκεκριμένα τη λογική του φρόνιμου ανθρώπου.Είναι το μέσον ανάμεσα σε δύο άκρα που είναι κακά και πετυχαίνει το μέσον και άρα το δέον.
- Η λογική και μάλιστα του φρόνιμου ανθρώπου, αναφέρονται τώρα για πρώτη φορά. Αλλού στο ίδιο έργο δαιβάζουμε: «ἡ μετά του ορθου λόγου ἕξις αρετή εστίν.» Αρχικά λοιπόν είναι ο νόμος που συνηθίζει τους πολίτες να ενεργούν ενάρετα∙ έπειτα έρχεται η λογική, η φρόνηση, που βοηθά το νόμο και τελειοποίει το έργο του. Επειδή λοιπόν το μέσον είναι πρὸς ἡμᾶς δε σημαίνει ότι είναι κάτι υποκειμενικό∙ η ανθρώπινη λογική είναι ο κοινός κανόνας που εξασφαλίζει την αντκειμενικότητα και όχι το σχετικισμό. Μάλιστα η αντικειμενικότητα εξασφαλίζεται και δεν επιτρέπει κανένα όριο ασάφειας, αφού καθορίζεται ότι πρόκειται για τη λογική του φρόνιμου ανθρώπου.
Οι έννοιες που αντιτίθενται
Το αμαρτάνειν πολλαχώς - το κατορθούν μοναχώς
το κακόν - το αγαθόν
Το άπειρον - το πεπερασμένον
Ράδιον - χαλεπόν
Το αποτυχείν - το επιτυχείν
Η κακία - η αρετή
Η υπερβολή και η έλλειψις - η μεσότης
Εσθλοί - κακοί
Απλώς - παντοδαπώς
-Στο πλαίσιο της αναζήτησης από τους προσωκρατικούς φιλοσόφους της πρωταρχικής ουσίας του κόσμου (για την εξήγηση της γένεσης και της σύστασης του κόσμου,π.χ. Θαλής- νερό κτλ) οι Πυθαγόρειοι διατύπωσαν τη θεωρία των εναντίων. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία οι αρχές των όντων είναι δέκα αντιθετικά ζεύγη αντίθετων δυνάμεων, τα ακόλουθα :
Πέρας - άπειρον
Περιττόν - άρτιον
Εν - πλήθος
Δεξιόν - αριστερόν
Άρρεν - θήλυ
Ηρεμούν - κινούμενον
Ευθύ - καμπύλον
Φως - σκότος
Αγαθόν - κακόν
Τετράγωνον – ετερόμηκες
-Μεσότης δὲ δύο κακιῶν… καὶ αἱρεῖσθαι: Ορισμός της μεσότητας. Στο τέλος του κειμένου δίνεται με πληρότητα ο ορισμός της μεσότητας. Η μεσότητα λοιπόν βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κακίες, από τις οποίες η μία βρίσκεται στην πλευρά της υπερβολής, ενώ η άλλη στην πλευρά της έλλειψης. Άλλες από αυτές τις κακίες παρουσιάζονται ελλιπείς και άλλες είναι υπερβολικές σε σχέση με αυτό που πρέπει, το οποίο είναι το μέσον και το σωστό. Αυτές τις κακίες τις συναντάμε στα συναισθήματα και στις πράξεις, ενώ αντίθετα η αρετή βρίσκει και επιλέγει αυτό που πρέπει, δηλαδή τη μεσότητα.

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου